Ο Μπάμπης Παπαδόπουλος παίζει στα Κούτσουρα του Δαλαμάγκα
Μαριγώ πιθανότατα δεν υπήρχε στο κοινό για ν' ακούσει τον Μπάμπη Παπαδόπουλο να παίζει φίνα ηλεκτρική κιθάρα, ήταν όμως εκεί ο Αναστάσιος Μπαμπατζιάς
Όταν έρχονται καλοί μουσικοί στα Τρίκαλα είναι μέρα (μάλλον νύχτα) γιορτής. Έτσι ακριβώς συνέβη και στις 15 του Απριλίου. Βάλαμε τα καλά μας και βγήκαμε από τις τρύπες μας συνάμενοι κουνάμενοι να γκιζερίσουμε και μετά να πάμε ν’ακούσουμε μουσική. Ακούσαμε βέβαια τον Μπάμπη Παπαδόπουλο που εκτός από κιθαρίστας στις Τρύπες (θα ‘χει σίγουρα βαρεθεί μέχρι απελπισίας να τ’ακούει αυτό), είναι ένας από τους πιο δημιουργικούς μουσικούς αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα. Είτε αυτοσχεδιάζοντας με την ηλεκτρική ακολουθώντας τα βήματα τύπων όπως ο Fred Frith, είτε εκτελώντας (με την καλή έννοια) τα ρεμπέτικα.
Ήρθε λοιπόν στα «Κούτσουρα του Δαλαμάγκα» που είναι ένας ενδιαφέρον χώρος για γλεντοκόπι, που όμως έχει και μικρά παραρτήματα όπως bar και μικρό live stage. Πάνω σε αυτό το μικρό πάλκο ο Μπάμπης Παπαδόπουλος ξεδίπλωσε με άνεση τις δυναμικές δαντέλες του με τη βοήθεια μιας ηλεκτρικής κιθάρας και 4-5 pedal (λούπες, εφέ κλπ κλπ). Στην ουσία αυτό που έπαιξε ήταν μια ιδέα του ηλεκτρικού blues αλλά εντελώς πιο... προωθημένου και τραβηγμένου στους κήπους του σύγχρονου αυτοσχεδιασμού. Τον αυτοσχεδιασμό τον έχει φάει με το κουτάλι ο Παπαδόπουλος. Έχει παίξει πολύ και με πολλούς (όπως για παράδειγμα με τον σαξοφωνίστα Φλώρο Φλωρίδη που επίσης είχα την τύχη να τους δω και να τους ακούσω μαζί) αποκτώντας μια εμπειρία η οποία φαίνεται στα live. Έχει μια άνεση στο παίξιμο χωρίς κόμπους, χωρίς σφιξίματα, χωρίς φοβίες για το αποτέλεσμα, χωρίς αναστολές (αν έχεις όλα αυτά, άστο καλύτερα, τράβα σπίτι σου). Αν ο καλλιτέχνης προσπαθεί πολύ, αυτό φαίνεται και ακούγεται και σπάνια είναι για καλό. Η έντονη και συνειδητή προσπάθεια να κάνεις κάτι να είναι καλό, ειδικά στις ζωντανές εμφανίσεις αλλά όχι μόνο, πολύ συχνά μιζερεύει το αποτέλεσμα. Το βαραίνει. Η εμπειρία, η γνώση και η δίψα για έκφραση θα απαλλάξουν τον καλλιτέχνη από αυτά τα δεσμά και τα βάρη της (με το στανιό) τέλεσης έργου, γιατί θα τον οδηγήσουν στην ελευθερία του παιξίματος, στη λύση του κουβαριού της σύνθεσης που θα απλώνεται στο χώρο με αέρα, με μια ευκολία καλώς εννοούμενη που προκύπτει από την εμπειρία. Είναι τυχερός όποιος έχει την χαρά να παρευρίσκεται σε τέτοιες εμφανίσεις (αρκεί βέβαια να είναι ανοιχτός και περίεργος γιατί αλλιώς δεν θα αποκομίσει τίποτα).
Όλα τα μεγάλης διάρκειας κομμάτια που ακούσαμε ξεκινούσαν αργά, σταθερά, με λίγα πράγματα και γέμιζαν στην πορεία. Εμπλουτίζονταν διαρκώς, στρώση τη στρώση, σα να χτίζεται ένας πύργος με πολλούς ορόφους, μέχρι να φτάσουν στην κορύφωση, έναν στρόβιλο από ηλεκτρικές πενιές που ποτέ δεν έσβηναν αλλά όλο και περισσότερο εντείνονταν μέχρι να αγγίξουν τον εκστατικό θόρυβο όπου όλα συγχωνεύονται. Όπως είπαμε όμως, υπάρχει πάντα ο πυρήνας των ηλεκτρικών μπλουζ. Διαολεμένα μινιμαλιστικά ρηφ (θυμήθηκα σε φάσεις ακόμα και την «μπλουζ» μπάντα του μεγάλου συνθέτη La Monte Young) και «πονηρές» ρυθμολογίες οι οποίες δεν ξεχνούν και την Ανατολή. Δεν είναι μόνο οι ιδιότυπες, προσωπικές εκτελέσεις παλαιών ρεμπέτικων... ενυπάρχει μια ιδέα ταξιμιού στις αναπτύξεις όλων των κομματιών. Μία εσάνς Ανατολής μέσα στο αδυσώπητο avant παίξιμο. Ίσως μια έκφανση πιο αληθινή αν και όχι ολοφάνερη για πολλούς, της σύμπραξης και όχι της σχέσης των ρεμπέτικων με τα μπλουζ.
Θα μου άρεσε πολύ ν’ ακούσω κάποτε αυτή την διαδικασία σε μορφή μπάντας από τον Παπαδόπουλο, η οποία πιθανόν θα γεμίζει ακόμα περισσότερο τα κομμάτια και θα τα εκτινάσσει ακόμα πιο ψηλά απ’ ότι ήδη είναι.
Δεν μπορώ να καταλάβω πόση ώρα έπαιξε...ξέχασα να κοιτάξω και το ρολόι για να υπολογίσω (Σ.τ.Α: και να βγάλω και καμιά φωτογραφία) . Αυτό σίγουρα είναι ένδειξη ότι όλα ήταν όμορφα και όπως πρέπει.