Μοιρολόγια-βόμβοι και σκ(ιεροί) ηλεκτρισμένοι χώροι
Εντυπώσεις από την εμφάνιση των Mohammad στο φεστιβάλ πειραματικής μουσικής "Αιχμές". Του Αναστάσιου Μπαμπατζιά
Ψυχοσάββατο είναι η λέξη κλειδί της πρώτης μέρας του φεστιβάλ πειραματικής μουσικής ΑΙΧΜΕΣ που παρακολούθησα στις 5 Μαρτίου στο δημοτικό ωδείο του Βόλου. Όχι φυσικά επειδή έτυχε να είναι ψυχοσάββατο την ημέρα εκείνη, αλλά επειδή, χωρίς απαραίτητα να το επιδιώκουν συνειδητά, οι κύριοι Νίκος Βελιώτης και Ilios έκαναν με έναν τρόπο μια σπονδή στις ψυχές. Ο ίδιος ο Νίκος μας πληροφόρησε ότι είναι ζητούμενο στη μουσική των Mohammad η αίσθηση ενός τελετουργικού, η ατμόσφαιρα μιας ας πούμε λειτουργίας (όχι φυσικά με την γνωστή μορφή της μέσα στα πλαίσια της ορθόδοξης εκκλησίας, αλλά σαν μια νύξη της, με αφαιρετικό τρόπο διατυπωμένη).
Αυτό φάνηκε από τα πρώτα κιόλας δευτερόλεπτα της εμφάνισης τους, μόλις ανέλαβαν τις θέσεις τους στη σκηνή με το υποβλητικό φως δύο μίνι πολυελαίων από πίσω τους και από τις μαύρες στολές τους που τους έκαναν να μοιάζουν με κάποιο είδος ιερέων. Δεν μπόρεσα να μη φέρω στο μυαλό μου και τους εκπληκτικούς SUNN 0))) οι οποίοι χρησιμοποιούν στην performance τους παρόμοιες στολές. Και όντως... Η ομοιότητα τους δε σταματά στην ενδυματολογία. Από τους πρώτους κιόλας ηχητικούς φθόγγους που ξεπήδησαν από τα ηχεία, αναγνώρισα τον υποβλητικό βόμβο ο οποίος πρωταγωνιστεί και στα δύο σχήματα.
Οι ακροατές οι οποίοι λίγο ή περισσότερο γνωρίζουν την ηπειρώτικη μουσική, έλαβαν μια ιδιότυπη γεύση της όταν άφησαν το πρώτο κομμάτι να εισέλθει στην κρανιακή τους κοιλότητα. Είναι μια ολόκληρη μουσικολογική μελέτη και συζήτηση το πως η μουσική της Ηπείρου ειδικά, εμπεριέχει επίσης αυτή την αίσθηση της λειτουργίας, ακόμα ίσως και του μυστικισμού, του άφατου, του σκοτεινού, αυτού που μόνο σωματικά και εσωτερικά μπορούμε να προσεγγίσουμε και όχι λογικά και εγκεφαλικά. Ίσως ασχοληθούμε με αυτό το ζήτημα στο μέλλον. Στο συγκεκριμένο λάιβ, αυτή η σωματικότητα ήταν σαφώς παρούσα, αν κρίνω και από τις αντιδράσεις του κοινού, θετικές και αρνητικές.
Κάποιοι σηκώθηκαν και έφυγαν πριν το τέλος, με φανερή τη δυσαρέσκεια τους, μη μπορώντας να χωνέψουν το γεγονός ότι μπορεί να υπάρχει και μουσική η οποία δεν είναι για διασκέδαση ή για να χαϊδεύει αυτιά, αλλά να τραντάζει σωθικά και να διεγείρει κοιμισμένες ανησυχίες. Άλλοι αντέδρασαν μετά το τέλος σχεδόν επιθετικά σε αυτό (λες και οι μουσικοί είναι υποχρεωμένοι να υποτάσσονται στα εκάστοτε γούστα) και άλλοι δέχτηκαν με έκδηλο ενθουσιασμό αυτή τη νέα για αυτούς ψυχαγωγική σωματική εμπειρία.
Προσωπικά και λόγω του ότι είμαι πια συνηθισμένος σε τέτοιου είδους "πράξεις", θεώρησα ότι ήταν λίγος ο χρόνος της παρουσίας τους. Ένιωσα δηλαδή την ανάγκη να ζυμωθεί περισσότερο αυτό το ηχητικό προϊόν των λεπτο-υφασμένων βόμβων, των αναμφίβολα εξαίσιων και λειτουργικών όσων αφορά τον παραπάνω στόχο, της ελαφρώς μετακινούμενης δυνατότητας του ψυχικού δυναμικού μέσω της διέγερσης του σώματος, και σε σχέση με το χώρο. Πιστεύω πως για περίπου 45 λεπτά ο ήχος είναι ακόμη κρύος, πλάθεται και ψάχνεται. Για να γίνει μια τέτοια εμπειρία πραγματικά δυνατή, σχετικά ολοκληρωμένη έως και λυτρωτική πρέπει να ξεπεραστεί κατά πολύ αυτό το χρονικό όριο. Να φτάσουμε σε ένα σημείο όπου οι αντηχήσεις του χώρου να δίνουν την εντύπωση μιας πραγματικής όσμωσης με την παραγωγή του ήχου, να "κάτσει" ουσιαστικά το distortion επάνω στη μουσική, να γίνει μουσική. Δε λέω ότι δεν συνέβη κάτι τέτοιο, απλώς χρειαζόταν πιο πολύ μαγείρεμα, κάτι που ευτυχώς (αναμενόμενο από πολύ καλούς μουσικούς όπως εδώ) προς το τέλος είχαμε τη χαρά να δοκιμάσουμε. Φάνηκε τότε ότι ο Βελιώτης είχε ζεσταθεί, ότι πάλευε με το τέρας κρατώντας το δοξάρι του ηλεκτρικού τσέλου του και με τα δύο χέρια και με μια φανερή ένταση να διαπερνά το σώμα του. Μια ενέργεια η οποία διαχεόταν αργά και σχεδόν βασανιστικά από αυτόν προς το χώρο και τους ακροατές, με λεπτές διακυμάνσεις μπάσων ημιτονίων και μικροσυχνοτήτων οι οποίες διαδέχονταν η μία την άλλη, με σεβασμό, σα να ήταν τα κομμάτια ενός μισοσκότεινου θαύματος που ο μουσικός βάλθηκε να συναρμολογήσει και να ζωντανέψει. Όπως είπε αργότερα και μια κοπέλα στο ακροατήριο, το αίσθημα ήταν πιο βαρύ και από κηδεία. Και φυσικά αυτό ελήφθη ως κομπλιμέντο.