ΛΕΞ live: ‘Γεννήθηκε στη Σαλονίκη και ξέρει απ’ έξω την διαδρομή’
Μια συναυλία (εν τέλει κι όπως και να 'χει) είναι μια συναυλία είναι μια συναυλία είναι... Οι Άρης Καραμπεάζης και Χριστίνα Κουτρουλού ενώνουν (αλλά και χωρίζουν) τις φωνές τους με τις πολλές που ακούστηκαν γι' αυτήν
Δεν πρέπει να έχει πιάσει μεσάνυχτα. Ο φίλος μου ο Αντρέας Μ. μου είπε ότι κάπου μετά τα μεσάνυχτα έφευγε από ένα Ιταλικό που έτρωγε στην Νέα Σμύρνη, δίπλα στο γήπεδο, και όλοι οι δρόμοι ήταν ήσυχοι και άδειοι. ‘Που ήταν όλος αυτός ο κόσμος ρε μλκ; Οι 25.000; Πότε έφυγε και άδειασε η περιοχή;’.
Δεν μπορώ να του εξηγήσω, επειδή δεν ήταν στη συναυλία. Ομοίως όλη η μπαρουφολογία που γράφτηκε/ακούστηκε/ειπώθηκε τις επόμενες ημέρες, έχει να κάνει με το ότι 3 στους 4 αισθάνονται την ανάγκη-πρεμούρα να πουν κάτι για μια συναυλία στην οποία δεν ήταν εκεί. Τι άλλο θα ζήσουμε δηλαδή; Κι εγώ βέβαια είχα φύγει από τον Dalek στο AN με 40 άτομα μέσα κάπου στο 2010, και βγαίνοντας έξω ήμουν σίγουρος ότι η πόλη έχει καεί και το καθεστώς έχει αλλάξει σε αναρχούμενη δημοκρατία. Συνεπώς ο καθένας και με την μαλακία του, κι εμείς μέσα.
Αφού ξεκαθαρίσουμε, αυτό που μας είναι ήδη γνωστό, ότι δηλαδή μία συναυλία ακόμη και αν πρόκειται να καταλήξει στο κάψιμο του Μεγάρου Μαξίμου και καταχωρηθεί στην ιστορία ως η αφετηρία του τέλους της μαζικής αβελτηρίας, πρώτιστα – και για κάποιους σαν και εμάς πάνω από όλα- θα παραμείνει τίποτε λιγότερο και τίποτε περισσότερο από μία συναυλία. Πάμε σε αυτά το λοιπόν. Τα της συναυλίας δηλαδή.
Δεν πρέπει να έχει πιάσει μεσάνυχτα λοιπόν, καθώς λέγαμε. Και ο ΛΕΞ κατεβαίνει αθόρυβα από την σκηνή. Χαιρετάει, ευχαριστεί. Δεν ξεσηκώνεται, δεν ξεσηκώνει. Απλά φεύγει, προγραμματισμένα θα έλεγε κανείς, υπονοώντας κάτι αρνητικό σε όλο αυτό. Ο φίλος μου ο Κώστας Τ. υποψιάζεται ότι κάτι έγινε και η αστυνομία ‘έληξε’ την συναυλία πριν της ώρας της. ΟΚ, είχαμε πιει κάποιες βότκες παραπάνω και παραπανίσιες.
Όλοι αυτοί, όμως, που τις επόμενες ημέρες, ψέγουν τον τρόπο που αποχώρησε ο ΛΕΞ από την σκηνή, και ορμώμενοι από μια τέτοια ανοησία καταλήγουν στο ότι δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στο πάθος και την ορμή του κοινού του (δηλαδή πρακτικά στα καπνογόνα, που οι ίδιοι κατηγορούν ως ένα απότοκο παρακλάδι του ΜαλαΜανοΤσαουσισμού, εφευρίσκοντας φασαίους εκεί που δεν υπάρχουν), ήταν άραγε στη συναυλία; Και αν ναι τι παραπάνω από εμάς είχαν πιει;
Το πλέον εντυπωσιακό λοιπόν στο live του ΛΕΞ, το βράδυ της Κυριακής αυτής που ο φίλος μου ο Παναγιώτης Μ. έζησε το μεγαλύτερο FOMO της ζωής του, παρότι έβλεπε στο Brixton Academy (το καλύτερο live venue του απ’ εδώ δυτικού κόσμου) το συγκρότημα του δεύτερου μισού της ζωής του (δεν υιοθετώ), ήταν ακριβώς ο δήθεν ‘άχαρος’ τρόπος με τον οποίο τελείωσε. Το ότι έληξε χωρίς δόξα, αλλά δεν έσβησε άδοξα.
Τι γίνεται όταν τα ‘είδωλα’ μας αποχωρούν από τη σκηνή πρόωρα; Όταν μας παρατάνε στα κρύα του λουτρού αρνούμενοι να σβήσουν το άσβεστο πάθος μας; Ε, τι να γίνει; Θα φάνε κράξιμο, ίσως και ροχάλες, ίσως και μπουκάλες. Είτε ο Peter Murphy είσαι, είτε δεν ξέρω κι εγώ ποιος, αν μας αφήσεις σύξυλους με την γκάβλα μας ακόμη στα φόρτε της θα τα ακούσεις; Το λιγότερο, δηλαδή.
Ο ΛΕΞ γιατί δεν τα άκουσε; Γιατί δεν υπήρξε η παραμικρή γιούχα; Γιατί, παρότι ασφαλώς υπήρξαν φωνές και προτροπές για encore και τα ρέστα, εν τούτοις 25.000 κόσμου δεν απαίτησε κάτι τέτοιο με το σεισμικό κύμα που θα μπορούσε να δημιουργήσει; Γιατί όλοι έφυγαν ‘γεμάτοι’ και χωρίς κάτι να έμεινε που να ήθελαν και να μην υπήρξε;
Όχι γιατί έτσι, ασφαλώς. Και όχι έτσι τυχαία. Η απάντηση είναι ότι ο ΛΕΞ σε μιάμιση μόλις ώρα, χωρίς εκρήξεις, χωρίς κορυφώσεις, χωρίς άσσους στο μανίκι και εν τέλει χωρίς πολλά πολλά, είχε ήδη δώσει αυτό για το οποίο μαζεύτηκαν τέλος πάντων αυτές οι περιβόητες 25.000 κόσμου.
Είχε δώσει μια συναυλία ΛΕΞ. Τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο. Σε αυτήν την ‘μόλις μιάμιση ώρα’ χώρεσαν τα πάντα και δεν έμεινε τίποτε από έξω είτε από τον κόσμο του ΛΕΞ, είτε από τα θέλω των οπαδών του ΛΕΞ. Όποιος δεν το καταλαβαίνει, δεν ξέρει που πατά και που πηγαίνει (στην τρίτη αναφορά σε Σαββόπουλο, αυτό το κείμενο θα αυτοκαταστραφεί ή τέλος πάντων θα λήξει πρόωρα, σαν συναυλία του ΛΕΞ).
Ο ΛΕΞ δεν ξέχασε τίποτε και δεν άφησε από έξω τίποτε. Ακούσαμε (αν θυμάμαι καλά) όλο τον τελευταίο του δίσκο (λογικό έτσι; κυκλοφόρησε πριν λίγες εβδομάδες και μας απασχόλησε κάπως παραπάνω από αυτόν του Kendrick Lamar, που βγήκε την ίδια μέρα), τα περισσότερα και σίγουρα όσα θέλαμε να ακούσουμε από τον αμέσως προηγούμενο (και ενδεχόμενα για πάντα καλύτερο του) δίσκο και όχι και λίγα πράγματα από τον πρώτο. Θεωρητικά λοιπόν ζητάμε να μας παίξει και τον επόμενο δίσκο του, πράγμα που θα ήταν πρωτότυπο μεν, ανέφικτο δε, αν σκεφτεί κανείς ότι ο τελευταίος βγήκε παραπροχθές.
Σε επίπεδο παραγωγής το live του ΛΕΞ στη Νέα Σμύρνη, θεωρώ ναι. Θα πρέπει να μείνει στην ιστορία. Όχι με τον τρόπο που έμειναν οι συναυλίες του Μίκη Θεοδωράκη στις πρώτες ανάσες της μεταπολίτευσης, και σίγουρα όχι με τον τρόπο που έχουμε στη μνήμη μας χαραγμένο κάθε live του Βασίλη Παπακωνσταντίνου από το Ζωντανά Ηχογραφημένο στο Φάληρο και μετά. Όσοι πηγαίνουν στο γήπεδο, ξέρουν ότι όλα τα γήπεδα δεν είναι ίδια. Και ότι κάποιες ομάδες μπορεί να μην παίζουν την καλύτερη μπάλα, αλλά θέλεις να είσαι εκεί κάθε Κυριακή και να τις βλέπεις.
Αυτό το live του ΛΕΞ λοιπόν θα πρέπει όχι μόνον να μείνει στην ιστορία, αλλά και να διδάσκεται ως case study σε εταιρείες παραγωγής, μπάντες και οπαδούς, ακριβώς επειδή παρότι τελικά κατέληξε να απευθύνεται σε 25.000 κόσμο, όχι μόνον απέφυγε, αλλά στην κυριολεξία απέκλεισε, κάθε είδους λούπα εξαναγκασμένης μαζικότητας. Ο ΛΕΞ μάζεψε 25.000 κόσμο και πέραν δύο υποτυπωδών video wall (πως αλλιώς σε έναν τέτοιο χώρο;) επέλεξε -αυτός και η ομάδα παραγωγής του ασφαλώς- να μην χρησιμοποιήσει έστω και ένα ελάχιστο κόλπο ώστε να διασφαλίσει το crowd pleasing του απροσδόκητου κοινού. Όχι ούτε ένα, ούτε μισό. Διορθώνω.
Ακόμη και όσοι συνηγορούν υπέρ ΛΕΞ, θεωρούν αφελώς προσδόκιμο αυτό που έγινε στην Νέα Σμύρνη, επειδή την τελευταία φορά στην πρωτεύουσα είχε 10.000 κόσμο, επειδή το sold out του πρώτου χώρου της συναυλίας έγινε σε συνοπτικό DT κλπ. Ανοησίες. Ο καθένας ξέρει ότι 25.000 κόσμου σε ένα γήπεδο δεν είναι 2,5 φορές περισσότερος κόσμος από ότι 10.000 κόσμου σε ένα ανοιχτό θέατρου. Είναι 100 φορές περισσότερο, για χίλιους δυο λόγους. Είναι διαχειρίσιμο κάτι τέτοιο; Θεωρώ ότι δεν είναι.
Πως το διαχειρίστηκε αυτό λοιπόν ο ΛΕΞ και η ομάδα του; Στήνοντας ένα live για 25.000 κόσμου, όπως θα έστηνε ένα live για 50 άτομα στο AN CLUB., έστω και χωρίς την νταρκίλα του Dalek. Αυτό ακριβώς είδαμε, αυτό ακριβώς ακούσαμε. Και σε πείσμα όλων, αυτό ακριβώς ήταν που έπρεπε να γίνει.
Όποιος ‘ακούει’ την μουσική του ΛΕΞ στην ολότητα της, και δεν την τεμαχίζει σε μουσική (‘πω ρε φίλε πολύ μονότονο, οι παραγωγές έχουν προχωρήσει/αυτός τα ίδια και τα ίδια/δεν έχει καλλιτεχνικό όραμα’), στίχους (‘η Ελλάδα γουστάρει κλάψα/από Καζαντζίδη μέχρι Πυξ Λαξ/από τον Χοντρό μέχρι τον ΛΕΞ/αυτά θέλουμε/περηφάνεια για την μιζέρια μας’) και attitude (‘κρύβεται εκεί που θέλει/βγαίνει εκεί που τον παίρνει’), όχι μόνον δεν θαλασσοδέρνεται στο να αναζητάει γιατί η σκηνή δεν πήρε φωτιά, ενώ το γήπεδο από κάτω ήταν μια ατέλειωτη φωτιά, αλλά έχει την γνώση να κατανοήσει ότι ο κόσμος του ΛΕΞ είναι κατά βάση ένας απλός μουσικός κόσμος, επειδή μόνον έτσι μπορεί να είναι.
Διαβάζω εδώ κι εκεί ότι ο ΛΕΞ αμύνεται προκαταβολικά, και πονηρά λοιπόν, ξεκαθαρίζοντας πολλές φορές με τους στίχους του ότι δεν ήρθε να μας σώσει, δεν ήρθε να σηκώσει το λάβαρο της επανάστασης, που βαραίνει τους αδύναμους ώμους μας, δεν ήρθε για αυτό που τον θέλουμε να έρθει τέλος πάντων.
Παρότι αφήνει σχετικές ενδείξεις στους στίχους του, από την στιγμή που εκεί πάνω είναι ο ΛΕΞ, και από κάτω το κοινό του, η πραγματικότητα ίσως να διαφοροποιεί και τους στόχους και τις προθέσεις του. Ο ΛΕΞ δεν ήρθε να μας δείξει τον δρόμο, αλλά καλώς ή κακώς 25.000 κόσμου περιμένουν να πάρουν τον δρόμο που θα τους δείξει ο ΛΕΞ (ξέρω ότι υπάρχει πρόβλημα με την χρήση ενικού/πληθυντικού/κόσμου, αλλά δεν θα το λύσουμε τώρα). Αυτό έγινε και προς το παρόν δεν αλλάζει.
Αυτό που εγώ είδα το βράδυ της 3ης Ιουλίου στην Νέα Σμύρνη είναι ότι το κοινό του ΛΕΞ δεν ζητάει από αυτόν τίποτε από τα παραπάνω, τουλάχιστον επιτακτικά, παρότι ασυνείδητα βρίσκεται ήδη στον δρόμο που (δήθεν δεν) του δείχνει ο ΛΕΞ.
Για αυτό και αποχωρεί χωρίς διαμαρτυρίες από μία συναυλία που ενώ υποτίθεται κόμισε την επανάσταση, κατέληξε να αφήσει την Νέα Σμύρνη ήσυχη και καθαρή πριν πιάσουμε μεσάνυχτα.
Και για να καθησυχάσω και τις εύλογες και βάσιμες ανησυχίες του φίλου μου Θεοδόση Μ. για τον ΛΕΞ και την καταγωγή του κοινού του από τον Θανάση Παπακωνσταντίνου, θα θυμίσω ότι ο τελευταίος αφήνει το κοινό του ξεσηκωμένο και αγριεμένο κάθε φορά. Δηλαδή παρασύρεται από το κοινό του, πράγμα που αρνείται να κάνει ο ΛΕΞ.
Η διαφορά βέβαια στην τελική είναι ότι η κάθε Νέα Σμύρνη μετά τα live του Θανάση αδειάζει και ησυχάζει μερικές ώρες αργότερα από ότι στου ΛΕΞ. Τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο. Κανείς δεν θα σπάσει την μπουζοκομάνα του Θανάση, κανείς δεν θα κάψει την κονσόλα του ΛΕΞ. Τα χέρια του Βίκτορ Χάρα κόπηκαν μία και μόνη φορά και υπό εντελώς άλλες περιστάσεις, από αυτές που αφελώς αντιστοιχίζουμε κάθε τόσο.
Αυτή είναι η τελική διαφορά ασφαλώς. Στο ενδιάμεσο υπάρχουν πολλές και πιο σημαντικές. Αλλά δεν είναι τώρα η ώρα τους.
Τώρα είναι η ώρα να βρει ο ΛΕΞ την άκρη δηλαδή.
Άρης Καραμπεάζης.
Μέσα σε μια πληθώρα ανταποκρίσεων, στο πλαίσιο των οποίων όλες οι συναυλίες προβάλλονται ως ανυπέρβλητα σημαντικές, η ζωντανή εμφάνιση του ΛΕΞ στο Στάδιο του Πανιωνίου ξεπρόβαλε απρόσμενη για κάποιους, μα και ως προκαταβολικώς ιστορική για κάποιους άλλους.
Ο Θεσσαλονικιός ράπερ επέστρεψε φέτος με το καινούριο άλμπουμ ‘Μετρό’, το οποίο, αν και όχι αντάξιο του προκατόχου ‘2XXX’, στάθηκε ανακουφιστικά ειλικρινές για το ποιος είναι σήμερα. Φυσικά ήταν ο προηγούμενος δίσκος που τον έφερε στο προσκήνιο, κάτι που σίγουρα συντηρείται με την τωρινή δουλειά, τοποθετώντας τον έτσι στο βάθρο του εγχώριου χιπ χοπ. Παράλληλα, όμως, τον φέρνει και αντιμέτωπο με το hype, όπως έδειξε το πλήθος που έσπευσε να κλείσει εισιτήριο για τη συναυλία στη Νέα Σμύρνη.
Ξεκινώντας από τα ξεκάθαρα γεγονότα, ο κόσμος είχε φτάσει από νωρίς στο γήπεδο πιάνοντας είτε κάγκελο, είτε γρασίδι, είτε μια θέση στις κερκίδες. Λίγο αφότου άναψαν τα φώτα, έπειτα, πραγματοποιήθηκε επί σκηνής παρέμβαση αλληλεγγύης για τον Γιάννη Μιχαηλίδη, ο οποίος βρίσκεται σχεδόν 2 μήνες τώρα σε απεργία πείνας, διεκδικώντας το δικαίωμά του σε υπό όρους απόλυση από τη φυλακή, αφού εδώ και 6 μήνες έχει εκτίσει το απαιτούμενο από τον νόμο μέρος της ποινής του –παρ’ όλα αυτά εξακολουθεί να κρατείται αδικαιολόγητα. Η παρέμβαση έγινε δεκτή με ιδιαίτερη θέρμη από το κοινό, με συνθήματα να αντηχούν από παντού.
Τα επόμενα λεπτά φόρτισαν την αναμονή της εμφάνισης του ΛΕΞ, ο οποίος μπούκαρε γύρω στις 22:00 με το "Από Τους Υπονόμους", προκαλώντας γηπεδικής φύσης υποδοχή μέσα σε κόκκινα καπνογόνα. Έτσι βγήκαν οι γνωστές φωτογραφίες, που κατόπιν έγιναν viral, δίνοντας ευχάριστη αφορμή για διάφορα memes. Παράλληλα, βέβαια, δημιούργησαν και μια ανάγκη για σεντόνια αναλύσεων περί της άγνωστης-γνωστής νεολαίας, η οποία ταλανίζει και ταλαιπωρεί σαν από πάντα τους σοφούς και σώφρονες μεγαλύτερους.
Η έκπληξη ήταν η διάθεση του ράπερ να δημιουργήσει επί σκηνής κάτι παραπάνω από απλά μια παρουσίαση. Έτσι, σε όλα τα νέα κομμάτια υπήρχε κι ένα μικρό χορογραφικό intro, πάντα σχετικό με το εκάστοτε θέμα των στίχων, ενώ στις μεγάλες οθόνες πίσω και πλαγίως προβάλλονταν visuals. Μπορεί να μην είχαν να προσδώσουν κάτι το πραγματικά αξέχαστο –ίσως να ήταν και πολύ απλοποιημένα– ωστόσο η ιδέα δεν ήταν κακή. Δημιουργούσε δηλαδή ένα σασπένς, τονίζοντας ότι ο ΛΕΞ θέλει να ανακατέψει λίγο τα εγχώρια πράγματα, φέρνοντας μια αμερικάνικη ματιά στο πώς εκλαμβάνει το χιπ χοπ.
Έπειτα όλα ήταν απλά. Τόσο οι επιλογές από το φετινό ‘Μετρό’ και από το ‘Ταπεινοί και Πεινασμένοι’ (2014), όσο κι εκείνες από το ‘2XXX’ (2018), συνάντησαν τους ξυσμένους λαρυγγισμούς και το νεύρο 23.000 ατόμων που πάλλονταν σε αρένα και κερκίδες. Αποδεικνύοντας ότι το ραπ τρέφεται από το βιωματικό, όμως φλέγεται στο κοινωνικό. Στις ζωές των νέων παιδιών και όσων ανθρώπων συναντούν όλο και πιο πολλούς μονόδρομους, στη σκέψη ότι το πράγμα δεν πάει κάπου, ότι δεν έχει κάτι άλλο –οπότε κάθε μέρα μπορεί να είναι μια διεκδίκηση, αλλά και μια βουβή μα κοχλάζουσα συντήρηση. Η οποία, απομονωμένη στην καθημερινότητα, εκφράζεται τελικά μέσω της μουσικής. Ίσως όχι για να ξεσηκωθεί, αλλά για να εμπνευστεί, να εκτονωθεί και να επιβιώσει, σχηματίζοντας δικές της κοινότητες και νοοτροπίες.
Κι αυτό το κατάφερε ο ΛΕΞ. Για λίγο άφησε πίσω του τη ζωηρά σαλονικιώτικη προφορά, χωρίς να αρνηθεί ωστόσο το χρώμα και την πλατύτητά της. Και μίλησε πιο συμπυκνωμένα, για μια εποχή στην οποία οι κοινωνικές ανισότητες και η αστική παρακμή αφορά περισσότερο κόσμο από ότι πριν μια εικοσαετία. Και είναι μάλλον εκεί όπου έπιασε κι ένα κοινό που κατά τα λοιπά δεν ενδιαφέρεται πραγματικά για το ραπ: δεν ακούει, δεν ασχολείται. Παρά ταύτα, πιστεύει ότι ξέρει ποιο είναι το «σωστό» για τον χώρο. Ειδικά εάν τυχαίνει να εξυπηρετεί την ατζέντα του.
Σχετικά με την ιστορικότητα της συναυλίας, τώρα, είναι σαφώς η μεγαλύτερη που έχει δοθεί στην Ελλάδα, όσον αφορά το χιπ χοπ. Σε θέματα απόδοσης, όμως, οφείλουμε να πούμε ότι ο ΛΕΞ φάνηκε να ζορίζεται μπροστά σε ένα κατάμεστο γήπεδο. Κατάφερε βέβαια να μην χάσει τα πατήματά του, έδειξε ωστόσο να κουράζεται, ενώ δεν διέθετε το φοβερό flow που θα μπορούσε να στηρίξει την απαιτούμενη ένταση. Επιπλέον, το μικρό διάλειμμα που πρόσφερε η εμφάνιση του Σαντάμ ήταν αμήχανο, έως και κακό. Πάντως μιάμιση ώρα στη σκηνή, σαφώς και κρίνεται αρκετό. Μιλάμε εξάλλου για συνεχείς ρίμες, δεν μπορείς να κλέψεις με κιθαριστικά και με φούρλες.
Η βραδιά έκλεισε με έναν φόρο τιμής στον ΔΠΘ των Ψυχόδραμα 07 (που έφυγε πρόσφατα από τη ζωή), με το κοινό να ξεσπά σε χειροκροτήματα. Ο ΛΕΞ επέλεξε να μην χαιρετήσει, δεν παρέλειψε πάντως να ευχαριστεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων κομματιών. Άσχετα εάν αυτό εκνεύρισε κάποιους, θα λέγαμε ότι είναι κάτι που του ταιριάζει: υπηρετεί την αντίληψη ενός μοναχικού καβαλάρη, ο οποίος ξέρει και σε ποιους θέλει να απευθυνθεί και ποιοι βρίσκονται απέναντί του.
Σε κάθε περίπτωση μιλάμε για ένα καλοκαίρι στο οποίο οι εγχώριες ραπ συναυλίες έκοψαν συνολικά πάνω από 50.000 εισιτήρια, έχοντας όλες την ίδια κάβλα και πώρωση από τους παρευρισκόμενους. Με ό,τι μετάφραση μπορεί να έχει κάτι τέτοιο. Καλό είναι βέβαια να μην ξεχνάμε ότι οι βάσεις όλων τούτων βρίσκονται στο underground, που συνεχίζει να δημιουργεί αντισυστημικές ταυτότητες. Κι αυτό μάλλον δεν γίνεται να το κατανοήσει ένας κόσμος που ζει για να ταυτίζεται χωρίς κρίση, για να μαθαίνει λειψά και για να συντηρεί την ανθρωπιά του μέσω εύκολων, αυτοαναφορικών συγκινήσεων.
(Φωτογραφίες: Φάνης Αυγερινός)
Χριστίνα Κουτρουλού