Live στο An Club
Οι γέροι οι post punkies έχουν το ζουμί. Του Τάκη Κρεμμυδιώτη
Χαλαρά. Όπως στη Θεσσαλονίκη στο Club Acropol, πίσω στο 1987. Κλαψ, λυγμ, πώς περνάει ο καιρός... Κάπως έτσι, μαζεύτηκε κι ο κόσμος στο ΑΝ Club. Χαλαρά. Γνωρίζοντας πια τι τον περιμένει. Κι ό,τι προσδοκούσε, αυτό ακριβώς βρήκε. Μια Αμερικανική μπάντα που σέβεται το κοινό της και έχει μετατρέψει το υπερατλαντικό ταξίδι Los Angeles - Αθήνα σε μετακίνηση Κολιάτσου - Παγκράτι (που λέγαμε και οι παλιοί) και μια Ελληνική μπάντα που εξακολουθεί να αγαπά τη μουσική, όσο κι εμείς.
Ο κόσμος ερχόταν σταδιακά. Μη με ρωτήσετε για το μέσο όρο ηλικίας. Αλήθεια, μπορεί στις μέρες μας να παίξει κάποιο αρνητικό ρόλο; Εμένα όλα τα "περίεργα" της βραδιάς μου φάνηκαν συμπαθητικά. Πρώτο απ' όλα, ο σχετικά απρόσμενος αριθμός των όχι και τόσο νεαρών γυναικών που ήρθε να δει τους Savage Republic (σκεφτείτε το λιγάκι), το ότι κάποιες είχαν έρθει κουβαλώντας (ή μήπως πρέπει να πω "φορώντας", για να δείξω ότι το κατέχω) μεγάλες τσάντες σε συναυλία (αχ αυτή η ενηλικίωση). Μετά οι διάφοροι τύποι με τα κάμπριο κεφάλια, που είχαν το χαρούμενο ύφος μουσικόφιλου εφήβου (βλέπε, "πίνω μπύρες με τους κολλητούς απόψε"), που θα δει την αγαπημένη του μπάντα. Ναι, αυτό ήταν το κοινό, μαζί με κάμποσους νεότερους και ψαγμένους (αναμφίβολα προς τη σωστή κατεύθυνση).
Η ώρα είχε πάει 22.17' με το ακαδημαϊκό τέταρτο να έχει μόλις περάσει, όταν οι No Man's Land βγήκαν στη σκηνή. Δεν ήθελε και πολλά για να διακτινιστούμε στον Πήγασο. Όσοι βρεθήκατε εκεί, νοείτε. Οι λοιποί, αγνοήστε το σχόλιο και διαβάστε παρακάτω (δεν πείθουν στις μέρες μας οι αναμνήσεις). Ο Σταύρος Ελευθερίου με τα κρουστά και ο Γιώργος Συργανίδης με τα πλήκτρα και το φλάουτο έδιναν το κάτι παραπάνω για τη δημιουργία αυθεντικής 70's progressive ατμόσφαιρας. Η rhythm section των Χριστόφορου Τριανταφυλλόπουλου (τύμπανα και μπλουζάκι με στάμπα "Horace Silver" - κρίμα που δε φόρεσα κι εγώ το "Chet Baker") και Νίκου Πεταυρίδη (μπάσο και με επιπλέον του κλασικού t-shirt ντύσιμο - μου αρέσουν πολύ κάτι τέτοια, όπως και πχ κιθαρίστας με ρολόι) ήταν πολύ καλή και όσο περνούσε η ώρα καλυτέρευε διαρκώς. Ο Βασίλης Αθανασιάδης, όπως είναι φυσικό, με την κιθάρα και τη φωνή του έδινε τα "προστάγματα" για τις αρκετές παρεκκλίσεις του ήχου προς jazz και ψυχεδελικά μονοπάτια. Για μια ακόμα φορά, οι NML έπαιξαν καλά και, το κυριότερο, έπαιξαν συναυλιακά. Τα τραγούδια ξεπερνούσαν τις δεκάλεπτες εκτελέσεις, ξεδιπλώνοντας καθαρόαιμες progressive δομές και την αγάπη του γκρουπ για ποικίλες μουσικές εξερευνήσεις. Έπαιξαν κι ένα τραγούδι από τον επικείμενο δίσκο τους, που θα λέγεται "Infinite Equinox". Πέρα από τη μουσική καθεαυτή, ήταν πολύ ωραίο να βλέπεις ότι το ευχαριστιούνται το ίδιο όσο κι εμείς.
Στις 23.17' οι Savage Republic έκαναν την εμφάνισή τους. Το κοινό τους υποδέχτηκε σχεδόν αθόρυβα, με στυλ "εντάξει, μωρέ, δικά μας παιδιά είναι". Ποιος το αδικεί, τόσες φορές που έχουν έρθει; Λίγο καιρό πριν είχαν δηλώσει: "Δε νομίζουμε ότι ο κόσμος περιμένει να βγει τόσο μεγάλη ενέργεια από γέρους σαν εμάς". Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο ήμασταν βέβαιοι πως θα παρακολουθούσαμε ένα καλό live. Και δεν πέσαμε έξω. Ζέσταναν το κοινό με το σχετικά καινούργιο "1938" και με το παλιό διαμάντι "Next To Nothing" από το θρυλικό "Tragic Figures". Ο Thom Fuhrmann έπαιζε κιθάρα, ο Kerry Dowling μπάσο, ο Ethan Port κιθάρα και βαρέλι (όχι lager, το άλλο) και ο Alan Waddington τύμπανα. Μάλλον δεν είναι απαραίτητο να πω πως κατά την εξέλιξη της εμφάνισής τους οι αλλαγές των οργάνων έδιναν κι έπαιρναν. Στο "Walking Backwards" άρχισαν μεταφορικά να τα σπάνε και αμέσως μετά κυριολεκτικά στο "Zelo". Τα βαρέλια άρχισαν να βουλιάζουν από τα χτυπήματα με το που ξεκίνησε το "27 Days"και όλοι το πιάσαμε τη μήνυμα ότι οι μεταλλικοί φίλοι μας θα είχαν μια δύσκολη βραδιά! Οι τύποι είχαν πλέον μουσκέψει στον ιδρώτα και ο Fuhrmann είχε παραιτηθεί από το να δείχνει στον κόσμο πόσο τον δυσκόλευε ο καπνός των τσιγάρων, ο οποίος, σημειωτέον, ήταν πολύ πιο ανεκτός απ' ό,τι συνήθως λόγω του εξαερισμού που πλαγιοκοπούσε με αρκετά μποφόρ.
Ύστερα ήρθε η πρώτη "έκπληξη": Ο σεβάσμιος κύριος με το βιολί που έδωσε το δικό του ανατολίτικο και ελληνικό νησιώτικο μαζί χρώμα στο "Arab Spring" ήταν ο πολύς Blaine Reininger, που ανέβηκε στη σκηνή άλλες δύο φορές: στο "Siam" μαζί με τη δεύτερη "έκπληξη" που ήταν η Στέλλα στα φωνητικά και στην ενκόρ πανδαισία των "Procession" και "Real Men", με την τρίτη "έκπληξη" να είναι η οικοδέσποινα Εύα Κολόμβου στα βαρέλια και στα τύμπανα. Το επικό τζαμάρισμα στο "Year Of Exile" έκανε το κουπλέ από το "Space Oddity" του David Bowie να ακουστεί πιο αναπάντεχο και πιο άμεσο. Η ενέργεια των μουσικών ήταν αστείρευτη για τα σημερινά δεδομένα και η συναυλία αντάξια των προσδοκιών. Κινητήρια δύναμη ήταν ο εκπληκτικός ντράμερ Alan Waddington, που ίδρωσε για το ψωμί του και το χάρηκε περισσότερο απ' όλους. Γι' αυτό έδωσε με έκφραση αληθινής ευτυχίας το χέρι σε όσους (πολλούς) του πρόσφεραν το δικό τους, πριν αφήσει τη σκηνή. Ακούστηκαν κι άλλα αγαπημένα τραγούδια, μεταξύ των οποίων τα "Tabula Rasa", "Ivory Coast" και το "δικό μας" "O Adonis". Με τις τελευταίες νότες της χιονοστιβάδας του "Viva La Rock And Roll" και το ρολόι να δείχνει 00.33' η μπάντα έφυγε, για να ξαναβγεί σχεδόν αμέσως για δεκατέσσερα ακόμα λεπτά.
Αν, λοιπόν, εκεί που παίρνετε το θαλάσσιο λουτρό σας, πεταχτεί μπροστά σας μια γοργόνα και σας ρωτήσει: "Ζει το post punk;", υποθέτω πως ξέρετε τι να πείτε.