Efterklang + No Clear Mind + Plàsi
Είναι το live των Efterklang η καλύτερη μετα-λοκνταουνική συναυλία που έγινε στην Ελλάδα; Πολύ πιθανόν, μας λέει ο Άρης Μπούρας. Ίσως και λίγο προ-.
Τους Efterklang δεν έτυχε ποτέ να τους δω ζωντανά σε κάποια συναυλία, στα περίπου 20 χρόνια της πορείας τους. Κάποια σκόρπια online βιντεάκια και μια φήμη για τις φορτισμένες συναισθηματικά και μυσταγωγικές εμφανίσεις τους αιωρούνταν γύρω από το κεφάλι μου, αλλά ως εκεί. Η δισκογραφία τους φυσικά πλούσια, με 7 στούντιο άλμπουμ και κάποια σκόρπια EP/single, με την πειραματική, μπιμπλικοηλεκτρονική φορές indie pop τους να αποτελεί ένα από τα καλύτερα μυστικά των απανταχού μουσικόφιλων. Το νέο τους άλμπουμ δε, με τίτλο “Windflowers”, που κυκλοφόρησε από την City Slang, παίρνει από το χέρι γλυκά όλη τη σκοτεινιά της διετούς περιόδου της πανδημίας και τη μετουσιώνει σε μια ανοιξιάτικη, μελωδική pop που σ’ αγκαλιάζει απαλά.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Οι Efterklang συμπεριέλαβαν την Αθήνα στην - εξαιρετικά μεγάλη - περιοδεία τους σε Ευρώπη και Αμερική, μετά από κάλεσμα της United We Fly. Στην ελληνική στάση τους, προστέθηκαν στο line up της βραδιάς και δυο ακόμη ονόματα, αυτά των No Clear Mind και Plàsi. Πάραυτα, ο χώρος του Temple δε γέμισε ασφυκτικά, πράγμα που φέρνει στο νου την κατά καιρούς δυσχέρεια του ελληνικού κοινού σε κάποια σημαντικά ονόματα που φιλοξενούνται από το εξωτερικό στη χώρα μας. Αλλά ας μην ανοίξουμε στην παρούσα χρονική στιγμή αυτήν την κουβέντα και γιατί μπορεί να συμβαίνει αυτό στην Ελλάδα, γιατί θα χρειαστεί να σκρολάρουμε πολύ τη σελίδα που διαβάζετε. Μη ξεχνάμε άλλωστε - ανάμεσα σε πολλά αντίστοιχα παραδείγματα - ότι κάποτε είδαμε 40 νοματαίοι τους Animal Collective στη Θεσσαλονίκη, και μάλιστα κάπου εκεί στο peak της καλλιτεχνικής τους καριέρας. Ας είναι.
Ο συναυλιακός χώρος άνοιξε τις πόρτες του γύρω στις 8, με τον Ελληνοσουηδό Plàsi να βγαίνει στην σκηνή στις 9, συνοδεία της ακουστικής του κιθάρας και ενός ακόμη μουσικού. Γεννημένος στην Κρήτη αλλά μεγαλωμένος στη Σουηδία, όπως ο ίδιος μας διεμήνυσε, τραγούδησε αψεγάδιαστα στα αγγλικά ενώ στις εναλλαγές των τραγουδιών του μας μιλούσε κυρίως στα ελληνικά. Το φετινό άλμπουμ του, με το οποίο τον γνώρισα, είναι ένα εξαιρετικό δείγμα κιθαριστικής folk pop στο ύφος του José Gonzales, ενώ στα 30 περίπου λεπτά που στάθηκε επί σκηνής, φανέρωσε ότι μάλλον δικαιολογημένα τα streams του στο Spotify, αγγίζουν τόσο ικανοποιητικά νούμερα. Η φήμη δε που κυκλοφόρησε στον χώρο, ότι θα μπορούσε να αποτελεί τον χαμένο Σουηδό αδερφό μου, λόγω ομοιότητας, με έκανε να τον συμπαθήσω ακόμη περισσότερο.
Συνέχεια με το αθηναϊκό κουαρτέτο των No Clear Mind, τους οποίους είναι η αλήθεια ότι έχω αρκετά χρόνια να ακούσω. Ο σκοτεινός κατά βάση post-rock ήχος τους άλλαξε αυτομάτως την ατμόσφαιρα, ενώ περισσότερος κόσμος πλησίασε στη σκηνή για να τους παρακολουθήσει. Ερχόμενοι μετά από δύο sold out συναυλίες στην Κωνσταντινούπολη και λίγο πριν ξεκινήσουν την παραγωγή του επόμενου τέταρτου δίσκου τους, εμφανίστηκαν στην Αθήνα ζωντανά έπειτα από αρκετό καιρό. Οι μακροσκελείς συμπαγείς συνθέσεις τους γέμισαν τη βραδιά επαρκώς, προσωπικά όμως στιγμές ένιωθα ότι βρίσκομαι σε άλλη δεκαετία, πράγμα ίσως όχι πάντοτε και τόσο θεμιτό. Έχουνε όμως αυτές τις 2-3 συνθέσεις και μελωδικές γραμμές, που ευθύς αμέσως σε επαναφέρουν και κεντρίζουν το ενδιαφέρον σου.
Και κάπου εκεί έρχονται οι Δανοί Efterklang. Με τον βασικό πυρήνα των τριών μελών τους, συν δυο μουσικούς. Έναν στο πιάνο και το κλαρινέτο, και μια συναρπαστική ντράμερ που γέμιζε την ατμόσφαιρα με τα soulful φωνητικά της, πέραν των ρυθμικών χτυπημάτων της. Το setlist ξεκίνησε με δυο κομμάτια από το προγενέστερο άλμπουμ τους, “Altid Sammen”, με τον λυγερό Captain Casablanca - κατά κόσμον Casper Clausen - να σε αρπάζει από τα μαλλιά με το καλημέρα. Η χαρακτηριστική φωνή του γεμίζει τον χώρο, η κινητικότητά του σε καθηλώνει, ενώ η καλλιτεχνική του υπόσταση πλημμυρίζει με χρώματα (κυριολεκτικά και μεταφορικά) το Temple. Όλο το concept είναι όντως παραμυθένιο, όπως διάβαζα πρόσφατα σε μια συνέντευξή του, κι αλίμονο αν υπάρχει έστω και μια στιγμή όπου η εμφάνιση του συγκροτήματος κάνει κοιλιά. Οι παύσεις, οι έντονες εναλλαγές συναισθημάτων, το έντονο παιχνίδι με το κοινό που ακολουθεί εκστασιασμένο, θυμίζουν performance και θεατρική παράσταση, χωρίς όμως την μονόπλευρη αφήγηση των συντελεστών. Από ‘κει κι έπειτα, η επιλογή των τραγουδιών καλύπτει - όσο είναι εφικτό - το μεγαλύτερο μέρος της δισκογραφίας τους, με έμφαση ασφαλώς στο “Windflowers”. Όσο για το φινάλε, η απόλυτη κάθαρση, ένα πάρτυ όπου η συγκίνηση και η χαρά φτάνουν σε δυσθεώρητα ύψη και δε θέλεις να τελειώσει ποτέ, με τον Casper Clausen να τραγουδά αγκαλιά με το κοινό, να χοροπήδα πάνω στο μπαρ ή να ξαπλώνει στην σκηνή.
Αυτό όμως που πραγματικά συναρπάζει στις live εμφανίσεις των Efterklang, είναι το γεγονός ότι επί σκηνής εκτοξεύουν ακόμη περισσότερο τις - ούτως ή άλλως - συναρπαστικές συνθέσεις τους, εν συγκρίσει με τις studio εκδοχές των τραγουδιών, ανεβάζοντας τις εντάσεις και τους ρυθμούς, με μια μοναδική συνύπαρξη ήχων. Κάτι στο οποίο προφανώς συμβάλλουν τα μέγιστα και το απολαυστικό μπάσο του Rasmus Stolberg, καθώς και τα μαγικά του Mads Christian Brauer. Ελπίζω να μην κάνουν άλλα δέκα χρόνια για να έρθουν ξανά στην χώρα μας.