Pretty Girls Make Graves + Kaito
Δύο ανερχόμενα και ελπιδοφόρα group εμφανίστηκαν το Σάββατο με κοινό σημείο την καλή υποδοχή στον τύπο για τις δύο μέχρι τώρα δουλειές καθενός, επίσης όμως και την ευκαιρία που περιμένουν και που φαίνεται ότι αργεί ακόμη και για τα δύο. Λιγότερο για τους Pretty Girls Make Graves από το Seattle που "χωρούν" εφαπτομενικά στον σύγχρονο (από ΝΥ εκπορευόμενο) ήχο και περισσότερο για τους βρετανούς Kaito που θα ήταν από τις καλύτερες post-punk προτάσεις της πατρίδας τους αν ασχολούνταν έστω λίγο με το image. Από την πλευρά μας, σπάνια έχουμε εδώ την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε group από την εφεδρεία του εναλλακτικού mainstream, εκεί δηλαδή όπου το ενδιαφέρον είναι συνήθως μεγαλύτερο.
Ατυχώς, τις σκέψεις αυτές συμμερίστηκαν ελάχιστοι μόλις συμπολίτες καθώς η πλειοψηφία φαίνεται ότι προτίμησε τις περισσότερο προφανείς προτάσεις σ' ένα ακόμη κορεσμένο από live βράδυ. Απτόητοι όμως οι τέσσερεις Kaito και πολύ ευχαριστημένοι που βρήκαν λίγους έστω που τους ήξεραν ("θα παίξουμε για εσάς" μας είπαν), ξεκίνησαν με αρκετή όρεξη παρουσιάζοντας κυρίως καινούργια τραγούδια καθώς τελειώνουν ήδη την νέα τους δουλειά.
Σφικτοδεμένο και γρήγορο post-punk στην καλύτερη παράδοση των '80's συμπατριωτών τους που, χωρίς να πρωτοτυπεί, ήταν αρκετά εθιστικό και uptempo για να παρασύρει χωρίς προσπάθεια τους πρόθυμους παρευρισκόμενους. Ήχος συγγενικός με τους 3xYeahs, χωρίς όμως το attitude που μαστίζει το ιδίωμα καθώς η Nikki Colk, εξαιρετική frontwoman, κυριαρχούσε στην σκηνή με την απλή και απέριττα κομψή παρουσία της ξεφωνίζοντας τους στίχους ανάμεσα στις κιθαριστικές κραυγές και τους θορύβους του Dave Lake που έδειχνε να το διασκεδάζει και το δυναμικό μπάσο της Gemma Cullingford.
Οι Kaito έσπασαν με ευκολία τον πάγο της πρώτης γνωριμίας (μετά το τέλος του 45λεπτου set δημιουργήθηκε ρεύμα στον πάγκο με τα cds), με τραγούδια όπου πίσω από την φαινομενική απλότητα και την κεφάτη εκρηκτικότητα καραδοκούσε και η πιο πειραματική πλευρά (αυτή που μάλλον τους κάνει δυσκολοχώνευτους για τον ευαίσθητο βρετανικό τύπο) και που έδειξαν να συνεχίζουν τον δρόμο της προηγούμενης δουλειάς τους έτσι όπως έδεσαν με τα μοναδικά παλαιότερα που έπαιξαν (Should I και Try Me Out), αφήνοντας μόνο καλές εντυπώσεις και αρκετούς νέους φίλους.
Ευκολότερη οπωσδήποτε η δουλειά των PGMG που έπαιξαν σε κοινό που τους γνώριζε και με το οποίο συνδέθηκαν αμέσως καθώς ξεκίνησαν με τα Something Bigger και Chemical, Chemical από την δεύτερη δουλειά τους New Romance, περισσότερο γνωστή και οπωσδήποτε πιο προσιτή. Από την αρχή βέβαια φάνηκε ότι, αντί της frontwoman Andrea Zollo, η ηγετική φυσιογνωμία εδώ είναι στην πραγματικότητα ο μπασίστας Derek Fudesco (με την ευδόκιμη προϋπηρεσία στους Murder City Devils όπου θήτευσε επίσης κι ο drummer Nick Dewitt). Δέσποζε λοιπόν το rhythm section αλλά κι ο ίδιος ο Derek, ενώ ο Jay Clark φαινόταν συνήθως απορροφημένος στην παραγωγή απολαυστικών youth-ικών θορύβων με την κιθάρα του, παραχωρώντας το προσκήνιο στην υπέρβαρη προσφάτως Andrea, θέση που χρησιμοποίησε η τελευταία για να γλυκάνει με Blondie αποχρώσεις τον συχνά σκληρό ήχο των υπολοίπων. Τα αποτελέσματα της αντίστιξης αυτής ήταν συχνά ενδιαφέροντα, υπήρξαν όμως κι οι φορές που είχαμε την εντύπωση ότι στην σκηνή βρίσκονταν ταυτόχρονα δύο group, το ένα θορυβώδες post-hardcore και το άλλο να φθονεί τους 3xYeahs.
Οι διαφορές αυτές έδειξαν να εξομαλύνονται κυρίως στα καινούργια τραγούδια (μερικά ατιτλοφόρητα ακόμη) από την επερχόμενη κυκλοφορία τους που παρουσιάστηκε εκτενώς και όπου οι PGMG έδειξαν να κάθονται με περισσότερη άνεση στην δική τους art-rock εκδοχή, εμπλουτίζοντας τον ήχο ακόμη και με ακορντεόν (εξαιρετική στιγμή με πρωταγωνίστρια την μικροσκοπική Leona που πρόσφατα κατέλαβε την θέση πίσω από τα πλήκτρα). Παρά τις όποιες αντιρρήσεις όμως και παρότι τα περισσότερα τραγούδια ακούγονταν για πρώτη φορά, οι PGMG κέρδισαν τις εντυπώσεις καθώς ο σφικτοδεμένος συνδυασμός όλων των παραπάνω τελικά λειτούργησε δυναμικά και κάποιες στιγμές εκρηκτικά.
Η παρουσίαση της νέας τους δουλειάς διανθίστηκε φυσικά και με μερικά εμβόλιμα δείγματα από το New Romance (This Is Our Emergency, All Medicated Geniuses) όπου απουσίασαν περιέργως το ομώνυμο και το Teeth Collector, αποζημιωθήκαμε όμως στο μικρό encore όταν θυμήθηκαν την πρώτη τους δουλειά και βέβαια το Speakers Push The Air, για να κλείσουν το πολύ σύντομο (περίπου 50λεπτο) set αφήνοντας απόλυτα ικανοποιημένους όλους τους παρευρισκόμενους.
Ένα live που θα ήταν δικαιότερο τελικά να χαρακτηριστεί διπλό καθώς και τα δύο group αποδείχτηκαν αρκετά ενδιαφέροντα και όπου το κοινό της πόλης είχε την ευκαιρία να έρθει σ' επαφή με ονόματα που ίσως βρεθούν αύριο -επάξια οπωσδήποτε- στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας.
[Φωτογραφίες - Άκης Καλλόπουλος]