“Because The Night” belongs to “Horses”
Σα να μην πέρασε μια μέρα από το 1975. Του Τάκη Κρεμμυδιώτη
Επιτρέψτε μου να αρχίσω με μια μικρή ιστορία, που συνέβη το φθινόπωρο του 2007. Λίγο μετά το τέλος μιας συναυλίας, συζητούσα με ένα φίλο μουσικό συντάκτη, ο οποίος ζήτησε αυτόγραφο από τον τραγουδιστή του γκρουπ, που για τις ανάγκες δημιουργίας μύθου ονομάζουμε Dirk. Ο συντάκτης (του οποίου για ευνόητους λόγους διατηρώ την ανωνυμία) έδωσε στον Dirk ένα ανεξίτηλο μαρκαδοράκι και ένα φωτοαντίγραφο σελίδας περιοδικού για να υπογράψει πάνω του. Αμέσως όταν εκείνος τα πήρε στα χέρια του αναφώνησε: «Εσύ το έχεις γράψει αυτό; Είναι ό,τι καλύτερο έχει γραφτεί ποτέ για μας». Κι ύστερα ακολούθησε πολύ εγκάρδια συζήτηση, στην οποία ο Dirk του αποκάλυψε ότι είχε άμεσα πρόσβαση στο δημοσίευμα λόγω μιας Ελληνίδας φίλης του. Οι τύποι αντάλλαξαν αριθμούς τηλεφώνων και ο μουσικός, που ο συντάκτης εκτιμούσε όσο κανέναν πίσω στα γεμάτα καταχνιά 80’ς, τον πρότρεψε «πιεστικά» να του τηλεφωνήσει για να συναντηθούν.
Όπως μου είπε ένα χρόνο μετά ο συντάκτης, δεν έκανε ποτέ αυτό το τηλεφώνημα. Όχι πως δε λάτρευε πια τη μουσική του γκρουπ. Το αντίθετο. Μου είπε πως ακόμα ακούει πολύ συχνά και τα δύο άλμπουμ του, επειδή τα θεωρεί αξεπέραστα. Κι όταν του είπα πως δεν καταλαβαίνω την αδράνειά του, με αφοπλιστική απλότητα μου απάντησε πως αν αυτό γινόταν πίσω στο 1984 ή έστω πριν τελειώσει η δεκαετία εκείνη, θα θεωρούσε μια κατ’ ιδίαν συνάντησή τους ως κοσμοϊστορικό μουσικό γεγονός. Όμως, μετά από τόσα χρόνια, το σχόλιο πάνω στο αυτόγραφο που του είχε δώσει έμοιαζε τόσο πολύτιμο, που δεν ήθελε να ρισκάρει μια πιθανή απογοήτευση που ενδεχομένως θα έδινε η δια ζώσης συνομιλία τους. Συνέχισε, μάλιστα, λέγοντας πως δεν ήθελε να χαλάσει την ανάμνηση, όντας κάμποσα χρόνια μεγαλύτερος, αν έβλεπε πως τότε που νόμιζε ότι η μουσική μπορούσε να αλλάξει τη ζωή όλου του κόσμου, είχε πιστέψει σε λάθος άνθρωπο. Κι ύστερα, αφού χαμογέλασε αμήχανα, μου είπε ότι η κόρη του (επίσης φανατική του γκρουπ) δε θα του το συγχωρήσει ποτέ!
Η βγαλμένη απ’ το σεντούκι αυτή ιστορία, ενώ φαίνεται άσχετη με το live του Patti Smith Group, δεν είναι. Βλέπετε, υπάρχουν αρκετά «μεγάλα» ονόματα του παρελθόντος που εξακολουθούν να κυκλοφορούν δίσκους και να περιοδεύουν. Κάποια από αυτά μάλιστα, γεμίζουν με ευκολία τους συναυλιακούς χώρους. Κάποια άλλα, όχι. Κι εδώ παρεμβαίνει η ιστορία που είπαμε. Ποιοι είναι εκείνοι που αγοράζουν τα άλμπουμ τους και πηγαίνουν στις συναυλίες τους; Ποιοι θέλουν να τους «συναντούν» ακόμα; Όσοι φοβούνται να δουν τα «υπερήλικα» μουσικά είδωλά τους, συνήθως είναι δεν λιγότεροι από τους ατρόμητους! Κι έτσι, φτάνουμε στο «δια ταύτα», που δεν είναι άλλο από το ειδικό βάρος του καλλιτέχνη. Δηλαδή, το πόσο πολύ «σημάδεψε» τα ακούσματα του κοινού, διαμόρφωσε τη στάση του, διηύρυνε τους μουσικούς και μη ορίζοντές του, αλλά και δημιούργησε την ιδιαίτερη, ετερόκλητη και ανένταχτη σε οποιαδήποτε κοινωνικά πρότυπα σχέση μουσικού και ακροατή. Λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά, γίνεται εύκολα αντιληπτό το γεγονός ότι η ευρύτερη καλλιτέχνης Patricia Lee Smith πρόσθεσε και δεύτερη μέρα στις συναυλίες της στην Αθήνα. Κι ας μην προσπάθησε να κολακέψει βάζοντας στην εμπροσθοφυλακή το “Because The Night” ή το “People Have The Power”, αλλά ολόκληρο το “Horses”! Φυσικά, η παραπάνω σχέση είναι αμφίδρομη. Από τη θέση της, τώρα πια η κάθε Smith μπορεί να «απαιτεί» με τον τρόπο και τις επιλογές της να έχει κοντά στις περιοδείες της πιο «καθαρόαιμο» κοινό και σίγουρα όχι εκείνο που λίγο πριν την κυκλοφορία του “Horses” είχε σπεύσει να αγοράσει τους δίσκους του David Cassidy ή του Cat Stevens. Κι όλοι αυτοί ήταν εκεί. Και αρκετοί αγέννητοι τότε. Άραγε, υπήρξε κανείς που πίστεψε για μια στιγμή ότι η Patti, ακόμα και στα 69 της, ήταν δυνατό να τον απογοητεύσει;
Οι διοργανωτές ζητούσαν κατά την είσοδο να μην καπνίσουμε και το κοινό (πλην της κοπέλας πλάι μου, που έδειξε το ίδιο πάθος για τη μουσική και στα στριφτά) το τήρησε. Το κουιντέτο, με τους Lenny Kay και Jay Dee Daugherty στη σύνθεσή του, βγήκε στις 21.15’ ακριβώς. Δε χρειάστηκαν παρά λίγες νότες για να καταλάβουμε ότι η βραδιά θα ήταν καλή. Κι αφού η Patti τραγουδούσε σαν έφηβη, η μπάντα της είχε κέφι, αλλά και ο ήχος ήταν πολύ καλός, τι θα μπορούσε να χαλάσει τη συνταγή της επιτυχίας; Η ζέστη; Υπήρχαν και πετσέτες, που η ίδια χρησιμοποίησε μέχρι τα μέσα της βραδιάς, αφού ως τότε επέμενε να φορά, εκτός από πουκάμισο - γιλέκο και το κλασικό σακάκι της! Κάτι τέτοιες στιγμές νιώθεις πως ο χρόνος είναι λιγάκι σχετικός. Άλλωστε, από πίσω που στεκόμουν, με την αίθουσα κατάμεστη μπροστά μου, τα λευκά μαλλιά μπορείς να τα πάρεις και για ξανθά.
Όπως ήταν γνωστό, το πρώτο μέρος της βραδιάς περιελάμβανε ολόκληρο το αειθαλές “Horses”, που γιόρταζε τα τεσσαρακοστά του γενέθλια. Αν πω ότι ζωντανό μου άρεσε πιο πολύ από τη στούντιο εκδοχή του, θα είμαι ασεβής; Κι όμως. Δεν περίμενα αυτά τα τραγούδια να βγαίνουν πιο καλά ζωντανά. Το κοινό ανταποκρίθηκε άμεσα με το “Gloria”, λικνίστηκε με το “Redondo Beach”, απόλαυσε την ερμηνεία της Patti στο “Birdland”, που έριχνε φανερές ματιές στις σημειώσεις της. Θα πρέπει να είναι συγκλονιστικό να βλέπεις το κοινό να γνωρίζει ή και να τραγουδά στίχους που είδαν το φως πριν σαράντα ολόκληρα χρόνια. Κι αν ξεγελαστείς, μπορεί και να πιστέψεις πως δεν πήγαν όλα στράφι.
Αφού με το “Free Money” ξεσήκωσε αληθινά τον κόσμο, ανακοίνωσε ότι πρέπει να αλλάξουμε πλευρά στο δίσκο, συνεχίζοντας με το “Kimberly”. Ύστερα προλόγισε το “Break It Up”, λέγοντας ότι οι στίχοι μιλούν για ένα όνειρο που είδε, με τον Jim Morrison να παλεύει για να γυρίσει στη ζωή, προτρέποντας το κοινό να τραγουδά τη φράση του τίτλου για να ελευθερωθεί ο Jim. Όταν τελείωσε το τραγούδι είπε: ”with one voice we created freedom”. Κι έτσι άρχισε το “Land” και η θερμοκρασία ανέβηκε. Ο κόσμος χειροκροτούσε ρυθμικά, όταν η Patti «τα έφτυσε» κυριολεκτικά από τη ζέστη κάτω στη σκηνή. Και αυτή δεν ήταν η τελευταία φορά που το έκανε.
Τότε ήταν που η φαντασία μου κάλπασε και είδα τους The Exploited να σηκώνουν ψηλά στην υγειά της τα pints ουρλιάζοντας: “punk’s not dead”! Κι έτσι φτάσαμε στο αγαπημένο “Elegie” (αν πω ότι σου το αφιέρωσε, Billie, επειδή ήξερε ότι αρέσει και σε σένα, θα με πιστέψεις; Όχι, ε; Καλά). Αφού σκούπισε τον ιδρώτα από το πρόσωπό της, μας είπε ότι το έγραψε για το χαμό του Jimi Hendrix, προτρέποντάς μας να βάλουμε κι εμείς όσους μουσικούς δεν είναι πια μαζί μας. Ο ντράμερ έπιασε κι αυτός μια κιθάρα, η Patti σοβαρεύτηκε πολύ και μνημόνευσε, εκτός από τον μέγιστο, ονόματα όπως των David Bowie, Fred “Sonic” Smith, Janis Joplin (έγινε χαμός), Amy Winehouse (ξενέρωσα, με σεβασμό στην εκλιπούσα) και Prince, για τον οποίο μας επεφύλασσε κάτι αργότερα. Στις 22.09’ ο κύκλος του “Horses” έκλεισε, αλλά the night was young!
Το εξαιρετικό “Dancing Barefoot” έγινε δεκτό με ενθουσιασμό και το χόρεψαν πολλοί, φορώντας όμως τα παπούτσια τους. Ύστερα, για να πάρει μια ανάσα και η duracell Patti, ακολούθησε ένα υπέροχο medley με τραγούδια των The Velvet Undeground, επί τη ευκαιρία της συμπληρώσεως μισού αιώνα από το σχηματισμό τους. Αυτή ήταν μια από τις καλύτερες στιγμές της βραδιάς, όχι μόνο για τα τραγούδια, για την «ανωτερότητα» του να παίζεις πολύ γνωστά τραγούδια άλλων ρισκάροντας να σου κλέψουν την παράσταση, αλλά και για τη χαρά του «αδιαίρετου πάρτι της μουσικής». Τότε δε μπορούσαμε να γνωρίζουμε ότι έρχονταν κι άλλα μέρη του πάρτι. Ακολούθησε πραγματικός χαμός. Η Patti, ήδη κατά ένα σακάκι ελαφρύτερη, συνέχισε διασκευάζοντας το “When Doves Cry” του Prince, σε απόλυτα δικό της ύφος, αποδεικνύοντας ξανά ότι ακόμα το ‘χει με τις διασκευές. Το συγκλονιστικό “Pissing In A River”, με τέλεια πλήκτρα, κέρδισε (για μένα) στα σημεία τον άτυπο τίτλο του καλύτερου τραγουδιού της βραδιάς, με τόνους συναισθηματικής υπερφόρτωσης και μεγαλείου.
Ίσως οι απίστευτες ποσότητες από σαρδέλες, που μας είπε η Patti ότι έχει φάει στην Αθήνα, ευθύνονται για το ότι στον πρόλογο του “Because The Night” απέδωσε την πατρότητα του τραγουδιού στον Fred “Sonic” Smith. Μετά το διόρθωσε, κι έτσι ο τριγμός των οστών του Bruce Springsteen έπαυσε. Θεωρώ άσκοπο να σας πω κάτι για την αντίδραση του κόσμου στο τραγούδι αυτό. Κάτι το ίδιο το τραγούδι, που αρέσει ακόμα και σε όσους συγκινήθηκαν με τη μνεία της Amy Winehouse, κάτι και το «πάμε» που εκστόμισε πριν το ρεφρέν και… καταλαβαίνετε. Είδα μπροστά μου μια όχι και τόσο νεαρή σύζυγο να αγκαλιάζει και να φιλά τον σύζυγό της στο άκουσμα των στίχων, ενώ εκείνος έδειχνε εμφανώς αγχωμένος στην προοπτική ότι έπρεπε να δει το υπόλοιπο live αγκαλίτσα. Όμως, πουρόκρες ενωμένοι, ποτέ νικημένοι! Σε λίγο τον άφησε! Με τον κόσμο σε τέτοια διάθεση, ήρθε το “People Have The Power”, που ανήκει πραγματικά στον Fred “Sonic” Smith, και το τερμάτισαν! Πλέον είναι πιστοποιημένο. Μάλλον μόνο σε μένα φαίνεται ότι αυτό το τραγούδι είναι από τα πιο μέτριά της. Κι αν το “best of” έληξε στις 22.43’, όλοι ξέραμε πως θα έχει κι άλλο.
Κι αυτό που ήρθε ήταν μοναδικό. Το “My Generation” των The Who. Χαλασμός, «ηθικόν ακμαιότατον» και συνθήματα της Patti του τύπου «ο κόσμος είναι αυτός που λέει στους πολιτικούς τι να κάνουν» (ε, χμ, άστο καλύτερα, αγαπητή μου Patti). Και για το φινάλε, έπιασε κι η Patti κιθάρα για τζαμάρισμα και πάρτε κι ένα ”Rock n’ Roll Niger” για να αποκάμετε. Η ώρα είχε πάει 22.55’, όταν η χαρούμενη όσο και το κοινό Patti, μας χαιρέτισε και πήγε γι’ άλλα.