Primavera Sound 2008 [#1]
του Άρη Καραμπεάζη
"Η ηδονή των live που χάνεις"
... ή αλλιώς "τα καλύτερα live ήταν αυτά που χάσαμε"
... ή μήπως "πώς την πάτησα και είδα μόνο για ένα τέταρτο τους Eric's Trip"
... ή και "την ώρα που οι Boris σοδόμιζαν το ροκ, εγώ περίμενα άδικα να ακούσω το Black Steel In The Hour Of Chaos"
... ή έστω "έπιασα τις φιλοσοφίες με τον Πατριάρχη και χάσαμε τους Go Team που δεν άφησαν άνθρωπο να σταθεί ήσυχος στη θέση του"
Και κάπως έτσι θα μπορούσε να ακολουθήσει μία ατελείωτη παράθεση τίτλων, υπέρτιτλων, υπότιτλων για να καλύψει την φετινή διάσταση πληρότητας στο line-up του Primavera Sound, του φεστιβάλ που ανελλιπώς εδώ και τρία χρόνια μας αναγκάζει να περνάμε τις τελευταίες ημέρες της Άνοιξης στη Βαρκελώνη.
FESTIVALES... GUERA ABIERTA? Al Habla Con Los Directores Del FIB, Primavera Sound, Sonar Y Symmercase
Και το φετινό Primavera σφύριξε λήξη με το υπερηχητικό DJ Set των Simian Mobile Disco να οδηγεί σε μια ανυπέρβλητη βροχή που "ξελάσπωσε" για τα καλά το φετινό πρόβλημα λειψυδρίας της Βαρκελώνης. Αλλά όλα αυτά έγιναν πριν από καμιά εικοσαριά ώρες. Πλέον έχουμε επιβιβαστεί στο ως είθισται ελληνοκρατούμενο indie αεροπλάνο της επιστροφής, μετά από μια δύσκολη τελευταία μέρα στους δρόμους, τα bar και τα λιβανέζικα εστιατόρια.
Με τα κουτσά και στραβά Ιταλικά μου προσπαθώ να αποκρυπτογραφήσω το άρθρο με τον παραπάνω -αν μη τι άλλο εντυπωσιακό- τίτλο, που δεσπόζει στο τεύχος Ιουνίου του ισπανικού περιοδικού Rockdelux, που με τη σειρά του σπονσοράρει και δίνει το όνομα του στην αιωνίως καλύτερη σκηνή του Primavera Sound.
Την επόμενη ημέρα στο ραδιόφωνο, ο Απόστολος Βαρνάς (η φετινή προσθήκη υπέρ-ατού στο line- up της συνήθους πριμαβερικής παρέας) θα μου το επισημάνει έγκαιρα, έγκυρα και χωρίς να έχει διαβάσει το άρθρο : η ευστοχία στην επιλογή των ονομάτων και η σαφέστατη ποιοτική επιλογή του Primavera οφείλεται κατά μεγάλο ποσοστό στο γεγονός ότι σε ανθρώπους του μουσικού τύπου, σε περιοδικά, media και γενικά σε άτομα που δεν ασχολούνται με το χώρο γενικώς και αορίστως, αλλά ΨΑΧΝΟΝΤΑΙ στο χώρο δίνεται βήμα για επιλογή ονομάτων και πάνω από όλα οι απόψεις τους εισακούγονται και υλοποιούνται (δηλαδή δεν ονομάζουμε στα κουτουρού μια σκηνή "Σκηνή Mic.gr" για να βάλουμε μετά σε αυτήν την.... Duffy ας πούμε για την οποία ποτέ δεν θα έδινε τη συγκατάθεση του το Mic !).
Κάπως έτσι στο περσινό Primavera εμφανίστηκαν σε μια μικρή σκηνή οι Justice, λίγο πριν γίνουν το πιο συζητημένο όνομα στο μεγάλο φθινόπωρο του electro dance. Κάπως έτσι οι No Age κλήθηκαν φέτος πριν καλά καλά προλάβει το άλμπουμ να βρει κανονική διανομή στην Ευρώπη. Κάπως έτσι όλη η εκλεκτή εναλλακτική αμερικάνικη νομεγκλατούρα πήρε μέρος θέλοντας και μη. Και ασφαλώς μόνο έτσι θα προβάλλονταν οι Young Marble Giants πιο πάνω ακόμη και από τους Portishead, παρότι δεν υπήρχε αμφιβολία περί του ποιος είναι το μεγάλο εμπορικό χαρτί φέτος.
Στο Primavera έρχονται τα ονόματα του σήμερα... σήμερα, αυτά του "αύριο" ήδη από χθες και αυτά του "χθες" μόνο αν πραγματικά αξίζει τον κόπο. Είναι αυτό το στοιχείο που ενώνει την ναφθαλίνη των Seeds με την παγωμένη απομόνωση του Bon Iver. Το απόλυτο up to date με το ξεθώριασμα στο οποίο δύσκολα γυρνάς την πλάτη. Οι άνθρωποι του Primavera καλούν αυτούς που ποτέ δεν θα σκέφτονταν να καλέσουν οι άλλοι. Κι όταν καμιά φορά σπάει αυτός ο κανόνας, δεν μπαίνουν (κατά τους ισχυρισμούς τους) στην λογική της πλειοδοσίας, που ανεβάζει κασέ, εισιτήρια και πολλές φορές οδηγεί στην αδυναμία συμφωνιών. Προτιμούν να πάνε παρακάτω, όπου και θα είναι μόνοι τους.
Με το Sonar να αποτελεί περισσότερο ένα ηχητικό δρώμενο παρά ένα μουσικό φεστιβάλ και τα Benicassim και Summercase να επιβεβαιώνουν το εμπορικό indie κοινό ως επίκεντρο των συμφερόντων τους, το Primavera Sound είναι και επισήμως το απόλυτο εναλλακτικό φεστιβάλ. Δίπλα στον επιθετικό προσδιορισμό "εναλλακτικός" κολλήστε όποιο μουσικό είδος εσείς θέλετε...
Δεν είναι τυχαίο ότι μεγάλο μέρος του promo υλικού του φεστιβάλ φέτος απεικόνιζε μουσικούς από προηγούμενες χρονιές με το πρόγραμμα και το φωσφοριζέ μαρκαδοράκι στο χέρι να "σημειώνουν" αυτά που θα πάνε να δουν μετά την εμφάνιση τους.
ΗΜΕΡΑ ΠΡΩΤΗ: Wandering Star...
Απώλειες: Boris, British Sea Power, Health, Voxtrot, Vampire Weekend, Enon, Why?...
Στις αρχές κάθε φεστιβάλ με πιάνει μεγαλομανία και θέλω να δω όλους τους μεγάλους. Κάπως έτσι στρωθήκαμε όλοι στη Rockdelux σχεδόν για όλο το βράδυ.
Γελάσαμε επαρκώς με τους απατεώνες τους MGMT και μόνο στη διάρκεια του Kids, στην ανταλλαγή επαίνων με τους Vampire Weekend και στο πιτσιρίκι που χόρευε επί σκηνής χαμογελάσαμε όχι ειρωνικά, αλλά με ικανοποίηση. Επαρκώς ανεπαρκείς ως μουσικοί, καλύπτουν την κοινοτυπία με μπόλικη ψυχεδέλεια και χορευτική έκρηξη, που όμως αντί να τους εκτινάσσει τους καθιστά προβλέψιμους. Επίσης ο γνωστός παραγωγός που κάνει όλα τα συγκροτήματα να ακούγονται σαν μία σύγκρουση του ροκ με τις μεγάλες ορχήστρες από την οποία κόντεψε να αποβιώσει το πρώτο, παρακαλείται να παύσει δραστηριότητες.
Φρόντισα να κάνω μια βόλτα από την ATP, όπου το μονοπωλιακό δίπολο Mount Earie και Microphones έπαιζε με τα νεύρα μας και την ανοχή μας στον πειραματικό βοκαλισμό και το αχόρταγο γρατζούνισμα κιθάρας. Αν ήταν πέντε το πρωί και την είχαμε πέσει στα γρασίδια ίσως. Εκεί που τα ονόματα των project μπερδεύονται με αυτά των δίσκων και πάλι από την αρχή, οι ακροατές μπερδεύονται με άχρηστες πληροφορίες που τους κρατάνε μακριά από την απόλαυση της μουσικής...
Για το πραγματικά αυτόνομο hip hop του Edan δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο ασφαλώς. Θα του άξιζε μεγαλύτερη σκηνή, καλύτερο κοινό και σίγουρα μια ώρα που δεν θα τέμνονταν με την εμφάνιση των Notwist, που είτε ως αξία, είτε ως σίγουρος προπομπός των Portishead και των Public Enemy είχε ήδη τραβήξει όλο τον κόσμο στη Rockdelux. Εκεί που οι Public Enemy δεν τολμάνε να κάνουν βήμα από τις μεγάλες τους κατακτήσεις, έρχονται τύποι όπως ο Edan (μαζί με τον σύντροφο Dagha) να δείξουν ότι το hip hop είναι η μουσική που πρωτίστως πρέπει να πηγαίνει τα πράγματα μπροστά. Και κατά βάση να είναι απρόσιτη και σκληρή, παρά τα αντίθετα μηνύματα των καιρών.
Το αγαπημένο γκρουπ του Mic δεν είναι άλλο παρά οι Notwist. Ψυχροί με την αγαπημένη μουσική του όρου έννοια, αυθεντίες στο σημείο που δεν ενοχλεί και οπλισμένοι με την πιο ανθρώπινα προσανατολισμένη τεχνογνωσία, επάνω στη σκηνή οι Notwist σε καλούν να τους αντιμετωπίσεις περισσότερο ως ολοκληρωμένο μουσικό act που δεν επιδέχεται βελτίωσης, παρά ως αφορμή για να ξεσηκωθείς ή έστω να φτάσεις στα όρια της συγκίνησης σου. Αυτόν τον ρόλο τον άφησαν σοφά για τους Portishead. Το κλείσιμο με το Pilot είναι αυτό που όσοι ήξεραν περίμεναν και ήρθε με λίγο καλύτερο τρόπο από ότι το φανταζόμασταν. Ένα απόλυτα οργανωμένο κραουτικό όργιο, που δεν του επιτρέπεται να αυτομοληθεί, αλλά και δεν δείχνει καθόλου εγκλωβισμένο στα συντεταγμένα όρια του.
Τους British Sea Power και την απόφαση τους να ανακηρύξουν τους Arcade Fire στο πιο επιδραστικό συγκρότημα του κόσμου, ούτε που ήθελα να τους δω μπροστά μου. Ακόμη όπως δεν μπορώ να καταλάβω πως επέλεξα να δω την ημίωρη εισαγωγή τσίρκο των Dj's προάγγελων των Public Enemy και έχασα ολόκληρη την χορευτική καταστροφή των Health. Κάτι θα με είχε πειράξει φαίνεται...
Σε σχέση με το προ τριετίας φιάσκο, ήταν σαφώς ανώτεροι. Πάνω σε μια μεγάλη σκηνή αλωνίζουν και το It takes a nation... μέχρι εκεί που το θυμήθηκαν ήταν μέχρι εκεί που κάθησα να το ακούσω. Με το She Watches Channel Zero να παραμένει πάντοτε ένα από τα πιο ουσιαστικά κομμάτια της πορείας τους, που ξεφεύγει από την ευκολόχρηστη συνθηματολογία στην οποία ουκ ολίγες φορές έχουν καταφύγει οι P.E. υπενθύμισαν έστω και πρόσκαιρα το ποιο πραγματικά είναι . Θυμούνται τιμούν και δοξάζουν τον Terminator X, ενώ προς ανακούφιση όλων μας ο Flavor Flav δεν μετατρέπει το show σε tele-marketing για τα μπλουζάκια, τα ρολόγια, τις κούπες και ό, τι άλλο φέρει το ιστορικό logo του γκρουπ. Οι Public Enemy παραμένουν ένα από τα πολύ μεγάλα ονόματα της ιστορίας της μουσικής και δεν συμμερίζομαι τον χλευασμό με τον οποίο τους αντιμετώπισαν οι περισσότεροι από τους παρευρισκόμενους τους οποίους προσπαθούσα να πείσω να μείνουν μαζί μου στη Rockdelux για πάρτη τους. Ήταν η τρίτη φορά που τους είδα και μάλλον η καλύτερη, λογικά δε και η τελευταία.
Μέσα σε ένα τελευταίο τέταρτο οι Eric's Trip μας έστειλαν κατευθείαν πίσω στα early 90s και μας θύμισαν με τον καλύτερο τρόπο τι είναι αυτό που λείπει από τις επαγγελματικές εμφανίσεις των Sonic Youth και μας ξενερώνουν τα τελευταία χρόνια. Αλήτικο πάθος και λάθος κιθάρες. Ατημέλητος θόρυβος και βροχή από κιθαριστικά reef χωρίς κανένα σκοπό. Τραγούδια που υπηρετούν την τακτική του χάους και όχι sing along προσταγές. Πίστη στην αμερικάνικη ροκ παράδοση και ταυτόχρονο μαστίγωμα αυτής. Οι Καναδοί που πάντοτε έλειπαν από τη σκηνή του Seattle και που ίσως θα τους άξιζε να ηγηθούν αυτής μετά την πτώση των μεγάλων ηρώων του! Μαζί με το Θεοδόση Μίχο, θυμηθήκαμε ότι υπήρξε ένας καιρός που δεν πιστεύαμε ότι είναι δυνατό να ακούμε κάτι διαφορετικό από αυτό το noise pop χαρμάνι που μας έμπασε στο κόλπο. Αν μας έλεγε και κάτι δικό της η Julie... τι ωραία που θα ήταν!
Και όπως εκείνο τον καιρό ήρθανε κάτι περίεργα γκρουπ του τύπου Portishead και τα σάρωσαν όλα, έτσι και το βράδυ της Πέμπτης επιστρέψανε οι άσωτοι Portishead για μία εμφάνιση αντάξια όχι της πολυετούς αναμονής, αλλά των αφόρητα έντονων αναμνήσεων που όλα αυτά τα χρόνια την έκαναν να φαίνεται ακόμη πιο μεγάλη σε διάρκεια από ότι πραγματικά υπήρξε.
Όπου άκουγες ελληνικά, άκουγες και σχόλια για εκείνη την εμφάνιση του 1998 που κάτι είχε αφήσει στο μυαλό και την ψυχή όλων. Απροσδιόριστο μεν, ξεχασμένο ίσως, θολό σίγουρα... άλλα κάτι. Που άδικα βέβαια ψάχνεις να το θυμηθείς δέκα χρόνια μετά και πέντα λεπτά πριν οι Portishead εισβάλλουν και πάλι με βίαια συναισθηματικό τρόπο στη ζωή σου.
Από τους μοτορικούς παλμούς του Third μέχρι την στοιχειωμένη soul του παρελθόντος που τους καθιέρωσε ως πρώτους στην τάξη των μεγάλων "ληστών" της μουσικής των 90s. Από την Beth που επιμένει να γείρει κάπου για να μην φαίνεται ή να μην βλέπει το κοινό της, μέχρι τον Geoff που γνωρίζει καλά ότι οδηγεί μια σκληρή και αδυσώπητη ροκ μπάντα, η οποία παίζει σαδιστικά με το θυμικό των ακροατών της και όχι μια ορχήστρα μπαλανταδόρων που στοχεύουν στην ευτέλεια των αναμνήσεων.
Πάνω στη σκηνή οι Portishead σχεδόν επιτίθενται στα κλισέ που τους καθιέρωσαν και τους ακολουθούν. Σου πετάνε το Wandering Star για να μη σε αφήσουν να τους κρίνεις, αφού σε έχουν καθηλώσει συναισθηματικά. Αναμορφώνουν τη διάθεση σου με το Machine Gun, που έτσι όπως έχουν σκάσει όλα τώρα ακούγεται σαν αδυσώπητο drum & bass έτοιμο για λιντσάρισμα από τα άγια χέρια του Venetian Snares. Η Ροζίτα που είναι και αυτή new entry στο πριμαβερικό τοπίο αναρωτιέται πως πέρασε όλη αυτή η δεκαετία από την προηγούμενη εμφάνιση τους χωρίς να έχει καταφέρει να ζήσει μια παρόμοια εμπειρία.
Ο καθένας μαζεύει όσα κομμάτια θέλησε να δημιουργήσει κατά τη διάρκεια της καθαρτικής εμφάνισης των Portishead, ο Βαρνάς (που είναι ψηλός και ευδιάκριτος) ανταλλάσσει γροθιές στον αέρα με τον Geoff και ενώ όλοι σκορπίζονται για να δουν πραγματικά ενδιαφέρονται πράγματα, ο υπογράφων αποφασίζει ότι ήρθε η ώρα κάποιος να οργανώσει την κερκίδα των De La Soul και παίρνει θέση στην πρώτη κεντρική σειρά του κοινού σε ρόλο αυτοδιορισμένου Bez. Τέτοια ώρα, τέτοια λόγια ως γνωστόν πλέον!
Τίποτε περισσότερο από ένα εξαίσιο old school πάρτυ! Και ποιος χρειάζεται κάτι περισσότερο δηλαδή. Στα μεγάλα anthems της Daisy Age έχω την αίσθηση ότι όλο το forum υπακούει σε ένα προσταχτικό πάνω-κάτω... και πριν καλά καλά το καταλάβω βρίσκομαι στον κλειστοφοβικό χώρο της CD DROME.
Είναι πλέον τρεις και μισή το πρωί και ένας από τους μεγάλους στόχους του φετινού Primavera βρίσκεται μπροστά μας. Πρέπει όλα να γίνουν λαμπόγυαλο με το που ακουστεί το χαρακτηριστικό εναρκτήριο λάκτισμα του Into The Galaxy. Οι περισσότεροι είναι κατακερματισμένοι ασφαλώς. Αύριο ελάχιστοι θα θυμούνται ότι όντως ήταν εκεί και είδαν και άκουσαν τους Midnight Jaggernauts. Οι Αυστραλοί περνάνε όλα τα τραγούδια τους σε ένα ενιαίο acid rock τριπ, εγκαταλείπουν όποια synth pop διάθεση και κάπου στο χάος ακούγεται ο εθνικός ύμνος της φετινής σεζόν στα μπαρ που μας κατέληξε λιγότερο υγιείς, αλλά περισσότερο ενθουσιώδεις.
-:- - : - - : - - : - - : -