Θέατρο: Rock and Roll του Τομ Στόπαρντ στο θέατρο "Πόρτα"
Είναι επαναστατημένο το rock and roll; Υπάρχουν χιλιάδες αποδείξεις για το αντίθετο και πολύ λίγες (και πολύ φτωχότερες), για να επιβεβαιώσουν ότι πράγματι, η διαβολομουσική κάνει ρήγματα στις συνειδήσεις και στο τσακίρ κέφι, ρίχνει και καμιά κυβέρνηση.
Όποιος περιμένει έξω από το θέατρο Πόρτα στη Μεσογείων να τελειώσει το "Rock and Roll", όχι το κιθαρίσιο, αλλά το θεατρικό του Τομ Στόπαρντ που ανέβασε ο Γιώργος Κοτανίδης και οι Σαλτιμπάγκοι, ο θίασός του, σίγουρα θα χαμογελάσουν από επιβεβαίωση, όταν δουν τους θεατές να φεύγουν ευχαριστημένοι, αρκετοί μπαίνοντας στα κάμπριο αυτοκίνητά τους που είναι παρκαρισμένα ακριβώς απέξω. Όλοι οι αριστεροί καταλήγουν αστοί; Μήπως λοιπόν χρειάζεται ένας μη κομμουνιστής για να εξηγήσει, τι στο καλό συνέβη με την περιώνυμη ιδεολογία και την εφαρμογή της, αλλά και το πόσο σχετίστηκε αυτή με το rock and roll;
Το έργο είναι ό,τι πρέπει για θάψιμο: Από μονολιθικούς της αριστεράς γιατί κράζει αβέρτα την έλλειψη φαντασίας και τη μετατροπή της επανάστασης σε μικροαστική συνήθεια και εν τέλει σε γραφειοκρατική απολυταρχία. Από ανανεωτικούς, γιατί ξεφωνίζει την ευκολία με την οποία η ευρωαριστερά υιοθέτησε τα διαχειριστικά μοντέλα στιλ Μπλερ και τώρα δεν μπορεί να τα ξεφορτωθεί. Από κριτικούς, γιατί η παράσταση είναι τεράστια (κοντά 2 και κάτι ώρες) και αναπόφευκτα, κρεμάει μερικές φορές και καταφεύγει σε ευκολίες. Από όλους τους άλλους, γιατί απλώς θα θεωρήσουν ότι το θέμα είναι παρωχημένο, η μουσική είναι παρωχημένη, το rock and roll σταμάτησε να έχει πλάκα εδώ και καιρό. Από τους συνεπείς ροκάδες, γιατί δεν μπορεί να "ντύνει" κανείς ένα έργο για την κοινωνική αλλαγή (μόνο) με χίπικους ύμνους, underground αλληγορίες και ένα ροκ που στην πορεία του έγινε και "καθεστωτικό". Μπορεί να ναι κι έτσι.
Και όμως. Η σύλληψη του Στόπαρντ είναι εξαιρετική (ίσως γιατί διηγείται κομμάτι της δικής του ζωής) στα μάτια και το μυαλό ενός νοσταλγού του ροκ ή απλώς ενός ανθρώπου που θαύμασε σε κάποια φάση της ζωής του τον Σιντ Μπάρετ. Η θεατρική απόδοση του Γιώργου Κοτανίδη, είναι εξαιρετική γιατί μπορεί να κάνει να σωπάσουν 30 ανήλικα πιτσιρίκια της 2ας και 3ης Λυκείου και να παρακολουθήσουν την ανάλυση που κάνουν οι γέροι τους στα τραπέζια με φίλους για το "τι δεν πήγε καλά" με μουσική επένδυση τα βινύλια από το ντουλάπι, το κλειδί του οποίου ο μπαμπάς κρατάει στο μαξιλάρι του και κοιτάει με το αποξενωμένο βλέμμα του Τζακ Νικολσον όποιον το χαλβαδιάζει (το κλειδί, όχι το μαξιλάρι). Είναι κωμική, όχι με το συννεφιασμένο τρόπο που σατιρίζει ο Ντέιβιντ Λοτζ το βρετανικό καθηγητικό κατεστημένο, αλλά πιο αλάνικα. Είναι τραγική, όχι όμως σαν καταγγελτική αποτύπωση μιας ανατολικού μπλοκ καθημερινότητας αλλά με πιο πραγματικό τρόπο. Είναι κριτική, όχι σαν αντινεοφιλελεύθερη μανιέρα των αρχών του 21ου αιώνα, αλλά από πιο ριζοσπαστικές θέσεις.
Πειράζουν τα σαρδάμ; Τις πιο πολλές φορές περνάνε χωρίς να τα προσέξει κανείς, όπως και κάνα δύο χαοτικοί διάλογοι που μάλλον τους κατάλαβε μόνο ο διασκευαστής και ο σκηνοθέτης. Όσο για το soundtrack, μπορεί να μοιάζει "εύκολο", καθότι ανατρέχει σε πρωτοκλασάτα ονόματα και τραγούδια, αν εξαιρέσει κανείς τους Τσέχους Plastic People of the Universe που "παίρνουν μέρος" και στην παράσταση. Ωστόσο, η "ευκολία" στην επιλογή της μουσικής, μερικές φορές είναι σωτήρια. Στο έργο, οι πρωταγωνιστές ακούνε τραγούδια που χαρακτηρίζουν την εποχή τους και "τεμαχίζουν" σε πράξεις τη ζωή τους και γι αυτό, η επιλογή είναι μια χαρά. Αφήστε που ο τελευταίος που χαρακτήρισε "εύκολη" την επιλογή του Venus in Furs και του Would't it be Nice ακούει τώρα το Chinese Democracy σε ατέρμονα επανάληψη σε κάποιο καζάνι της κόλασης.
Τελικά, η Αριστερά νίκησε ή έχασε; Το rock and roll ζει ή πέθανε και βρωμάει; Ζει ο βασιλιάς Πάνας; Εξαρτάται. Αν αμέσως μετά την ερώτηση βγαίνει ο Τζάγκερ επί σκηνής και αρχίζει στα 60 του να ρουφάει με τις χειλάρες του ηλεκτρισμό από την ατμόσφαιρα και ζουμί από τη νεολαία που τον αποθεώνει, τότε μάλλον η απάντηση είναι εύκολη: Ο Πάνας ζει, αλλά μπορεί και να είναι ψιλομαλάκας, υπό την έννοια ότι πρόδωσε τις βασικές αρχές του rock and roll. Τότε όμως έρχεται καπάκι η επόμενη παρατήρηση: Και ποιος σας είπε ότι το rock and roll έχει αρχές; Όσο δύσκολα όμως θα βγει κάποιος από την όπερα μετά από μια άψογη εκτέλεση της 9ης για να συμμετάσχει σε επεισοδιακή πορεία, τόσο πιο εύκολα θα το κάνει, αν έχει παρακολουθήσει τον πουλημένο, σταφιδιασμένο, ταριχευμένο, αδιάφορο, πες τον όπως θέλεις Τζάγκερ, να τραγουδάει Street Fighting Man.