Η Ρώμη δεν χτίστηκε σε μια μέρα
Παίζοντας πλέον εντός έδρας, το αποτέλεσμα ήταν σχεδόν προδιαγεγραμμένο. Του Τάσου Βαφειάδη
Είναι απολαυστικό να βλέπεις την έκπληξη των μεγάλων ΜΜΕ για τις συναυλίες του ΛΕΞ. Εδώ και πολλά χρόνια τα αντεργκράουντ χιπ χοπ συγκροτήματα μαζεύουν 2.000-3.000 άτομα στις εμφανίσεις τους, κυριολεκτικά κάτω από τη μύτη μας, αφού ελάχιστα από τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης γράφουν ή αναφέρονται σ’ αυτά. Μην πάμε πολύ μακριά. Ο ΛΕΞ μάζεψε στο Θέατρο Πέτρας στην Πετρούπολη 10.000 άτομα το ’19 και οι Βήτα Πεις 15.000 άτομα στο ΟΑΚΑ τον Ιούλιο του ’22, λίγες μέρες μετά την ιστορική (πλέον) εμφάνιση του ΛΕΞ στη Νέα Σμύρνη. Κάπως έτσι φτάσαμε στις 21 Οκτωβρίου του 2022 όπου ο ΛΕΞ κατάφερε να συγκεντρώσει 30.000 κόσμο στο Καυτανζόγλειο στάδιο, κάνοντας μια από τις μεγαλύτερες συναυλίες Έλληνα καλλιτέχνη που έγινε ποτέ στη Θεσσαλονίκη (μάλλον τη 2η, γιατί η μόνη μεγαλύτερη που θυμάμαι είναι του Βασίλη Παπακωνσταντίνου το 1989).
Και αν είναι εντυπωσιακό το πλήθος, ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι πως όλος αυτός ο κόσμος μαζεύτηκε χωρίς απολύτως καμία πληρωμένη διαφήμιση σε τηλεόραση, ραδιόφωνα (που αγνοούν όχι μόνο τον ΛΕΞ αλλά και πολλούς άλλους καλλιτέχνες που μαζεύουν χιλιάδες στις συναυλίες τους, όπως π.χ. οι VIC), περιοδικά και εφημερίδες. Το αναφέρω γιατί δεχόμαστε πλύση εγκεφάλου για άλλες συναυλίες που κόβονται 7-8.000 εισιτήρια και στη συνέχεια σχολιάζονται για μήνες. Όμως εδώ έχουμε κάτι άλλο. Κάτι περισσότερο από διάδοση από στόμα σε στόμα. Μια πραγματικά υπόγεια κοινότητα που όχι μόνο δίνει το παρόν όταν δοθεί το κάλεσμα, αλλά τρομάζει και με το μέγεθός της την υπέργεια πραγματικότητα.
Όλα στη Θεσσαλονίκη έγιναν όπως έπρεπε. Επειδή έχω παραβρεθεί σε πολλές μεγάλες συναυλίες της χώρας, πρέπει να σημειώσω πως η διοργάνωση ήταν άψογη. Δεν είναι απλό να διαχειριστείς 30.000 κόσμο. Ο ήχος ήταν πάρα πολύ καλός. Δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα και καθυστέρηση στο να μπούμε στο γήπεδο και βγήκαμε πολύ άνετα. Υπήρχαν πολλά περίπτερα με μπίρες, οπότε η αναμονή ήταν πολύ μικρή (ακόμα θυμάμαι τις απίστευτες ουρές για μια μπίρα στους Depeche Mode στη Μαλακάσα το ’17). Μόνο στο περίπτερο με τα μπλουζάκια παρατήρησα κάποια στιγμή μια μεγάλη ουρά, αλλά πόσο να το υπολογίζεις από πριν αυτό; Επίσης, η διοργανώτρια εταιρία ανακοίνωσε πως η συναυλία ήταν sold out. Προς τιμή της δεν στρίμωξε τον κόσμο, εκδίδοντας αλόγιστο αριθμό εισιτηρίων και πίσω από τους τελευταίους στο τερέν (μπροστά από το πέταλο), υπήρχε αρκετός ελεύθερος χώρος (ακόμα θυμάμαι το απίστευτο πάστωμα που είχαμε φάει στον Manu Chao στο Λιμάνι το ’14).
Αφού έδωσε βήμα στους απεργούς της Μαλαματίνας και στους φοιτητές για να μιλήσουν για την πορεία κατά της αστυνομικής βίας που θα γινόταν την επόμενη μέρα στην πόλη, ο ΛΕΞ βρήκε στην σκηνή πέντε λεπτά μετά τις δέκα. Για μιάμιση ώρα πηγαινοερχόταν πετώντας τις ρίμες του στον κόσμο, έχοντας ως σκηνικό γκρι πολυκατοικίες, στολισμένες με γκράφιτι και τη στάση Φάληρο του Μετρό. Όλα αυτά, δηλαδή, που τον εμπνέουν να γράψει τους στίχους του· τη χαβούζα της πόλης.
Ο ΛΕΞ δεν θα μπορούσε να ζήσει ή να υπάρξει στην επαρχία ή σ’ ένα νησί. Ζει, κινείται και τρέφεται στον αστικό του ιστό, όπως μια αράχνη στον μεταξένιο της ιστό. Και όπως συμβαίνει με κάθε συνειδητοποιημένο ράπερ της υφηλίου, η πόλη που ζει (και όχι κάποια άλλη) αποτελεί την απόλυτη έμπνευση για τις εικόνες που ζωγραφίζουν οι ρίμες του. Ίσως αυτό ακριβώς –παρόλο που δεν έχω χιπ χοπ ακούσματα– μου κάνει οικείο τον ΛΕΞ. Οι αναφορές του στο Φάληρο, την Β. Όλγας, την Μπότσαρη, περιοχές όπου μεγάλωσα κι εγώ, και οι απόλυτα γνώριμες εικόνες στα βίντεό του, με φέρνουν πιο κοντά στον κόσμο που περιγράφει.
Δεν γνωρίζω πως συμπεριφέρθηκε στην συναυλία του στη Νέα Σμύρνη, αλλά στο Καυτανζόγλειο ήταν σαφές ότι έπαιζε στην έδρα του. Μου φάνηκε πως περίμενε αυτή τη βραδιά περισσότερο και από τον κόσμο. Πολλές φορές φώναξε «Θεσσαλονίκη», άφησε το πλήθος να πει τους στίχους και αρκετές φορές ευχαρίστησε τον κόσμο. Έδειξε πως θέλει να πιεί αυτή τη βραδιά ως τον πάτο, όπως και όλα τα παιδιά που ήταν από κάτω. Στο φινάλε δεν υπήρχε ανκόρ (καλύτερα). Ο ΛΕΞ είπε στους τεχνικούς να κλείσουν τα φώτα στην σκηνή, κάλεσε τον κόσμο ν’ ανοίξει τους φακούς από τα κινητά του (να κάνουμε ένα τρισάγιο στους αναπτήρες) και ξαναείπε σ’ ένα εντυπωσιακό περιβάλλον τα “Όχι σήμερα”, “Τίποτα στον κόσμο” και “Airmax” (λογικά θα δούμε κάποιο σχετικό βίντεο το επόμενο διάστημα).
Αν κάποιοι θεωρούν ότι πολλοί από τους 30.000 ήταν άσχετοι και πήγαν για τη φάση μετά τον χαμό που έγινε στη Νέα Σμύρνη, θα καταθέσω το εξής. Δεν βρισκόμουν στην αρένα όπου ήταν οι πιο σκληροπυρηνικοί οπαδοί, αλλά στις κερκίδες. Όποια στιγμή και να γύριζα το κεφάλι μου, παρέες αγκαλιασμένες φώναζαν με σθένος τους στίχους. Ούτε δήθεν, ούτε πόζες, ούτε τίποτα. Τα λόγια του ΛΕΞ που μιλάνε για τα ακριβά (και απλήρωτα) νοίκια, τη φτηνή εργασία, τις βόλτες στα πάρκα, τους θορύβους της πόλης, τη σαπίλα των πολυκατοικιών, τους κολλητούς του που θεωρεί αδελφούς, τη βία της εξουσίας, εκφράζουν βαθιά τους νέους και τις νέες κάτω των 30 και τα τραγουδούν ως βάλσαμο. Είναι η πραγματικότητα που βιώνουν και όχι η πλαστή, ιλουστρασιόν ζωή που περιγράφουν και προβάλουν στα βίντεό τους άλλοι ραπ/τραπ ερμηνευτές και δεν θα ζήσει ποτέ κανένας.
Τέλος, θα σχολιάσω και κάτι πολύ βασικό για μένα, που οι περισσότεροι που γράφουν για συναυλίες το αμελούν (ίσως γιατί μπαίνουν πάντα τζάμπα). Υπήρχε ένα ενιαίο εισιτήριο (όχι τερτίπια του στυλ early bird, VIP, Gold κ.λπ.) και κόστιζε μόνο 8 €. Καλά, θα μου πείτε ο ΛΕΞ έπαιζε, πόσο θα ήθελες να έχει; Και 10 ή 12 € να το έβαζε, κανείς δεν θα του έλεγε πως ήταν ακριβό, ειδικά αν έχεις κλείσει το μεγαλύτερο γήπεδο της Θεσσαλονίκης. Ωστόσο, συνειδητά, επέλεξε να έχει ένα λαϊκό εισιτήριο (εκτύπωσε κιόλας κάποια) και αυτό θα πρέπει να εκτιμηθεί δεόντως.
Όσοι από εμάς είμαστε άνω των 40, είναι δύσκολο ν’ αλλάξουμε ακούσματα. Ωστόσο, θα πρέπει να έχουμε τ’ αυτιά μας ανοιχτά σε καλλιτέχνες που μπορούν να μαζέψουν 10, 20, 30.000 άτομα σε μια βραδιά, τραγουδώντας, “Με χαιρετάν σε γλώσσες που δεν ξέρω και μ' αρέσει”. Είναι παρήγορο και ελπιδοφόρο.