There's no screaming in these suburbs
Διήμερο στη Βαρκελώνη για τα live των Primal Scream και των Arcade Fire. Του Άρη Καραμπεάζη
Primal Scream (performing Screamadelica) live @ Razzmatazz, Barcelona, 20.11.2010
Arcade Fire live @ Palau St Jordi, Barcelona, 21.11.2010
Κάθε τόσο έχω μία υποψία ότι τίποτε το άξιο λόγου δεν συμβαίνει στο ροκ τώρα που μιλάμε, έλα μου όμως που για να το επιβεβαιώσει κανείς υποχρεώνεται να κάνει μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα και να ξοδέψει μερικές εκατοντάδες ευρώ. Και τελικά αφού το επιβεβαιώσεις, δεν επιστρέφεις θριαμβευτής, αλλά μουδιασμένος... Τόσο που το σκέφτεσαι πλέον σοβαρά το αν αξίζει τον κόπο το επόμενο ταξίδι.
Το εν λόγω ταξίδι πάντως το είχαν οργανώσει αρχικά ως ρομαντικό διήμερο οι φίλοι μας Γεράσιμος και Στέφη (των οποίων και ευγενική χορηγία οι φωτογραφίες), με το που μάθαμε όμως ότι σε ένα διήμερο έχουμε την ευκαιρία να δοξάσουμε το παρελθόν και να ευαγγελιστούμε το παρόν-μέλλον, είπαμε να τους χαλάσουμε τη ρομαντζάδα και να διαιωνίσουμε την παράδοση των 00s που θέλει τη Βαρκελώνη να αποτελεί το Λιμάνι της Αγωνίας του έλληνα indie ακόλουθου που τα βρίσκει σκούρα στη χώρα του, αφήσαμε πίσω συζύγους, συντρόφους και ερωμένες και επιβιβαστήκαμε στη γνωστή πτήση, τη γνωστή ώρα.
Τους Primal Scream στην προ ετών εμφάνιση τους στην Ελλάδα τους θυσίασα στο βωμό των υπηρεσιών προς την Πολεμική Αεροπορία, ενώ για την προ πενταετίας αποκάλυψη των τότε ελπιδοφόρων Arcade Fire στο Primavera της Βαρκελώνης, παραμιλάω κάθε τόσο και θα συνεχίσω να παραμιλάω για πολλά χρόνια ακόμη. Πήραν πάνω τους τότε ένα ολόκληρο φεστιβάλ, που είχε κάποιες υποψίες, αλλά κατά βάθος δεν περίμενε ότι θα συμβεί κάτι τέτοιο. Και όμως συνέβη!
Οι πρώτοι επιστρέφουν στις παρυφές της επικαιρότητας με την υπόσχεση να αναπαραχθεί για πρώτη φορά ζωντανά όχι μόνο ολόκληρο, αλλά και όπως του πρέπει, επί σκηνής το αναμφισβήτητα καλύτερο άλμπουμ της καριέρας τους και για πολλούς (όχι εγώ) το σημαντικότερο άλμπουμ του crossover διαρκείας μεταξύ του indie rock και του ηλεκτρονικού χορευτικού ήχου (house το έλεγαν τότε). Οι δεύτεροι με ακόμη μεγαλύτερη φόρα ασφαλώς, ως οι μόνοι υποψήφιοι (σχεδόν χωρίς ανταγωνισμό) για τον τίτλο της σημαντικότερης νέας ροκ μπάντας του πλανήτη. Διόλου αμελητέα όλα αυτά για να το αποφασίσεις χωρίς πολλή σκέψη το ταξίδι, έστω και αν διατηρείς πολλές ενστάσεις για διάφορα ζητήματα. Οι ενστάσεις όμως είναι για την παραφιλολογία του πράγματος. Οι συναυλίες και το ροκ στο δρόμο είναι ένα πράγμα που το ζεις, το γουστάρεις, το συνδυάζεις με ωραία ταξίδια, καλές παρέες, ξενύχτια και εξαντλητικές αγορές δίσκων. Και η συναυλία καλείται απλά να ολοκληρώσει το μύθο.
Στο Razzmataz ίσως να έχετε πάει οι περισσότεροι από εσάς (καθώς όπως είπαμε η Βαρκελώνη "φοριέται" εδώ και χρόνια), αν όχι συνιστώ ανεπιφύλακτα να παρακολουθήσετε κάποιο live σε αυτό το χώρο, έστω και αν δεν πρόκειται για το όνομα που βρίσκεται μέσα στα 50 πρώτα της λίστας των αγαπημένων σας. Ο χώρος "μυρίζει live" αν κάτι σας λέει αυτό... Όπως κάποτε το Ρόδον στην Αθήνα, όπως το Club του Μύλου στα 90s..., προφανώς όπως το CBGB στο οποίο ποτέ δεν βρέθηκα. Ο ηλεκτρισμός των συναυλιών έχει ποτίσει τα πάντα και με το που μπαίνεις αισθάνεσαι οικεία και σίγουρος ότι θα περάσεις όμορφα, ανεξάρτητα από την απόδοση των πρωταγωνιστών της βραδιάς. Αυτές τις μέρες γιορτάζουν μια δεκαετία ζωής και χώνουνε καμιά πενηνταριά live σε λιγότερο από δύο μήνες. Όλο και κάτι θα βρείτε να "κολλήσετε".
Έτσι και έγινε. Φτάσαμε άνετοι, πάνοπλοι και ωραίοι λίγο πριν τις 9, ήμασταν ακόμη πιο ωραίοι όταν διαπιστώσαμε ότι το εξαιρετικό gin Hendricks τιμάται μόλις 7 ευρώ και ξεκινήσαμε να μετράμε Ισπανούς που σπάσανε τον κανόνα που μας λέει ότι δεν πηγαίνουμε στη συναυλία φορώντας το μπλουζάκι του συγκροτήματος που εμφανίζεται (ΟΚ, στο metal δεν ισχύει αυτό). Δεν ήθελε να ακούς και σε καθημερινή βάση Primal Scream για να καταλάβεις ότι το Accelerator δεν έρχεται από το Screamadelica που μας υποσχέθηκαν, αλλά άρχισα να ανησυχώ για τα ακούσματα του πρώτου κατά σειρά εμφανίσεως συνοδοιπόρου Θεοδόση Μίχου, που αναγνώρισε άμεσα το Country Girl από τα ελάχιστα ακκόρντα τις κιθάρας. Για κάνα μισάωρο ακόμη οι Primals αναλώθηκαν σε ένα mini best of που κανείς δεν φάνηκε ότι το είχε ανάγκη και μέχρι να μας αποχαιρετήσουν (προσωρινά) με το Rocks, ανησυχούσαμε ήδη στο μέτρο του δυνατού περί του αν θα σταθούμε μάρτυρες τελικά μίας αρπαχτής, που σκοπό είχε να τσιμπήσουμε στο δόλωμα, για να βρεθούμε σε ένα "κανονικό" live των Βρετανών, που υπό άλλες συνθήκες θα ήταν εκτός συζήτησης, έστω και στα όρια των Νομών Αττικής και Θεσσαλονίκης.
Αφού όμως αποχώρησαν για κάνα τέταρτο στα καμαρίνια (να κάνουν και τα ναρκωτικά τους τα παιδιά, κατά τη θρυλική ρήση του Τζίμη Πανούση στα διαλείμματα των παράστασεων του εδώ και χρόνια) επέστρεψαν με ό,τι ακριβώς είχαν υποσχεθεί. Η πρώτη υποψία του Movin' on up ήταν αρκετή για να αλλάξει τη μουδιασμένη διάθεση των πάντων και να μετατρέψει αυτή τη συναυλία σε ό,τι όφειλε να είναι εξαρχής: ένα μεγάλο πάρτυ στη διάρκεια του οποίου κανείς δεν ήταν υποχρεωμένος να ενδιαφερθεί για την απόδοση του κιθαρίστα, τις σωστές ανάσες του τραγουδιστή και την ικανότητα της rhytmh section να ανταλάσσει τις σωστές ματιές. Μπόλικα προηχογραφημένα (οι φήμες λένε ότι υπήρχαν επί σκηνής οι αυθεντικές μήτρες από τα θρυλικά samples του άλμπουμ), ένας Gillespie που με λίγη βοήθεια από το παραζαλισμένο κοινό μπορούσε να πείσει ότι ο κόσμος γύρισε είκοσι χρόνια πίσω και μια θολή ανάμνηση από τον καιρό που η ανεξάρτητη μουσική κατακτούσε τον κόσμο χωρίς business plan (σχεδόν). Ξαφνικά τα μπλουζάκια γύρω μας άλλαξαν διάθεση και πέρασε από μπροστά μας ολάκερη η cowλεξιόν των Inspiral Carpets, μπόλικο από το χρώμα των Farm και ατέλειωτες 30something υποσχέσεις των Carter USM που βρέθηκαν επιτέλους στο νόημα των καιρών για όσους τις κόμιζαν.
Ακολούθησε άμεσα το Slip Inside This House, η διασκεύη στο λησμονημένο classic των 13th Floor Elevators, που στιγματίζει το Screamadelica, ως ένα πρωτίστως ψυχεδελικό και έπειτα όλα τα άλλα, άλμπουμ. Έκτοτε ό,τι ακολούθησε το υποδεχτήκαμε με κραυγές ενθουσιασμού και με μπόλικο ιδρώτα και αδρεναλίνη. Θα ήθελα να θυμάμαι ότι παίχτηκε το Damaged, αλλά δεν μπορώ να πω ψέμματα, συνεπώς μερικές υποσχέσεις του θρυλικού δίσκου όντως επιβεβαιώθηκαν.
Η ιστορία με τα "κλασσικά άλμπουμ" που αναπαράγονται επί σκηνής "στην ολότητα τους" αφήνει τους πάντες ευχαριστημένους τελικά (the public gets what the public wants και ο καλλιτέχνης απαλάσσεται από μπόλικο άγχος). Στην περίπτωση των Primal Scream ταίριαξε γάντι. Υπάρχει ένα άλμπουμ που θέλουν να ακούσουν οι πάντες και μερικά τραγούδια, που τελικά εκ των υστέρων, δεν μας χάλασε που τα ακούσαμε. Υπό οποιεσδήποτε άλλες συνθήκες δεν έχει σχεδόν κανένα νόημα μία συναυλία τους ενώ το ημερολόγιο υπενθυμίζει απειλητικά ότι και το 2010 φτάνει στο τέλος του. Απατεώνες ή μη, θιασώτες της αρπαχτής ή απλά έχοντες συνείδηση των πραγμάτων, μας έκαναν να περάσουμε τελικά καλύτερα από ότι περιμέναμε. Τα επερχόμενα show στο Λονδίνο είναι sold out και σκέφτομαι ότι αν οι Pulp βγουν με το εναλλακτικό best of που τυχόν έχει στο μυαλό του ο Jarvis, μάλλον γρήγορα θα έρθει η μέρα που θα ελεήσουν να αφιερώσουν στο κοινό τους ό,τι περιέχεται και δεν περιέχεται στο Different Class.
Την επόμενη ημέρα, ξυπνάω τελευταίος και καταϊδρωμένος, αλλά θυμάμαι σχεδόν προς λεπτό την εμφάνιση του 2005 στο Primavera και σερφάροντας στη ραγισμένη πλέον οθόνη ενός iphone 4 πέφτω και στην ανταπόκριση της Αναστασίας Μουμτζάκη από το Παρίσι, τον Μάρτιο του ίδιου έτους. Παρά τις υποψίες μου, σκέφτομαι ότι δεν χρειάζεται να κάνουν και πολλά ώστε να έχουν διατηρηθεί συγκλονιστικοί, τουλάχιστον στις ζωντανές τους εμφανίσεις. Απλά να έχουν φροντίσει να προσαρμόσουν τον ήχο και τη δυναμική τους, στις ανάγκες των μεγάλων γηπέδων, τα οποία συνειδητά οι ίδιοι επέλεξαν ως τόπο δράσης και στα οποία φυσικά κανείς δεν τους εξανάγκασε να πάνε εσπευσμένα. Ειδικά μάλιστα η ανύπαρκτη πλέον μουσική βιομηχανία. Άρα όλη η ευθύνη δική τους.
Τη μεθεπόμενη ημέρα, ο τρίτος κατά σειρά εμφανίσεως συνοδοιπόρος, Δημήτρης Κανελλόπουλος, επιβεβαιώνει τις υποψίες μου περί του ότι ήταν αδύνατο να είχε διαφορετική άποψη για αυτή τη συναυλία, ακόμη και αν τον κρατούσες κλειδωμένο σε όλη τη διάρκεια της, στις τουαλέτες του εντυπωσιακού γηπέδου των Ολυμπιακών Εγκαταστάσεων της Βαρκελώνης. Χαρακτηριστικότερος εκφραστής της Πετριδικής λογικής, που θέλει τους ακροατές αδύναμους και ανίκανους να αφαιρέσουν έστω και στο ελάχιστο 'κάτι' από την καθεστηκυία αίγλη των μεγάλων, αλλά και των "μεγάλων", συγκροτημάτων, αοριστολογεί περί ωραίων μελωδιών και επιτυχημένων ενορχηστρώσεων και η μόνη του ανησυχία είναι μήπως τελικά οι Arcade Fire βιάστηκαν κάπως να περάσουν στα στάδια και έπρεπε να περιμένουν ένα- δυο χρόνια. Να τους ζητήσουμε και συγνώμη δηλαδή απ' ότι καταλαβαίνω, την επόμενη φορά!
Η άποψη αυτή βέβαια ξεκινάει από την (στερεοτυπική και φθαρμένη πλέον) παραδοχή ότι το ροκ σώνει και καλά πρέπει να φτάσει στα στάδια, να αγγίξει τις μάζες που περικλείουν τις μάζες και τελικά να μαζέψει γύρω του όλη τη μάζα του πλανήτη, αλλιώς μαύρο φίδι που το έφαγε. Και προϋποθέτει απέναντι της, για να μπορέσει να σταθεί, αόρατους ή συνήθεις ύποπτους εχθρούς που δήθεν το αποστρέφονται το ροκ μόλις το δουν να χαριεντίζεται με τις μάζες. Που δήθεν μίζερα και ματαιόδοξα θέλουν να το κρατήσουν δικό τους και να μην το μοιραστούν με κανένα. Λες και ότι πολύτιμο έχουμε στη ζωή μας είναι το ροκ και οι παραφυάδες αυτού.
Με αυτό τον τρόπο όμως έχει καταστεί το ροκ, ως η πρώτη των τεχνών, και όχι μόνο ανάμεσα στη μουσική, η οποία αντιμετωπίζεται σε αναγκαστική εξάρτηση από την αποδοχή της και δεν του αναγνωρίζεται καμία αυθύπαρκτη αξία. Και κάπως έτσι κανείς ποτέ δεν κατάλαβε γιατί ακόμη και οι ίδιοι οι R.E.M. δεν θα ισχυριστούν ποτέ πως ό,τι πέτυχαν οι αυτοκαταστροφικοί Proclaimers είναι δήθεν λιγότερο σημαντικό από όσα συνεχίζουν ακόμη να πετυχαίνουν αυτοί (διότι τα μέλη των R.E.M. ξέρουν όσα δεν ξέρουν οι "οπαδοί" τους). Και κάπως έτσι ο Brian Eno θα θεωρείται πάντοτε λαθεμένα ο πρώτος και όχι απλά ένας εκ των πρωτοπόρων της πειραματικής electronica, γιατί απλά έτυχε να συγκεντρώσει πρώτος τα βλέμματα γύρω του (παρότι ο ίδιος πάντοτε φωνάζει για το αντίθετο).
Πρέπει να είσαι τυφλός ανάμεσα σε μονόφθαλμους για να μην διαπιστώνεις ήδη από το εναρκτήριο Ready To Start, ότι στο δρόμο προς την ψυχαναγκαστική κατάκτηση του κόσμου, το πρόβλημα των Arcade Fire δεν είναι τελικά αν κατακτήθηκε ο κόσμος ολάκερος ή μέρος αυτού, αλλά το ότι χάθηκε σχεδόν ολοκληρωτικά η αιτία εκείνη για την οποία όλοι στοιχηματίσαμε κάποτε πως αυτοί θα είναι οι επόμενοι που θα κατακτήσουν τον κόσμο και κανείς μας δεν έχασε (ακόμη) το στοίχημα.
Ο κόσμος που μένει πίσω μπερδεύεται, δεν ξέρει αν πρέπει να χειροκροτήσει, να τραγουδήσει ή να προχωρήσει πίσω από εκείνους. Κανένας δεν το έχει ξαναδεί αυτό και άλλοι κλαίνε, άλλοι έχουν μείνει άφωνοι, άλλοι φωνάζουν. Μετά, δεν κάνουν τίποτα.
Αυτό το συναίσθημα της ενθουσιώδους απόγνωσης, το οποίο με μινιμαλιστική πιστότητα περιέγραψε η Αναστασία Μουμτζάκη, παραπάνω, από την εμφάνιση του 2005, πήγε περίπατο και δεν γύρισε ποτέ. Χωρίς καμία καθυστέρηση έρχεται ένα από τα καλύτερα τραγούδια τους και σίγουρα το δικό μου αγαπημένο (Neighboorhood#2, Laika) και είναι σαν να μη συμβαίνει τίποτε. Σαν να το συμπύκνωσαν, να το γέμισαν συντηρητικά και να το προσφέρουν σε μίζερη συσκευασία μινιατούρα. Σαν να σου προσφέρουν το αγαπημένο σου φαγητό σε συσκευασία χαπιού για αστροναύτες. Κάπως έτσι κύλησε όλη η συναυλία. Τραγούδια τέλεια, συμπαθητικά, μέτρια ή αδιάφορα, ακούγονται πολτοποιημένα και απελπιστικά όμοια μεταξύ τους. Είναι πλέον ολοφάνερο ότι οι Arcade Fire έχουν αφήσει πίσω τους ό,τι κάποτε τους έκαψε, τους τσάκισε και τους ενέπνευσε σπουδαίες στιγμές και εφαρμόζουν μια κατ' αυτούς -και κατά τα φαινόμενα- επιτυχημένη συνταγή, που όμως καμία σχέση δεν έχει με το πιο συναισθηματικά φορτισμένο συγκρότημα μιας δεκαετίας που αντιμετώπισε το ροκ μάλλον τεχνοκρατικά και με όρους ιστοριογνωσίας. Και που αυτή τους η παραβίαση του τεχνοκρατισμού και η υπέρβαση της μεμονωμένης ιστορικότητας ήταν που τους ξεχώρισε και τελικά τους ανέδειξε. Τελικά όμως, οι μάνατζερ νικούν πάντα κάπου προς το τέλος...
Μέσα σε όλα αυτά, λείπουν και όλα τα εξωτερικά στοιχεία του δράματος, τα οποία υποτίθεται ότι τα είχαν λύσει και για αυτό έφτασαν μέχρι εδώ. Τα στάδια δεν τα γεμίζουν, παρότι τα προτιμούν με μανία ανεξήγητη. Δεν υπάρχει υποψία sold out, οι μισές κερκίδες είναι κλειστές και η αρένα μισοάδεια, παρότι δεν μας επιτρέπουν να κατέβουμε σε αυτή, καίτοι το εισιτήριο που πληρώσαμε για την κερκίδα είναι ακριβότερο (τελικά τα καταφέραμε).
Δεν υπάρχει ήχος. Όχι για να γεμίσει το γήπεδο, αλλά ούτε και το Gagarin. Δέκα άτομα πάνω στη σκηνή και ακούγονται χειρότερα από ότι το προκάτ ροκ των Tiger Lillies. Ποιος παραγωγός τους γυρνάει στον πλανήτη πέρα δώθε όλο το χρόνο χωρίς να εξασφαλίσει ένα PA που δεν θα αφήσει κανέναν να πάρει ανάσα; Σίγουρα όχι αυτός που θα τους φτάσει τελικά στην κορυφή. Αν δεν ακούγεσαι, δεν ακούγεσαι! Τέλος! Μπορεί να είσαι η Ani DiFranco και με μία κιθάρα να ακούγεσαι πιο δυνατά από το πιο γρήγορο νορβηγικό black metal σχήμα που ανεβάζει τρεις ντράμερ με δύο δίκασες έκαστος στη σκηνή. Αυτά είναι νηπιακού επιπέδου. Μην τα λέμε συνέχεια. Οι Arcade Fire συνήθιζαν να αποκαλωδιόνονται και να ακούγονται ακόμη πιο δυνατά όταν τα live τους έπαιρναν πραγματικά φωτιά. Πλέον δεν υπάρχει ούτε φωτιά, ούτε καπνός, αλλά ούτε και μπόλικα καλώδια για να μας ξεγελάσουν. Όποιος διοργανωτής σκέφεται στα σοβαρά να τους φέρει, να έχει υπόψη του ότι μάλλον δεν θα υπάρχουν σημαντικές απαιτήσεις σε ήχο και παραγωγή. Ή αν έχουν, θα βάλουν τα λεφτά στην τσέπη.
Στο encore το κοινό είναι μαζί τους. Keep The Car Running και Wake Up. Κάτι κουνιέται πριν τελειώσουν όλα. Αυτό έλειπε δα... να μην το καταφέρουν ούτε καν αυτό. Τίποτε άλλο άξιο να θυμάσαι, τίποτε άλλο άξιο να ειπωθεί. Επαγγελματισμός τόσο διεκπεραιωτικός που αγγίζει τα όρια του αντι-επαγγελματισμού. Περιμένουμε να περάσουν καμιά δεκαριά χρόνια ακόμη και να βγουν στο δρόμο οι Arcade Fire για να παρουσιάσουν ολόκληρο το Funeral, άντε μαζί με αυτό και εκείνο το πρώτο EP. Υπάρχει βάσιμη υποψία ότι έτσι πως το πάνε... μόνο αυτό θα τους έχει απομείνει μέχρι τότε. Και δεν έχω κανένα πρόβλημα αν τυχόν έχω διαψευστεί και αν τώρα που το διαβάζεις αυτό, το ημερολόγιο δείχνει απειλητικά ότι το 2020 φτάνει στο τέλος του και οι Arcade Fire παίζουν αύριο στο ΟΑΚΑ με 80.000 εξαντλημένα εισιτήρια. Αν έχεις ένα θα σκεφτώ πολύ πριν το αγοράσω όμως, έστω και σε νορμάλ τιμή.