Echo Tides & The KVB
Μία συναυλιακή βραδιά, δύο συγκροτήματα. Βασίλης Πετρόπουλος, Ηρακλής Κοκοζίδης και Μαριάννα Βασιλείου ήταν εκεί και γράφουν με διαφορετικές αφετηρίες και οπτικές.
Κάποιες φορές τολμάς να επιθυμήσεις κάτι τόσο πολύ που είσαι σίγουρος ότι δεν πρόκειται ποτέ να συμβεί. Δεν είναι ζήτημα αισιοδοξίας ή απαισιοδοξίας, είναι καθαρά ένα θέμα θαύματος. Περιμένεις να γίνει ένα θαύμα, να δεις μια μπάντα η οποία σου έκανε το κλικ κάποια χρόνια πριν. Πήγες ένα απόγευμα στο δισκοπωλείο του φίλου σου, έψαξες τα ράφια και κάποια στιγμή έπιασες στα χέρια σου ένα βινύλιο από μια μπάντα που δεν γνώριζες. Ρώτησες τον φίλο δισκοπώλη περί τίνος πρόκειται, εκείνος σου είπε κάποια συγκεκριμένα κι ασαφή πράγματα και σου πρότεινε να βάλει να ακούσεις την δουλειά τους. Εσύ όμως το αρνήθηκες γιατί κάτι σε κέρδισε, πες το εξώφυλλο, πες το όνομα της μπάντας, πες ένα προαίσθημα, η έξαψη να ανακαλύψεις κάτι καινούριο, φρέσκο, οπότε πήρες το βινύλιο λέγοντας ότι θα πήγαινες να το ακούσεις στο σπίτι κι ότι βγει. Τόσες και τόσες φορές το είχες κάνει στο παρελθόν, άλλη μια φορά δεν έλεγε δα και τίποτα. Μουσική αγόραζες, σαν να πήγαινες για ψάρεμα, σου εγγυάται κάποιος ότι θα πιάσεις τα ψάρια που θέλεις; Κι όταν πήγες στο σπίτι κι έβαλες να ακούσεις το βινύλιο, τότε χάρηκες γιατί ήταν έγχρωμο και δεύτερον, ενθουσιάστηκες ακούγοντας την πρώτη πλευρά. Δεν δίστασες να τηλεφωνήσεις τον δισκοπώλη και να του πεις ότι σου είχε φτιάξει όχι μόνο την μέρα αλλά όλη την χρονιά γιατί ανακάλυψες φλέβα χρυσού, κάτι που δεν το είχες κάνει ποτέ στο παρελθόν για τα βινύλια που είχες αγοράσει από το δισκοπωλείο του. Άκουσες και την δεύτερη πλευρά και κατέληξες μετά το σοκ να σκέφτεσαι ότι είχες πέσει από τον Λευκό Πύργο και είχες βρει πορτοφόλι. Έψαξες από δω, έψαξες από εκεί, ξεπατίκωσες όλες τις προηγούμενες δουλειές τους κι έπειτα κοιμήθηκες ήσυχος και χαρούμενος επειδή το ψάρεμα είχε αποδώσει. Και μετά περίμενες, περίμενες χρόνια, μήνες, μέρες, μην τυχόν και ο θεός κοιμόταν κάποια στιγμή κι αυτή η μπάντα ερχόταν στην πόλη σου για να δώσει live. Και περίμενες, περίμενες για το θαύμα, η υπομονή χρίζει χαρακτήρες σαν του Ιώβ και του Ιωνά, αυτό είχες διδαχτεί παλιότερα και ξαφνικά μαθαίνεις ότι έρχονται μετά από οκτώ χρόνια από εκείνο το μοιραίο απόγευμα που κράτησες το βινύλιο στα χέρια σου. Και τώρα τι γίνεται; Τίποτα, είσαι συγκρατημένος, πολλά ακούγονται, πολλά gig αναβάλλονται την τελευταία στιγμή, οπότε περιμένεις υπομονετικά μέχρι να έρθει η καταλυτική ημερομηνία και να κάνεις την κίνηση σου μια βδομάδα πριν, αγοράζοντας το εισιτήριο σου. Ναι, ήρθε η ώρα να πας και να τους δεις, να τους ακούσεις, να τους χαρείς και να τους απολαύσεις, ο θεός κοιμήθηκε, το θαύμα συνέβη και τώρα τους βλέπεις μπροστά σου με σάρκα και οστά να παίζουν ζωντανά τα τραγούδια που άκουγες όλα αυτά τα χρόνια και στο πίσω μέρος του μυαλού σου αναβοσβήνει η ένδειξη ότι όλα έρχονται σε αυτόν που περιμένει. Σας ευχαριστώ KVB όχι μόνο γιατί προσθέσατε άλλη μια όμορφη νότα στην ζωή μου αλλά γιατί χαρίσατε ένα αξέχαστο βράδυ στην ψυχή μου. KVB, live in Thessaloniki 15 Nov 2024. End of transmission!
Βασίλης Πετρόπουλος
Οι φήμες ότι το ντουέτο των KVB θα επισκεφθεί τη φτωχομάνα πόλη μας στα μέσα του Νοέμβρη κυκλοφορούσαν ήδη από τους πρώτους μήνες του φετινού καλοκαιριού. Το γεγονός με χαροποίησε ιδιαιτέρως, διότι τους παρακολουθώ από το 2012, όταν κυκλοφόρησαν το ντεμπούτο τους ‘Always Then’ και έκτοτε συνεχίζω ακάθεκτος. Ο ενθουσιασμός μου έγινε ακόμα μεγαλύτερος, όταν η ανακάλυψή μου βρήκε θερμή ανταπόκριση από διαχρονικούς συνοδοιπόρους, οι οποίοι μοιράζονται την ίδια τρέλα και το ίδιο μεράκι για τη μουσική και τις συναυλίες.
Σχεδόν σύσσωμος, ο κεντρικός πυρήνας της παρέας κατέλυσε στον εξώστη της φιλόξενης μουσικής σκηνής, μαζί με ευχάριστες εκπλήξεις που μας συντρόφευσαν καθ’ όλη τη διάρκεια της βραδιάς. Η προσέλευση του κόσμου ήταν σε πάρα πολύ ικανοποιητικά επίπεδα και σε διευρυμένη ηλικιακή κλίμακα, παρά τις άσχημες καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν τις τελευταίες μέρες και παρά το ότι οι KVB δεν αποτελούν ιδιαίτερα γνωστό όνομα.
Λίγα λεπτά μετά τις 21:30 και για μισή ώρα περίπου, οι εξ Αθηνών ορμώμενοι Echo Tides ξεδίπλωσαν την ελληνόφωνη ηλεκτρονική τους παλέτα, διανθισμένη με post-punk και shoegaze στοιχεία, αναδεικνύοντας το καλλιτεχνικό ταλέντο του Παναγιώτη Πανταζή, κατά κόσμον Pan Pan και των υπολοίπων μελών. Ορισμένα τεχνικά προβλήματα που προέκυψαν, δικαιολογούνται απόλυτα, αφού οφείλονταν κατά κύριο λόγο στην απειρία των παιδιών. Με επιπλέον δουλειά και απόκτηση κατάλληλων εμπειριών, θεωρώ βέβαιη τη βελτίωσή τους στο άμεσο μέλλον. Για να μη μακρηγορώ, παραπέμπω τις αναγνώστριες και τους αναγνώστες στο κατατοπιστικό κείμενο που αναρτήθηκε πριν από λίγες ημέρες στην παρούσα ιστοσελίδα και αναφέρεται αναλυτικά στην τελευταία κυκλοφορία του συγκροτήματος: «Στον δρόμο που φυτρώναν φράουλες», που κυκλοφόρησε σε βινυλιακή μορφή την ημερομηνία της εμφάνισής τους στη Θεσσαλονίκη.
Με την αποχώρηση των Echo Tides από τη σκηνή, οι περισσότεροι βρήκαμε την ευκαιρία να βγούμε λίγο έξω για να εισπνεύσουμε καθαρό αέρα και ν’ ανταλλάξουμε τις πρώτες εντυπώσεις. Γύρω στις 22:30, η Kat και ο Nicholas έλαβαν τις θέσεις τους στη σκηνή, με τη μεν πρώτη να πλαισιώνεται από τα πληκτροφόρα μηχανήματά της και τον δεύτερο στην κιθάρα και το μικρόφωνο. Το εναρκτήριο λάκτισμα δόθηκε με το «Tremors» από τον ομώνυμο φετινό τους δίσκο, οι δονήσεις του οποίου παρέσυραν τις μπροστινές σειρές που ξεπατώθηκαν στο χορό. Η Kat επωμίστηκε το επικοινωνιακό σκέλος με τη χαμηλότονη φωνή της, ευχαριστώντας μετά το τέλος κάθε τραγουδιού το κοινό για τη φυσική του παρουσία και την ενεργό συμμετοχή του, ενώ το οπτικό υλικό στην οθόνη προβολής αποτελεί προσωπική της δημιουργία. Ο Nicholas ήταν φειδωλός επικοινωνιακά και σχεδόν στατικός κινητικά, επικεντρωμένος περισσότερο στις ερμηνείες και στο παίξιμο της κιθάρας του, το οποίο παρότι δε χαίρει ιδιαίτερης τεχνικής, ωστόσο ανέδυε ονειρικές και ταξιδιάρικες μελωδίες. Η λίστα καλύφθηκε από το σύνολο σχεδόν της δισκογραφίας τους, με τη μερίδα του λέοντος να καταλαμβάνουν άλλες τρεις συνθέσεις από το ‘Tremors’ («Labyrinths», «Overload», «Deep End»), τρεις από το ‘Always Then’ («Captives», ομώνυμο, «Hands»), τρεις από το ‘Unity’ («Structural Index», «Unbound», «Unité»), δύο από το ‘Immaterial Visions’ («Shadows», «Dayzed»), ενώ ακούστηκαν και τα «Awake», «Never Enough», «From Afar», «Above Us», συν τη διασκευή του «Medication» των garage rockers Standells, από την καταπληκτική προπέρσινη συλλογή με διασκευές ‘Artefacts (Reimaginings From The Original Psychedelic Era)’. Το «Above Us» προλογίστηκε ως το τελευταίο κομμάτι της βραδιάς, ωστόσο μετά την εκτέλεσή του δεν αποχώρησαν, αφού η Kat έβγαλε ένα χαμηλόφωνο λογύδριο από το οποίο δεν καταλάβαμε σχεδόν τίποτα. Πριν προλάβει να ολοκληρώσει τα λόγια της, ξεκίνησαν τη μανιασμένη εκδοχή του «Medication» που προκάλεσε έναν σχετικό πανικό σε όσους και όσες γνωρίζουν τη θέση του στη μουσική ιστορία, για να κλείσουν οριστικά αυτή τη φορά λίγο πριν τα μεσάνυκτα με το «Dayzed», ερμηνευμένο από την Kat και τον Nicholas να παίζει με τα εφέ της κιθάρας του, αφού παρέδωσε πρώτα το όργανο στα χέρια μιας τρελαμένης από κάτω που ήταν μες στην καλή χαρά.
Στα πρώτα τους βήματα ήταν βαθιά επηρεασμένοι από το post-punk, το darkwave και το shoegaze, με κύρια σημεία αναφοράς τους Joy Division, Cure, Cocteau Twins, Slowdive, My Bloody Valentine, ενώ στην εξέλιξη της πορείας τους ενσωμάτωσαν σταδιακά, στοιχεία από electro (Kraftwerk, Suicide), krautrock (Neu!, Cluster), psychedelic rock (Spacemen 3, Electric Prunes), garage rock (13th Floor Elevators, The Troggs), φτιάχνοντας ένα μοναδικό ηχητικό χαρμάνι. Σημαντικό ρόλο σ’ αυτή τη μετεξέλιξη έπαιξε η μετεγκατάστασή τους από το Λονδίνο στο Βερολίνο και η ένταξή τους στο δυναμικό της αυστραλέζικης ετικέτας Invada, ιδρυτικό μέλος της οποίας είναι ο Geoff Barrow, πρώην ιθύνων νους των αξέχαστων Portishead.
Ήταν ευχής έργο που παρακολουθήσαμε επιτέλους στην ταλαιπωρημένη πόλη μας (από πολλές απόψεις, όχι μόνο συναυλιακές) ένα φρέσκο σχετικά όνομα, γιατί οι συνεχείς επαναλήψεις κορεσμένων ονομάτων μας έχουν λιώσει κυριολεκτικά, ενώ μου είναι πολύ δύσκολο να ταξιδέψω στην Αθήνα ή στο εξωτερικό για να δω κάτι καινούριο και πέρα από τα συνηθισμένα. Τα συγχαρητήριά μου στις γενναίες και στους γενναίους, που παρά τις αντιξοότητες των τελευταίων ετών, εξακολουθούν να κάνουν χιλιόμετρα για να ικανοποιήσουν την ακόρεστη δίψα τους.
Τέλος, θέλω να κάνω ειδική μνεία για το παλληκάρι με το αναπηρικό αμαξίδιο που ήταν μπροστά στη σκηνή και χαιρόταν με την ψυχή του τα δρώμενα, ενώ αργότερα τον βοήθησα να κατέβει από το πεζοδρόμιο στο πλακόστρωτο, γιατί είμαι πατέρας ενός παιδιού με πολλαπλές αναπηρίες και καταλαβαίνω απόλυτα τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν καθημερινά πολλοί συνάνθρωποί μας στις μετακινήσεις τους. Επειδή δεν παρατήρησα κάποια ράμπα, κι αν κάνω λάθος συγχωρήστε με, καλό θα είναι να ληφθεί μέριμνα από τους αρμόδιους για ευκολότερη πρόσβαση κοντά στη είσοδο του μαγαζιού.
Υ.Γ. Οι παραπάνω λέξεις γράφτηκαν το επόμενο πρωί, κατά τη διάρκεια της ακρόασης του δίωρου αφιερώματος που έκανε η Φωτεινή Μπαλογιάννη στη θρυλική Factory Records, στα πλαίσια της εκπομπής της «Με Άλλο Αέρα», μέσα από τη συχνότητα του 9,58 της ΕΡΤ3. Οφείλω ένα μεγάλο R E S P E C T στην οικοδέσποινα της εκπομπής, καθώς και στο σύνολο των παραγωγών και ηχοληπτών ενός δημόσιου μέσου ενημέρωσης, που πραγματικά προσφέρει τα μέγιστα στην προβολή και διάδοση του πολιτισμού.
Αγορά Εισιτηρίων: Στέλιος «Chillout Destroyer» Εμμανουηλίδης
Ηρακλής Ν. Κοκοζίδης
Echo Tides & The KVB – Ελάτε για το support (;), μείνετε και για το main act…
«Ήρθατε που ήρθατε, κρίμα δεν είναι να μην κάτσετε να δείτε και το δεύτερο συγκρότημα;». Αυτή ήταν η αίσθηση με την οποία έφυγα το βράδυ της Παρασκευής από το Eightball. Με άλλα λόγια, μεγάλο μέρος του κοινού (γεμάτο και πάλι το Eightball, διψάει για λάιβ η πόλη γαμώτο) ήρθε για τα Echo Tides και όχι για τους KVB - δεν είναι καθόλου τυχαίο που η πίεση μπροστά στη σκηνή χαλάρωσε αισθητά με το που κατέβηκαν από τη σκηνή τα Echo Tides.
Το μόνο εύκολο στους σκληροπυρηνικούς εναλλακτικούς κύκλους είναι να αρχίσεις να υποτιμάς, να ειρωνεύεσαι και να χλευάζεις οτιδήποτε ξεφεύγει λίγο περισσότερο παραέξω και κάνει γκελ σε ένα κοινό το οποίο κατά κανόνα δεν μπορεί (και δεν θέλει) να εμβαθύνει παραπάνω στη μουσική που ακούει. Στο γυμναστήριο που πάω, η προπονήτριά μου βάζει τραπ και στο καπάκι την «Ανισόπεδη Ντίσκο», για να φανταστείτε… Από την άλλη, όταν αυτό το τραγούδι καταφέρνει να αγγίξει ακόμα και άτομα που θεωρούν ότι η Taylor Swift έχει καλύτερους στίχους από τη Nalyssa Green και το Παιδί Τραύμα (μα την αλήθεια, το έχω ακούσει με τα ίδια τα αυτιά μου!), αυτό κάτι σημαίνει. Πολλώ δε μάλλον όταν η πιτσιρικαρία των 25 ετών τραγουδάει τους – απλούς μεν, σε καμία περίπτωση απλοϊκούς δε – στίχους του Pan Pan που μιλούν για άγχος, απώλεια, ψυχικό πόνο, πληγές συλλογικές και ατομικές και ταυτίζεται με βιώματα που δεν έχει ακόμα (παιδιά, εργασιακό άγχος, burnout, θανάτους, πένθη, χωρισμούς). Μια σκέψη που κάνω είναι ότι τα Echo Tides καταφέρνουν να καλύψουν την ανάγκη για χορό – κι ας είναι οι λέξεις γεμάτες υπαρξιακά αδιέξοδα. «Τα παιδιά θέλουν χορό» - και οι ενήλικες επίσης.
Στις 21.30 τα Echo Tides ανέβηκαν στη μικρή σκηνούλα του Eightball για ένα σετ μιας ώρας, απαρτιζόμενο από τα κομμάτια του όλως προσφάτου «Στο δρόμο που φυτρώναν φράουλες» και με εμβολές από το παρελθόν τους. Δεν άκουσα την αγαπημένη μου «Βενζίνη», αλλά δεν πειράζει. Γιατί αυτό που συνέβη επί σκηνής ήταν μια μέθεξη καλλιτεχνών και κοινού. Η Καλλιόπη Μητροπούλου, μια goth Τζέσικα Ράμπιτ ασύλληπτων φωνητικών ικανοτήτων, ο Γιώργος Λυγουριώτης στα ντραμς, μια στιβαρή σταθερή παρουσία, ο Γιάννης Αναγνωστόπουλος άλλως Years Of Youth στο μπάσο να κρατάει τέμπο ακόμα και χωρίς να ακούει τον ήχο και ο Παν(αγιώτης) Παν(ταζής) να έχει αποκτήσει πλέον έναν απίστευτο αέρα επί σκηνής. Είναι εντυπωσιακό το πόσο αγαπούν τα Echo Tides αυτό που κάνουν. Αλλά και το πόσο εύστοχα αποτυπώνουν και αντιπροσωπεύουν zeitgeist της εποχής: οι αιθέριες dream pop και αιθέριες μελωδίες, τα κοφτερά μπιτ, ο ρομαντισμός ντύνουν μια post punk πραγματικότητα, βίαιη, οριακή, οδυνηρή. Οι πιο κυνικοί άνθρωποι είναι κατά βάθος και οι πιο ευαίσθητοι. Αν χορέψεις το σκοτάδι σου όμως, μπορείς να το ξορκίσεις. Να το κάνεις αστρόσκονη και «αόρατη κορδέλα που ενώνει τους ανθρώπους». Για να αγκαλιάσεις όποιον ή όποια είναι δίπλα σου και να νιώσεις ότι ναι, «ύστερα από χρόνια/στο βυθό με σένα/πια μπορώ να τρέξω». Επειδή δεν θα είσαι ποτέ πια μόνη ή μόνος όταν γράφεται τέτοια μουσική.
Για τους KVB που ακολούθησαν, τα είπαν παραπάνω πολύ πιο εκλεκτά πληκτρολόγια από το δικό μου και θα παραπέμψω εκεί. Εμένα προσωπικά μου φάνηκαν λίγο φλατ στα 2/3 του λάιβ τους – μόνο προς το τέλος ένιωσα να με συνεπαίρνουν. Ίσως γιατί μου φάνηκαν διεκπεραιωτικοί και κρύοι μετά το ζεστό και σαρωτικό κύμα αγάπης που είχε ξεχυθεί από τα Echo Tides και είχε πλημμυρίσει όλο το Eightball. Θα προτιμούσα να τους δω μόνους τους, σε συνθήκες ίσως πιο παγερές, στις οποίες θα με άγγιζε το αποστασιοποιημένο και κρύο σκοτάδι τους. Η καρδιά μου όμως ήταν γεμάτη φως και αγάπη – και όσο σπουδαίο και αν ήταν το live των KVB, δεν ήταν αρκετό για να τα διώξει. Την επόμενη φορά ίσως –και αν.
Μαριάννα Βασιλείου
(Οι φωτογραφίες είναι του Στέλιου «Νεφελόρ» Χατζηγιαννάκου και της Μαριάννας Βασιλείου)