Respect, Alder
Καθώς έμπαινα αργοπορημένος στο Κύτταρο, σκέφτηκα ότι θα μπορούσε να έχει και περισσότερο κόσμο στη δεύτερη τούτη εμφάνιση, μετά το 2006, των Faust, ενός κορυφαίου ανάμεσα στα υπόλοιπα επιδραστικά συγκροτήματα της σύγχρονης μουσικής. Στους Άμον Ντούουλ ΙΙ ήταν πίτα, τι διάλο έγιναν οι κράουτ αθηναίοι, πέθαναν στο μεταξύ από γηρατειά ή πανηγύριζαν σπίτια τους για το Σαμαρά; Πήγα εύκολα μπροστά ενώ με καλωσόριζε ο ήχος μιας επαναλαμβανόμενης αλληλουχίας τριών ακκόρντων που έπαιζαν στο σκοτάδι με πάθος και αφοσίωση για κάνα εικοσάλεπτο τέσσερα παλληκάρια, εμφανώς σκαλωμένα με το drone rock...
Έντεκα η ώρα. Πάνω στη σκηνή, ανάμεσα σ' έγχορδα, ντραμς κι ενισχυτές, βλέπουμε μια ραπτομηχανή Σίνγκερ, ένα βαρέλι, κάτι σιδεριές και μια μπετονιέρα. Αρχίζουν να συνδέουν αναλογικά μπλιμπλίκια και κιθάρες ο (δερμάτινο μπουφάν, τσιγάρο) Amaury Cambouzat και η (ξανθό αλμάν καρεδάκι -με δύο μικρά κοτσιδάκια) Geraldine Swayne, εν μέσω προηχογραφημένης βιομηχανικής μιούζακ. Το καρέ συμπληρώνουν σε λίγο τα δυο εναπομείναντα δάχτυλα των εν ενεργεία Faust (= η γροθιά στα γερμανικά, οκ;), ο κοντούλης αεικίνητος (άσπρη λερωμένη φόρμα εργασίας Faust) Jean Herve Peron κι ο ογκώδης επιβλητικός (σκισμένο μπλουζάκι που έγραφε "Industrial Terrorist") Werner "Zappi" Diermaier, φιγούρες μπουφονικές και σεβάσμιες ταυτόχρονα. Τα φώτα σβήνουν, οι Φάουστ και Σια αποχωρούν για λίγο, και η φέρουσα χρέη κονφερασιέ της βραδιάς διαβάζει εκ μέρους τους ένα ευγενέστατο εισαγωγικό κείμενο με ευχαριστίες που δεν καπνίζουμε κι ότι θ΄ακολουθήσουν δυο ωριαία σετ με δεκαπεντάλεπτο διάλειμμα.
Η ώρα είναι μία και πέντε. Συνειδητοποιώ ότι μόλις έχω παρακολουθήσει ένα απολύτως καθηλωτικό κονσέρτο σύγχρονης ηλεκτροακουστικής μουσικής, απ' αυτά που αν είσαι ο Στοκχάουζεν τους βάζεις 10 με τόνο, διάκριση και υποτροφία. Αλλά μου ήρθαν κι άλλα. Ότι μόνο ένα κράουτ συγκρότημα τελικά μπορεί να παίξει κράουτ και ο ρυθμός να σου λιώνει το μεδούλι. Ότι πικραίνομαι αφάνταστα όσο περνάει ο καιρός και χωνεύω ότι δεν θα δω ποτέ τους Neu! Ότι αυτός ο ιδιοφυής κι απ' ό,τι φαίνεται εσαεί λειτουργικός συνδυασμός νταντά, αβανγκάρντ και ροκ θα μου δίνει κουράγιο κι έμπνευση για μέρες, μήνες, χρόνια.
Επίσης, είχα ξεχάσει ότι το ιντάστριαλ είχε θετικό κι όχι νιχιλιστικό μήνυμα στις απαρχές του κι ότι οι νταντά περφόρμανς είχαν ανέκαθεν σκοπό να μας γεφυρώσουν το χάσμα με τους καλλιτέχνες με το παράδοξο να αποτελεί αφορμή χαμόγελου και λαμπερών βλεμμάτων. Ο Περόν, ενώ οι υπόλοιποι παίζουν, ξαφνικά σκάει ανάμεσά μας απ' το πλάι, πάει μπροστά, σπρώχνει δεξιά αριστερά τα πράγματα από ένα πάγκο μπροστά στο πάλκο, εμείς ένα πηγαδάκι γύρω του, και προσπαθεί στα γαλλικά ν' αποσαφηνίσει τη σημασία/ χρησιμότητα του πάγκου στον κιθαρίστα που, ενώ παίζει, του απαντάει και του ρίχνει ιδέες, κάνοντας βουτιές από κάτω, ψάχνοντας τα πόδια, ενώ στο ένα χέρι έχει μια τρομπέτα κι ένα ασύρματο μικρόφωνο και παίζει ένα παραπονιάρικο θέμα. Καταβεβλημένος από τη πολυπλοκότητα του ζητήματος επιστρέφει άπρακτος στη σκηνή, πιάνει το μπάσο και συνεχίζει. Η ηλιθιότητα θριαμβεύει υπό τα γέλια όλων μας.
Επιβεβαίωσα ότι το κέφι κι η εφευρετικότητα δεν γερνάνε, όταν το θέμα δεν αναζητεί πιστοποίηση σπουδαιότητας. O Περόν σκάλιζε με το αλυσοπρίονο Live Οn (ζήσε) σε ένα τρίμετρο κομμάτι φελιζόλ στη μια άκρη της σκηνής ενώ στην άλλη μεριά η Τζεραλντίν ζωγράφιζε μες στο κοινό ένα σταχτί πίνακα σε ένα πελώριο καναβάτσο με τη λέξη ΤΟΤ (νεκρός). Οκ, χαριτωμένο, αλλά, ντάρλινγκ, είναι τέχνη; Η λεπτή διαφορά: ο Περόν ανέμιζε παιχνιδιάρικα το πριόνι πάνω απ' τα κεφάλια μας σα δεκάχρονο και στο Ο κουτούλησε με το κεφάλι για να γίνει η τρύπα. Δεν είναι τέχνη. Και, μην το ξεχάσω, άντε γαμίδια κι εσείς κι η τέχνη.
Και διαπίστωσα ότι όλο αυτό το πράμα που ευαγγελίζονταν οι Φάουστ τότε, νέοι μιας ταπεινωμένης χώρας πρώην ναζήδων χωρίς περηφάνια και σε αναζήτηση ταυτότητας, εξακολουθεί να είναι αδιαπραγμάτευτο ζητούμενο σήμερα.
Ότι η ευγένεια κι η απλότητα με ουσία είναι ίδιον των μεγάλων και ένδεια των μικρών -σε δεύτερο μήνυμα, που μας διάβασε στο τέλος ο ίδιος ο Περόν, ευχαρίστησε τους πάντες, από τους έλληνες εθελοντές που βοήθησαν στις περφόρμανς (άξιοι κι οι τρεις), μέχρι το σαπόρτ γκρουπ, εμάς κι αυτόν που τους δάνεισε τα ηλεκτρικά πριόνια, τα μπλακεντέκερ κλπ.
Α και για όποιον σηκώνει φρύδι κι ετοιμάζει ερώτηση, ναι, επειδή έχουν αυτό το κοινωνικοπολιτικό υπόβαθρο και αυτήν την πολιτισμική ταυτότητα, όντας κι αυτές οι ατομάρες που είναι, εξακολουθούν να κάνουν μουσική και να παράγουν ήθος που τα καινούργια γκρουπ μπορούν μόνο ν΄αντιγράψουν. Πάσχιζα να βρω με το μυαλό μου κάποιους σημερινούς που να μπορούν να ταπώσουν τους Φάουστ που έβλεπα -δεν υπάρχει.
Και καταλήγω ότι όσο ένα γκρουπ 40 χρόνων το κάνει αυτό και με αναγκάζει να παραδεχτώ ότι δεν έχω περάσει καλύτερα σε άλλη συναυλία τελευταία, τόσο αισθάνομαι ότι αν μου έλειπε ένα πρόχειρο επιχείρημα που όλο κάθομαι και βρίζω τη μαλακισμένη, ανούσια μουσική πραγματικότητα των τίποτα (00ς), εγώ και οι υπόλοιποι 300 που είμασταν στο Κύτταρο νομίζω ότι να, το βρήκαμε. Τραγουδώντας ακόμα το "It's a Rainy Day, Sunshine Girl", τινάζοντας από πάνω μας στο πεζοδρόμιο της Ηπείρου τα τρίμματα του φελιζόλ και το αμμοχάλικο και βλέποντας αστράκια από τα σιδηρορινίσματα, ή μήπως από όλο αυτό που ζήσαμε σ' ένα δίωρο όπου η τέχνη έδειξε έστω και με δόντια το αισιόδοξο χαμόγελό της, ένιωθα τους ανθρώπους γύρω μου καλύτερους.
Υγ: Το σαπόρτ γκρουπ είναι αθηναίοι και λέγονται Nechayevschina (Νετσαγιεφστσίνα). Το σετ των Φάουστ αποτελούνταν από αυτοσχεδιασμούς/ δρώμενα ειδικά για τη συγκεκριμένη παράσταση, αποσπάσματα του καινούργιου τους (απολαυστικού) δίσκου "C'est Com... Com... Complique" και κάποια παλιά, δοσμένα με καινούργιο τρόπο, με συγκινητικότερη στιγμή για τον γράφοντα, αν ενδιαφέρει κανέναν, το "Miss Fortune" που άνοιξε το δεύτερο μέρος. Χώρια το μειδίαμα όταν, όπως ξανάκουγα λάιβ τα παλιά τους, που και που εντόπιζα ψήγματα ιδεών που αργότερα θα εκμεταλλεύονταν ο Μπράιαν Ίνο, οι Τόκιν Χεντς, οι Νοϊμπάουτεν, οι Τζόι Ντιβίζον, οι Μάγκαζιν, οι Μπόρντομς, οι Στέριολαμπ κι ένα σωρό άλλοι αγαπημένοι...
_____
Φωτογραφίες - Δημήτρης Μήνας
www.bizarrius.org