Από την Ιστανμπούλ στη Θεσσαλονίκη
Από την Ανατολή στη Δύση (ή κι ανάποδα), με κιθάρα, μπάσο, ντραμς και χωρίς λόγια. Ο Δημήτρης Κάζης χρειάζεται μερικά για να περιγράψει...
Τους Ayyuka τους ξέρω εδώ και μια δεκαετία. Σε ένα από τα ταξίδια μου στην Πόλη είχα αγοράσει το δεύτερο album τους ‘Kiraci Odalari’ και το έπαιξα αρκετά για τα δεδομένα της εποχής. Η αλήθεια είναι ότι δεν τους ακολούθησα φανατικά από τότε, χάθηκαν μέσα στον ορυμαγδό των κυκλοφοριών και των επανεκδόσεων, αλλά πάντα τους είχα στο μυαλό μου σαν ένα από τα ελάχιστα σχήματα που κρατάνε ζωντανό το πνεύμα της ξέφρενης και υπέροχης σκηνής που από το 2000 ως το 2010 χοντρικά μας έδωσε αριστουργήματα και έχει παρακμάσει ή χαθεί. Ο θάνατος του τραγουδιστή και κιθαρίστα των Replikas Gökçe Akçelik από καρκίνο σε ηλικία 47 ετών πέρσι τον Αύγουστο έχει για μένα και συμβολικό χαρακτήρα, σηματοδοτεί τον χαμό μιας εποχής και μιας σκηνής που αγάπησα.
Δεν γράφω γενικά κριτικές για λάιβ γιατί πιστεύω ότι μια συναυλία είναι κάτι που έγινε μια κι έξω και έφυγε. Αυτό ισχύει για τα λάιβ που μου αρέσει να πηγαίνω, που έχουν αυθορμητισμό και αυτοσχεδιασμό και δεν επαναλαμβάνονται ποτέ ακριβώς τα ίδια. Τα άλλα, τα επαγγελματικά και υπερπροβαρισμένα που είναι πανάκριβες παραγωγές και σχεδιασμένα ως τη λεπτομέρεια, όπως των Metallica καλή ώρα, με αφήνουν παγερά αδιάφορο.
Από την πρώτη στιγμή που έμαθα ότι οι Ayyuka θα έπαιζαν στην Ελλάδα είχα την αίσθηση ότι θα ήταν από τα άχαστα λάιβ και δικαιώθηκα 100%. Από την πρώτη στιγμή που βγήκαν στη σκηνή μέχρι την τελευταία ήταν ένα όργιο. Πολύ σπάνια βλέπεις τέτοιο συνδυασμό μουσικότητας, βιρτουοζιτέ και fun. Έπαιξαν απίστευτα πράγματα με μοναδικό feel και τον κόσμο από κάτω να παραληρεί και να χορεύει ωσάν να βρισκόταν σε beach party με πανσέληνο. Ο μπασίστας Altan Sebüktekin με τις ροκ σταρ πόζες του αλλά κυρίως ο απίστευτος ντράμερ Alican Tezer (άλλαζε καμιά δεκαριά ρυθμούς σε κάθε κομμάτι με άνεση και το δεξί του πόδι στη μπότα έπαιζε μόνο του ανεξάρτητα από το υπόλοιπο σώμα) που βγήκε στη σκηνή με ριγέ πιτζάμες έκαναν ότι μπορούσαν για να κλέψουν την παράσταση από τον Özgür Yılmaz που έπαιζε παπάδες και περνούσε από τον Dick Dale στον Erkin Koray σε κλάσμα δευτερολέπτου. Δεν έχει νόημα να αντιγράψω αλλάζοντας κάποιες λέξεις το δελτίο τύπου που περιγράφει με ακρίβεια τι παίζουν, απλά θα το επιβεβαιώσω.
Εκτός από τα δικά τους έπαιξαν και δυο διασκευές: το chicha στάνταρ ‘Sonido Amazonico’ των Περουβιανών Los Mirlos από το 1974 (που ξανάρθε στην επιφάνεια μετά το 2000 με την αναβίωση του είδους στο Μπρούκλιν με μπροστάρηδες τους Chicha Libre το πρώτο άλμπουμ των οποίων με τίτλο ακριβώς ‘Sonido Amazonico’ παρουσιάσαμε εδώ) και ένα medley από δύο ελληνικά, το ‘Ούζο όταν πιεις’ της Αλεξίου από το 1977 (που στην πραγματικότητα είναι το ‘Πρέζα όταν πιεις’ των Σώσου Ιωαννίδη και Αιμίλιου Σαββίδη από το 1934 που είπε η Ρόζα Εσκενάζυ και έκοψε η λογοκρισία της εποχής) και την ‘Ζαΐρα’ των Τσιτσάνη και Βίρβου που είπε η Μαρίκα Νίνου το 1955, που περιττό να πούμε ότι τα έκαναν όλα δικά τους. Με δυο λόγια, ένα τρίο που θα έκλεβε την παράσταση σε οποιοδήποτε φεστιβάλ, από το Primavera και το Coachella ως το North Sea και το Womad.
Ο ορισμός – κλειδί που απέφυγα να χρησιμοποιήσω είναι anadolu pop. Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει καραμέλα και δεν το ήθελα, αλλά δεν γίνεται και να το αποφύγω. Οι Ayyuka κρατάνε ψηλά τη σημαία του είδους για το οποίο μπορείτε να διαβάσετε αυτό το εξαιρετικό αφιέρωμα του Βασίλη Παπαδόπουλου. Για να ξέρουμε για τι ακριβώς μιλάμε αντιγράφω το μανιφέστο της anadolu pop δια στόματος Taner Ongur των Mogollar από το 1969 που το είχα μεταφράσει για την παρουσίαση αυτού που έμελλε να είναι το τελευταίο album των Replikas: "Το κυριότερο αρμονικό χαρακτηριστικό της παραδοσιακής μουσικής μας είναι η χρήση διαστημάτων τετάρτης και πέμπτης. Αυτά τα διαστήματα είναι που της δίνουν τον πολυφωνικό χαρακτήρα της, και αυτός ο χαρακτήρας είναι που παραμελήθηκε για πολλά χρόνια. [...] Επιπλέον, η παραδοσιακή μουσική μας έχει μεγάλο ρυθμικό πλούτο. Αυτό που θέλουμε να αποδείξουμε είναι ότι η παραδοσιακή μουσική μας έχει πολυφωνική ψυχή. Η ποπ μουσική μας, που μέχρι σήμερα παραμένει απλοϊκή και καθυστερημένη, έχει ακόμη τη δυνατότητα να αποκτήσει ταυτότητα αν αποκτήσει προοδευτικές τεχνικές μέσα από τη ζύμωση με την πλούσια παράδοση. Ο σκοπός της ανατολικής ποπ είναι να συνδυάσει αυτές τις τεχνικές και άφθονα παραδοσιακά στοιχεία. Αυτό που θέλουμε να κάνουμε είναι να δημιουργήσουμε μια σύγχρονη εθνική μορφή τέχνης συνδυάζοντας το δυτικό στυλ με την πλούσια και ανεκμετάλλευτη ντόπια μουσική μας και έτσι να συγχρονιστούμε με τη Δύση όσο πιο γρήγορα γίνεται. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος να μπούμε σαν ίσοι στην παγκόσμια σκηνή.”