Beyond the noise
Ήρεμη τραγουδοποίια γεμάτη από εσωτερική ένταση, ιστορίες για φίλους, σκέψεις και αναμνήσεις. Της Μαριάννας Βασιλείου
Δεν ξέρω τι είναι καλύτερο από τα δυο. Το να ανακοινώνεται μια συναυλία, να ενθουσιάζεσαι, να τρέχεις να αγοράσεις εισιτήρια και να την αναμένεις πώς και πώς επί μήνες; Ή το να συνειδητοποιείς ότι ένας σπουδαίος μουσικός εμφανίζεται χωρίς πολλές φανφάρες σε έναν μικρό συναυλιακό χώρο μιας πόλης όπου βρίσκεσαι για βόλτα, να παίρνεις εισιτήρια τελευταία στιγμή και να πηγαίνεις στη συναυλία, χωρίς να έχεις ακούσει ούτε νότα από τη δουλειά που σκοπεύει να σου παρουσιάσει; Αυτό μου συνέβη με τη συναυλία του Lee Ranaldo στον Φιλολογικό Σύλλογο "Παρνασσός" της Αθήνας στις 27 Οκτωβρίου. Μεγάλη μου στεναχώρια και συναυλιακό μου απωθημένο είναι το ότι δεν θα δω ζωντανά ποτέ τους Sonic Youth (κάποια άλλη στιγμή θα βρίσω τον Thurston Moore που είχε το θράσος να κερατώσει την Kim Gordon και να βάλει το συγκρότημα στον πάγο), οπότε η εμφάνιση του Ranaldo ήταν εκ των ων ουκ άνευ για μένα.
Ο χώρος είναι πανέμορφος-και ταίριαζε μια χαρά στην ήρεμη τραγουδοποιία του Ranaldo. Το ότι χαρακτηρίζω "ήρεμη" την τραγουδοποιία του δεν σημαίνει όμως σε καμιά περίπτωση ότι η συναυλία δεν είχε ένταση. Άλλωστε, ο Lee έχει περάσει όλη του τη ζωή εξερευνώντας τα όρια του ήχου και μετατρέποντας τον θόρυβο σε μουσική. Δεν υπήρχε λοιπόν περίπτωση να μην μπορέσει να αποδώσει και να μην δημιουργήσει στρώματα ήχου μόνος του με τις κιθάρες του (και το δοξάρι του ενίοτε). Αν αυτό το συνδυάσει κανείς και με τη σωστή και πεντακάθαρη εκφορά του λόγου, που σε άφηνε να καταλαβαίνεις όλους τους στίχους και με την εκ βαθέων παρουσίαση του κάθε τραγουδιού (με τον τίτλο του και με την ιστορία πίσω από αυτό), εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι ήταν αδύνατο να βαρεθείς τη συναυλία. Ή έστω να την αποπέμψεις ως μια προσπάθεια ενός μεσήλικα να αφήσει πίσω του το παρελθόν του με ένα από τα πιο επιδραστικά συγκροτήματα όλων των εποχών.
Καμία απολύτως σχέση. Ο Ranaldo μπορεί να θεωρούνταν πάντα η "ήρεμη δύναμη" και ο τρίτος τη τάξει των Sonic Youth, αυτό όμως δεν σημαίνει επ' ουδενί λόγω ότι δεν ήταν σημαντικός δημιουργός. Άλλωστε αυτός έχει γράψει το "Eric's Trip" από το "Daydream Nation", ένα από τα πιο εμβληματικά κομμάτια τους. Ξαναλέω, πρόκειται για ήρεμη πλέον σόλο τραγουδοποίια, γεμάτη από εσωτερική ένταση όμως. Το ότι απλά καθόταν στο σκαμπό και δεν κακοποιούσε τους ενισχυτές με την κιθάρα, δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να σε καθηλώσει. Με κομμάτια για τους φίλους που έχουν φύγει, για την Xtina, το "τσουλάκι" με τη χρυσή καρδιά της παιδικής του ηλικίας, την πλημμυρισμένη και σκοτεινή Νέα Υόρκη μετά τον Κατρίνα, τις βόλτες με τα παιδιά του στην Ιταλία, την αγαπημένη του σύζυγο. Ας πούμε απλά ότι κάθισε μπροστά σε φίλους του και μοιράστηκε σκέψεις και αναμνήσεις τους. Και οι φίλοι του τον άκουσαν χωρίς να βγάλουν κιχ.
Τη συναυλία άνοιξαν οι Sancho 003, των οποίων τη μουσική και τη δεξιότητά τους εκτιμώ ιδιαίτερα. Και ο Φώτης Σιώτας και ο Κώστας Παντέλης είναι εξαιρετικοί γνώστες του βιολιού και της κιθάρας αντίστοιχα. Δυστυχώς όμως, η συγκεκριμένη εμφάνισή τους μου άφησε την αίσθηση του ανικανοποίητου. Θες να ήταν η λίγη ώρα που έπαιξαν, η οποία δεν τους άφησε να βρουν το ρυθμό τους; Θες να ήταν απροετοίμαστοι για το live, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να συντονιστούν; Η εμφάνισή τους είχε κάποιες θαυμάσιες στιγμές, όπως αυτή που ο Σιώτας χρησιμοποίησε το βιολί και το δοξάρι για να βγάλει ήχο κρουστού (δυστυχώς δεν γνωρίζω αν υπάρχει κάποιος μουσικός ορισμός για αυτό), ήταν όμως λίγες. Προτιμώ λοιπόν να θεωρήσω την εμφάνισή τους αυτή ως μια ατυχή στιγμή τους και να περιμένω να παρακολουθήσω μία δική τους συναυλία.
Αμέσως μετά το live, o Lee είχε σταθεί στο πλάι της εισόδου και δεχόταν συγχαρητήρια από το κοινό. (Δε θα μου βγάλει κανείς από το μυαλό ότι ήθελε πολύ να συνεχίσει να παίζει και ότι ήταν αναγκασμένος να σταματήσει λόγω των κανονισμών του χώρου. Τουλάχιστον αυτή την αίσθηση μου άφησε εμένα η χαμογελαστή του έκφραση στο τέλος της συναυλίας, όταν κατέβαινε από τη σκηνή). Κοντοστάθηκα μια στιγμή, του είπα "συγχαρητήρια και ευχαριστώ" και του ζήτησα να μου υπογράψει το flyer της συναυλίας. Το κοίταξε παραξενεμένος, είπε γελώντας "αυτό είναι της επόμενης εβδομάδας, αλλά δεν πειράζει" και το υπέγραψε. Μόνο το επόμενο πρωί συνειδητοποίησα ότι του είχα δώσει το flyer του επόμενου ονόματος που έφερνε η διοργανώτρια εταιρία! Ελπίζω να γελάει μόνος του με "την άσχετη στην Ελλάδα που δεν ήξερε καν ποιος ήμουν". Εγώ πάντως θα έχω το υπογεγραμμένο flyer στο ψυγείο μου-και κάθε φορά που θα το βλέπω, θα θυμάμαι τη συναυλία και τα κομμάτια του. Και τις ιστορίες που μας έλεγε ανάμεσα σε αυτά.