Anna B Savage
Για πες μου μήπως ξέρεις, γι’ αυτήν που σου μιλώ, Άννα τ’ όνομά της το μικρό. Του Άρη Καραμπεάζη
Annie Are You OK ? Are you OK Annie ?
Ο εμβληματικά αγχωτικός στίχος από το κατακλυσμιαίο ‘Smooth Criminal’ του Michael Jackson (επιτρέπεται άραγε ακόμη να τον αναφέρουμε, δεν το έχω ψάξει), μου ερχόταν στο μυαλό κάθε που τέλειωνε ένα από τα τραγούδια που ερμήνευσε για μία ακριβώς ώρα στη σκηνή του Temple το βράδυ του Σαββάτου, η γλυκύτατη (αυτό κι αν ψάξω αν επιτρέπεται να το λέμε ακόμη…), αλλά και οπωσδήποτε ικανότατη και αληθέστατη, Anna B Savage.
Και τούτο διότι στην… ανάγλυφη αλήθεια της (που λέει και η Μαρλέν στο γνωστό επεισόδιο των Απαράδεκτων), δεν έδινε απλά την αναμενόμενη για τέτοιες περιστάσεις εντύπωση ότι ξαναζεί τις καταστάσεις για τις οποίες έγραψε το κάθε τραγούδι, αλλά μας παρέλκυε περί του ότι το τραγούδι το γράφει από την αρχή κάθε επόμενη φορά που το ερμηνεύει.
Και ενώ το πλέον σημαντικό είναι το ότι αυτή η βιωματική ερμηνεία, δεν είχε ως παράπλευρη απώλεια την τυχόν υποχώρηση της τεχνικής ερμηνείας, που συναντάται όπου τυχόν συγκεντρώνεται πολύ βίωμα και ακόμη περισσότερη συγκίνηση.
Η ίδια άλλωστε, και αυτό είναι απόλυτα κατανοητό ειδικά από την τελευταία της κυκλοφορία, είναι εξαιρετική ερμηνεύτρια, χρησιμοποιεί με ικανούς έως και εντυπωσιακούς τρόπους & μεθόδους την φωνή της, ενώ και η μουσική της ξεφεύγει από τα τετριμμένα όρια του κατ’ έθιμο εσωστρεφούς singer/songwriter.
Αυτή είναι ίσως και η μόνη ένσταση από την σκηνική της παρουσία. Το ότι δηλαδή το εύρος της μουσικής της δεν υποστηρίζεται on stage με τον τρόπο που πραγματικά έχει. Αν όχι με την παρουσία ενός έστω ακόμη μουσικού επί σκηνής, που θα χειρίζεται τα ηλεκτρονικά κλπ (γεγονός που κατανοούμε ότι θα τροποποιούσε τις απαιτήσεις μιας μοναχικής τουρνέ), τότε έστω με αισθητά πιο ικανό εξοπλισμό.
Έστω και έτσι όμως, κανείς από τους όσους βρέθηκαν στο Temple (πάνω από 200, όχι 300 όμως έχω την αίσθηση, ποτέ δεν τα καταφέρνω σε αυτό το μέτρημα) δεν έφυγε όχι τυχόν παραπονούμενος για κάτι (ούτε καν για την φαινομενικά μικρή διάρκεια, που μια χαρά ήτανε κατ’ εμέ), αλλά ούτε καν μη ενθουσιασμένος. Επικράτησε η αλήθεια της Anna και έτσι έπρεπε.
Εξίσου σημαντικό δε το ότι το κοινό κάλυπτε ικανό ηλικιακό εύρος, στο πλαίσιο του οποίου παρότι δεν ήμασταν τελικώς οι μεγαλύτεροι, εν τούτοις ανεβάσαμε τον μέσο όρο ηλικίας. Δεδομένου ότι νεαρότεροι – και κυρίως νεαρότερες- από εμάς, στήριξαν την προτροπή της ερμηνεύτριας για έναν κάποιο χορό, όταν μας ανακοίνωσε ότι μετά από ένα σίγουρα ατόφια ενδοσκοπικό πρώτο 20λεπτο, θα περάσουμε στο ‘κινητικό’ μέρος του προγράμματος, πρέπει να συνομολογήσουμε το αρνητικό πρόσημο της παρουσίας μας, που περιορίστηκε στην ενατένιση.
Εκτός δε της σκέψης της πρώτης παραγράφου, δεν έπαυσα να ανακαλώ αρκετές φορές στη διάρκεια του live το πως περιγράφει η Viv Albertine (Slits κλπ) στο εξαιρετικό βιβλίο της ‘Clothes, clothes, clothed, Music, Music, Music, Boys, Boys, Boys’ (σημείωση Ξαγά / Βασιλείου, παρ’ εμού: ακόμη περιμένουμε την συμμετοχή σου στο Αφιέρωμα), την επώδυνη διαδικασία της επανόδου της στην μουσική πραγματικότητα, μέσω μοναχικών ζωντανών εμφανίσεων, μετά από πολυετή απουσία ένεκα μητρότητας και λοιπών παραγόντων, όπου δεν διστάζει να καταθέσει ότι εκτός από τις δυσκολίες, παραμονεύει και ένας ευτελισμός σε αυτούς του είδους τις κατά μόνας πορείες και παρουσίες.
Η Anna B Savage έδειξε και απέδειξε, ότι παρότι το επώδυνο παραμένει πάντοτε ως τέτοιο, στα πάντως δυσδιάκριτα όρια ανάμεσα στην μοναχική και την συμμετοχική τέχνη, εν τούτοις κανενός είδους ευτελισμός δεν εμφιλοχωρεί σε όσους έτυχε εξαρχής να υπάρξουν μόνοι σε αυτή την προσπάθεια επικοινωνίας με τον έξω κόσμο, που τέλος πάντων λένε ότι είναι ο σκοπός κάθε μορφής τέχνης. Δηλαδή, παρά το νεαρό της ηλικίας και των πεπραγμένων της, έγραψε και αυτή (μέσα μας) ένα ακόμη κεφάλαιο στο παραπάνω βιβλίο, έστω και αν δεν είναι δικό της.
Μέσα σε όλα αυτά, δεν μπορούμε και δεν πρέπει να αγνοήσουμε ότι το μάλλον απίθανο (και εμπορικά άσκοπο) να δούμε την Anna B Savage live στα μέρη μας, έστω και στο πλαίσιο υπεροχής του τελευταίου της άλμπουμ, αναιρέθηκε δια χειρός Γιώργου Φακίνου. Δηλαδή ενός διαχρονικά πιστοποιημένου επαγγελματία του χώρου μεν, που ενώ σίγουρα μπορεί να περιοριστεί σε πιο απλές και κερδοφόρες για αυτόν δραστηριότητες (καμία αρνητική χροιά εδώ), επιβεβαίωσε ότι λειτουργεί σταθερά και υπό την λογική του Οπαδού. Που είναι και το αιώνια επιθυμητό, μεταξύ όσων άλλων, όπως πολύ καλά ξέρουμε.