Διαδρομές αμφιρρέπειας ανάμεσα στο beat και το πείραμα
Δεύτερη φορά Jlin Αθήνα με... 'Akoma' έναν νέο δίσκο και πάλι για τις λίγες του κοινού. Μεταξύ αυτών και η Ελένη Φουντή
Εννοείται ότι πήγα στο Ωδείο θεωρώντας ότι η Jlin ντεμπουτάρει στην Αθήνα. “Συναυλιακό” απωθημένο μου είναι δεν θα το έπαιρνα χαμπάρι αν είχε ξανάρθει; Τρέχοντας θα πήγαινα. Προς επίρρωση και η συνέντευξή της στην ‘Καθημερινή’ λίγες μέρες πριν:
“- Στην Αθήνα έχεις έρθει ξανά;
- Όχι, θα είναι η πρώτη φορά”.
Και έχει λέει και μια ιδιαίτερη σύνδεση με την πόλη γιατί η νονά της ήταν Ελληνίδα. (Στο μεταξύ τρεις μέρες μετά τη Jlin είχα εμπειρία ζωής βλέποντας στον ίδιο χώρο τον Dave Holland - ανυπολόγιστο μέγεθος της τζαζ - με τους Jaleel Shaw και Eric Harland και μας είπε και ο Holland ότι έχει Ελληνίδα νύφη ή κουνιάδα - θα σας γελάσω τι εννοούσε με το sister-in-law. Ζούμε μεγάλες στιγμές).
Πολύ ωραία λοιπόν, πάμε Ωδείο για #πρώτη_φορά_Jlin.
Όταν μπήκα στο αμφιθέατρο ξαναέζησα για λίγο στιγμές Kinky Kong και Knot Gallery πριν 15 χρόνια (με αρκετή φαντασία βέβαια) που μαζευόμασταν 40 άνθρωποι όλοι κι όλοι για να δούμε τον Rafael Anton Irisarri (που τώρα θα ήταν sold out), τον Machinefabriek (που λογικά πάλι 40 άτομα θα μάζευε) και τον Tim Hecker (πανέτοιμος για Ηρώδειο με ορχήστρα αυτός). Μα πού είναι ο κόσμος; Εμείς οι 30 θα είμαστε; Ωστόσο ο Echo Canyon, κατά κόσμον Δημήτρης Πατσαρός, τα έδωσε όλα σε ένα ρέον, ενιαίο breakbeat set με abstract δομές και σαφή dancehall προσανατολισμό. Όπως ήταν σκυμμένος κάτω από το καπελάκι του μου θύμισε μια νεότερη εκδοχή του Amon Tobin. Ωραία ενέργεια, εφευρετικότητα, αδυσώπητα beats. Ευχαρίστως θα τον ξανάκουγα, κατά προτίμηση όμως όρθια με μπύρα στο χέρι σε έναν πιο ζεστό χώρο. Δεν ξέρω γιατί αλλά το Ωδείο Αθηνών, παρότι άνετο και βολικό venue ικανού μεγέθους ώστε να μπορεί να σηκώσει το βάρος ενός Dave Holland αλλά όχι υπέρμετρα μεγάλο ώστε να υπάρχουν σημεία από όπου δεν βλέπεις, ομολογώ ότι μου φαίνεται λίγο ψυχρό.
Διάλειμμα, γεια εδώ κι εκεί και τότε ένας φίλος μου έσκασε τη βόμβα: “και στην Αγγλικανική Εκκλησία το 2017 ήταν εξαιρετική η Jlin”. Δεν πρόλαβα να σοκαριστώ που δεν πήρα είδηση τέτοιο πράγμα (και μάλιστα σε χώρο όπου την ίδια περίοδο πηγαινοερχόμουν), γιατί το ότι δεν το θυμάται η ίδια προηγείται όσο να πεις. Επέστρεψα στη θέση μου χωρίς να χαλάσω τον ενθουσιασμό του φίλου, αλλά μια μικρή απογοήτευση δεν την απέφυγα. Λες να ξεχάσει και τη σημερινή βραδιά σε λίγα χρόνια;
Κι όμως είμαι ακόμα εδώ που είπαν και οι Ξεσσαλονικείς, οπότε ας είναι. Στο μεταξύ προστέθηκαν μόλις 20 - 30 άτομα στο κοινό. Εγώ θεώρησα ότι μία τόσο πρωτοπόρα και προβεβλημένη μορφή της σύγχρονης πειραματικής ηλεκτρονικής δεν θα είχε δυσκολία να γεμίσει έναν μετρίως άνετο χώρο της Αθήνας αλλά φευ, το εγχώριο κοινό της experimental electronica γύρισε επιδεικτικά την πλάτη στην Jlin. Βρισκόμουν στη δεύτερη σειρά, πολύ μπροστά δηλαδή και την παρατηρούσα σχολαστικά. Δεν έδειχνε αιφνιδιασμένη, ούτε έμοιαζε να την απασχολούν ιδιαίτερα τα άδεια διαζώματα. Ξεκίνησε με το “Summon” από τον τελευταίο της δίσκο “Akoma” (ουδεμία σχέση με το δικό μας επίρρημα· σημαίνει “καρδιά” σε διάλεκτο της Γκάνας), ένα περίεργο κομμάτι με επιμελώς αμήχανα έγχορδα και ασύνδετους ρυθμούς, ασπόνδυλο σχεδόν, που θα μπορούσε να ανοίγει μία underground ταινία τρόμου, αλλά ρέπει και προς μια chamber music αυστηρότητα. Αμφιρρέπει δηλαδή. Και γενικότερα τη Jlin ακολουθεί η αμφιρρέπεια, καθώς η ίδια εξισορροπεί τους ρόλους της παραγωγού και της συνθέτριας και η μουσική της μοιάζει μετέωρη ανάμεσα στη dancehall και την avant-garde παράδοση. Ίσως αυτή η αμφιθυμία να προβληματίζει και να φέρνει σε δύσκολη θέση τον κόσμο που επέλεξε να μην την τιμήσει με την παρουσία του. Η Jlin αντλεί στοιχεία από χορευτικές μουσικές του δρόμου, τα αποδομεί και στη συνέχεια τα ανασυνθέτει φτιάχνοντας ένα νέο δικό της footwork, ενημερωμένο επιπλέον με τα προσωπικά της ακούσματα κλασικής μουσικής και τζαζ. Αυτά τα πράγματα ακούγονται στη μουσική της, απαιτούν προσήλωση από τον θεατή για να γίνουν αντιληπτά και φάνηκαν τις προάλλες στο Ωδείο. Και ήταν και Δευτέρα! Όχι ακριβώς η καταλληλότερη μέρα της εβδομάδας για συναυλίες συνθετριών footwork που συνεργάζονται με τον Philip Glass και τους Kronos Quartet, τον William Basinski και τη Bjork.
Χαμογελαστή και ήρεμη, αμέσως μετά το αινιγματικό εναρκτήριο κομμάτι ξεδίπλωσε απότομα ένα εγκεφαλικό και πολύ πυκνό σετ, σαν ζαλιστικό μωσαϊκό, σαν να ήθελε να μας υπνωτίσει πρώτα και μετά να μας πάρει και να μας σηκώσει. Κάθε δευτερόλεπτο που περνούσε, η Jlin έβαζε όλο και περισσότερες ιδέες και περίτεχνες λεπτομέρειες στη μουσική της, γεφύρωνε tribal και αφρικανικούς ρυθμούς με υποψίες κλασικισμού και τζαζ, άλλαζε βίαια το ρυθμικό μοτίβο. Αμφιταλαντευόμενη ανάμεσα στο beat και το πείραμα, ανατρέχοντας και στο υλικό των προηγούμενων δίσκων της, η Jlin διέπρεψε στο προσφιλές της παιχνίδι της αμφιρρέπειας βάζοντας τους εγκεφάλους μας να αποκωδικοποιούν αδιάκοπα πληροφορία κι εμάς σε κατάσταση απελπισίας που αναγκαζόμασταν να την ακούμε καθιστοί. Έπρεπε να σκεφτείς αλλά ήθελες να χορέψεις. Μήπως αυτή την αντίθεση δεν δηλώνει και το “Precision of Infinity”; Πόσο precise δηλαδή είναι το άπειρο; Πόσο χορευτικό το abstract broken beat;
Σε αυτή ακριβώς την αμφιβολία, αμφιθυμία και αβεβαιότητα έγκειται βέβαια η μοναδικότητά της. Το λάιβ ξεκίνησε με τόσα ερωτηματικά και αστερίσκους για μένα (συν το μίνι σπάσιμο που κοιμόμουν όρθια όταν ξαναήρθε το 2017) και στην πορεία με συνεπήρε. Ξέχασα τη δυσκολία μου να αποσυνδέω τα Ωδεία από το ντικτέ, ξέχασα το ξενέρωμα του “πρώτη φορά στην Αθήνα”, ξέχασα ότι ήταν Δευτέρα. Δεν υπήρχε τίποτα παρά μόνο το καθησυχαστικό χαμόγελο της Jlin και τα μάτια της που έλαμπαν πίσω από τα γυαλιά της. Ήταν σαν να μου έλεγε “σε έφερα σε ένα sci-fi κλαμπ κι εσύ ασχολείσαι με κάτι πράγματα μικρά”.
Τέλος. Βγήκαμε από την αίθουσα. Έψαξα να τη βρω, κατά προτίμηση μαζί με κανέναν δίσκο της, αλλά εις μάτην. Πουθενά η Jlin πουθενά και το merch. (Πράγμα που επαναλήφθηκε ατυχώς και στην περίπτωση του Dave Holland τρεις μέρες αργότερα. Γενικά το Ωδείο μου φέρνει λίγη γκρίνια νομίζω).
Την εντόπισα τελικά να φεύγει από το Ωδείο σαν κυνηγημένη. Η υποψία επέστρεψε. Λες όντως να έρθει σε άλλα 5-6 χρόνια και να δηλώνει εκ νέου κατενθουσιασμένη που επισκέπτεται για πρώτη φορά στην Αθήνα; Στατιστικά βέβαια είναι ισχνή η πιθανότητα να πέσει και δεύτερη φορά στην ίδια ακριβώς παράδοξη πλάνη. Α ναι, η Jlin είναι και σπασικλάκι των μαθηματικών. Πώς να μην την αγαπήσεις και γι’ αυτό; Νέα μετατόπιση σκέψης στο sci-fi κλαμπ, στο συναρπαστικό ζαλιστικό μωσαϊκό ψηφίδων αμφιρρέπειας που έζησα πριν λίγα λεπτά. “Εδώ παρακολούθησες real-time το μέλλον της ηλεκτρονικής να εξυφαίνεται μπροστά σου κι εσύ ασχολείσαι με κάτι πράγματα μικρά”.
Έτσι είναι, ας έρθει ξανά και ας ξεχάσει και το όνομά της.