Option... εξάντλησις
Φθάσαμε στο Gagarin εξαιρετικά καθυστερημένοι, διότι μετά το από μηχανής γκολ του Βιερίνια, ήθελε αρκετή ώρα να συνέλθουμε για να πιάσουμε τιμόνι στα χέρια μας. Λίγο να πανηγυρίσουμε με την ιδιοκτησία του χώρου (ασπρόμαυρη όαση στην "βάλτε φωτιά/ κάψτε καλά" πόλη...), λίγο να πικάρουμε κάτι επώνυμους ΑΕΚτζήδες που κατέφθαναν ο ένας μετά τον άλλον, κατέβηκε από τη σκηνή και το δεύτερο support της βραδιάς χωρίς να το αντιληφθούμε και τη θέση του πήρε μία γενικά έκδηλη αγωνία για τα πρώτα δευτερόλεπτα των Dillinger Escape Plan πάνω στη σκηνή. Που θα είναι κρεμασμένος ο ένας, σκαρφαλωμένος ο άλλος κ.λ.π. Όλοι ήταν -απ' ότι αποδείχτηκε- καλά ενημερωμένοι περί του ότι δεν επρόκειτο περί ενός τυπικού rock 'n' roll σώου, ούτε καν ενός τυπικού H/C ή metal σώου δηλαδή. Κρατάω την σημειολογική παρατήρηση ενός εκ των βετεράνων του χώρου πριν μπούμε μέσα: "Σήμερα οι πάντες φοράνε αθλητικά παπούτσια, χθες (σ.σ. Fuzztones) ήμασταν φουλ στη δερμάτινη μπότα". Αμήχανα προσέχω ότι είναι μία από τις σπάνιες φορές, που κι εγώ αθλητικά φοράω.
"There's no feeling in this place....", ισχυρίζονται οι πρώτοι στίχοι του Farewell Mona Lisa (δηλαδή οι πρώτοι τους οποίους μπορείς να αντιληφθείς). Και προς στιγμήν ένιωσα ότι οι στίχοι αποτελούν μια ειρωνική δήλωση των Dillinger προς εμάς, το κοινό τους, που η αλήθεια είναι ότι τα πρώτα τρία λεπτά είχαμε πραγματικά σαστίσει και σχεδόν δεν κουνιόμασταν καν. Υπήρχαν βέβαια οι πρώτοι γενναίοι που άρχισαν από το πρώτο δευτερόλεπτο να εκτρέπονται, αλλά έχω την αίσθηση ότι οι περισσότεροι μείναμε να χαζεύουμε τους πέντε εξωφρενικούς τύπους πάνω στη σκηνή, που έχουν καταδικαστεί να είναι αιώνια πιο παλαβοί από όποιο κοινό τους τύχει.
Μπροστά σε αυτό το πρώτο σοκ, οτιδήποτε είχαμε ακούσει για τις επί σκηνής ικανότητες τους ήταν πραγματικά λίγο. Μια μπάντα ρυθμισμένη μέχρι εκεί που δεν πάει και ταυτόχρονα ολοκληρωτικά ανεξάρτητη να κάνει ό,τι της έρθει, όπως της έρθει και με κάθε κόστος. Απίστευτη ταχύτητα να συναγωνίζεται με την τεχνική κατάρτιση, ακροβασίες σε ταστιέρες, αλλά και στα φυσικά εμπόδια μιας σκηνής (ενισχυτές, ηχεία, σετ ντραμς κλπ). Η οργή των Minor Threat σε πλαίσιο μουσικής εξέλιξης για την οποία ο Ian εκείνα τα χρόνια μάλλον θα έγνεφε αρνητικά, σήμερα όμως μάλλον πρέπει να κοιμάται ήσυχος (που δεν κοιμάται, αλλά λέμε τώρα). Οι Dillinger είναι η βασική σήμερα ελπίδα του Hardcore να μην θεωρηθεί κάποτε γραφικό και μουσειακό είδος, αλλά να παρακολουθήσει την εξέλιξη της μουσικής γύρω του και να μπορεί να συνεχίσει να προκαλεί σε κάθε επόμενη μετάλλαξη του.
Έπαιξαν για μιάμιση ώρα σίγουρα, ίσως και κάτι παραπάνω. Πέντε τραγούδια στο encore, καμιά εικοσιαριά συνολικά. Στον ίδιο χρόνο μία παραδοσιακή h/c μπάντα θα είχε προλάβει να παίξει γύρω στα 100 τραγούδια. Αλλά κανείς δεν μπορεί να τους κατηγορήσει για προδοτικές αλχημείες ή τίποτε τέτοιο. Κάπου στη μέση της συναυλίας ήρθε το Gold Teeth Of A Bum, σε μία άνευ ορίων εκτέλεση, που παίρνει το συγκρότημα, τους οπαδούς του και το ίδιο το σκληρό ροκ (όπως και αν το εκλάβεις) και τους πηγαίνει λίγο παρακάτω για να δουν όλοι τι θα γίνει εκεί πέρα. Πας, βλέπεις και επιστρέφεις στο σήμερα κάνοντας υπομονή με τον κάθε τσαρλατάνο, που θέλει να το παίξει extreme και βίαιος, με χαιρετούρες της καρπαζιάς και ξεθωριασμένες σβάστικες . Ακόμη και με προκάτ συνθηματολογία κατά των μπάτσων αν θέλεις, δεν διαφωνώ. Ποτέ δεν με έψησε απόλυτα η υπόθεση ροκ και πολιτική.... (ναι, κάτι έχω ακούσει για τους Crass).
Το κοινό δεν ήταν ομοιογενές. Η μεταλλική κοινότητα κέρδισε σαφώς σε επίπεδο αριθμών τους πάνκηδες/ χαρντκοράδες και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην γίνεται από κάτω ο κακός χαμός, που έχουμε δει σε εμφανίσεις τους στο εξωτερικό. Κοινώς από τις πρώτες δέκα σειρές και μετά μπορούσες να παρακολουθήσεις το live μάλλον ανενόχλητος. Οι ίδιοι πάντως οι Dillinger δηλώνουν απολύτως ικανοποιημένοι με το ελληνικό κοινό και κατά πως φαίνεται πήρανε μια διαφορετική ενέργεια ως αντίδραση σε όσα βιώνουν από το κοινό τους, πράγμα που προφανώς τους έφτιαξε τη διάθεση (ξυλίκι στο ξυλίκι... καταντάει ρουτίνα άλλωστε). Θα μπορούσα προβοκατόρικα να πω ότι είμαστε ένα ολίγον κουλτουριάρικα ακραίο κοινό, που δεν αφοσιώνεται στα έκτροπα εις βάρος της αντίληψης της μουσικής, αλλά δεν τα παραμελεί κι όλας.
Ήταν η τελευταία συναυλία της περιοδείας τους και όποιος είδε την ενέργεια που καταναλώνουν επί σκηνής θα περίμενε να είναι εξαντλημένοι και να αποδίδουν σε ένα ιδιότυπο για τα μέτρα τους ρελαντί. Κάθε άλλο όμως. Παίξανε -απ' ότι διαπιστώνω- πέντε τραγούδια παραπάνω απ' ότι κάποιες μέρες πριν στη Μόσχα και δεν ξεχάσανε να αναφερθούν ακόμη και σε λιγότερο γνωστές κυκλοφορίες τους. Από τον ντράμερ μέχρι τον εμφανισιακά απίστευτο μπασίστα τους (που μέχρι στους Black Keys θα έβρισκε δουλειά λόγω εμφάνισης), οι πάντες τραγουδούσαν τους στίχους των τραγουδιών ασταμάτητα και αν είχαν από ένα μικρόφωνο όλοι τους θα μπορούσαν άνετα να συνοδεύουν τον τραγουδιστή στο έργο του με την ίδια ικανότητα.
Ως έναρξη του encore μας περίμεναν τα πλήκτρα του Mouth Of Ghosts και για κανά δεκάλεπτο οι TDEP απέδειξαν ότι μπορούν και επιβιώνουν και στην απέναντι πλευρά απο αυτήν της ταχύρυθμης ακρότητας. Τα πάντα όμως τέλειωσαν με το 43% burnt μία γνήσια βίαια ηχητικά στιγμή, ένα πεντάλεπτο χωρίς ανάσα μη κομμένη, η οποία μας άφησε με την αίσθηση ότι ακόμη ένα δίωρο θα ήταν ότι πρέπει για να εξαντληθούν τα όρια όλων μας μέχρι εκεί που δεν πάει. Η ίδια η μπάντα φταίει για αυτό που περιέργως έμοιαζε να βρίσκεται στο πρώτο και όχι δήθεν στο τελευταίο τραγούδι ενός εξαντλητικού ενενηντάλεπτου (και μετά τα λαμόγια τα σέντερ χαφ δεν μπορούν να παίξουν Τετάρτη- Κυριακή... σου λέει....).
Σε όλη τη διάρκεια του live μπορούσες να βρεις άπαντα τα μέλη του συγκροτήματος (ΟΚ, εκτός από τον drummer, αν και αυτός ό,τι μπορούσε έκανε, δεν καθόταν και σούζα!) σε κάθε πιθανή και απίθανη γωνία, ακροκορυφή και σωλήνωση της σκηνής του Gagarin. Κόσμος και κοσμάκης πέρασε από τη σκηνή, τραγούδησε και βούτηξε πίσω στο κοινό μαζί τους, σε εκρήξεις βίας που κάθε άλλο αρνητικά αποτελέσματα είχαν. Οι TDEP απέδειξαν με άνεση ότι είναι ικανοί να αλλάξουν τα ιστορικά άκρα ενός αυθεντικού rock 'n' roll σώου, όπως αυτά είναι περιχαρακωμένα για χρόνια, χωρίς να χρειάζεται να καταφύγουν σε ιδεολογικά και (αντι)θρησκοληπτικά αποκούμπια για να πάρουν τους πιστούς μαζί τους. Αναρχικοί της μουσικής σκέψης όπως ο Ornette Coleman ή ο Xenakis είναι σίγουρο ότι θα αισθάνονταν απόλυτα ευχαριστημένοι με αυτούς τους "επικίνδυνους" Αμερικάνους, που δεν περιορίζονται στα φαινιμενικά στενά όρια του ροκ.
Παρόλα αυτά, όλα τα παραπάνω δεν περιγράφουν στο ελάχιστο όσα πραγματικά συνέβησαν το προηγούμενο Σάββατο το βράδυ στο Gagarin, αλλά δυστυχώς δεν γίνεται και αλλιώς. Όσοι δεν ήταν εκεί πρέπει να είναι οι πρώτοι που θα εκλιπαρούν για μία επόμενη φορά. Και ιδίως η indie κοινότητα με τάσεις μουσικής σκέψης, για την απουσία της οποίας ακόμη μένει να αναρωτιέται ο Δημήτρης Κανελλόπουλος του Other Side και του E-tetradio, και να ρωτάει όποιον ειδικό και μη βρίσκει μπροστά του "που είναι οι "ίντυ" Γιατί δεν ήρθαν; Γιατί δεν ενδιαφέρονται;". Άντε να κάθεσαι να του εξηγείς τώρα...
Είναι άδικο να τους βάζουμε στο ίδιο μέτρο σύγκρισης, μιας και οι άλλοι κουβαλάνε και τριάντα χρόνια στην πλάτη και στο παρελθόν έχουν καταφέρει να κάνουν οποιονδήποτε extreme αντίπαλο να ακούγεται ευχάριστος και ήσυχος, ενώ και οι απόψεις τους περί "ηχητικής βίας" άλλη αφετηρία και άλλη κατάληξη έχουνε, αλλά πραγματικά αναρωτιέμαι αν τον Απρίλιο πρέπει να περιμένουμε κάτι ανάλογο από τους Swans; Αρνούμαι να δω στο You Tube μέχρι τότε.