The 35 Year Clan
Στη συναυλία του Death Disco επιβεβαιώθηκε το what you thought is what you got. Του Τάκη Κρεμμυδιώτη
Στην περίπτωση των Clan Of Xymox γνωρίζεις πολύ καλά τι σε περιμένει. Ιδιαίτερα αν ήδη τους έχεις δει να παίζουν ζωντανά, αφού το έχουν ξανακάνει και μάλιστα στον ίδιο χώρο. Κατά βάθος, γνωρίζεις και κάτι ακόμα: πως οι προσαρμοσμένες στα δεδομένα της εποχής προσδοκίες σου, θα επαληθευτούν ό,τι κι αν γίνει. Κι έτσι ξεκινάς για να πας Death Disco, εκτιμώντας πως ο χώρος θα είναι ασφυκτικά γεμάτος από ισάριθμους φίλους του new wave και του goth, για να ξαναβρεθείς (ως επί το πλείστον) πίσω στη δεκαετία του '80 και να ακούσεις καλή μουσική. Κάπως έτσι περνάς την είσοδο του κλαμπ, νιώθεις το deja vu να έρχεται με χίλια κατά πάνω σου, και του ανοίγεις την αγκαλιά σου.
Όμως, παρά τη βιασύνη σου για να μπεις, δε μπορείς να μην προσέξεις μια μεγέθους Α4 ευγενική εκτύπωση - ανακοίνωση, που μεταφέρει την παράκληση της μπάντας προς το κοινό να μην καπνίζει πριν και κατά τη συναυλία. Τότε, ένα μειδίαμα σκάει στο χειλάκι σου, παίρνεις μια τελευταία τζούρα αυθεντικού αέρα Ψυρρή και σπρώχνεις την πόρτα. Εντάξει, ακόμα δεν επικρατούσε μέσα η ομίχλη του John Carpenter, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι χρειάστηκε και πολλή ώρα για να γίνει. Άκου ανακοίνωση περί μη καπνίσματος... Εδώ ψηφίσανε νόμο και κωλώνουν να τον εφαρμόσουν, τι μας λέτε τώρα εσείς; Ελλάδα, είπαμε ρε (κλαψ...)
Και, ναι, ο κόσμος ήταν πράγματι πολύς και έχει έλθει από νωρίς. Πάσα νόσος και πάσα ηλικία, στεκόταν εκεί αδημονούσα. Όλοι μαζί θεατές στη "χαρούμενη αρρώστια" του dark wave. Όταν το παλιό μαόνι εκκρεμές του μεσαιωνικού κάστρου (καλά, και πολύ dark εισαγωγή, έτσι;) σήμανε 23.04' (στις goth ιστορίες, όπως βλέπετε, τα ρολόγια δε χτυπάνε μόνο κάθε "ακριβώς") η κουρτίνα τραβήχτηκε και το κουαρτέτο έκανε την επί σκηνής εμφάνισή του. Το κοινό τους υποδέχτηκε θερμά κι εκείνοι ανταποδίδοντας το καλωσόρισμα ξεκίνησαν με το "Stranger", λες και υπήρχε κανείς "ξένος" εκεί μέσα. Αμέσως μετά το τέλος του τραγουδιού ο Ronny Moorings στράφηκε στα δεξιά του και είπε σε κάποιον (πιθανώς Cherokee ή Sioux) που μπορούσε ακόμα και να εκπέμψει μηνύματα καπνού από τα τσιγάρα του: "Thank you for not smoking, especially you". Τι περίμενες κι εσύ να πει ένας "κακομαθημένος" Ολλανδός; Ας τον συγχωρήσουμε. Απλά, δεν ξέρει, ο ξενέρας. Το "She Is Falling In Love", που προφανώς δε θα αφορούσε κάποιον καπνιστή, πήρε σειρά και το "Love's On Diet" με γεμάτο μπάσο και δυνατά πλήκτρα ζέστανε το κοινό, που χειροκρότησε σαφώς εντονότερα.
Κι ύστερα η ατμόσφαιρα σκοτείνιασε αρκετά με τη δύναμη του "In Love We Trust" και τα βαριά φωνητικά του Ronny. Τα πρώτα χαμόγελα έσκασαν, και με τραγούδια σαν το "Hail Mary", μάλλον ήταν αναμενόμενο να μη σβήσουν. Κι ύστερα ήλθε το βαρύ πυροβολικό, με το οποίο έχω εμμονική σχέση όλα αυτά τα χρόνια (γιατρέ μου, θεωρούμαι ανίατος;) Και, όχι, δεν αναφέρομαι στο "Obsession", παρά την εμμονή, αλλά στο "Muscoviet Mosquito". Ποια τσιγαρίλα μου λέτε; Eightίλα μύρισε ο τόπος και μάλιστα τόσο αυθεντική, που μου ήρθε κάτι και από λιμάνι της Θεσσαλονίκης ανάμεικτο με Container και Basement. Άλλες ένδοξες εποχές. Ο ενθουσιασμός του κοινού συντηρήθηκε, όπως είναι φυσικό, τόσο με το "Emily", όσο και με το "Louise", που ξύπνησε μνήμες μεγαλείου New Order. Σε μια από τις γνωστές κρίσεις ειλικρίνειας, πρέπει να παραδεχτώ ότι περισσότερο χάος έγινε με το "Louise", αλλά εντέχνως το αποδίδω στο "ζέσταμα" που είχε κάνει το "Muscoviet Mosquito".
Τα επόμενα τρία τραγούδια που ακολούθησαν κράτησαν ψηλά το κοινό, αρχής γενομένης από το εξαιρετικό "Jasmine And Rose" (οι Sisters Of Mercy δε ζουν απλά, αλλά κάνουν κι αυτοί live στην Αθήνα), το πιο χαμηλών τόνων "Farewell", όπως και το υπέροχο καταληκτικό "A Day". Στη βουβαμάρα που ακολούθησε, το εκκρεμές έδειχνε 00.06' (δε χτυπάει ποτέ όταν η ώρα περιλαμβάνει 6 λεπτά) και η μπάντα απεσύρθη εις τα ενδότερα. Δεν ξαπόστασε όμως και πολύ, ξαναβγαίνοντας δυναμικά με το "Obsession" (καλό, αλλά μπροστά στο"Muscoviet Mosquito"...) και με το "This World". Ακολούθησε μια σύντομη μεταξύ τους συνεννόηση και έντονες επιδοκιμασίες από τις πρώτες νότες του δυναμικού "Back Door".
Είχε πάει 00.25' και το encore είχε μόλις σβήσει. Όχι όμως και η όλη συναυλία, αφού η μπάντα ξαναβγήκε για να παίξει διασκευές, ξεκινώντας με το "Venus". Τότε ήταν που έγινα κι εγώ αυθεντικός Ελληνάρας και τους ψέλλισα κανα δυο αθώα κοσμητικά επίθετα. Ρε μάγκες, τόσες διασκευές έχετε ηχογραφήσει, αυτήν βρήκατε; Να σας υπενθυμίσω εγώ; Πού ήταν το "A Forest" (γιατρέ μου, εδώ είμαι για εγκλεισμό, μη λες τίποτα...) ή έστω τα "Decades", "Alice", "Blue Monday", ούτε καν το "A Question Of Time"; Ο επίλογος γράφτηκε με το "Heroes" του Bowie, για ευνόητους λόγους και το τέλος της βραδιάς σήμανε οριστικά στις 00.33'. Τέτοια ήταν και η ένδειξη του εκκρεμούς, την οποία ουδείς αμφισβήτησε, οπότε δεν υπήρχε λόγος να καταφύγουμε στη χρήση βίντεο. Κι έτσι η βραδιά τελείωσε με τους Clan Of Xymox να στέκονται αντάξιοι των προσδοκιών και να μας θυμίζουν πόσο λιγότερο αντάξια του παρελθόντος είναι η σημερινή dark κληρονομιά.