Live @ The Dome
John Maus, Μαρία Φλέδου, Άρης Καραμπεάζης. Ένας βρισκόταν πάνω στην σκηνή, μία στην πλατεία και στην ...βρεγμένη ανταπόκριση και ένας στο σχόλιο.
(σ.σ., aka Άρη Καραμπεάζη: αυτή τη φορά με τη θεία μου φίλη μου τη Μαρία από το Λονδίνο δεν συνεννοηθήκαμε τόσο καλά. Θα γράψω κάτι πολύ καλό για τον John Maus μου είπε, ο John Maus είναι απατεώνας της είπα, μην ασχολείσαι, την έχω πατήσει μέχρι και εγώ, όχι θα πάω και στο live του και θα γράψω, ε τότε γράψε και θα ‘αναλάβω’ εγώ τον δίσκο. Και κάπως έτσι βρεθήκαμε με δύο review για το νέο άλμπουμ του John Maus –που υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν θα ασχολούνταν κανένας εδώ στο Mic του 2017 και με ένα live review που –mea culpa- παρουσιάζεται με εξαιρετική χρονοκαθυστέρηση. Το review της Μαρίας το βρήκα εξαιρετικό και του the point, παρά την συναισθηματική- ιδεολογική ακράτεια, και για να το λέω εγώ, έτσι θα είναι. Συνεπώς, ας ανταλλάξουμε ελαφρά πυρά στα επί σκηνής τεκταινόμενα του pop διανοούμενου από την Minnesota, καθώς μερικοί ακόμη γελάνε από το 2011 μέχρι σήμερα).
Παραμονές Halloween και έναρξη εορταστικού τριημέρου η Παρασκευή 27 Οκτωβρίου φέτος (σ.σ. και του χρόνου να είμαστε καλά). Ανηφορίζουμε κατά τις 8 το Tufnell Park Road με τον συγκάτοικό μου πλέον Polygrains (σ.σ.: φέρελπις όχι-και-τόσο νέος εκπρόσωπος της ξενιτεμένης εγχώριας ελεκτρόνικα, που έχει το προνόμιο να εντυπωσιάζει τον Πάνο Πανότα) κατευθυνόμενοι προς το γειτονικό μας Dome. Εκεί μαζί με γκρουπ αγαπημένων μου ανθρώπων πρόκειται σε λίγο να ξαναδώ τον John Maus στην ίδια ακριβώς σκηνή μετά από 6 χρόνια. (σ.σ.: οι φίλοι είναι αυτό που μένει στη ζωή Μαρία, όλα τα υπόλοιπα θα τα φάνε οι κληρονόμοι).
Φτάνουμε πάνω στην ώρα για τον συμπαθέστατο GaryWar (σ.σ.: δεν τον ξέρω), ο οποίος και πάλι τον συνοδεύει στο τουρ του, ωραίος, αλλά όχι πως άλλαξε και πολύ στο διάστημα που μεσολάβησε (σ.σ.: ε ναι, όχι σαν τον John Maus που το γύρισε στο black metal).
Το επόμενο support το χάνουμε καπνίζοντας και συζητώντας για την κατάντια του Morrissey (σ.σ.: σαν στίχος του Δεληβοριά ακούστηκε αυτό) και τελικά επιστρέφουμε για να λάβουμε θέσεις μετά από μία γρήγορη στάση στο μπαρ. Σε αυτή τη φάση το γκρουπ χωρίζεται στα δύο: στον σούπερσταρ Μαρκ και εμένα που στηνόμαστε μπροστά ανυπομονώντας να ξαναζήσουμε μαζί το John Maus experience και στους/στις υπόλοιπες που παίρνουν απόσταση ασφαλείας.
Σε αυτό το σημείο πρέπει να πω για όποιον δεν τον έχει δει, ότι τα performances του είναι γενικά έντονα από την πλευρά του και συνήθως αυτό ανταποδίδεται από το κοινό. Οκ, δεν ακούω μέταλ άρα δεν ξέρω τι θα πει ξύλο κτλ. (σ.σ. εμείς που τον είδαμε και βρήκαμε κάπως πιο ενδιαφέροντα τα αυτοκίνητα που περνούσαν από έξω, έστω και αν δεν μπορούσαμε να τα δούμε, πρέπει να ανησυχούμε για την ...κατάντια μας;)
Το πρώτο πράγμα που παρατηρούμε πριν ακόμη βγει ο ίδιος στη σκηνή, είναι το σετ-απ: υπάρχει μπάντα, τρεις ολόκληροι έξτρας. Ομολογώ ότι μας κακοφαίνεται λίγο στην αρχή αλλά λέμε να τους δώσουμε μία ευκαιρία. Και τελικά, συγκίνηση, ο John ξαφνικά πετάγεται μπροστά μας (σ.σ.: παντελώς αναπάντεχο, κανείς δεν το περίμενε να συμβεί κ.λ.π). Αυτή τη φορά το μόνο που έχει να κάνει, αντί να τρέχει να πατάει κουμπάκια κάθε 5 λεπτά, περιλαμβάνει ένα μικρόφωνο και την ανεξάντλητή του ενέργεια. (σ.σ. ενεργείται στα live του ο John Maus δηλαδή; Ε, κάποιος έπρεπε να πάρει τη θέση του αδικοχαμένου του G.G. Allin).
Ξεκινάει καθώς από κάτω ακούγεται ένα σχεδόν ομόφωνο 'I love you John' για κάνα 5λεπτο, το οποίο τελικά διακόπτεται από το πρώτο και παντοτινό του χιτ 'Maniac' και ό,τι αυτό φέρνει μαζί του (σ.σ.: ένα παντοτινό χιτ με τον τίτλο Maniac υπάρχει και αυτό το ξέρει πολύ καλά ο John Maus μιας και το έχει ξεσηκώσει αρκούντως σε τραγούδια του που δεν τα λένε ‘Maniac). Λίγο μετά ακολουθεί το εξίσου crowd pleasing 'Rights for gays'. Στη συνέχεια έχουμε ένα σετ relentless, κατά τη διάρκεια του οποίου ακούμε τα πάντα, από πολύ παλιά αγαπημένα όπως το 'Time to die', μέχρι ολοκαίνουρια κομμάτια από το τελευταίο του άλμπουμ που κυκλοφόρησε την ίδια μέρα. Δεν μπορώ να σας δώσω με βεβαιότητα το ακριβές setlist (το μοναδικό χαρτί που υπήρχε μπροστά μου το παρέσυρε μαζί του ο αφηνιασμένος τύπος που όρμηξε στη σκηνή, καθώς πάλευε με τους σεκιουρητάδες). Με επιφύλαξη λοιπόν θέλουμε να πιστεύουμε ότι το άγνωστο κομμάτι στο οποίο χτυπηθήκαμε ήταν το 'Pets'.
Επίσης ο απανταχού παρών κινηματογραφιστής μάλλον έφαγε αρκετό ξύλο για να μην έχει ανεβάσει ακόμη όλο το live στο YouTube. Βλέποντας τον εκεί μπροστά στημένο από νωρίς με την κάμερά του (σ.σ.: ορθή χρήση του δεύτερου τόνου στη λήγουσα) σκέφτηκα τις τόσες φορές που ο John έχει μιλήσει για την νευρικότητα του όταν βρίσκεται επί σκηνής, η οποία εντείνεται όταν συνειδητοποιεί ότι τον αποθανατίζουν. Σε αυτή την ανασφάλεια και το angst οφείλεται αυτή η χαρακτηριστική σκηνική του παρουσία, στην οποία αυτή τη φορά παρατήρησα κάτι λίγο διαφορετικό. Η παρουσία της μπάντας φάνηκε να τον απελευθέρωσε και να τον έφερε και λίγο πιο κοντά στο κοινό του (σ.σ.: συνεπώς κάτι ήξερε ο Jerry Garcia και μάζευε 20-30 νοματαίους επάνω στη σκηνή, αλλά αυτά δεν μας τα λέτε οι πολέμιοι του δεινοσαυρικού ροκ...).
Έτσι λοιπόν στο κλασσικό πλέον 'Cop Killer', φάνηκε να ευχαριστιέται ιδιαίτερα το sing along, ίσως βέβαια και επειδή τόσα χρόνια μετά δεν χρειάζεται να είναι πια απολογητικός σε σχέση με το τι εννοεί μες το εν λόγω κομμάτι και γιατί το έγραψε (σ.σ.: τον μπερδεύεις με τον Ice T, αλλά εδώ σου επιτρέπουμε να μιλάς έτσι για τον Morrissey, σε αυτό θα κολλήσουμε;). Το 'Touchdown' έγινε instant classic δίπλα στα 'Quantum Leap' και 'Believer' και κάπου ενδιάμεσα σαν να ακούστηκε και το 'The Crucifix'. Η πιο όμορφη όμως στιγμή αυτού του gig για μένα ήταν το έτσι κι αλλιώς υπέροχο '...And the Rain'. Με το που αρχίσαμε να μουρμουρίζουμε somebody tell me the truth, ο John πλησίασε προς το μέρος μας και λίγο πριν το ρεφρέν, κάνοντας σχεδόν eye contact, μας έκανε νόημα να τραγουδήσουμε πιο δυνατά, ενώ η δική του φωνή ακουγόταν τόσο καθαρή και δυναμική, που προς στιγμήν το βούλωσα για να μπορέσω να τον ακούσω όσο πιο καθαρά γινόταν. Και φυσικά όταν έφτασε η στιγμή του χορωδιακού it rains on everyone ξανάρχισαν τα 'I love you John' καθώς έφευγαν μπύρες δεξιά και αριστερά και αναγκάστηκα να αποχωριστώ κι εγώ τη δική μου.
Ο John Maus και τα live του μπορεί να είναι love or hate, αμφιβάλλω αν κανείς μπορεί να νοιώσει κάτι ενδιάμεσο (σ.σ.: ή έστω αν προλάβει να νοιώσει κάτι). Για μένα είναι από τα καλύτερα live acts, με παρασέρνει κυριολεκτικά κάθε φορά που τον βλέπω στην υστερία και την κοινωνικοπάθεια του που τελικά καταφέρνει και λειτουργεί επικοινωνιακά όταν βρεθεί ο κατάλληλος αποδέκτης. Και εμείς τελικά με αυτή την αίσθηση φύγαμε εκείνο το βράδυ από το Dome, όχι απλά πήραμε την απαραίτητη δόση μας μέχρι να τον ξαναδούμε, αλλά μία ασυνήθιστα θερμή τριβή μαζί του (σ.σ.: σε 20 χρόνια προβλέπεται να γράφονται review για τα live του John Maus υπό το χασταγκ #me_too). Και μπόνους τα καλύτερα του φωνητικά ever, χωρίς φυσικά να λείπουν τα σπασμωδικά ουρλιαχτά που όλοι κι όλες λατρέψαμε εξ αρχής. Φαίνεται ότι η μπάντα, η οποία και θα παραμείνει επ' αόριστον, δεν ήταν όσο παράταιρη όσο αρχικά μας φάνηκε, λειτούργησε πάρα πολύ θετικά και του έδωσε εκτός από ελευθερία κινήσεων και ένα έξτρα level of punk-ness. Ο John ήταν πραγματικά καλύτερος από ποτέ (σ.σ.: πράγμα όχι εξαιρετικά δύσκολο, αν κρίνουμε από προηγούμενες εμφανίσεις του).
Το τέλος βρίσκει εμένα και τον Μαρκ, τους τελευταίους 40άρηδες standing, μούσκεμα και hyper και πιο πίσω την κουμπάρα μου (σ.σ.: μία πινελιά Ρετιρέ σε αυτό το κατά τα άλλα καταστασιακό pop κείμενο, κάπου εδώ θα έπρεπε να μας πει και για τα άπειρα δώρα-σίδερα στο γάμο) με μάτι να γυαλίζει, σχεδόν μετανιωμένη που πήγε και παντρεύτηκε (σ.σ.: προσέξτε υπάρχει και το google translate για τους αγγλόφωνους γαμπρούς). Μαζέψαμε λοιπόν τους υπόλοιπους και ξεκινήσαμε για τον επόμενο προορισμό μας, το πρώτο Halloween party του τριήμερου κάπου στη γειτονιά, North London σε αγαπώ (σ.σ.: και στην Μπότσαρη μια χαρά ήσουν, μη μεγαλοπιάνεσαι). Εκεί συνεχίσαμε τον χορό μαζί με μέλη γνωστού ανερχόμενου γκρουπ με το οποίο θα ασχοληθώ στο επόμενο άρθρο (σ.σ. – αγωνιούμε).
Και έξω η βροχή έπεφτε. (σ.σ.- κανείς δεν ξεφεύγει από τον Γιώργο Ζαμπέτα, έστω και αν μένει 20 χρόνια στο Λονδίνο και διαβάζει Adorno).