Roskilde 2005 # 3
Το μεγάλο κοινό στην Arena το μεσημέρι του Σαββάτου προσελκύστηκε μάλλον από την παρουσία του Mike Patton παρά απ' τις πρόσφατες δουλειές των Fantomas κι έτσι έχουμε επιφυλάξεις για τις εντυπώσεις που απεκόμισαν. Εμείς αισθανθήκαμε ξένοι όσο και απωθημένοι από το πολύπλοκο αυτό κολλάζ ήχων και θορύβων που συνόδευε τις κραυγές, τα γέλια και τα λοιπά φωνητικά παραληρήματα του Patton, παρότι οφείλουμε ν' αναγνωρίσουμε τις ικανότητες των Buzz Osbourne (Melvins), Trevor Dunn και κυρίως του Dave Lombardo (Slayer), εγκλωβισμένου κυριολεκτικά σε μια ιδιότυπη μεταλλική κατασκευή αποτελούμενη από κάθε είδους κρουστά, για την χειρουργικής ακρίβειας απόδοση των οραμάτων του Patton που, κατά την γνώμη μας, πορεύεται τον τελευταίο καιρό σε μοναχικά όσο κι ανοίκεια για τον ίδιο πειραματικά νερά, εντύπωση που διατηρήθηκε κι αργότερα το ίδιο βράδυ παρακολουθώντας την εμφάνισή του με τον Rahzel (εμφανίστηκε επίσης την επόμενη ημέρα με τον Νορβηγό John Kaada).
Αναρωτιόμασταν μήπως η Orange αποδειχτεί μεγάλη για τους Jimmy Eat World, οι σημαντικότεροι όμως εκπρόσωποι του emo (πρόσφατα αποποιούνται τον χαρακτηρισμό, το στίγμα όμως παραμένει) παρουσιάστηκαν με απροσδόκητη άνεση και δυναμισμό, στηριγμένοι κυρίως στην τελευταία τους δουλειά σε μια εμφάνιση φορτισμένη όσο και τελικά τίμια που κέρδισε τις εντυπώσεις όσων επέλεξαν ν' αψηφήσουν τον μεσημεριάτικο ήλιο, καλοδεχούμενο αντίδοτο στην extravaganza που είχε προηγηθεί.
Ίσως ο σεβασμός για την προϊστορία του Dave Grohl δικαιολογεί εν μέρει την μεγάλη προσέλευση στην Orange, οι Foo Fighters όμως βρίσκονταν σε μεγάλα κέφια καθώς ξεκίνησαν το ενεργητικό set τους με το 'In Your Honour' από την ομώνυμη τελευταία τους δουλειά για να επισκεφτούν στην συνέχεια όλες τις προηγούμενες, με ενδεικτικά highlights τα 'This Is A Call', 'My Hero', 'Monkey Wrench', την πολύ όμορφη ακουστική εκτέλεση του 'Everlong' αλλά και το 'Stacked Actors' που διήρκεσε περίπου δεκαπέντε λεπτά καθώς ο Grohl εγκατέλειψε την σκηνή διασχίζοντας τον κόσμο για να βρεθεί απέναντι με την κιθάρα του στην οροφή ενός beer stall, πριν βέβαια το πανηγυρικό κλείσιμο με το 'Breakout', ικανοποιώντας απόλυτα τους πολυάριθμους οπαδούς τους.
Είχαμε μεγάλη περιέργεια για την εμφάνιση των Dresden Dolls και τον τρόπο που θα μετέφεραν στην σκηνή το ιδιαίτερο gothic punk καμπαρέ τους, από την πρώτη στιγμή όμως στην Pavilion έδειξαν ότι το πάθος και η ένταση θα ήταν ανήσυχοι συνοδοιπόροι στην θεατρικότητα. Το ζευγάρι (πιάνο και drums) από την Βοστώνη που εμφανίστηκε όπως συνηθίζει με βαμμένα άσπρα πρόσωπα και τα μεσοπολεμικά ρούχα (ή εσώρρουχα) ξεκίνησε με το 'Good Day', προχωρώντας όμως στις φορτισμένες εκτελέσεις τραγουδιών όπως τα 'Missed Me' και 'Coin Operated Boy' το θερμόμετρο άρχισε ν' ανεβαίνει κι ο ιδρώτας ξέπλυνε τις μπογιές για να επιδοθούν σ' ένα ξέφρενο live με αρκετές εκπλήξεις, καθώς διασκεύασαν με τον μοναδικό τους τρόπο το 'War Pigs' (αφιερωμένο στον Ozzy) αλλά και το 'Port Of Amsterdam' του Jacques Brel, ενώ παρουσίασαν κι ένα εξαιρετικό νέο τραγούδι. Επιστρέφοντας στην δυναμική εκτέλεση του 'Girl Anachronism' το κοινό ήταν πλέον απόλυτα δικό τους, φωνάζοντας μ' ένα στόμα "run Jack run" στο φινάλε του συγκλονιστικού 'Half Jack' που έκλεισε μία από τις καλύτερες εμφανίσεις του φετινού festival.
Headliners του Σαββάτου οι Green Day, εμφανίστηκαν αμέσως μετά την συμμετοχή τους στο Live Aid την ίδια ημέρα διεκδικώντας ίσως την μεγαλύτερη προσέλευση κοινού, μάλλον όμως και την πλέον διασκεδαστική. Πλαισιωμένοι κι από δεύτερο κιθαρίστα ώστε να επιδίδεται με μεγαλύτερη άνεση ο Billy Joe στα διάφορα καμώματά του, στηρίχτηκαν κυρίως στο πρόσφατο American Idiot περιλαμβάνοντας όμως και τις χαρακτηριστικότερες στιγμές απ' το Dookie, την πιο επιτυχημένη δουλειά τους, σε μια εμφάνιση που σύντομα εξελίχθηκε σε πρόζα και υπέρμετρη γραφικότητα ώστε να προτιμήσουμε τους πειραματισμούς του Patton με τον Rahzel.
Η εμφάνιση του κου Four Tet ήταν το μοναδικό από τα πολλά αξιόλογα live electronica που μπορέσαμε να παρακολουθήσουμε (μεταξύ άλλων εμφανίστηκαν οι Efterklang, M83, Royksopp, Autechre, 13 & God και Two Lone Swordsmen). Οχυρωμένος πίσω από τα laptop του ο βρετανός Kieran Hebden παρουσίασε το ηχητικό του μίγμα από free jazz, hip hop beats και διάφορες λούπες με την ίδια άνεση όπως αν βρισκόταν στο σπίτι του, παρασέρνοντας όμως στον χορό όλη την Pavilion και καταφέρνοντας να κερδίσει ακόμη και τις δικές μας εντυπώσεις, παρότι η electronica βρίσκεται αρκετά χαμηλά στις προτιμήσεις μας.
Μεταμεσονύκτια η εμφάνιση των Duran Duran στην Orange (συμμετείχαν κι αυτοί στο Live Aid εκείνη την ημέρα) που εμφανίστηκαν με έμφαση στον glam κιθαριστικό ήχο μακριά από τις synth pop εποχές τους και παρουσίασαν με άψογο επαγγελματισμό ένα "best of" set όπου έδωσαν το παρόν όλες οι γνωστές επιτυχίες ('Wild Boys', 'View To A Kill', 'The Chauffeur', 'Save A Prayer', 'Rio', κλπ) θυμίζοντας στους περισσότερους την εφηβεία τους. Ο χρόνος υπήρξε ευγενικός για τους πρώην νεο-ρομαντικούς, απέτυχαν όμως να μας συγκινήσουν και τώρα, όπως και τότε.