@ Ηρώδειο #1
Εντυπώσεις, συναισθήματα, σκέψεις. Της Χίλντας Παπαδημητρίου και του Γιώργου Θεοχάρη
Poet. Painter. Musician.
Εν αρχή ην ο λόγος. Είχε προηγηθεί η ζωγραφική, τα περίεργα πορτρέτα με μελάνι που ήταν επηρεασμένα από τη Φρίντα Κάλο. Αλλά ακόμα και στα πρώτα άτεχνα σκίτσα της, η Patti Smith πρόσθετε ασύνδετες φράσεις, θραύσματα ποιημάτων ή εσωτερικούς μονόλογους, που συμπλήρωναν το εικαστικό αποτέλεσμα. Στις αποσκευές της υπήρχε πάντοτε μια συλλογή του Γουίλιαμ Μπλέικ ή του Μαγιακόφσκι, τα ποιήματα του Γουίλιαμ Κόρσο, του Ρεμπώ και του Γκίνσμπεργκ.
Μ' αυτούς τους όρους βλέπει κανείς μια συναυλία της Patti Smith. Μην παρεξηγηθώ: δεν εννοώ ότι δεν είναι καλή μουσικός. Εννοώ ότι η μουσική της χτίζεται γύρω από το λόγο, τον οποίο συνοδεύει με αυτοσχέδιες κινησιολογικές χορογραφίες. Όπως έκαναν κάποτε οι ραψωδοί, όταν μάζευαν γύρω από τη φωτιά τους ακροατές τους για να τους ταξιδέψουν σε κόσμους μακρινούς. Αυτή την Patti Smith είδαμε στις 22/6 στο Ηρώδειο. Μια ποιήτρια με σαφή εικαστική αντίληψη της κίνησής της, να απαγγέλει μαγικούς στίχους: "When suddenly Johnny gets the feeling he's being surrounded by /horses, horses, horses, horses /coming in in all directions /white shining silver studs with their nose in flames"- με τη συνοδεία μιας γερής μπάντας. Και όσοι γκρινιάζουν για την επιλογή του χώρου, χάνουν την ουσία. Το αρχαίο θέατρο φτιάχτηκε για να φιλοξενεί ποιητές στη σκηνή του. Παρότι το κοινό ήταν -ασφαλώς - παράταιρο, ο χορός της Patti ξεσήκωσε μικρούς και (κυρίως) μεγάλους, φέρνοντας σε αμηχανία τους νεαρούς ταξιθέτες. Αλλά μόλις ο κόσμος εγκατέλειψε τις θέσεις του για να την τριγυρίσει, να χορέψει μαζί της, να την αγγίξει φευγαλέα, είδα τις ταξιθέτριες να χοροπηδούν σε κατάσταση διονυσιακής λατρείας.
"My design was to shake things up", είχε πει η Patti Smith. Πράγμα που κατάφερε από τις αρχές της δεκαετίας του '70, με το punk, με την ποίησή της και κυρίως με την παρουσία της: μια γυναίκα που δεν εκμεταλλευόταν την εικόνα της (δεν θα μπορούσε, άλλωστε) όπως η Debbie Harry, ούτε επέτρεπε στα γυναικεία στερεότυπα να τη συντρίψουν όπως τη φίλη της Janis Joplin. Χρειάζεται πολύ τσαγανό για να επιβιώσει κανείς από το ολοκαύτωμα της νεοϋορκέζικης punk σκηνής των '70, αλλά και από τη ζωή της μητέρας & νοικοκυράς στο Ντιτρόιτ, για πάνω από μια δεκαετία. Η Patti επέστρεψε οριστικά στη μουσική στα μέσα της δεκαετίας του '90, μαλακωμένη από τις απανωτές απώλειες αγαπημένων ανθρώπων. Απέφυγε τον κίνδυνο να γίνει γραφική. Κράτησε ό,τι άξιζε από τον τσαμπουκά του punk, και παρότι οι μεταγενέστεροι δίσκοι της δεν μπορούν να συγκριθούν με τους 4 πρώτους, η χαρισματική προσωπικότητα και η σκηνική παρουσία της συνεχίζουν να πυρπολούν τη σκηνή: ο Ρεμπώ και οι Ronettes, ο Μαγιακόφσκι και τα φωνητικά του doo-wop, ο Γουίλιαμ Μπάροουζ και ο Jimi Hendrix, ξεπηδάνε από την παθιασμένη απαγγελία και ερμηνεία της. Φύλακάς άγγελός της πάντοτε ο Lenny Kaye, όπως την πρώτη φορά που συνόδεψε την ποίησή της με την κιθάρα του, στις 10 Φεβρουαρίου 1971, σε μια εκκλησία της Νέας Υόρκης.
Επειδή εμπιστεύομαι την κρίση του φίλου μου Γιώργου Θεοχάρη περισσότερο από τη δική μου, ιδού τι έγραψε ο Γιώργος για τη συναυλία:
"Το δίωρο σετ στηρίχτηκε στους 4 δίσκους των '70s (11 από τα 19 συνολικά κομμάτια) και στον τελευταίο (άλλα 3). Λογικό. Το συγκρότημα σε μεγάλα κέφια, με τη ρυθμική βάση (Jay Dee Daugherty στα ντραμς και Tony Shanahan στο μπάσο) να προσφέρουν στιβαρή στήριξη στην κιθάρα του Lenny Kaye και στη φωνή της Patti Smith. Το σχήμα συμπλήρωναν τα παιδιά της (και παιδιά του Fred "Sonic" Smith), ο Jackson (κιθάρα) και από ένα σημείο και μετά η Jesse (ηλεκτρικό πιάνο). Αλλά στη σκηνή κυριαρχούσε η πρωθιέρεια. Φυσικά.
Κανείς δεν περιμένει από μια γυναίκα της ηλικίας της να χοροπηδάει ασταμάτητα επί δύο ώρες. Και όμως, η Patti δεν σταμάτησε να χορεύει ούτε λεπτό. Μετά από 40 χρόνια στη σκηνή, έχει μάθει να κάνει συντήρηση. Ούτε που λαχάνιασε! Έξοχη σκηνική παρουσία, χωρίς τίποτα το περιττό ή το στημένο. Και ερμηνευτικά η φωνή της είναι αγέραστη.
Το Ηρώδειο, λένε πολλοί, δεν κάνει για rock συναυλίες, και έχουν δίκιο. Εκτός και αν στη σκηνή βρίσκεται ένα χαρισματικό πλάσμα με την πείρα της Patti. Στο πρώτο τρίτο της συναυλίας ο κόσμος καθόταν στις κερκίδες και η ορχήστρα παρέμενε άδεια, δημιουργώντας ένα αφύσικο κενό μεταξύ κοινού και συγκροτήματος. Τότε ήταν που η Patti άφησε τη σκηνή για να παίξουν οι υπόλοιποι το καθιερωμένο "Nuggets Medley". Όσο τραγουδούσε ο Kaye, η Patti κατέβηκε στην άδεια ορχήστρα κι άρχισε να χορεύει, προσκαλώντας τον κόσμο να αφήσει τις θέσεις του και να χορέψει μαζί της. Σύντομα πολλοί ανταποκρίθηκαν και ο κενός χώρος γέμισε. Η Patti, χωρίς σωματοφύλακες, χόρευε ανάμεσά τους. Απίστευτη εξέλιξη! Η συναυλία είχε σωθεί.
Στις κορυφαίες στιγμές της βραδιάς, από πλευράς αντίδρασης και συμμετοχής του κοινού, ανήκουν, όπως ήταν αναμενόμενο, τα πιο γνωστά της τραγούδια ("Dancing barefoot", "Because the Night" -αφιερωμένο στον πρόωρα χαμένο πατέρα των παιδιών της- , "Gloria" και "People Have the Power", αλλά και το "Summertime Blues" του Eddie Cochran). Από άποψη ερμηνείας, η καλύτερη ίσως στιγμή ήταν το "Beneath the Southern Cross", ένα τραγούδι από το Gone Again που δεν ανήκει στα αγαπημένα μου και που αναρωτιόμουν γιατί το παίζει πάντα στις ζωντανές εμφανίσεις. Τώρα μου λύθηκε η απορία: στη σκηνή το τραγούδι μετατρέπεται σε μεταφυσική εμπειρία. Επίσης μεγάλες στιγμές ερμηνευτικά ήταν το "This is the Girl" -γραμμένο για την Amy Winehouse- και το "It's a Dream" του Neil Young, στηριγμένο κυρίως στο ηλεκτρικό πιάνο. Εντελώς υποκειμενικά, η καλύτερη στιγμή όλων ήταν η συγκλονιστική εκτέλεση του "Free Money", η επιτομή της ιδανικής αναλογίας λυρισμού και rock'n'roll έξαψης. Μια σκηνή που θα μου μείνει αξέχαστη: στην εισαγωγή, η Patti κάθισε στην άκρη της εξέδρας κοιτάζοντας το κοινό. Όταν ήρθε η ώρα να μπει η φωνή, σηκώθηκε με τα χίλια ζόρια (σχεδόν άκουσα τα κόκκαλα της να διαμαρτύρονται) και αναπόφευκτα σκέφτηκα: "πάει, γεράσαμε". Αλλά όταν έφτασε στο μικρόφωνο, ξανάγινε εκείνο το αγοροκόριτσο που αγαπήσαμε στα '70s, η rock ποιήτριας της άγριας ομορφιάς, μεταδίδοντας τις ιαματικές ιδιότητες της τέχνης της και στους ευγνώμονες συνομήλικους μεταξύ των θεατών της. Τέλος, το κυρίως σετ έκλεισε με το "Gloria", χωρίς όμως να προηγηθεί το "In Excelsis Deo", όπως συμβαίνει στο ιστορικό Horses, αλλά το "Land". Μόνο στο τέλος, στο κλείσιμο του ύμνου των Them, η Patti Smith απάγγειλε τον εμβληματικό εναρκτήριο στίχο "Jesus died for somebody's sins", χωρίς όμως να συμπληρώσει "but not mine". Και τι έγινε, ίσως αναρωτηθεί κανείς. Και όμως, σε συμβολικό επίπεδο, κάτι έγινε.
Το Ηρώδειο όντως δεν κάνει για rock συναυλίες, όχι όμως (μόνο) επειδή δεν μπορούμε να πίνουμε και να καπνίζουμε, αλλά επειδή είμαστε εκ των πραγμάτων καθιστοί στις κερκίδες. Η Patti, ευτυχώς, το έλυσε (μερικώς) αυτό το πρόβλημα. Ο ήχος και ο φωτισμός ήταν στις συνήθεις υψηλές προδιαγραφές του Φεστιβάλ. Προσωπικά θα ήθελα την κιθάρα του Lenny Kaye λίγο πιο πάνω και πιο κοφτερή. Με αυτό δεν εννοώ ότι ο επί 40 χρόνια κιθαρίστας και αχώριστος συνεργάτης της Patti Smith υστέρησε - κάθε άλλο. Παρ' όλα αυτά, ο ήχος της κιθάρας του σαν να έχει χάσει εκείνη την αίσθηση του κατεπείγοντος που είχε, λ.χ., στο Horses. Ίσως να φταίει ότι εκεί παραγωγός ήταν ο John Cale, ίσως οι 4 δεκαετίες που έχουν περάσει, ίσως το εκ των πραγμάτων ετερόκλητο κοινό του Ηρωδείου. Κλείνοντας, να πω ότι μου έλειψε στο encore το "Rock'n'Roll Nigger" (με τη συνήθη εισαγωγή του, το "Babelogue"), καθώς και οτιδήποτε από το Horses έμεινε απέξω.
Εντούτοις, τίποτα απ' αυτά δεν στάθηκε ικανό να μετριάσει τη συνολική εντύπωση από αυτή τη μαγική συναυλία, μία από τις καλύτερες που έχω δει να δίνει κάποιος από τους ώριμους πλέον ήρωες της εφηβείας μου. Βγαίνοντας από το Ηρώδειο, εξαιτίας της Patti Smith και της μπάντας της, ο κόσμος ήταν κατά τι καλύτερος - όπερ και το ζητούμενο, ανεξαρτήτως συγκυρίας - κι αυτό από μόνο του είναι πολύ".