Καβαλώντας το μουσικό κύμα για το πουθενά
Ή για το παρόν ενός παρελθόντος που ποτέ(;) δεν υπήρξε... Του Χρήστου Αναγνώστου
Τις τελευταίες δυο εβδομάδες έχω δει live δέκα συγκροτήματα, κανένα μα κανένα δεν μου άφησε το αποτύπωμα των Ride. Δεν είναι ότι τα υπόλοιπα γκρουπ δεν ήταν καλά, ίσα ίσα ακόμη και οι Barabbas που παίζουν stoner με γαλλικό στίχο την ίδρωσαν την φανέλα, απλά οι Ride ήταν ατόφιοι. Το συγκεκριμένο συγκρότημα το γνώρισα στην κυριολεξία στα σχολικά θρανία. Ήταν στην πρώτη λυκείου που κάποιοι μεγαλύτεροί μου τους είχαν ήδη γράψει με μαύρο μαρκαδόρο επάνω τους. Εκείνη την χρονιά εγώ αγόρασα το ‘Classic Metal Ballads’ του Κατή για τις γιορτές αλλά το σκουλήκι είχε ήδη μπει στο αυτί και μέσα από μια αντιγραμμένη κασσετοσυλογή ενός συμμαθητή άκουσα και το ‘Paralysed’.
Στην πορεία άκουσα μεν και τα ‘Nowhere’ και ‘Going Blank Again’ αλλά με κυρίως απορριπτική διάθεση, γιατί βλέπετε δεν ήταν αρκετά britpop για να τα χορέψεις, αλλά κι ούτε τόσο alternative heavy έτσι ώστε να χτυπηθείς. Τα άλμπουμ τους επανέρχονταν στα playlists μου βέβαια και κάπως έτσι σχεδόν 30 χρόνια κύλισαν μέχρι τη συναυλία τους. Δεν ήταν όμως για όλους έτσι, βλέπετε οι αποψινοί θεατές τους δεν άφησαν την babysitter σπίτι, αλλά το μεγάλο παιδί να προσέχει το μικρό μιας και η πλειονότητα του crowd άγγιζε εύκολα τα 50. Για έναν ακόμη πιο τυχαίο λόγο βρέθηκα και στο κάγκελο, από κει είδαμε με την υπόλοιπη παρέα τους Sugar For the Pill, οι οποίοι είχαν καλή διάθεση αλλά και τρακ. Ήταν λογικό άλλωστε, είναι σαν να βάλεις ένα οποιοδήποτε λόκαλ μέταλ γκρουπ ν’ ανοίξει για τους Black Sabbath, αν δεν θα είχε άγχος μάλλον θα ‘χε πάρει πολλά ναρκωτικά. Όπως και να ‘χει, ήταν εκεί, πατούσαν γερά στα μουσικά πόδια τους και μας χάρισαν απλόχερα τα κομμάτια τους και ενδόμυχα την αγάπη τους για τους Ride. Όταν πλέον αποχαιρέτισαν, το έκαναν εν μέσω χειροκροτημάτων ενός «ζεσταμένου» γι’ αυτό που θα ακολουθούσε κοινού. Ήταν όμως;
Η αλήθεια είναι πως όχι. Δεν πιστεύω ότι άτομο που δεν τους είχε ξαναδεί θα περίμενε κάτι τέτοιο. Το γκρουπ δεν έπαιξε απλά τον δίσκο ολόκληρο, τον ξαναγέννησε επί σκηνής. Σε μια συναυλία αν κάτι δεν πάει καλά, το νοιώθεις κάπου βαριέσαι, απόψε δεν ήταν έτσι, τελείωσε ο δίσκος και θέλαμε κι άλλο. Μας υποσχέθηκαν φυσικά ότι θα ξανάρθουν, γιατί λόγω covid χρονικά τώρα κάνουν τουρ για το ‘Going Blank Again’ και μας χάρισαν και από κει τα “OX4” στο καπάκι με το "Twisterela” διάλειμμα με το “Kill Switch” του 2019 και έκλεισαν όλο το encore με μια εκτέλεση του “Leave them all Behind” που μας άφησε κυριολεκτικά στα πατώματα. Τρείς δεκαετίες μετά, το κοινό εκεί μέσα είχε καταφέρει να δει τους εφηβικούς του ήρωες και οι πιτσιρικάδες ν ’αποκτήσουν καινούργιους. Ο Andy και Mark έχουν ξαναβρεί την πρώην χαμένη μεταξύ τους χημεία και όταν ο Mark Gardener ρώτησε ποιοι από μας ήμασταν στο live τους στην Ελλάδα το 1993, δεν σηκώθηκαν χέρια. Έχει σημασία αυτό, μιας και ότι δεν ζήσαμε τότε το αναβιώσαμε σε αυτή τη συναυλία καλύτερα. Ο καθένας από εμάς εκεί άκουγε το ‘Nowhere’ και θυμόταν ένα εφηβικό δωμάτιο, μια εποχή που υπήρξε μέσα του ακόμη αναλλοίωτη από το πέρασμα του χρόνου, γεμάτη ελπίδες για το (όποιο) μέλλον, μια επαφή με αυτό το κομμάτι μας ήταν το αποψινό live. Χωρίς λάθη, χωρίς ψεγάδια, μόνο με την μαγεία της μουσικής που αυτοί οι άνθρωποι γέννησαν χωρίς να κοπιάρουν το σύμπαν.