Pink-ρή επίγευση ενός ακόμη συναυλιακού απωθημένου
H (αμπελο)φιλοσοφία του αρχισυντάκτη: είναι τελικά πολύ κακό πράγμα στη ζωή οι υψηλές προσδοκίες. Και στις συναυλίες φυσικά... Του Άρη Καραμπεάζη
Λοιπόν. Μέρες που είναι θα σας πω μια αλήθεια ακόμη (σχετική πάντα). Υπάρχει ένα κομμάτι μουσικόφιλων – και μάλιστα ακραία φανατικών- που μπορεί και συμβιβάζεται με την ιδέα του να είναι από μέτρια έως ...μάπα η συναυλία του αγαπημένου του συγκροτήματος/καλλιτέχνη, η συναυλία που περίμενε χρόνια, η συναυλία της χρονιάς (πριν αυτή γίνει) κ.λ.π. Είναι ακριβώς αυτοί που όλοι οι υπόλοιποι μέχρι και υποτιμητικά αποκαλούν «μεταλλάδες». Οι «μεταλλάδες» το λοιπόν θα δουν μεν 312 φορές τους Iron Maiden ή και τους Dream Theater, οι πιο σοφιστικέ, σε όλη τη διάρκεια της πορείας τους, αλλά τις 198 τουλάχιστον θα γκρινιάξουν για κάτι (τον ήχο, τα θαμμένα σόλο, τα 2,1 λάθη στα drums κλπ) και θα το ευχαριστηθούν κιόλας που έχουν κάτι να γκρινιάξουν. Αλλά τέλος πάντων, δεν έχουν πρόβλημα φεύγοντας να μονολογήσουν (ή και να αγορεύσουν προς το άγνωστο) «τι μαλακία ήταν αυτή ρε συ, δεν το είχαν καθόλου σήμερα τα άτομα». Και θα συνεχίζουν τη ζωή τους, χωρίς να θέλουν να πεθάνει το πικάπ του γείτονα που έτυχε να του αρέσει ακριβώς η ίδια συναυλία.
Ε λοιπόν και οι Boris χθες το βράδυ που λέτε δεν το είχαν καθόλου τα άτομα (και είναι ωραία και cool άτομα όντως, δεν αντιλέγω). Αλλά καθόλου. Και δεν το είχαν σε τέτοιο βαθμό, που αρχίζω να αναρωτιέμαι αν τελικά το έχουν γενικώς ή αν μας έχουν ρίξει σε τέτοια λούπα γύρω από την πάρτη τους, που απλά το τρώμε αμάσητο το ό,τι κάθε φορά έχουν να δώσουν. Όλα αυτά τα έλεγα και σε πραγματικό χρόνο στη Μαρία τη Φλέδου (ναι αυτή, που μας τα είπε μπόλικα από πριν για την εμφάνιση στο Electric Ballroom) και κόντεψε να πάρει το πρώτο πρωινό αεροπλάνο από Λονδίνο για να έρθει να με βάλει στη θέση μου, μη μπορώντας να πιστέψει ότι εγώ χασμουριέμαι, ενώ αυτή κόντεψε να φύγει μαζί τους στην υπόλοιπη περιοδεία και να γίνει το ανεπίσημο 4ο μέλος του γκρουπ, έστω και κάνοντας θελήματα.
Από την πλευρά μου τα έκανα όλα σωστά (θεωρώ). Και πριν το live ήπια όσο έπρεπε, και στη διάρκεια φρόντιζα να έχω κάτι να πίνω και μετά τον πρόλογο του Shoegaze, έπιασα πρώτη θέση κέντρο αναμένοντας το μακελειό. Και να σου λίγο να ζεσταθεί το συγκρότημα και να σου το κοινό είναι με τη σειρά του λίγο ψυχρό και δε συντονιζόμαστε. Και η ώρα περνάει και απλώς στα αυτιά μου αλλάζουν τα ροκ είδη σαν τα πουκάμισα και αυτό που ακούω τελικά μου ακούγεται περισσότερο ως αυθαίρετο ποτ-πουρί και πάλι, παρά ως ένθεα μανιασμένη πολυσυλλεκτικότητα.
Αντί για μακελειό όμως, το μόνο που μου έδωσαν, στα δικά μου τα χέρια τουλάχιστον, στην μεγαλύτερη διάρκεια του live ήταν τελικά όντως ένας ξανα-ματά-ζεσταμένος ροκ αχταρμάς δήθεν (ή ντεμέκ αν προτιμάτε) ακραίων ροκ εμφυσημάτων, χωρίς κανένα από αυτά να χτυπάει αρτηρία και χωρίς τίποτε να αποκαλύπτει ένα συγκρότημα που εκτός από αναμφισβήτητη τεχνική, γνώση και δύναμη, έχει και την απαραίτητη ψυχή. Είπαμε να μην πρωτοτυπούν οι Boris και οι Ιάπωνες του ροκ εν γένει, από εκεί όμως μέχρι το ανά δεκάλεπτο να μεταμορφώνονται σε διαφορετικό ροκ ολόγραμμα υπάρχει χαώδης διαφορά (και ναι, έχει δίκιο ο Θεοδόσης Μίχος όταν λέει ότι στο δεκάλεπτο κατά το οποίο «μεταμορφώθηκαν» σε ελλιπείς Smashing Pumpkins υπήρξε πραγματικά αστείο).
Τα παραπάνω ασφαλώς και δεν τα συμμερίζεται η μεγαλύτερη μερίδα του κόσμου που βρέθηκε το βράδυ της Τετάρτης στο Fuzz. Ίσως κανείς δηλαδή πλην εμού και του Θεοδόση εδώ που τα λέμε - που ήδη ανησυχούμε αν είμαστε γεροπαράξενοι, πριν καν γίνουμε γέροι. Άπαντες έδειχναν ικανοποιημένοι και νομίζαμε ότι τους κάνουμε και πλάκα όταν τους λέμε ότι το όλο πράγμα μας φάνηκε αστείο. Και αυτό είναι ένα ζητούμενο. Το ότι οι Boris ικανοποίησαν τις προσδοκίες και αποχώρησαν θριαμβευτές, έστω και ενός προδιαγεγραμμένου θριάμβου.
Δεν μπορώ όμως να μην σημειώσω το ότι δεν φάνηκε σε καμία περίπτωση να συμβαίνει το αντίστροφο. (Θέλω να) Φαντάζομαι ότι μία μπάντα που βγαίνει να παίξει σε ακραία όρια, με θόρυβο και ένταση που πρώτο στόχο έχει όχι απλά να παρασύρει, αλλά και να συνθλίψει το κοινό της, περιμένει από κάτω τις ίδιες ακραίες αντιδράσεις. Περιμένει ένα feedback, που θα αλλάξει τις συνθήκες της βραδιάς πραγματικά από τα θεμέλια και όχι τυχόν στην επιφάνεια, καθότι οι συνθήκες μακελειού σε μια συναυλία, ανάγονται αναμφίβολα και στο πεδίο ευθύνης του κοινού. Αντ’ αυτού, όταν μια τέτοια συναυλία δεν απασχολεί το μεταλλικό κοινό, είμαστε άπαντες από κάτω ωραίοι και απαθείς ως ξεχασμένοι ίντυ αντι-ήρωες, και παρότι δεν κοιτάμε τα παπούτσια μας, εν τούτοις απλώς παραμένουμε θεατές που αποφεύγουν την σωματική ένταση. Και αυτό είναι κάτι που έρχεται κόντρα στη φύση του γενικώς και αορίστως αποκαλούμενου ‘ακραίου ροκ’. Τα διάφορα headbanging, moshing, slamdancig και λοιπά γερούνδια, να το ξέρετε ότι δεν εφευρέθηκαν τυχαία και ότι βοήθησαν τα μέγιστα στην πραγματική εξέλιξη της μουσικής που το κάθε ένα εξ αυτών υπηρετεί.
Συνεχίζω να πιστεύω ότι τα παιδιά, το λέω έτσι γιατί κάποιοι εξ αυτών είναι και φίλοι μας, που έφεραν τους Boris στη Ελλάδα έκαναν την ματ κίνηση της χρονιάς σε συναυλιακό επίπεδο. Είναι το live που έπρεπε να έρθει και που έπρεπε να το δούμε πάση θυσία, είτε για να μείνουμε μόνοι εμείς οι δύο (αν υπάρχει και τρίτος ας μιλήσει τώρα) που αποχωρήσαμε σχεδόν εξοργισμένοι από το ανύπαρκτα ακραίο και ψυχωτικό του πράγματος, είτε για να παραμιλάνε όλοι οι υπόλοιποι. «Μεταλλάδες» ή μη θεωρώ (ακόμη) ότι έχουμε την ψυχραιμία να αποδεχόμαστε ότι η συγκλονιστικότερη συναυλία της ζωής μας δεν μπορεί να συμβεί αν πρώτα δεν ξεκινήσει και τελειώσει. Ή μήπως όχι; Το αμέσως επόμενο κακό είναι ότι απόψε (22/12/2016) θα χάσω μάλλον τη γνήσια σαπίλα των Possessed, για χάρη πραγμάτων που καλό θα είναι να μην είναι και τόσο σάπια.
Στην έξοδο του Fuzz ασφαλώς και έκανα μια στάση, να πληρώσω την τσουχτερή τιμή και να αγοράσω την επετειακή (ζήτω το Ιαπωνικό έθνος!) triple LP έκδοση του Pink ασφαλώς. Και γιατί μου αρέσουν τα ανάγλυφα εξώφυλλα και γιατί ακόμη και αυτοί οι κακοί Boris δεν μπόρεσαν να με πείσουν τελικά ότι δεν τους γουστάρω.