Πέτρος Κλαμπάνης ζωντανά στο Gazarte
Ζητείται "σύγχρονος τζαζ ήχος με ελληνικό χρώμα χωρίς όμως εύκολες έθνικ επιμειξίες". Μια επιτέλεση του ζητούμενου παρακολούθησε και άκουσε ο Στυλιανός Τζιρίτας.
Μπορεί μόλις το 2017 να άκουσα προσεκτικά για πρώτη φορά τον Πέτρο Κλαμπάνη (ασχέτως αν είχαν προηγηθεί πεταχτές ακροάσεις στο ‘Minor Dispute’ δύο χρόνια πιο πίσω) αλλά από το ‘Chroma’ και πέρα όχι απλά με κατέκτησε η αρτιπαιξία του (αυτό βρίσκεται σχετικά εύκολα) αλλά το ίδιο το χρώμα του ήχου του. Καθαρός ήχος με μεσαίες απολήξεις στις συχνότητες, σημάδι ότι ο Έλληνας μπασίστας και συνθέτης ήθελε να κινηθεί και προς το δεύτερο προαναφερθέν συστατικό της ταυτότητάς του, τη σύνθεση, και όχι απλά να κονφορμάρει εαυτόν σε σχήματα (προσωπικά και μη) λειτουργώντας στο υπογάστριο των εκτελέσεων. Και ναι μεν έχουμε ξαναδεί μπασίστες να βγαίνουν μπροστά, αλλά πολλές φορές έχουμε να κάνουμε με περιπτώσεις όπου απλά τονίζεται η ατζέντα της περφεξιομανίας, είτε στην περιπλοκότητα των solo είτε στην τοποθέτηση του τετράχορδου στη μίξη.
Ο Κλαμπάνης σε καμία περίπτωση δεν κινείται έτσι και αυτό αποδείχθηκε περίτρανα όχι μόνο στο εξαιρετικά εύστοχο ηχογραφημένο υλικό του ‘Tora Collective’ που κυκλοφόρησε στις αρχές του 2023 από την Enja αλλά εξαρχής από τον ίδιο τον τίτλο της κατάθεσης. Collective. Υπάρχει μία ιδιόμορφη δημοκρατία στο ‘Tora Collective’. Μπορεί ο δίσκος να φέρει το όνομά του, ωστόσο οι άνθρωποι που συμμετέχουν λειτουργούν μαζί του και φανερά έχοντας μερίδιο στη δημιουργία. Και αυτό ακριβώς ήθελα να πιστοποιήσω, το πως δηλαδή λειτουργεί αυτό στα live, και η συναυλία του Πέτρου Κλαμπάνη στο Gazarte ήταν μια καλή ευκαιρία. Ο Κλαμπάνης πάντα προσπαθούσε να βάλει ελληνική μουσική στις συνθέσεις του αλλά στον δίσκο αυτό δοκίμασε να βουτήξει απόλυτα μέσα στο ελληνικό παραδοσιακό σύμπαν.
Το ωραίο πράγμα που σμιλεύτηκε μπροστά μας εκείνο το βράδυ είχε να κάνει με μια ενδελέχεια πάνω στον ελληνικό ήχο και μία πραγματική προσπάθεια σύζευξης και σύμπλευσης με δρόμους κεντροευρωπαϊκούς, χωρίς να μπλέκουν στη μέση όροι όπως ‘έθνικ’ ή τσαπατσουλιές που σκοπό έχουν να εντυπωσιάσουν. Ο Κλαμπάνης σε κανένα σημείο της παράστασης, είτε ο ίδιος είτε η μπάντα του, δεν παρασύρθηκαν σε ανερμάτιστες και στείρες επιδείξεις δεξιοτεχνίας ή σε μασημένη τροφή για μαλακά αυτιά. Αν και είναι ένας γοητευτικός άντρας ο ίδιος, δεν πουλάει τον εαυτό του πάνω στην σκηνή με ευκολίες. Δε σε βάζει να κάνεις αναγκαστικά παλαμάκια επειδή θέλει να τονίσει το Εγώ του μέσω ρυθμικών κλαγγών την ώρα που παίζει η μπάντα. Σεμνός και με σωστή επικοινωνία με το κοινό, ένα σπάνιο δείγμα έλληνα καλλιτέχνη. Όμως αυτό δε σημαίνει ότι δε διευθύνει και δεν οδηγεί τη μπάντα με άγρυπνο μάτι. Ο Κλαμπάνης έχοντας πλήρη συναίσθηση των δρόμων (και των λακκουβών αυτών) που έχει επιλέξει, προσπαθεί να κρατήσει ισορροπίες έτσι ώστε να μη λυτρώσει με ευκολίες τις πλέξεις που δένουν άξια οι μουσικοί που υποστηρίζουν το όραμά του. Το δε ούτι βάζει μέσα όλη την Ανατολή και το πιάνο δεν χάνεται σε κάποια αμερικάνικη συχνότητα. Παράλληλα η Αρετή Κετιμέ, η οποία εκτός των πολύτιμων φωνητικών της σε τραγούδια όπως το αγέραστο "Χαρικλάκι" λειτουργεί ως μία επιπλέον γέφυρα του σχήματος με το κοινό ούσα μαθημένη η ίδια σε πιο παραδοσιακούς κώδικες σε συναυλίες, ο απολαυστικός Γιώργος Κοτσίνης στο κλαρίνο και τον οποίο ακολουθεί στα χνάρια όλη η μπάντα όταν ανεβαίνει στη σκηνή, ο Ανδρέας Πολυζωγόπουλος ο οποίος έχει φτάσει πια σε απίστευτα επίπεδα ελέγχου του ήχου του, ο Θωμάς Μελετέας στο ούτι με τις προσεκτικές του προαναφερθείσες γέφυρες μεταξύ Ανατολής και παρόντος χρόνου και τέλος ο Ραφαήλ Μελετέας στο πιάνο ο οποίος πραγματικά σηκώνει όλο το βάρος των ενορχηστρώσεων αλλά με ένα δαιμονισμένο κέφι το οποίο αν και με 3/4 πλάτη στο κοινό (λόγω στησίματος του πιάνου) δεν μπορούσες να μην παρατηρήσεις.
Αυτός οφείλει τολμώ να πω να είναι ο σύγχρονος ήχος για την jazz στην Ελλάδα, αφήνω στην άκρη τους διάφορους ασκεπείς, κοτσιδοφόρους και μουσάτους που λυμαίνονται το χώρο προσπαθώντας να μας δείξουν ότι έχουν ακούσει πολύ Miles Davis και Dexter Gordon. Τα copycats ήταν και θα παραμείνουν αδιάφορα και βαρετά, ενώ άνθρωποι όπως ο Κλαμπάνης συνομιλούν με τον τόπο που γεννήθηκαν και προσπαθούν να δημιουργήσουν αισθητική πρόταση.
Στα παράλληλα της βραδιάς ήταν η φωνασκία του ήχου από παρακείμενο μαγαζί, ένα ακαθόριστο κοπροσκυλάδικο που σερνόταν στα αυτιά μας στα ενδιάμεσα των εκτελέσεων της μπάντας. Το γεγονός σχολιάστηκε και από τον ίδιο τον Κλαμπάνη αλλά και από την Κετιμέ τη δεύτερη φορά που αυτή ανέβηκε στη σκηνή και το βρήκε μάλιστα ως πάτημα για να τσιμπήσει τις δυναμικές της η μπάντα, αλλά ειλικρινά δεν ήταν κάτι που ενοχλούσε την ώρα που άκουγες Κλαμπάνη και Σία. Ήταν τέτοια και η ηχοπλοκή, ήταν τέτοια και η πηγαία δύναμη των ανθρώπων πάνω στη σκηνή, ήταν τέτοια η απόλαυση, ώστε το τρυπάνι του αρκουδιάρικου ήχου δεν άγγιξε κανέναν θαρρώ μέσα στην αίθουσα. Εξάλλου αν δεν υπήρχε η σύμβαση της καρέκλας, ειδικότερα στις φάσεις όπου η Αρετή Κετιμέ και ο Γιώργος Κοτσίνης οδηγούσαν τις εξελίξεις, θα μπορούσε να στηθεί πολύ άνετα και άμεσα ένα ωραίο γλέντι με αυθεντική λαϊκότητα.
(Φωτογραφίες: Μιχάλης Καραγιάννης)