Plissken Athens 2014, a review
Ο Αντώνης Κλειδουχάκης πέρασε δύο μερόνυχτα βλέποντας, ακούγοντας, χορεύοντας και φωτογραφίζοντας μουσικούς
Είναι αλήθεια ότι στο φετινό φεστιβάλ πήγα ορεξάτος και κάπως προετοιμασμένος. Είχα τσεκάρει τα ονόματα αναλυτικά μια δυο εβδομάδες πριν, φρέσκαρα την μνήμη μου σε πολλά ονόματα και έψαξα να ακούσω αρκετά από αυτά που δεν είχα υπόψη μου. Το ότι δεν είχα εγκαίρως προβλέψει να προμηθευτώ με κάποιο φωτογραφικό ή άλλο πάσο για καλύτερη κάλυψη δεν με αποθάρρυνε να πάρω μαζί μου τη φωτογραφική μηχανή και ένα task που έβαλα στον εαυτό μου ήταν να τραβήξω φωτογραφία από όλους τους συμμετέχοντες, πράγμα που κατάφερα τελικά.
Ως επακόλουθο αυτού είναι ότι δεν είδα ούτε ένα live ολόκληρο μιας και είχα αναπτύξει μια συνεχόμενη πορεία ανάμεσα στα τρία κύρια stages του φεστιβάλ, το main, το υπαίθριο και το dark room. Το comedy δεν το πρόσεξα καν, το δε super φορτηγάκι του χορηγού με τα πλατό των dj φορτωμένα στο πίσω του μέρος, είχε παρκάρει σε λάθος σημείο την πρώτη μέρα ενώ την δεύτερη παρά τη μετατόπιση του δίπλα στον χώρο με τις ξαπλώστρες και πάλι δεν κατάφερνε να μαζεύει αρκετό κόσμο. Προσοχή, δεν πιστεύω ότι έφταιξαν κάπου οι Black Athena, που επιμελήθηκαν το soundsystem, μια χαρά ανήσυχους ήχους πήρε το αυτί μου.
Η προσέλευση του κόσμου ήταν νομίζω πολύ μεγάλη. Μου φάνηκε πολύ περισσότερος κόσμος από τις προηγούμενες χρονιές. Σε αυτό πιθανώς να έπαιξε ρόλο η πιο ανοιχτή καλλιτεχνική διεύθυνση που έγινε φέτος, πιθανώς η επιλογή των Black Lips - εμφανίστηκαν πολλοί garage fans περασμένων δεκαετιών, ίσως και των Nightmare on Wax μιας μπάντας που μπόρεσε να μαγνητίσει πιο normal mainstream κοινό και οπωσδήποτε η επιλογή γνώριμων στο ελληνικό κοινό ονομάτων που έχουν δοκιμαστεί στα Αθηναϊκά stages και που όντως μπορούν να φέρουν ξανά κόσμο (Wooden Shjips, Fuck Buttons, 65Daysofstatic, Dirty Beaches). Τώρα βέβαια το τελευταίο δεν το είπα για καλό αλλά δεν μπορώ να το αφήσω ασχολίαστο. Στην τελική η καλλιτεχνική διεύθυνση είναι πιο πολύπλοκο ζήτημα και το αρχικό ζητούμενο είναι το φεστιβάλ να καταφέρνει να υπάρχει και να μεγαλώνει. Μόνο μην αρχίσει να παίζει κανένα ανέκδοτο σαν αυτό με τους James, που όποτε και να έρθουν στην Ελλάδα είναι sold out. Με λίγα λόγια πάντως φάνηκε αυτές τις δύο ημέρες η σκληρή δουλειά πολλών ανθρώπων και πιστεύω ότι αν συνεχίσουν έτσι, το φεστιβάλ μπορεί να ανέβει κατηγορία και να αποκτήσει μεγαλύτερη, παγκόσμια εμβέλεια.
Ένας τρόπος τώρα για να καλύψει κάποιος ένα μεγάλο φεστιβάλ με πολλά acts, είναι να το πάρει στη σειρά με το πρόγραμμα και να αρχίσει να γράφει για όλους. Εφ' όσoν όμως εμφανίστηκε κείμενο στο MiC περί του κύριου stage, μάλλον δεν θα το πιάσω έτσι ακριβώς, ασχέτως αν, όντως ήμουν εκεί και τις δύο ημέρες στις 5 το απόγευμα και έφευγα με πόνους στα πόδια στις 6 το πρωί. Ο λόγος της κούρασης δεν ήταν μόνο η πολύωρη ορθοστασία και τα κιλά μου αλλά κυρίως ο συνεχόμενος χορός, γιατί ναι, αν κάποιος είχε τέτοια διάθεση πηγαίνοντας στο Plissken, έβρισκε για να χορέψει.
Plissken Club Stage
Δεν θα το έλεγα βέβαια Club Stage το σκοτεινό δωμάτιο του χώρου, αλλά η καλή μουσική που παίχτηκε και η θετική αποδοχή του κόσμου που συμμετείχε κρατούσε μια ζεστασιά στην ατμόσφαιρα πραγματικά όλες τις ώρες. Σπάνια έμπαινες μέσα στο δωμάτιο και άκουγες κάτι βαρετό ή κακό· λιγότερο καλό ναι, αλλά κακό όχι. Ελπίζοντας τώρα να πληροφορήσω και να παρακινήσω λίγο κάποιους ενδιαφερόμενους, επιγραμματικά και εν τάχει αναφέρω:
Eagles for Hands (live), έπαιξε ένα πολύμορφο house με πολλά φωνητικά να ανακατεύονται στους tribal διαθέσεων ήχους.
Ossie (set?), η μόνη, αν δεν κάνω λάθος, ακύρωση του φεστιβάλ ήταν ο Saint Pepsi, ο εικοσάχρονος λευκός Νεοϋορκέζος που προσωπικά περίμενα να τον δω από κοντά να αναπτύσσει στα πλατό τους meta-soul προβληματισμούς του, στην θέση του οποίου εμφανίστηκε ένας Λονδρέζος παραγωγός, ο Ossie που κινήθηκε σε παρόμοιους δρόμους. Check, Gregory Porter - 1960 What? (Opolopo Kick & Bass Rerub) μιξαρισμένο σε house διάθεση.
Nadia Ksaiba (live), που εκτός το early Madonna like Virtual Lover της, έπαιξε ένα παγιδευτικό darky electro, synth pop με minimal wave υπόηχους.
Ghost Culture (?), λονδρέζος σε modern tech electro, με επιρροές από Detroit.
Mickey Lightfoot (live), δίδυμο μαύρων που παίζουν live breakbeat και τραγουδάνε με μικρόφωνο την άχαρη ώρα της έναρξης της δεύτερης ημέρας. Δεν είχα δει ξανά από κοντά alternative R&B πράγμα.
Djuma Soundsystem (set), pure clear techno και tech house σε ώρα αιχμής.
dotmessage (live), ελληνική εμφάνιση, παρουσίασαν ένα γλυκοδουλεμένο techno.
Seams (live), αυτό το έχασα τόσο που δυσκολεύομαι να θυμηθώ κάτι. Sorry guys.
Cooly G (set), λονδρέζα μαυρούλα που νομίζω ότι μας πέρασε λίγο από το UK funky πνεύμα της πόλης της.
ΜΑΝΙΚ (set), βγήκε πολύ βράδυ την δεύτερη ημέρα που επίσης γυρόφερνα στο main, και έχω την αίσθηση του tech house από το λίγο που άκουσα.
D/R/U/G/S (set), το φεστιβάλ έκλεισε με το νεαρό dj από το Manchester, έχοντας πάρει φωτιά τα Roland SP-404 SX sampler του. Η αλήθεια είναι ότι τον έβγαλε knock out το κοινό και δεν είχα δει ξανά dj να ξεφυσάει κάθιδρος από την κούραση. Μέχρι και το Blue Monday τους έπαιξε αλλά κανείς δεν σταμάταγε και το set του δεν είχε τελειωμό. Ξημέρωσε με μελωδικό, φρέσκο techno.
*Θερμή παράκληση να αναγράφεται στο πρόγραμμα αν πρόκειται για dj set, για live ή και τα δύο μαζί.
Club Stage Top-5
05. Deadbeat (set + live) Έχοντας αφήσει τελείως το dub τα τελευταία χρόνια στην άκρη του μυαλού μου σαν μια μακρινή ανάμνηση, ο Deadbeat ήταν από τα πρώτα ονόματα που έψαξα να δω τι παίζει, λίγες ημέρες πριν το φεστιβάλ. Τα τραγούδια του με κέρδιζαν το ένα μετά το άλλο και λίγες μέρες μετά το ίδιο έγινε και με την εμφάνιση του. Κινείται σε μια γκάμα από ambient dub μέχρι dub techno, minimal και tech χρησιμοποιώντας διακριτικά original dub στοιχεία, πάντα ακολουθώντας τον ήσυχο και ήρεμο τρόπο. Παρένθεση: τσεκάρεται ένα καλό δίσκο που πέρασε στα αζήτητα του 2013 και που άκουσα από τον κύριο Ρύκιο πριν λίγους μήνες, το Rhythm Collision Volume 2 από την θρυλική punk reggae dub μπάντα των 80s, RUTS DC.
04. Fatima Al Qadiri (set) Για την νεαρή από το Κουβέιτ που είχε εκθειάσει πριν το φεστιβάλ ο Χρίστος Μίχος από το "Σπίτι του με τα Παράξενα", δεν είχα ακούσει κάτι από κάπου αλλού. Επιβλητική παρουσία πίσω από τα deck η Fatima, μας χάρισε στιγμές που ακούγαμε στο χώρο tribal everything, νέα μουσική. Από το set της γεννιόντουσαν μετά το Dubstep καταστάσεις με απενοχοποιημένες εναλλαγές στο ρυθμό και σπάνιο τρόπο μίξης ήχων της Ασίας με σύγχρονο αστικό υλικό. Από τα show που κάποιος επιδιώκει εύκολα να δει ξανά γιατί είναι σίγουρο ότι κάτι ακόμα καινούργιο θα έχει να ακούσει, πήρε νομίζω ένα από τα μεγαλύτερα χειροκροτήματα στο δωμάτιο.
03. be-Gun (live) Η έκπληξη για μένα ήρθε απρόσμενα από το ντουέτο (?) από τη Βαρκελώνη που χάριζε με τη μουσική του, πολύπλοκη ομορφιά με απλά υλικά. Ακριβώς όπως και οι εικόνες που παίζονταν στο τοίχο πίσω τους και σημειωτέον, αν δεν κάνω λάθος, σε όλο το φεστιβάλ ήταν οι μόνοι που είχαν δικό τους projection. Μια Chillwave εξέλιξη idm μουσικής είναι ίσως ένας χαρακτηρισμός που μπορώ να δώσω για αυτό που ακούγονταν και το παράδειγμα χορευτικής μουσικής πέρα από τα τετριμμένα που προτείνουν λέω να το κρατήσω σαν έναν από τους μελλοντικούς μου οδηγούς στην συνεχόμενη εξερεύνηση στο χώρο της ηλεκτρονικής μουσικής.
02. Kyoka (live) Η γιαπωνέζούλα με το θανατηφόρο χαμόγελο έκλεισε ιδανικά την πρώτη ημέρα του φεστιβάλ παίζοντας χορευτική idm με εναλλαγές στα θέματα της, συνεχόμενους πειραματισμούς και χρησιμοποιώντας πολλές φορές αντικομφορμιστικούς ήχους. Κάπου έχει πάρει το μάτι μου τον χαρακτηρισμό Glitch για το στυλ της ηλεκτρονικής μουσικής που χρησιμοποιεί τραχιά στοιχεία και ήχους, πολλές φορές ως κύριο θέμα της σύνθεσης (βλέπε Oval, Fennesz, Muslimgauze κ.α.) Φανταστείτε τώρα ένα χορευτικό version των προαναφερθέντων. Από τις ποιοτικές επιλογές του φεστιβάλ.
01. Shackleton (live) Η κορυφαία στιγμή στο δωματίου ήταν η εμφάνιση του Λανκασαϊριανού Shacky που πριν περίπου δέκα χρόνια χριζόταν ως ο πάτερ του Dubstep. Ήταν μια επιβλητική, συγκροτημένη μορφή, φορούσε μπλουζάκι των Fall και καθοδηγούσε το κοινό με κοφτές ματιές πίσω από τα λεπτά γυαλιά του. Ο ήχος του πάντα εμπλουτισμένος με ιδιαίτερο percussion, μοιραζόταν ανάμεσα στην ασυνήθιστων φράσεων dubstep αισθητική και στα παρακλάδια του acid dub techno. Ο άνθρωπος αυτός νομίζω ότι είναι ιδανικός για τη θέση του πρέσβη της ηλεκτρονικής μουσικής σε πιο Rock ακροατήρια. Το κατάλαβα εκτός άλλων και από τον τύπο που στεκόταν δίπλα μου και άκουγε για περίπου μισή ώρα και που για άλλη μισή χόρευε μέχρι το τέλος. Όταν τον ρώτησα αν έχει ακούσει ξανά τέτοιο live μου είπε, "δεν ξέρω, εγώ δεν ακούω τέτοια, ακούω άλλα".
Outdoor
Το εξωτερικό stage λειτούργησε καλά και έκανε πολυποίκιλο κόσμο χαρούμενο. Για τις Ελληνικές συμμετοχές εκεί οι σκληροί Bombing the Avenue εμφανίστηκαν πρώτοι των πρώτων, μπορούν να έχουν κοινό άλλα έχουν δρόμο προς την ωρίμανση, οι indie Noise Figures δεύτεροι την πρώτη μέρα έχουν κοινό αλλά νομίζω ότι χρειάζονται μεγαλύτερη αυτοκριτική και ενδοσκόπηση, οι τρεις djs Pad Trio περνάνε καλά γεμάτοι ενέργεια και όρεξη για παιχνίδι χωρίς ξεκάθαρη κατεύθυνση, οι art Plastic Flowers δεν έπιασαν την γατούλα από τα κέρατα (τους εύχομαι να το πετύχουν στο εξωτερικό που όπως μας ενημέρωσαν θα δοκιμάσουν), οι εναλλακτικοί A Victim of Society παρά το ότι δεν έχουν πολλά νέα υλικά στον ήχο τους ήταν ίσως η καλύτερη στιγμή εγχώριου καλλιτέχνη και τέλος οι Imam Baildi Soundsystem είναι μια χαρά για αυτούς που διασκέδασαν μαζί τους, ξέρετε εσείς ποιοι είστε.
Συνέχεια έξω με old fashioned LA garage από τους retro Tijuana Panthers, μου άρεσαν οι nerd φάτσες τους. Οι μεγαλόπνοοι επίσης art Son Lux είναι δυναμικοί με αυτοπεποίθηση αλλά μου φάνηκαν λίγο χαμένοι στην μετάφραση του νεωτερισμού τους και τέλος ο (%#?&F***#) δεν κάθισα σε όλο το live των noise pop punk No Age που ίσως ήταν ότι καλύτερο έξω τουλάχιστον την πρώτη μέρα (άκουσα ότι διασκεύασαν και Big Black). Η μεγάλη έκπληξη έξω ήρθε το Σάββατο με τους Dub Pistols. Πηγαίνοντας διεκπεραιωτικά προς το μέρος τους για τη φωτογραφία, τους πέτυχα στο ξεκίνημα και άρχισα να θυμάμαι μία-μία τις γνωστές τους από τα 90s επιτυχίες. Σχεδόν με καθήλωσαν και είχα καιρό να δω τόσο μεθυσμένο frondman τραγουδιστή που με ένα μπουκάλι βότκα στο χέρι πήδαγε και χόρευε αλλά παραδόξως δεν έπεφτε (χμ). Μάλλον θα το κάνει χρόνια και είναι πλέον επαγγελματίας σε αυτό.
Other things happened around
Δεν άκουσα ούτε μία νότα από Wild Beasts (εκ των υστέρων τώρα που το σκέφτομαι θα ήθελα να τους δω, αλλά δεν άκουσα και κάποιον να λέει κάτι για αυτούς το διήμερο) και ούτε μια από Damien Jurado (καλά τώρα αυτό πώς έγινε;) στο κύριο χώρο των συναυλιών. Την επιλογή του τραγουδοποιού Fink δεν την κατάλαβα και πιθανώς αν δεν βρισκόμουν σε ένα φεστιβάλ, ίσως και να τον πρόσεχα καλύτερα.
Η έναρξη μέσα έγινε από τους Βέλγους ψυχosludgers Raketkanon που νομίζω ότι είναι οι πιο αδικημένοι από όλους λόγω του ότι έπαιξαν χωρίς κοινό. Οι Σουηδέζες Say Lou Lou μου φάνηκαν σαν alternative Eurovision μπάντα, γεγονός όχι αναγκαστικά αρνητικό και στη ψηφοφορία που εξελίχτηκε στόμα με στόμα ψηφίζω την μικρή ξανθιά στα πλήκτρα.
Οι σκοτεινοί λίγο art, λίγο ψυχεδελικοί Suuns έβλεπες ότι κάτι ενδιαφέρον είχαν να σου πουν αλλά η ατμόσφαιρα που τους έπρεπε δεν δημιουργήθηκε ποτέ. Κάπως καλύτερα τα κατάφεραν οι επίσης σκοτεινοί μετά punk Soft Moon και οι νέο ψυχεδελικοί Crocodiles. Η ομορφιά του τραγουδιστή των τελευταίων είναι όντως καθηλωτική πρέπει να αναφέρω και μου φάνταζε σαν να έβλεπα ένα μεγάλο pop idol όπως παλιά συνέβαινε στο rock. Όσον αφορά τους πειραματικούς Dirty Beaches πιστεύω ότι όλοι βλέπουν μια μεγάλη μπάντα (είχε και κιθαρίστα μαζί του) στον καιρό της ενώ εγώ μένω στην άκρη να εκνευρίζομαι με τα Suicide φωνητικά του.
Όσον αφορά το post rock τώρα κάνω δήλωση ότι έχω μείνει στους Tortoise και ότι ποτέ δεν κατάφερα να καταλάβω πως μετά το 97, 98 οικειοποιήθηκε αυτή την ονομασία όλη αυτή η κοινότητα με τους κλώνους των Mogwai. Η ηλεκτρονική post rock μπάντα των 65Daysofstatic χειροκροτήθηκε πολύ και μου έδωσε την αίσθηση της αρένας με την επική ατμόσφαιρα που δημιουργούσαν. Το ίδιο μεγαλείο εκπέμψαν και οι ψυχεδελικοί rockers Wooden Shjips, ασχέτως αν εγώ δεν δέχτηκα να πάρω λίγη από την ενέργεια τους.
Το highlight δε των δύο ημερών από πλευράς της αποδοχής του κόσμου ήταν αναμφισβήτητα οι garage rockers Black Lips που ναι ήταν δυνατοί και ταρακούνησαν τους χιλιάδες που είχαν κατακλύσει το υπόστεγο.
Με αυτούς συνέχισα ένα παιχνίδι φαντασίας που είχα στο μυαλό μου τις δύο μέρες. Βλέποντας την εμφάνιση κάποιου καλλιτέχνη ανακαλούσα στη μνήμη κάποιον άλλο που θα ήθελα να έβλεπα στην εποχή του. Επιγραμματικά: Wild Beasts - a-ha 1985, Damien Jurado - Nick Drake 1972, Fink - The Waterboys 1988, Raketkanon - Black Sabbath 1971, Say Lou Lou - Abba 1979, Soft Moon - Bauhaus 1983, Crocodiles - Teardrop Explodes 1981, Dirty Beaches - Can 1969, 65Daysofstatic - Tangerine Dream 1976, Wooden Shjips - Quicksilver Messenger Service 1969, Black Lips - The Byrds 1966, Vitalic - Vitalic 2002, Mount Kimbie - Massive Attack 1991, Nightmare Air - Dinosaur Jr 1991, Girls Against Boys - Girls Against Boys 1993, Fuck Buttons - Aphex Twin 1994, Nightmares On Wax - Nightmares On Wax 1995. Αυτά.
Ο Vitalic έμπλεξε το όνομα του ακριβώς στις αρχές του αιώνα μας, μαζί με όλους αυτούς που πρωτοστάτησαν στο να κατακλυστούν οι πίστες για μερικά χρόνια από το electroklash και μια εξομοίωση της εποχής πετύχαμε στο τέλος της πρώτης ημέρας στο main. Στο αντίστοιχο τέλος της δεύτερης ημέρας οι μετά trip hop Mount Kimbie παρά το ότι ίσως ήταν μια δύσκολη, ευπρόσδεκτη, ποιοτική επιλογή δεν κατάφεραν να χαλαρώσουν και να συντονιστούν με τον Αθηναϊκό ουρανό. Τι να πω τώρα, ότι φταίει που είδαμε, μπορεί και σαράντα λεπτά, πανικόβλητους από το crew του ήχου να στήνουν και να ξεστήνουν καλώδια και μόνιτορ και ότι στο τέλος είχε τελειώσει η υπομονή μας; Καλά τόση ώρα πως όλα έπαιζαν κανονικά;
Main Stage Top-5
Στην πέμπτη θέση μπορείτε να βάλετε τον καλλιτέχνη της αρεσκείας σας από το φετινό φεστιβάλ. Μετά ακολουθούν οι υπόλοιποι τέσσερεις χωρίς αξιολογική σειρά γιατί ήταν και οι τέσσερεις υπέροχοι. Οι πλέον ιστορικοί Girls Against Boys εκπέμψαν στα πρόσωπα τους γνώση και σιγουριά και κατάφεραν να συγκινήσουν αυτούς που τους ήξεραν. Τι και αν δεν έπαιζαν μπροστά σε περισσότερο κοινό, μόνο που τους έβλεπα πάνω στη σκηνή και συνειδητοποιούσα ξανά τι ρόλο διαδραμάτισαν στο κτίσιμο του Alternative Indie ήχου, μου αρκούσε.
Οι γνώριμοι του φεστιβάλ Fuck Buttons πέτυχαν ακριβώς όπως πέρυσι να καθηλώσουν το ακροατήριο με το πολυδιάστατο ηλεκτρονικό ήχο τους. Η σταθερή ανοδική πορεία για το δίδυμο κάτι μου λέει ότι θα συνεχιστεί για μερικά χρόνια ακόμα, μέχρι την κορυφή. Να πω τώρα ότι και του χρόνου αν έρθουν, πάλι θα καθόμουν να τους δω, δεν είναι ψέματα, αλλά μην ξεχνάμε και αυτό το ανεκδοτάκι που λέγαμε παραπάνω.
Από τους headliners του φεστιβάλ ήταν οι Nightmares On Wax, πράγμα που πριν το φεστιβάλ δεν μπορούσα να καταλάβω. Ποτέ δεν ασχολήθηκα ιδιαίτερα μαζί τους και τους είχα αφήσει στους break προβληματισμούς τους στα μέσα της δεκαετίας του 90 ή μάλλον εγώ είχα άλλους προβληματισμούς τότε. Ο εγκέφαλος στη μουσική του group εμφανίστηκε μαζί με δύο μαύρους singers/rappers όλοι τους επαγγελματικά στημένοι και ακούσαμε σταδιακά τα πάντα γύρω από τη μαύρη μουσική, πολύ dub, funk, soul, acid, house, ελευθερία στη φόρμα και τη μορφή.
Τελειώνοντας, προκύπτει ότι οι Nightmare Air ήταν η καλύτερη εμφάνιση στο φεστιβάλ. Όχι δεν είναι έτσι, ήταν όμως για μένα, χωρίς κάποιους σπουδαίους, ιδιαίτερους λόγους. Απλά θέλω να τους βλέπω πάνω στη σκηνή τρεις, γιατί πολλές φορές στην ιστορία του Rock το τρίο ήταν δυναμίτης, θέλω η κιθάρα να μου σπάει τα μούτρα με αγάπη χωρίς να με ζαλίζει, θέλω την μπασίστρια να τραγουδάει γλυκά, θέλω να χάνομαι στη μελωδία και στο reverb, θέλω να μαζεύω τραγουδάρες σε επτάιντσα, θέλω η αγάπη μου για τα 60s και το punk να μην είναι πιπίλα, θέλω να βλέπω μπάντες όταν γεννιούνται σε μικρά club, θέλω να μην είχε πεθάνει το indie.