Μια βραδιά για τη ζωή και το έργο του Νίκου Νικολαΐδη
Τη Δευτέρα το βράδυ (κλασική ημέρα του καναπέ) ήταν που αποφάσισαν να ανοίξουν οι αθηναϊκοί ουρανοί και να ξεσπάσουν σε μια ωραιότατη νεροποντή. Συνδυασμός θανάτου: Ποιος τρελός θα έβγαινε να πάει στην παρουσίαση του τελευταίου βιβλίου του Νικολαΐδη στη Λιοσίων; Οι τρελοί όμως ήσαν πάρα πολλοί, τόσοι ώστε να βρούμε το Γκαγκάριν γεμάτο μέχρι τις πόρτες του. Μπορεί η πόλη μας να μη δίνει το παρών σε προχωρημένου τύπου εξτραβαγκάντζες, απέδειξε όμως ότι ξέρει να ξεχωρίζει τα πρόσωπα και τα γεγονότα που έχουν πραγματική σημασία.
Έτσι, άνθρωποι διαφόρων ηλικιών και στυλ συνέρρευσαν να παρακολουθήσουν μια πολύωρη παρουσίαση, που δεν περιορίστηκε -όπως ήταν άλλωστε αναμενόμενο- στην κυκλοφορία του βιβλίου 'Μια στεκιά στο μάτι του Μοντεζούμα', μα αποτέλεσε μια άρτια οργανωμένη και δεόντως συγκινητική αναφορά στη ζωή και το έργο του μεγάλου εκλιπόντος Νίκου Νικολαΐδη. Κοινή συνισταμένη, η ιδιαίτερη συναισθηματική φόρτιση που έχουμε όλοι μας νοιώσει με τις 'αλλόκοτες' ταινίες του, η φευγάτη γεύση μιας υπερβατικής ελευθεριότητας που έμεινε για τους περισσότερους ένα άπιαστο όνειρο.
Η βραδιά ξεκίνησε από νωρίς, όταν λίγο πριν τις 9 βγήκε στη σκηνή του Γκαγκάριν ο Γιώργος Χατζηνάσιος, ερμηνεύοντας στο πιάνο τα γνωστά μουσικά θέματα από τις θρυλικές ταινίες 'Γλυκιά Συμμορία' και 'Πρωινή Περίπολος'. Μελωδίες ταυτισμένες με τις γλυκόπικρες, άδοξες περιπέτειες των κινηματογραφικών ηρώων, που μες στην απλότητά τους λειτούργησαν άμεσα και, μαζί με τις σκηνές από τις ταινίες που προβάλλονταν στο background, διαπότισαν το χώρο με τα χρώματα και τις μυρωδιές του μαγικού νικολαΐδειου κόσμου. Λίγα λεπτά αργότερα ακολούθησε η ζωντανή παρουσία της Δώρας Μασκλαβάνου να μας επαναφέρει στο 2008, διαβάζοντας ένα απόσπασμα από το παραπάνω βιβλίο.
Εξίσου συγκινητικοί ήσαν και οι έξοχοι μονόλογοι του uber alles Κων/νου Τζούμα και του Χρήστου Βαλαβανίδη, παρουσίες συνδεδεμένες με το έργο του Νικολαΐδη μα και το άρωμα μιας άλλης εποχής, που έχει αφήσει το δικό της μύθο. Γι' αυτό και η βραδιά θύμιζε παρέλαση προσώπων, εικόνων, ήχων, μα προπαντός συναισθημάτων, μια παρέλαση που δεν έγινε στιγμή μελό ή γραφική, μα που κατάφερε να μεταδώσει το κλίμα της χαμένης αθωότητας που κυριαρχούσε στις ταινίες του - ιστορικά απομεινάρια καιρών που πέρασαν ανεπιστρεπτί.
Και η σειρά των ανθρώπων που ήρθαν για να ζωντανέψουν την πορεία και το έργο του Νικολαΐδη συνεχίστηκε για ώρες: Μάνος Ελευθερίου, Άλκης Παναγιωτίδης, Τζένη Καπάδαη, Βαλέρια Χριστοδουλίδου, μερικοί από αυτούς - άλλοι διαβάζοντας κομμάτια από το βιβλίο του, άλλοι μιλώντας για τον καλλιτέχνη, άλλοι τραγουδώντας και παίζοντας τις αγαπημένες του μουσικές.
Μεταξύ τους και ο πάντα γοητευτικός Τάκης Σπυριδάκης, το ίδιο γλυκό αγόρι της συμμορίας, είπε λίγα, μα σπουδαία: 'Ο Νίκος δεν έκανε ταινίες για να κάνει ταινίες. Ήταν η προσωπική κρίση που βίωνε, την οποία έβγαζε σε ταινίες και βιβλία'. Υπερχειλίζουσες διανοητικές και συναισθηματικές εκρήξεις, ο μόνος πραγματικός τρόπος για τη δημιουργία αληθινής τέχνης - αυτήν που υπηρέτησε ο Νικολαΐδης, ανυστερόβουλα και ανεπιτήδευτα.
Μα, πάνω απ' όλα, η κραυγαλέα παρουσία της Ρίτας Μπενσουσάν, ενός κουρελιού που τραγουδούσε ασυγκράτητα, διακόπτοντας τη ροή του προγράμματος με τις τραυλές, αθυρόστομες, μα προπαντός απεγνωσμένες φωνές της, ήταν αυτή που απέδωσε με απρόσμενη αυθεντικότητα την τραγική, μα και νικηφόρα συνάμα ντεκαντάνς των ιστοριών του Νικολαΐδη.
Ένα κρεσέντο αλκοολικής και παρανοϊκής παραζάλης, ωσάν σκηνοθετική πινελιά του από το υπερπέραν, η Ρίτα έδρασε καταλυτικά - μια φιγούρα μανιασμένη από μια αλήθεια που δε σε άφηνε να τη λυπηθείς, μα να κατανοήσεις την τραγικότητά της.
Όταν όμως στη μεγάλη οθόνη εμφανίστηκαν οι μαγνητοσκοπημένες δηλώσεις του σερ Λάκη (Λαζόπουλου), κάποιοι ξέσπασαν σε αποδοκιμασίες και γιούχα - κάποιοι άλλοι πάλι ενοχλήθηκαν, θεωρώντας το κράξιμο άκομψο και αντιδημοκρατικό. Προσωπική μου άποψη, όταν γνωρίζεις εκ των προτέρων ποιον έχεις απέναντί σου και τι ακριβώς εκφράζει, δε χρειάζεται να ακούσεις τι έχει να πει για να τον απορρίψεις. Δεν ξέρω με ποια αφορμή επιλέχθηκε για να μιλήσει - αυτό όμως που ξέρω είναι ότι ο Λαζόπουλος μπορεί να ταιριάζει περίφημα σε πολλές άλλες περιστάσεις, σε μια βραδιά όμως αφιερωμένη στην ελευθερία και το ασυμβίβαστο του Νίκου Νικολαΐδη δεν είχε καμία θέση.
Κάπως έτσι κύλησε η βραδιά, για τρεις και πλέον ώρες, κατά την οποία προβλήθηκε και η σπάνια πρώτη μικρού μήκους ταινία του, με τίτλο 'Lacrimae Rerum' - δηλωτική των μελλοντικών αισθητικών του προσανατολισμών, μα αρκετά πρώιμη, τεχνικά και καλλιτεχνικά.
Το τελευταίο μέρος της βραδιάς ήταν καθαρά μουσικό: η σκυτάλη δόθηκε στον Συμεών Νικολαΐδη, που μαζί με το συγκρότημά του μας έπαιξαν μουσικές από τις πιο πρόσφατες ταινίες του πατέρα του.
Λίγο αργότερα, και στη σκηνή ανέβηκαν οι Last Drive, ένα ακόμη θρυλικό όνομα ενός ένδοξου παρελθόντος, για να αποτίσουν και αυτοί το φόρο τιμής τους 'στον Νίκο' - μια παρουσία που έδενε απόλυτα με το έντονα νοσταλγικό κλίμα που οι προηγούμενες παρουσίες και αναφορές είχαν ήδη καλλιεργήσει.
Η αυλαία έπεσε με τις ροκ εν ρολ νότες του 'περφεξιονίστα' Τζόνι Βαβούρα και της μπάντας του - κάπου εκεί όμως ήταν που η ώρα είχε περάσει την πρώτη πρωινή κι εμείς σιγά σιγά πήραμε το δρόμο του γυρισμού, αφήνοντας πίσω μας ένα Gagarin στολισμένο με αφίσες και εξαιρετικό φωτογραφικό υλικό από τις ταινίες του σκηνοθέτη.
Και κρατώντας στις αναμνήσεις μας μια νύχτα ιδιαίτερη, ιστορική κατά μια έννοια - για τις παράλληλες ιστορίες της πόλης, που γράφονται με ψιλά γράμματα. Σαν κι αυτές που έκανε εικόνες και λέξεις ο τιμώμενος εκλιπών - ένα περίεργο μείγμα κουλτούρας και αλητείας, τον χαρακτήρισε ο Βαλαβανίδης. Μείγμα σπάνιο και πολύτιμο - γιατί ένα πασάλειμμα κουλτούρας είναι εύκολη δουλειά για τον καθένα, στην αλητεία και τα παρελκόμενά της όμως είναι που σκοντάφτουν οι περισσότεροι.