Η Sama’ Abdulhadi στο Ωδείον Αθηνών
Παλαιστινιακές μαντίλες να ανεμίζουν σε ρυθμούς ρέιβ. Δεν είναι κάτι που το συναντάς κάθε μέρα, ειδικά στους καιρούς μας. Ο Βασίλης Παπαδόπουλος ήταν εκεί και κατέγραψε
Τρίτη εμφάνιση της Sama’ στην Αθήνα από το 2018 και η βασίλισσα της τέκνο της Παλαιστίνης μάλλον πλέον διεκδικεί τον παγκόσμιο τίτλο του είδους. Μετά το εκπληκτικό boiler room του 2018 στη Ραμάλα της Παλαιστίνης, σίγουρα όσοι βίωσαν την εμπειρία του live στο Ωδείον Αθηνών στις 14-11-2021, θα αναζητούν να ξανανιώσουν την ένταση της ημέρας αυτής. Έχοντας ξεκινήσει πριν από δέκα περίπου χρόνια για να κάνει το κέφι της με μια παρέα ανθρώπων στην πατρίδα της, τα τελευταία τρία χρόνια έχει γίνει πλέον διάσημη, έτσι ώστε μάλλον να μη τη χωρά η μικρή και μάλλον δυσανεκτική, για αυτό το κατεξοχήν δυτικό είδος μουσικής, Παλαιστίνη.
Το σετ διήρκεσε τρεις και πλέον χορταστικές ώρες και παρόλ’ αυτά το κοινό χόρευε ακατάπαυστα έως το τέλος, με ένα εκπληκτικό encore από mix με αραβικό κομμάτι που πολύ θα ήθελα να καταγράψω με shazam αν μπορούσα. Ριπές πρίμων εναλλάσσονταν με δονήσεις μπάσων, που έκαναν τους τοίχους του Ωδείου να τρίζουν, τα κορμιά να πάλλονται στο ρυθμό, τα φλας και τα βίντεο να ανάβουν και να καταγράφουν αυτές τις ανεπανάληπτες στιγμές.
Η σημαία της Παλαιστίνης να ανεμίζει στο κοινό, οι παλαιστινιακές μαντίλες να δίνουν και να παίρνουν σε ένα live αξέχαστο. Είναι να απορεί κανείς πως μια Παλαιστίνια έχει αφομοιώσει όλη τη rave κουλτούρα, προσφέροντας τέτοιου επιπέδου μουσική. Είναι να απορεί κανείς πως στέκεται αυτή η κοπέλα στην πατρίδα της, θυμίζοντάς μας το ατυχές περιστατικό της σύλληψης και κράτησής της πέρσι το Δεκέμβριο, όταν έπαιξε σε πολιτιστικό κέντρο δίπλα σε τζαμί στην Ιεριχώ της Δυτικής Όχθης, για να συλληφθεί και κρατηθεί για οκτώ ημέρες, αφού μαινόμενοι ισλαμιστές θεώρησαν ότι μολύνει τα θρησκευτικά τους ήθη. Και πραγματικά δεν ξέρει κανείς τι να τη συμβουλέψει. Να μείνει και να παλέψει στην πατρίδα της, που μάχεται την ισραηλινή κατοχή, αλλά και ταυτόχρονα κυριαρχείται από την παράδοση του Ισλάμ που είναι αφιλόξενη στο μουσικό είδος που τόσο αγαπά, ή να φθάσει στη Δύση και να μείνει μια εξόριστη καλλιτέχνιδα, περιζήτητη στα boiler rooms του Βερολίνου ή της Νέας Υόρκης.
Δεν ξέρω τι να πω. Και μετά σκέφτομαι και την εμπειρία μια συναυλίας - boiler room στην Ελλάδα του κορονοϊού. Κοιτούσα δίπλα μου τους συμμετέχοντες και τις συμμετέχουσες, καθαρά νεανικά πρόσωπα γεμάτα χαρά και ευτυχία, και σκεφτόμουν ότι θα το βγάλει το live κάνα Σκάϊ ως κορονοπάρτυ χθες από νεαρούς στην Αθήνα, ωσάν τη πλατεία Αγ. Γεωργίου και την πλατεία Βρανάβα και πώς θα υπερασπιστείς τους οργανωτές;
Κι οι οργανωτές ήταν απόλυτα άξιοι και άξιες, όπως όλες τις φορές του Plisskën. Μπορεί να γίνει rave party με τέτοια ευταξία (βεστιάριο full), εξαερισμό (τι καλά όταν τοποθέτησαν μπροστά στη Sama’ ανεμιστήρα να τη δροσίζει για να συνεχίζει να μας δονεί) και πλήρη και κανονικό έλεγχο πιστοποιητικών κορονοϊού; Συνάδουν όλα αυτά με τη ροκ φιλοσοφία; Μάλλον ναι, εξάλλου η ίδια η Sama’ μας καλούσε να ροκάρουμε. Και μάλλον το έχει ζήσει στο πετσί της, πολύ περισσότερο από καθένα το ροκ.
Παρακολούθησα το live με ένα φίλο, too old to rock’n’roll, too young to die, όπως πάντα, από το χαλεπό για το κλασικό ροκ 1976. Έβγαινε τότε το punk, σήμερα δεν ξέρω τι βγαίνει, αλλά κάπου μέσα από το Ωδείο ξεπρόβαλλε η φρεσκάδα της Sama’. Είναι αυτή το νέο, δεν είναι, μικρή σημασία έχει.
Εξάλλου και μόνο το γεγονός ότι δόθηκε συναυλία (live set) στο Ωδείο Αθηνών (έτος ιδρύσεως 1871), στο υπόγειο του κτιρίου που ξεκίνησε να ανεγείρεται το 1976 και παρέμενε ημιτελές έως πρόσφατα, μαρτυρεί ότι κάτι γεννιέται. Το κτίριο που δεσπόζει στη Βασ. Κωνσταντίνου, σε σχέδια του Ιωάννη Δεσποτόπουλου, κλασικό δείγμα μοντερνισμού της σχολής Bauhaus, ξεκίνησε παράδοξα να ανασχεδιάζεται τη βαθιά εποχή των μνημονίων (2012-2013), για να ξεκινήσουν οι εργασίες ανακαίνισης ακριβώς πριν τον κορονοϊό (Μάρτιο 2020) για να βρει σιγά – σιγά το βηματισμό του. Έως πρόσφατα, ακόμη και τη μέρα του live, ήταν στέκι skater-άδων, που δεν θέλουν και πολύ να μπουν στο κλίμα ενός techno live set που δονούσε το κτίριο. Ελπίζουμε ότι η ολική ανακαίνισή του δεν θα τους διώξει, όπως επίσης ελπίζουμε αυτός ο χώρος να ανοίξει σε όλες τις μουσικές και μουσικούς της Ελλάδας και του κόσμου.
Αξίζουν συγχαρητήρια στα παιδιά του Plisskën για την επιλογή του χώρου και την όλη διοργάνωση. Δίκαια εξάλλου γέλαγαν σαν μικρά παιδιά όταν έκλεινε η συναυλία, πολύ μετά τα μεσάνυχτα που είχε προγραμματιστεί, για να πάρει ο καθένας το δρόμο για το σπίτι του. Θα ξανανταμώσουμε. Σίγουρα και με τη Sama’ (αν δεν την φάνε), και με το Ωδείο και με το Plisskën.
- - -
Φωτογραφίες - Γιώργος Τσαρμπόπουλος