Η αλήθεια της Nina Simone...
Nina Simone: Sing the Truth
Ελαφρύ λαχάνιασμα, μυρωδιά από πεύκο και η καλοκαιρινή Αθήνα να σουρουπώνει, επιστροφή στο all-time-classic συναυλιακό στέκι του καλοκαιριού. Τα μάγια της Nina Simone μας τράβηξαν μέχρι το Θέατρο Λυκαβηττού, το βραδάκι της Δευτέρας 6 Ιουλίου, για μια βραδιά αφιερωμένη στην "Ιέρεια της Soul", έξι χρόνια μετά τον ύστατο αποχαιρετισμό της. Η βαθιά μεταλλική φωνή της jazz, της soul, των blues, της gospel και των spirituals, η γυναίκα που αυτο-εξορίστηκε και αγωνίστηκε και για την ελευθερία των μαύρων της Αμερικής, επέστρεψε στην Αθήνα. Η κόρη της Lisa Celeste, μαζί με τρεις ακόμα μεγάλες φωνές της μαύρης μουσικής, την Diane Reeves, την Angelique Kidjo και την Lizz Wright, συνοδευόμενες από την Original Nina Simone Band, ανέλαβαν να τραγουδήσουν την αλήθεια της Nina Simone, στον ίδιο χώρο που είχε βρεθεί η ίδια ενώπιον του αθηναϊκού κοινού πριν από αρκετά χρόνια.
Στις 21.00 διασχίζαμε τη είσοδο του θεάτρου, έχοντας προσπεράσει, λίγο πριν, ελαφρώς παράταιρο διαφημιστικό gig γνωστής εταιρείας. Ο κόσμος πολύς και ποικίλος, από ζευγάρια ηλικιωμένων, μέχρι οικογένειες με πιτσιρίκια και παρεούλες εφήβων, ευχάριστη διαπίστωση και πραγματική δικαίωση μιας αειθαλούς μουσικής, που ακουμπά τις καρδιές κάθε γενιάς εδώ και περίπου μισό αιώνα. Καθισμένοι πλέον στις θέσεις μας, και με φόντο τα φώτα της πόλης και την πανσέληνο του Ιουλίου, περιμέναμε με αδημονία τον σφύριγμα της έναρξης.
Πρώτος στη σκηνή ανέβηκε ο επί πενήντα ένα χρόνια κιθαρίστας της Simone, Al Shackman, που μας καλωσόρισε με μια σύντομη διήγηση από την τελευταία φορά που βρέθηκε μαζί με τη μεγάλη τραγουδίστρια, στιχουργό και πιανίστρια στην Αθήνα. Μια καλοκαιρινή βόλτα στα νερά του Σαρωνικού φάνηκε ότι αποζητούσε η Nina Simone για να γαληνέψει το ανήσυχο μυαλό και σώμα της, απολαμβάνοντας τον πλου κοιμώμενη (!) ήρεμα και ξέγνοιαστα μετά από πολύ καιρό, κρατώντας εν τέλει στο νου της την Ελλάδα σαν έναν τόπο που μπορούσε να ξεκουραστεί πραγματικά. Χαμογελάσαμε, συνδεθήκαμε μαζί της και υποδεχτήκαμε στη σκηνή τη Lizz Wright!
I Loves You Porgy μας τραγούδησε η νεαρή Lizz Wright με την καθάρια, βελούδινη φωνή και την αιθέρια παρουσία της. Εξαιρετικά συμβολική η επιλογή και της Wright και του κομματιού για την πρώτη νεότητα, τον πρώτο δίσκο και την πρώτη επιτυχία της Nina Simone, που την εκτόξευσε στην κορυφή και την κράτησε εκεί για πάνω από σαράντα χρόνια. Η Lizz Wright, γαλουχημένη με την παράδοση των gospel και ανερχόμενο αστέρι της jazz σκηνής, ερμήνευσε αβίαστα το εναρκτήριο κομμάτι της βραδιάς. Ο στόχος επετεύχθη. Αφεθήκαμε στην πλάτη του καθίσματός μας, κλείσαμε τα μάτια και απολαύσαμε τις jazz μελωδίες που πλημμύρισαν το Λυκαβηττό.
Δεύτερη στη σκηνή, ανέβηκε η Lisa Celeste, ερμηνεύτρια, τραγουδοποιός, performer και φυσικά κόρη της Nina Simone. Το δεύτερο προσωπικό της άλμπουμ, "Simone on Simone", στο οποίο ερμηνεύει η ίδια τραγούδια της μητέρας της που αγάπησε, ήταν εκείνο που μπόλιασε το concept του Sing the Truth. Η ίδια, μια πραγματικά σαγηνευτική παρουσία, με ναζιάρικο γελάκι και εμφανή τη θητεία της στο Broadway απ' την πληθωρική της παρουσία στη σκηνή, την εκφραστικότητα και την επαφή της με τον κόσμο, τραγούδησε μεταξύ άλλων το I'm Gonna Leave You, και το εκρηκτικό Feelin' Good.
Στη συνέχεια, μια από τις γνήσιες μορφές της σύγχρονης αφρικανικής μουσικής και πρέσβειρα της UNISEF, η Angelique Kidjo, ήρθε τρίτη στη σκηνή να αποδώσει τις δικές της τιμές στη μεγάλη καλλιτέχνιδα. Το Ne Me Quitte pas του Jacques Brel, σε μια πιο λάτιν εκδοχή, ήρθε σαν μια ευχάριστη έκπληξη, ενώ τα έντονα αφρικάνικα moves της Kidjo στη σκηνή ανέβασαν κάπως τον παλμό της βραδιάς. Κορυφαία στιγμή της ήταν αναμφίβολα το πολυαναμενόμενο My Baby Just Cares For Me, που βρήκε το κοινό να τραγουδά και να κουνιέται ρυθμικά μαζί της, ενώ ο κόσμος που είχε αρχίσει λίγο νωρίτερα να πλησιάζει δειλά-δειλά τη σκηνή -αν και η συναυλία προοριζόταν αποκλειστικά για καθιστό κοινό-, πλήθαινε αισθητά.
Τελευταία στη σειρά των τεσσάρων, η Diane Reeves, μια από τις πιο καταξιωμένες jazz ερμηνεύτριες, με τριαντάχρονη καριέρα, τέσσερα Grammy και πολλές ηχηρές συνεργασίες. Μπλουζάραμε μαζί της με το Do I Move you και συγκινηθήκαμε με το I Put A Spell On You. Η έκταση και το βάθος της φωνής της ήταν πραγματικά εντυπωσιακά, ενώ το στίγμα που άφησε σε κομμάτια τόσο ταυτισμένα με τη Nina Simone, ήρθε να στέψει μια πολύ ευχάριστη διαπίστωση για την όλη βραδιά. Αν και πιστεύαμε ότι αναπόφευκτα θα υποπίπταμε σε μια σύγκριση ερμηνειών ανάμεσα στις τέσσερις καλλιτέχνιδες και την αναμφίβολα χαρακτηριστική χροιά και ύφος της Simone, κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Η κάθε μία, με τη δική της φωνητική και σκηνική ιδιαιτερότητα, εναπόθεσε την προσωπικότητά της στο κάθε κομμάτι και το έκανε δικό της, σαν να επρόκειτο για original εκτέλεση.
Γενικά, η διάρθρωση της παράστασης εξελίχθηκε σε δύο πανομοιότυπους κύκλους, σε καθένα από τους οποίους η κάθε ερμηνεύτρια διαδεχόταν την άλλη πάνω στη σκηνή, τραγουδώντας δύο κομμάτια η κάθε μία. Ο Al Shackman που είχε επιφορτιστεί με το ρόλο του παρουσιαστή και ενίοτε αφηγητή της βραδιάς, ανακοίνωνε την εμφάνισή τους ή, κατά περίπτωση, περιέγραφε ένα σύντομο περιστατικό για τη Simone ή την ορχήστρα της, για να καλύψει τα κενά των εναλλαγών πάνω στη σκηνή. Δυστυχώς όμως, όχι με ιδιαίτερη επιτυχία. Αν και η κάθε μία από της κυρίες είχε το χάρισμα να γεμίζει τη σκηνή και να μας ταξιδεύει, οι εναλλαγές τους στη σκηνή ήταν κάπως αμήχανες και ασύνδετες, παρά τις προσπάθειες του Shackman. Ακόμη και στο φινάλε της βραδιάς, με τις τέσσερίς τους πάνω στην σκηνή να τραγουδούν ένα εξαιρετικά φορτισμένο κομμάτι όπως το Four Women, δεν αισθανθήκαμε ότι συνδέθηκε πραγματικά η μία με την άλλη, ότι ένωσαν όχι μόνο τις φωνές, αλλά και τις ψυχές τους κάτω από τη δύναμη της μουσικής της Nina Simone. Όσο για το encore της βραδιάς, ήταν η Lisa Celeste, παρέα με την κιθάρα του Al Shackman, που μας αποχαιρέτισε με το Suzanne και η οποία έκλεισε την παράσταση με μια θεατρική χειρονομία, γονατίζοντας μπροστά στο κοινό, πρόσφερε σε ένα κορίτσι το λουλούδι που στόλιζε τα μαλλιά της.
Πριν κλείσουμε, δεν θα μπορούσαμε λησμονήσουμε την πενταμελή Original Nina Simone Band, με τρία από τα μέλη της παλαίμαχους μουσικούς, συνοδοιπόρους της Nina Simone για πάνω από τριάντα χρόνια. Η μπάντα, αν και στα μετόπισθεν της παράστασης, με ένα-δυο σόλο (πιάνο, κρουστά, κιθάρα) μας έδωσε ένα δείγμα της αξίας και της πορείας της. Παρόλα αυτά, μάλλον θα θέλαμε μια πιο ενεργή παρουσία της ορχήστρας στη βραδιά, καθώς φάνηκε ότι ο ρόλος της ήταν περισσότερο συνοδευτικός των τεσσάρων κυριών. Κι όμως, μουσικούς με τέτοια ιστορία και αίγλη θα θέλαμε να μπορούμε να τους έχουμε γνωρίσει καλύτερα.
Απ' την άλλη, μας άρεσε πολύ η επιλογή τραγουδιών όπως τα Work Song, Old Jim Crow, To Be Young Gifted And Black και Four Women, με τα οποία η Nina Simone τραγούδησε τα δεινά και τους αγώνες των αφρο-αμερικανών συμπατριωτών της, και όλων όσων βίωσαν και βιώνουν τη φτώχεια την εκμετάλλευση και το ρατσισμό, τραγούδια που σημάδεψαν ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής και της μουσικής της.
Τέλος, δε σας κρύβουμε ότι μας έλειψαν τραγούδια όπως τα Mood Indigo, Go to Hell, Ain't Got No-I Got Life. Παρόλα αυτά, δεν είχαμε την απαίτηση να ακούσουμε όλα τα αγαπημένα μας κομμάτια στο αφιέρωμα μιας βραδιάς, θα ήταν άλλωστε ανέφικτο με τέτοια μακρά δισκογραφία. Αυτό που όμως πραγματικά προσδοκούσαμε από την παράσταση ήταν η ύπαρξη μιας πιο φορτισμένης ατμόσφαιρας, μέσα στην οποία θα νιώθαμε κατά κάποιο τρόπο την παρουσία της Nina Simone κάπου ανάμεσά μας, να σιγοψιθυρίζει τα τραγούδια της και να γαληνεύει στην πόλη που της επέτρεψε πριν από μερικά χρόνια να αποκοιμηθεί γλυκά. Ελπίζουμε λοιπόν, ότι το αφιέρωμα θα επιστρέψει σύντομα, έχοντας μαζέψει τα σημεία που το πρόδωσαν, και ακόμη πιο πλούσιο και ολοκληρωμένο θα μας μυήσει στον κόσμο της Nina Simone, που άλλωστε παραμένει αστείρευτος και σίγουρα αξεπέραστος.