Το Μαργαριταρένιο Κουμπί
Νοσταλγώντας το νερό, θα μπορούσε να λέγεται το νέο αυτό ντοκουμέντο του χιλιανού δημιουργού. Του Κώστα Καρδερίνη
Νοσταλγώντας το νερό, θα μπορούσε να λέγεται το νέο αυτό ντοκουμέντο του χιλιανού δημιουργού Πατρίσιο Γκουσμάν, με αφηγητή της ιστορίας τον ίδιο. Πριν από πέντε χρόνια μάς είχε στείλει κοσμογονικά χαιρετίσματα με το αριστούργημά του, Νοσταλγώντας το Φως [2010]. Τώρα επιχειρεί την τρισχιλιετή επανεγγραφή της [προ]ύπαρξης του χιλιανού κράτους, από την εποχή των αβοριγίνων της Παταγονίας [αυτών με τα μεγάλα πέλματα, όπως τους ονόμασαν οι κονκισταδόρες] μέχρι το σύγχρονο εποικισμό και τη δικτατορία των σιδερόβεργων - ως έρμα της ανθρώπινης ύπαρξης.
Ο δυτικός εκπολιτισμός του Τζέμμυ Μπάτον [που ξεγελάστηκε μ' ένα μαργαριτόκουμπο], η βίαιη κατάλυση ενός πανάρχαιου λαού κι ενός αρχέγονου πολιτισμού. Σε αντιπαραβολή με το βασανισμό -στην ίδια αυτή νήσο- των πολιτικών φίλων του Αγιέντε, τον άδοξο θάνατο πολλών εξ αυτών και την εξαφάνισή τους στον πάτο του Ειρηνικού με μια ράγα δεμένη στο στήθος. Ένα κουμπί ο μόνος σιωπηλός μάρτυς μιας δεύτερης, λιγότερο μαζικής εξόντωσης. Για τη δεύτερη πολύς λόγος ως σήμερα. Για την πρώτη, τη χειρότερη, την καθολική [20 μόνο είναι σήμερα οι άμεσοι απόγονοι των ιθαγενών, εκείνων που ζούσαν σε συνθήκες πολικού ψύχους για πολλούς αιώνες], ελάχιστα είναι γνωστά.
Η ατιμωρησία και η ατίμωση κοινές συνισταμένες. Η αφάνιση ενός λαού που δεν είχε στο λεξιλόγιό του τις έννοιες "Θεός" και "αστυνομία", η οργουελική εξαφάνιση της ανάμνησής του, η "αθέατη" εικόνα του, ο "εκπολιτισμός" των εναπομεινάντων προς εξαφάνιση. Εθνική ντροπή και όνειδος και άγος που κουβαλάνε όλοι οι χιλιάνοι, ίδια αθώοι και ίδια φταίχτες, σαν αντικρινοί καθρέφτες. Η στροφή προς το εσωτερικό μιας καθόλου πεδινής χώρας και η απαξίωση, η άρνηση, η απαλοιφή της θάλασσας, του υδάτινου κόσμου που τους διαβρέχει και τους εμποτίζει, βουερός και γοερός μάρτυρας ενός εθελότυφλου υπέρ-μακρόστενου μετά-κράτους.
Κι όλα αυτά δοσμένα με το μοναδικό τρόπο ενός απηνούς μάστορα, ενός ταπεινού παρατηρητή και άοκνου καταγραφέα, που νιώθει εθνική ταπείνωση και την ανάγκη να εξωτερικεύσει μια προπατορική αμαρτία μη εξομολογημένη. Να ξεκουμπώσει επιτέλους το ένδυμα της χώρας και να φανούν γυμνές οι πληγές που χάραξε δια παντός στο ξέψυχο κορμί της στραγγαλισμένης αυτόχθονης. Υπό τους ήχους μουρμουρητών και βρυχηθμών της πανάρχαιας φυλής, της προαιώνιας θάλασσας και των παγετώνων.
Βαθμός: οκτώμισι [8,5]