Μπουκιά και SYNCHώριο!
Μουσείο Μπενάκη 6/7: Αφού αγόρασα την συλλεκτική μου τσάντα 'bass bag', ήπια ένα (και κάτι ψιλά) ursus caipirinha και αφουγκράστηκα τα ενδιαφέροντα παιχνίδια της ομάδας Neen, παρέμεινα σχεδόν όλο το βράδυ στο αίθριο όπου παρακολούθησα την Vegetable Orchestra, τον Biosphere και τον K.Βήτα. Η Vegetable Orchestra εξ Αυστρίας έβγαζε θορύβους μέσα από λαχανικά... κόβοντάς τα, χτυπώντας τα, ξεφλουδίζοντάς τα κλπ. Παρά το πρωτότυπο της ιδέας πάντως δεν μπορώ να πω πως με εντυπωσίασε (ίσως και επειδή ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με το πνεύμα της Φρουτοπίας το οποίο ασπάζομαι)- από ένα σημείο κι έπειτα μάλιστα μύριζε σέλινο, κρεμμύδι και κολοκύθα παντού, ενώ ο ντοματοπολτός στο τέλος έκανε μαύρη τη ζωή της παραγωγής. Ο Biosphere από την άλλη ήταν πραγματικά πολύ καλός. Πιστός στο ύφος του παρουσίασε ένα σετ από minimal electronica και ambient δημιουργώντας ένα εσωτερικό και συνάμα γοητευτικό περιβάλλον. Εκείνο ωστόσο που ανέμενα περισσότερο ήταν η εμφάνιση του Κ. Βήτα, ο οποίος για πρώτη φορά θα παρουσίαζε ζωντανά το "Transformations". Ο Κωνσταντίνος έντυσε τις εικόνες που προβάλλονταν στο video wall με τις ηλεκτρονικά φορμαρισμένες μελωδίες του, δημιουργώντας ένα οπτικό (υπερ)θέαμα παρά μια απλή συναυλία. Συγκινητικός όπως πάντα.
Λαύριο 7/7: Τρέχοντας ακατάπαυστα ανάμεσα στις τέσσερις σκηνές: από τους Animal Collective περίμενα περισσότερα, οι Audio Bullys είχαν πλάκα ανεβάζοντας τον κόσμο με το hip hop/garage/house τους ενώ οι Underground Resistance φάνηκαν να κερδίζουν τον κόσμο με την funk διάθεσή τους αλλά όχι τόσο εμένα που προτίμησα να μεταφερθώ στο Μηχανουργείο για την εμφάνιση του έτερου αγαπημένου Μ. Δέλτα. Ο Μιχάλης -που μόλις κυκλοφόρησε το "Timeless Beauty"- έδωσε ένα δυνατό σετ με techno ambient στοιχεία και απογείωσε όσους παρευρέθηκαν, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Κ. Βήτα [το κίτρινο (ή ροζ μετά τη συμφωνία που κάναμε με Ξαγά/Αντωνίου) MIC εδώ χτυπά και αποκαλύπτει ότι οι δυο τους μιλούσαν ακατάπαυστα πριν την εμφάνισή του Δέλτα, ενώ έγκυρη πηγή δήλωσε ότι ενδέχεται επανένωσή τους αλλά όχι με τη μορφή των Στέρεο Νόβα]. Στο Μηχανουργείο είδα επίσης νωρίτερα τον μάλλον αδιάφορο Serafim Tsotsoni και τον πολύ δυνατό Ολλανδό dj Dexter, από την τέντα έκανα γρήγορα περάσματα για να τσεκάρω τους συμπαθητικούς And.Id, Ziggy Kinder και Argy ενώ στο μουσείο οι Captain Miki & J_Vanzit (δηλ. ο τραγουδιστής και ο μπασίστας των The Chap) έκαναν μια ενδιαφέρουσα πειραματική εμφάνιση.
Λαύριο 8/7: Τελευταία μέρα και οι Mouse On Mars δεν μου προκάλεσαν τα ρίγη συγκίνησης που περίμενα γι' αυτό και προτίμησα να δω την Angie Reed που φορούσε καταπληκτικά χρυσά μποτίνια και φυσούσε με τέχνη τον electro/punk βερολινέζικο αέρα της στην αίθουσα. Πίσω στην κεντρική σκηνή οι The Chap με εξέπληξαν ευχάριστα παρά τα πολλά τεχνικά προβλήματα (σημ. η σαγιονάρα του Γερμανού τραγουδιστή Johannes παραλίγο να προσγειωθεί στο κεφάλι μου!) ενώ ο επόμενος Afrika Bambaataa ήταν ανεβαστικός σε ένα σετ που μίξαρε όλα τα πρώιμα hip hop χιτάκια δίχως κάποια τρομερή έμπνευση αλλά με σκοπό να κάνει τον κόσμο να λικνιστεί.. και το κατάφερε με το παραπάνω. Πολύ δυνατή η παρουσία των Closer που παρουσίασαν ζωντανά τον νέο δίσκο, συμπαθητικός ο 2L8 (με πολλά τεχνικά προβλήματα επίσης), πολύ μέτριοι οι Mary & The Boy (τους οποίους δεν είχα ξαναδεί live και περίμενα ομολογώ με αγωνία), ενώ οι Technasia και Max Durante & Alexander Robotnick ήταν ικανοποιητικοί. Το καλύτερο κομμάτι της βραδιάς πάντως ήταν η εγκατάσταση/οπτικοακουστική performance του Ολλανδού Edwin Van Der Heide που αποτέλεσε την πεμπτουσία της διαδραστικής επικοινωνίας και απλά καθήλωσε.
Σχόλια: Η επιλογή του Μουσείου Μπενάκη ήταν επιτυχής από πλευράς εύκολης πρόσβασης και προσθήκης ενός πιο arty χαρακτήρα στην κατά βάση μουσική εκδήλωση. Ο χώρος επίσης στο Λαύριο ήταν θαυμάσιος, αν και βέβαια αρκετά μακριά από την πόλη. Αρνητική εντύπωση προκάλεσε το γεγονός ότι τα εισιτήρια τριημέρου που κόστιζαν 80 ευρώ εξαντλήθηκαν γρήγορα με αποτέλεσμα πολύς κόσμος να παραπονεθεί και κάποιος ακόμη και να αποχωρήσει (μια πρόταση θα ήταν ίσως το εισιτήριο της πρώτης ημέρας να ήταν μειωμένο, ενώ θα μπορούσε να υπάρχει μειωμένο εισιτήριο διημέρου για το Λαύριο ή αλλιώς περισσότερος αριθμός εισιτηρίων τριημέρου ούτως ώστε να ενισχυθεί η μεγαλύτερη προσέλευση). Τα αποθέματα επίσης αλκοόλ και φαγητού φάνηκαν πως δεν ήταν επαρκή στο Μουσείο Μπενάκη- η μπύρα εξαντλήθηκε γρήγορα με αποτέλεσμα ο κόσμος να αναγκάζεται να αγοράζει ποτό των 5 ευρώ ενώ το μόνο φαγώσιμο που πωλούταν ήταν ένα μικροσκοπικό τοστάκι των 3 ευρώ (γι'αυτό και με τον Καρδερίνη επιχειρήσαμε να αναζητήσουμε σουβλάκια σε καμιά κοντινή καντίνα.. αν και μάταια!!). Αντίθετα στο Λαύριο υπήρχαν επαρκή εφόδια σε αλκοόλ/φαγητό καθώς και εξαιρετική οργάνωση σε όλα τα πρακτικά ζητήματα (τουαλέτες, εξαερισμός αιθουσών, σειρές στα ταμεία κλπ.).
Στα μεγάλα μείον του Synch η αδυναμία τήρησης της ώρας του line-up, με αποτέλεσμα να υπάρχει καθυστέρηση μέχρι και δύο ώρες!! Εντύπωση επίσης προκάλεσε η παντελής έλλειψη οργάνωσης όσον αφορά στα σεμινάρια που θα διεξάγονταν πάνω στη μουσική βιομηχανία και στον ρόλο του παραγωγού... τυχαία έμαθα, και μάλιστα από τον ίδιο τον Dave Howell της Fat Cat Rec. που ήταν προσκεκλημένος, πως μόνο ένα άτομο έδωσε τελικά το παρόν ακριβώς διότι κανείς δεν γνώριζε τον τόπο/χρόνο διεξαγωγής τους! Επιπλέον, παρόλο που θεωρώ σημαντική την παρουσία του κινηματογραφικού στοιχείου, διατηρώ τις αμφιβολίες μου για το κατά πόσο οι κινηματογραφικές προβολές εξυπηρέτησαν τον σκοπό τους μιας και το πρόγραμμα ήταν πραγματικά υπερφορτωμένο. Το συμπέρασμα από όλα αυτά είναι ότι το Synch είναι ένα εντυπωσιακά ώριμο φεστιβάλ (ειδικά για τα ελληνικά δεδομένα) που ωστόσο έχει το χρέος και τη δυνατότητα να προσφέρει ακόμη περισσότερα, κυρίως σε θέματα οργανωτικής πολιτικής. Ανεξάρτητα πάντως από τα όποια προβλήματα -που καλό είναι να υπογραμμίζονται με κόκκινο προκειμένου να υπάρχει ουσιαστική εξέλιξη- προσωπικά εφοδιάστηκα με τόνους έμπνευσης και ενέργειας, επιστρέφοντας έτσι πλήρως εξοπλισμένη στη μίζερη πραγματικότητα του James Brown και των Whitesnake.