Luminous music in an obscure night
Πελώριοι καθρέφτες, πανάκριβα σκηνικά, χορευτές, τεράστιες γιγαντοοθόνες, εφέ και πενήντα χιλιάδες κόσμος να χορεύει σείοντας σαν Εγκέλαδος το δάπεδο ή να αποθεώνει σιωπηλά, δεν είναι σε καμία περίπτωση αυτό που περιμένει κανείς σε μια συναυλία των Camera Obscura με support τους Le Page και την κολεκτίβα Leon. Ωστόσο η ένταση της αναμονής για μια οπτική εμπειρία "ακούσματος" ενός από τους πλέον χρωματιστούς και φωτεινούς ήχους της ποπ, μπορεί να είναι εξίσου βασανιστική.
Η εκτόνωση της αδημονίας άρχισε λίγο μετά τις 21.30, όταν οι πρώτοι twee (και toy) της βραδιάς, οι Le Page, ξεκίνησαν να παίζουν τα χαρούμενα τραγουδάκια τους, των οποίων η διάρκεια θύμιζε τους Ramones, αλλά η ποιότητά τους ούτε κατά διάνοια. Η παιδική κιθάρα και το παιδικό πιανάκι σίγουρα δεν προϊδεάζουν για πανκ. Για όσο έμειναν πάντως επί σκηνής και ιδίως στα πιο παιχνιδιάρικα κομμάτια όπως το Bubble Bubble, συνειδητοποίησα ότι όλοι γύρω μου χαμογελούσαν, οπότε τότε σκέφτηκα ότι αυτό το ποπ ντουέτο (για κάποιο λόγο ήταν κουαρτέτο εκείνο το βράδυ) που με την πρώτη ματιά φαίνεται παιδιάστικο, μάλλον έχει προοπτικές.
Το δεύτερο support ήταν μια άλλου τύπου έκπληξη. Μπορεί το όνομά τους να μην είναι ιδιαίτερα πρωτότυπο ώστε με δυσκολία να εντοπίζονται στο διαδίκτυο, όμως οι Leon για τα ελληνικά δεδομένα έχουν δημιουργήσει ξεχωριστούς ήχους. Όταν ανέβηκαν στη σκηνή η πρώτη εικόνα που μου ήρθε στο μυαλό ήταν οι χίπις ή τέλος πάντων μια εκδοχή τους. Η μουσική τους από την άλλη, έμοιαζε να έχει επηρεαστεί από σχολές που μπορεί να ξεκινούν από τα ελληνικά και βαλκανικά πανηγύρια και να φτάνουν μέχρι τις παμπ του Μάντσεστερ. Τρομπόνια, ακορντεόν και βιολί, όταν υπερίσχυαν, φλέρταραν με την εκμοντερνισμένη εκδοχή της βαλκανικής μουσικής που αποτόλμησε ο Beirut, ενώ οι ηλεκτρικές κιθάρες, τα ντραμς και τα πλήκτρα έδιναν το ροκ στίγμα.
Ήταν πια περασμένες έντεκα όταν εμφανίστηκαν (επιτέλους!) οι Camera Obscura για να γεμίσουν την ατμόσφαιρα με το ρομαντισμό και τη γλυκύτητα που καθένας δίσκος τους υπόσχεται. Όλοι πήραν αμέσως θέσεις και με συνοπτικές διαδικασίες, χωρίς ξέφρενες εκδηλώσεις χαράς και πολλούς χαιρετισμούς έπαιξαν το My Maudlin Career από τον ομώνυμο δίσκο τους. Το σετ τους συνεχίστηκε με άψογα εκτελεσμένα τραγούδια κυρίως από τους δυο τελευταίους δίσκους τους. Μερικές φορές η Tracyanne, πριν ξεκινήσουν ένα επόμενο κομμάτι, αστειευόταν για τον συναυλιακό χώρο ή τον αγώνα του Σαββάτου οπότε μετά λύπης μου διαπίστωσα αυτό που λένε για το βρετανικό χιούμορ. Πάντως, ακόμα και αν δε σκόραρε στα κοινωνικά, η γαλήνια μελαγχολική έκφραση της, που άλλοτε συνδυαζόταν και άλλοτε αντιδιαστελλόταν με τη βαθειά ευχάριστη φωνή της, προσέλκυε τα περισσότερα βλέμματα πάνω της. Οι υπόλοιποι ήταν εντελώς δοσμένοι στη μουσική τους, αν και κάποιες φορές οι C.O. κοιταζόντουσαν μεταξύ τους με νόημα χαμογελώντας, όπως όταν έπαιξαν το Lloyd, I' m Ready To Be Heartbroken, ένα τραγούδι που κλείνει πονηρά το μάτι στο Are You Ready To Be Heartbroken του Lloyd Cole.
Βέβαια από το σόου δε θα μπορούσε με τίποτα να λείπει το French Navy, ένα από τα πιο γρήγορα και εύθυμα κομμάτια τους και ίσως από τα πιο γνωστά τους στην Ελλάδα, οι μπαλάντες όπως το James και φυσικά το όλο νόημα If Looks Could Kill. Ο χρόνος πέρασε ταχύτατα όπως περνάει πάντα όταν στην ατμόσφαιρα πετούν πολύχρωμες χαρούμενες πεταλούδες-μελωδίες και κάποτε ανακοίνωσαν ότι θα κλείσει η βραδιά παίζοντας μια υπέροχη εκτέλεση του Razzle Dazzle Rose που φυσικά δεν ήταν το τελευταίο τραγούδι. Όπως γίνεται συνήθως στις συναυλίες, οι C.O. επέστρεψαν μετά από την επίμονη απαίτηση του κοινού για να μας καληνυχτίσουν τελικά με το Let's Get Out Of This Country. Πιθανότατα έμαθαν πως έχουν τα πράγματα στην Ελλάδα και με τον αποχαιρετισμό τους μας έδωσαν ταυτόχρονα και μια χρήσιμη συμβουλή.
Camera Visible: Λάμπρος Σκουζ