The high end of Low
Ο Χρήστος Αναγνώστου πέφτει διαρκώς όλο και πιο ...χαμηλά.
Πρέπει να ήταν κάπου στις αρχές της δεκαετίας του 2000 που το MiC έβγαλε δίσκο της χρονιάς το ‘Things we lost in the fire” των Low. Είχα επικοινωνήσει τότε κάθιδρος με τον Μπάμπη Αργυρίου και του λέω:
- Μα αυτά που ακούω εγώ δεν έχουν καμία σχέση με αυτά που ακούν οι υπόλοιποι συντάκτες!
- Και γιατί θα ‘πρεπε; μου απάντησε με περισσή σοφία.
Από τότε λοιπόν οι Low έχαιραν άκρας εκτίμησης από εμέ αλλά είχαν μπει στην λίστα του «καλό, αλλά πάμε άλλη φορά». Ήρθε λοιπόν τελικά αυτή η φορά.
Αυτός ο Νιάρχος όμως μας κακομαθαίνει. Πας σε φεστιβάλ και παρκάρεις απέξω, δεν πληρώνεις εισιτήριο και δεν έχει συνωστισμό και τέλος οι μπύρες έχουν 2 ευρώ. Μα πραγματικά δηλαδή, πως θα βγουν οι κανονικοί διοργανωτές συναυλιών, πως θα νιώσουμε κι εμείς ότι πάμε σε συναυλία; Ο ήχος ήταν καλός, το συγκρότημα βγήκε στην ώρα του, ο Γιαννούτσος τους προλόγισε πριν την είσοδο τους; Έλεος δηλαδή με αυτές τις αμερικανιές, μέχρι και άτομα με ψάθες αραχτά στο γκαζόν είχε. Εμείς θέλουμε τσιμέντο και πυρακτωμένες κερκίδες έτσι όπως τα ζούσαμε στα 90s! Πως αλλιώς θα μάθουν οι νέοι τι εστί συναυλία στην Ελλάδα. Τουλάχιστον αν βγαίνει κάτι καλό από αυτό το φεστιβάλ είναι ότι τα παιδιά στο μέλλον θα λένε "Θυμάσαι τότε που μας είχε πάει η μάνα σου σε κάτι Low με μία που τσίριζε και έπαιζε drums;", αντί π.χ. να θυμούνται τον Παπακωνσταντίνου στο φεστιβάλ της ΚΝΕ. Έσπασε λοιπόν το κατεστημένο και ας μην είχε σουβλάκια.
Η αλήθεια είναι ότι είχα τις αμφιβολίες μου για τον αν θα την βγάλω σε όλη την συναυλία, προκατειλημμένος μεν, ελλείψει εμφανούς πολιτικού sponsoring δε. Παρόλα αυτά, κάπου στο τρίτο κομμάτι εκεί που άρχισαν να τα χώνουν άσχημα και οι μαμάδες της γειτονιάς άφησαν τις selfie και πήραν τα τέκνα τους και απομακρύνθηκαν, χαλάρωσα. Βλέπετε οι Low δεν είναι ένα απλό live, είναι εμπειρία (πόσο μα πόσο κλισέ). Ξεπερνώντας λοιπόν τα κλισέ, περάσαμε καλά με την ευγενική τους παρουσία, την μη-προφανή χαλαρότητα και τον ηλεκτρικό ερωτισμό που διαχεόταν στην ατμόσφαιρα. Όλως περίεργα ήταν σαν ήμασταν σε μια "κανονική" συναυλία γιατί ο κόσμος παρακολούθησε και δεν έφτυνε πασατέμπο δεξιά και αριστερά, αλλά και επίσης διότι υπήρχαν πράγματι άτομα που είχαν έρθει επί τούτου.
Δεν έχει σημασία αν τους είχαν μάθει από τις σειρές του Κοκκινόπουλου ή το automix του youtube. Η ανταπόκριση και η επικοινωνία υπήρχε, ο Alan μας μίλησε αρκετές φορές, η Mimi έδωσε τον καλύτερο της εαυτό στα φωνητικά αλλά και στα τύμπανα και το μπάσο του Steve παντρευόταν ευχάριστα με τα visuals που περνούσαν από πίσω. Αιθέρια και φουλ ηλεκτρική συναυλία παράλληλα λοιπόν. Θα τους ξαναβλέπαμε σ' έναν κλειστό χώρο αυτή την φορά που θα έκανε την όλη φάση ακόμη πιο μυσταγωγική. Αφιερωμένο στους 40 plus οπαδούς της indie rock που κυκλοφορούν ανάμεσα μας.
Εγώ πάντως ακούω άλλα…