Το MiC στις Νύχτες Πρεμιέρας
Ο 20oς αιώνας είχε δύο Πλανκ μεγαλοφυΐες. Ο ένας, ο Μαξ, έβαλε τα θεμέλια της κβαντικής θεωρίας. Ο άλλος ήταν ο Κόννυ...
Ο μπαμπάς λείπει για ...παραγωγές. Μπορεί να μην έχει πάει πολύ μακριά, εδώ δίπλα είναι, στο παλιό χοιροστάσιο που το έχει μετατρέψει σε στούντιο, πάλι έχει επισκέπτες κάτι περίεργους τρελιάρηδες –που πρέπει και να τους ψήσω κανα κέικ για να τους ταΐσω– πάλι κάθεται και παίζει σαν μεγάλο παιδί με τα κουμπάκια του στην κονσόλα. Και είναι σαν να έχει πάει όντως ένα πολύ μακρινό ταξίδι.
Γιατί ο μπαμπάς δεν είναι όποιος κι όποιος, είναι ένας σπουδαίος μουσικός παραγωγός. Τι είναι παραγωγός; Είναι ο τύπος που αγαπάνε να μισούνε οι μουσικοί, αυτός που προσπαθεί να τους βοηθήσει να πραγματοποιήσουν το όραμά τους (ή ενίοτε το δικό του), ο μπαμπάς είναι από εκείνους που άφηνε περιθώριο σε κάθε πειραματισμό, η "τρέλα είναι ιερή", που έπιανε σχεδόν μεταφυσικά τη σωστή στιγμή τον σωστό ήχο, και που όπως πάντα λέει ο Robert Görl "άφηνε τον μουσικό να κάνει ότι είναι να κάνει, και αυτός το αναδείκνυε". Ποιος είναι αυτός; Εκείνος ο μπρατσωμένος άγριος τύπος πίσω από τα ντραμς των DAF, οι οποίοι του χρωστάνε αιώνια ευγνωμοσύνη του μπαμπά, όπως και πολλοί άλλοι. Γιατί είναι αυτός που έστρωσε το δρόμο στην δημιουργία του kraut πίσω στις αρχές των 70s, έβαλε το χεράκι του σε δίσκους των Neu!, των Can, των άγουρων Kraftwerk, των Scorpions (ω ναι!), μετά έκανε παγκόσμια σουξέ με τους Ultravox και τους Eurythmics, άνοιξε τα αυτιά του ακόμη και στο νεόκοπο χιπ-χοπ, θυμάσαι εκείνους τους μαύρους πλακατζήδες τους Whodini; Και πολλούς πολλούς ακόμη! Γιατί νομίζεις ότι ξεσηκώνονται από όλες τις άκρες του κόσμου και τραβιούνται εδώ, στη μέση του πουθενά, στα απέραντα χωράφια στα ανοιχτά της Κολωνίας, στο άσημο-διάσημο πλέον Wolperath; Μέχρι και οι U2 τον θέλανε για το "Joshua Tree", αλλά αυτός τους έκλεισε την πόρτα στα μούτρα. Αυτός είναι ο μπαμπάς σου μικρέ μου Στέφαν...
Και τα χρόνια πέρασαν, ο μπαμπάς από την κατάσταση "είναι" πέρασε στο "ήταν", πολύ νωρίς, το 1987, ο μικρός Στέφαν Πλανκ μεγάλωσε, στο μεταξύ το όνομα του πατέρα, Konrad ή ’Conny‘ το χαϊδευτικό Plank, έγινε σιγά-σιγά μύθος, βοήθησε και ότι κάπου εκεί στα 00s ξανα-ανακαλύφθηκε το kraut και γέμισε ο τόπος από νέους μιμητές και νοσταλγούς...
- Ναι, ωραία όλα αυτά, αλλά ρε γαμώτο, δεν ήταν μόνο Μύθος, ήταν και ο μπαμπάς.
Και κάπως έτσι ίσως, 30 χρόνια μετά την πρόωρη απώλεια, ο γιος πήρε την κάμερα στο χέρι, μπήκε σε αεροπλάνα και βαπόρια, έψαξε να βρει και να συναντήσει τους ανθρώπους αυτούς με τους οποίους δούλεψε ο πατέρας. Να ρωτήσει, να ακούσει, να μάθει. Έστω και τώρα... Και βρήκε πολλούς. Που όλοι θυμούνταν και εκείνο τον ξανθό μπόμπιρα που υπήρχε κάπου εκεί ανάμεσα στα πόδια τους... Μια γλυκά καλοστεκούμενη Annette Humpe (των περίφημων Ideal, από τα καλύτερα σχήματα της Neue Deutsche Welle) θα του πει με πολύ τρυφερή ενσυναίσθηση "δεν ήταν κι ο μπαμπάς-όνειρο ε, αυτό μπορούσαμε να το καταλάβουμε. Άραγε σου διάβασε ποτέ κάτι, σε πήγε βόλτα, σε έβαλε για ύμνο στο κρεβατάκι, πήγατε μαζί για κάμπινγκ ποτέ;". "Μια φορά, ένα απόγευμα", θα λάμψει μια μοναδική ανάμνηση. Ο Holger Czukay, θα είναι πιο τσεκουράτος και ωμός, ξέρεις, ο πατέρας σου τελικά ενδιαφερόταν πολύ περισσότερο για τη μουσική απ' ότι για σένα... Μια αμήχανη σκηνή που αποτυπώνεται στο φιλμ. Η δημιουργία ενός μύθου απαιτεί πάντα θυσίες...
Στην οθόνη πάντως όλοι, παλιοί φίλοι και συνεργάτες ποτίζουν και λιβανίζουν τον μύθο του Plank, από τον Michael Rother μέχρι τους Rita Mitsuko, την τρελο-Ιταλίδα Gianna Nannini κι έναν ανέκαθεν αυτάρεσκο Dave Stewart, κάποιοι φλυαρούν βυθισμένοι σε αναμνήσεις χωρίς να λένε όμως κάτι ουσιαστικό. Είναι και το σημείο στο οποίο πάσχει το 90% των μουσικών ντοκυμαντέρ (για να μην το επεκτείνω και στην αρθρογραφία), αυτή η αδυναμία/απροθυμία να αναζητήσουν το "γιατί". Ναι, ήταν σπουδαίος, ήταν επιδραστικός, είναι Μύθος, αλλά "γιατί"; Γιατί η ούγια σε έναν δίσκο που έγραφε "produced by Conny Plank" δήλωνε κάτι το ιδιαίτερο; Τι το νέο εκόμισε; Ποια ήταν η οπτική του και η αισθητική του; Και ναι, πράγματι στην τέχνη δεν υπάρχουν μονοσήμαντες, "αντικειμενικές" αν θέλετε, απαντήσεις σε τέτοια ερωτήματα, αλλά αυτό δεν μειώνει την αξία της αναζήτησής τους. Κάποιοι συνεισφέρουν πάντως τη δική τους. Π.χ. ένας Midge Ure ο οποίος μνημονεύει μια καταπληκτική υπόδειξη του Plank για την ενορχήστρωση του "Vienna". Ή ένας Jaz Coleman και η αναφορά του στα λίαν ιδιαίτερα sample που τολμούσε να χρησιμοποιήσει. Ίσως τελικά από την ταινία να έλειψε η παρουσία ενός μουσικού με διεισδυτική ματιά πάνω στην μουσική –διόλου αυτονόητο αυτό– σαν π.χ. ενός Eno (στον οποίο ο Plank είχε κάνει την παραγωγή και στο "Before and after science" και στο "Music for airports").
Μολαταύτα τα ίσως αναπόφευκτα, το ντοκυμαντέρ είναι εξαιρετικής αισθητικής, πλημμυρισμένο (πως θα γινόταν αλλιώς από μουσική) και αρχειακό υλικό, και με μια συγκίνηση λεπτεπίλεπτη, που δεν υποβάλλεται κραυγαλέα, κάποιες στιγμές η εικόνα μιλάει μόνη της, στο τέλος π.χ. με την φέτα-φέτα αποσυναρμολόγηση της κονσόλας να μοιάζει σαν μια δεύτερη εξόδιος τελετή. Δεν ξέρουμε, ούτε είμαστε σε θέση να μάθουμε αν ο Στέφαν Πλανκ μπόρεσε έστω κι έτσι να γνωρίσει τον μπαμπά που δεν πρόλαβε να γνωρίσει, αν κατάφερε να δώσει μορφή και σχήμα στις ασαφείς αναμνήσεις και στα φαντάσματα του παρελθόντος. Κατάφερε πάντως να φωτίσει λίγο παραπάνω τον Μύθο. Κάτι είναι κι αυτό, για μας τους υπόλοιπους. Όπως και για τον φίλο που καθόταν δίπλα μου στην προβολή, που συγκινείται να λέει ο γιος του πήρε το όνομα Κωνσταντίνος και από τον Κόνι...