The Wall
Ένας δεινόσαυρος που εξαργυρώνει την όποια καλλιτεχνική επιτυχία του παλιού συγκροτήματός του. Της Μαριάννας Βασιλείου
Το να κράξει κανείς τον Roger Waters και την παράσταση "The Wall" (γιατί σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για συναυλία, με την κλασική του όρου έννοια τουλάχιστον) είναι το μόνο εύκολο. Ειδικά αν ανήκεις στο στρατόπεδο των indie και των εναλλακτικών, με χαρακτηριστική άνεση αρχίζεις το κατεβατό: "δεινόσαυρος, στημένος, επιτηδευμένο έργο, λαϊκίστικο, η ροκ μουσική δεν έχει καμία σχέση με τα δήθεν προβλήματα ενός γέρου εκατομμυριούχου μουσικού που εξαργυρώνει την όποια καλλιτεχνική αξία του παλιού συγκροτήματός του" και πάει λέγοντας.
Η (προσωπική πάντα) άποψή μου ως προς αυτό μπορεί να συνοψιστεί στην παροιμία για την αλεπού που κάνει κρεμαστάρια τα όσα δεν φτάνει. Δεν νομίζω ότι υπάρχει λόγος να εξηγήσω τους λόγους για τους οποίους θεωρώ το "The Wall" (τόσο το δίσκο, όσο και την ταινία του Alan Parker) ένα αριστουργηματικό έργο και μία λεπτομερή καταγραφή των πολιτικό-κοινωνικό-συναισθηματικών συνιστωσών που οδηγούν τον άνθρωπο-και δη τον "επιτυχημένο" στη προσωπική μοναξιά, στην υπαρξιακή αγωνία και στη συνειδησιακή κρίση. Εξάλλου το θέμα μας εδώ δεν είναι το "The Wall" καθαυτό, αλλά η παρουσίασή του στο ΟΑΚΑ.
Μετά τις γελοιότητες με την παραλίγο μεταφορά της παράστασης στη Μαλακάσα την 1η Αυγούστου, στις 21.30 ακριβώς το βράδυ της 31ης Ιουλίου έσβησαν τα φώτα και ξεκίνησε η παράσταση-οπτική απεικόνιση του δίσκου. Το μεγαλειώδες μέγεθος και το προσεγμένο της παραγωγής ξεχώρισε από την πρώτη στιγμή. Ήδη από το εναρκτήριο "In the flesh?" (με εισαγωγή την τρομπέτα του "Outside the Wall") ξεκίνησαν τα πυροτεχνήματα, οι εκρήξεις και η πρώτη εμφάνιση του Waters ως δικτάτορα Pink, με το δερμάτινο παλτό και το περιβραχιόνιο με τα χιαστί σφυριά. Στο φινάλε του "The thin ice", ένα ομοίωμα βομβαρδιστικού έπεσε στο Τείχος και γκρέμισε κομμάτι του, σε αντίθεση με την πιο χαμηλών τόνων (στο μέτρο του δυνατού φυσικά) απόδοση του "Another brick in the wall Pt.1". Η τεράστια, απειλητική φιγούρα του Δασκάλου γέμισε (αναμενόμενα) τη σκηνή στο "The happiest days of our lives" και στο "Another brick in the wall Pt.2". Είναι εντυπωσιακό βέβαια το πόσο ανταποκρίθηκε το κοινό στο τσιτάτο "we don't need no education" και το πόσο έχουν ταυτιστεί οι Pink Floyd με ένα κομμάτι που μουσικά ωχριά μπροστά στα αριστουργήματα του "Dark side of the moon" και του "Wish you were here". Από την άλλη βέβαια, δεν μπορείς και να αρνηθείς την ταύτιση με το στίχο, όταν θυμηθείς τον δάσκαλό σου που προτιμούσε να σε βάζει να λύνεις πολλαπλασιασμούς, αντί να σου δώσει να διαβάσεις κάποιο λογοτέχνημα... Στο "Mother", ο Waters επέλεξε να συνδιαλεχθεί μουσικά με μια νεότερη version του εαυτού του, από τις παραστάσεις στο Earl's Court του 1980-και να λαϊκίσει δυστυχώς, προβάλλοντας τη φράση "να γαμηθεί η κυβέρνηση" στα ελληνικά.
Συνεχίζοντας στο "Goodbye Blue Sky", τα αεροπλάνα επί του Τείχους μας βομβάρδισαν με βόμβες σε σχήμα συμβόλων (σταυρούς, ημισελήνους, άστρα του Δαβίδ, το σήμα της Mercedes, το "M" των McDonalds), ενώ το Τείχος γέμιζε σιγά-σιγά, για να υποδεχτεί την εκτεταμένη εκδοχή του "Empty spaces" και την πιο συγκλονιστική απεικόνιση της μάχης των δυο φύλων που έχω δει ποτέ. Πρόκειται φυσικά για το animation του Gerald Scarfe με τα λουλούδια που κάνουν σεξ-το μόνο κακό είναι ότι δυστυχώς περνά για έργο του Waters, ενώ ανήκει αποκλειστικά στον Scarfe, όπως και όλα τα animation της παράστασης εξάλλου. Το δηκτικό σχόλιο για το ρόλο των γυναικών στον ανδροκρατούμενο χώρο της ροκ (το "Young lust" φυσικά) ντύθηκε πολύ έξυπνα με φτηνές φετιχιστικές εικόνες ημίγυμνων γυναικών, ενώ το "One of my tunes" που ακολούθησε, εστίασε στην απομόνωση του ήρωα μέσα από ένα ζευγάρι γυναικείων ματιών. Στο "Don't leave me now", εμφανίστηκε η γιγαντιαία σύζυγος-σφήκα, υπό τη μορφή τεράστιας κούκλας, πριν το ξέσπασμα του "Another brick in the wall Pt.3" και την ολοκλήρωση του Τείχους με το "Goodbye cruel world".
Στη διάρκεια του διαλείμματος προβάλλονταν επί του Τείχους φωτογραφίες και μικρά βιογραφικά ανθρώπων-θυμάτων πολιτικών δολοφονιών, τονίζοντας εκ νέου την πολιτική διάσταση που προσπαθεί να δώσει ο Waters στην παράσταση. Το δεύτερο μέρος ξεκίνησε με τη μπάντα να παίζει το "Hey you" και το "Is there anybody out there?", με τα απολύτως ελάχιστα visuals, τονίζοντας έτσι την απόγνωση και την απομόνωση που αποπνέει το συγκεκριμένο κομμάτι. Η εκτέλεση του "Nobody home" είναι ίδια με αυτή του 1980 (ένα παράθυρο ανοιχτό στο Τείχος, όπου ο Waters τραγουδά από το εσωτερικό ενός δωματίου ξενοδοχείου). Στο "Vera" βλέπουμε εικόνες της Vera Lynn, ενώ το "Bring the boys back home" συνοδεύεται από την περίφημη ομιλία του Αϊζενχάουερ στην Αμερικανική Ένωση Συντακτών. Το "Comfortably numb" κλείνει το μάτι στο παρελθόν με το κιθαριστικό σόλο να ερμηνεύεται από την κορυφή του Τείχους-έλα όμως που ο Gilmour δεν είναι πια εδώ...
Στο σημείο αυτό ξεκίνησε για μένα η κορύφωση της βραδιάς-με την επανεμφάνιση του δικτάτορα Pink, του ιπτάμενου γουρουνιού και την εκτέλεση των "The show must go on" και "In the flesh". Στο "Run like hell", αποσπάσματα από τη "Δίκη" του Κάφκα και το "1984" του Όργουελ συνδυάστηκαν με στένσιλ πολιτικών, προλειαίνοντας το έδαφος για την πιο ανατριχιαστικά επίκαιρη και δυνατή εικόνα: αυτή των σφυριών που παρελαύνουν ναζιστικά στο "Waiting for the worms". Όταν είχα πρωτοδεί την ταινία στην εφηβεία μου, το animation αυτό και ο ναζισμός μου είχαν φανεί σαν κάτι μακρινό. Πλέον, σε μια κοινωνία που εκφασίζεται καθημερινά, η εικόνα αυτή είναι, με μία λέξη, τρομακτική. Το "Stop" ήταν η εισαγωγή στο "The Trial", όπου και παρουσιάστηκε εξ ολοκλήρου το animation του Scarfe από την ταινία, πριν γκρεμιστεί το Τείχος και εμφανιστούν οι μουσικοί μπροστά του, για να ερμηνεύσουν το "Outside the wall", απλά και λιτά, σαν τους οργανοπαίχτες της γειτονιάς, χωρίς κανένα απολύτως εφέ.
Νομίζω ότι το νόημα της παράστασης και το αν τελικά άξιζε αυτή η (εξωπραγματική και μεγαλειώδης, κατ' εμέ) εμπειρία μπορεί να το πει μόνο ένας άνθρωπος που δεν έχει ιδέα για το ποιόν των Pink Floyd και του "The Wall". Μία φίλη λοιπόν, η οποία ήρθε από σπόντα στο ΟΑΚΑ, με το πέρας της συναυλίας δήλωσε ότι "θίγει τόσα ενδιαφέροντα θέματα και έχει τόση τροφή για σκέψη, που πραγματικά θα τα σκέφτομαι για μέρες". Αν λοιπόν μια τέτοια παράσταση μπορεί να αποτελέσει ερέθισμα για σκέψη, προβληματισμό και ευαισθητοποίηση, έχει πετύχει το σκοπό της. Και αποδεικνύει πασίδηλα την επικαιρότητα, τη διαχρονικότητα και τη σημασία των πραγματικά σπουδαίων μουσικών έργων τέχνης-εν προκειμένω, του "The Wall".