St Germain live στη Θεσσαλονίκη!
Σαν ιδέα ακούγεται καλή. Συναυλία σε αποθήκη του Λιμανιού, εργατικό-βιομηχανικό σκηνικό, δίπλα η θάλασσα, τα καράβια της γραμμής και άλλα τέτοια. Στην πράξη τώρα ήθελε να δουλευτεί ακόμη περισσότερο. Αν κρίνω πάντως από τα όσα γράψανε οι αναγνώστες στο board για το live στην Αθήνα, τότε μάλλον τη βγάλαμε καθαρή εμείς εδώ πάνω. Η ζέστη -αν και υπαρκτή- ήταν υποφερτή και εφόσον επέλεγες να τοποθετηθείς μακριά από τις πρώτες σειρές, παρακολουθούσες τη συναυλία σε ημί-ανθρώπινες συνθήκες. Επίσης το φλέγον θέμα των υπαίθριων bar στους χώρους που εκτάκτως βαπτίζονται συναυλιακοί φαίνεται πως θα συνεχίσει να μας απασχολεί και φέτος το καλοκαίρι...
Τόσος κόσμος για τους St Germain ; Το ερώτημα δεν είναι καθόλου ρητορικό. Σκέψου ότι πρόκειται για μια -ουσιαστικά- jazz συναυλία (χαμός θα γίνει και φέτος στο φεστιβάλ στη Σάννη!) , για μουσική ορχηστρική, για δύσκολους - σε κάποιες φάσεις- ήχους, για κομμάτια που το να τα παρακολουθήσεις στην εξέλιξη και το τελείωμα τους απαιτεί πολλές φορές μια... προχωρημένη μουσική παιδεία. Βέβαια όλα αυτά εύκολα καταρρέουν μπροστά σε ένα mega radio hit (σαν το Rose Rouge) και στο glamour της μουσικής που -καθώς φαίνεται- θα συνοδεύει και το φετινό καλοκαίρι. Και καλά κάνουν βέβαια... Το κοινό των club και των cafe της παραλίας συντάχθηκε επιτέλους και στην ουρά για μια συναυλία και προσωπικά δεν βρίσκω τίποτα κακό σε αυτό. Όπως ακριβώς στις αρχές των 90ς ο Acid Jazz ήχος θεωρήθηκε cool και μοδάτος και ο κόσμος δε σταμάταγε να χορεύει με τους ήχους των US 3 και των Brand New Heavies, έτσι και τώρα ο Ludovic Navarre πιάνει το νόημα και φοράει για μια ακόμη φορά στη jazz το φιλικό της προσωπείο.
Όταν όμως λέμε DJ Set πριν από τη συναυλία καλό είναι να... ανοίγουμε και τα ηχεία, να ακούσει και ο κόσμος τι παίζουν αυτοί οι άμοιροι οι δισκοθέτες εκεί στο βάθος. Ένα απροσδιόριστο βουητό συνόδευε τις διαμαρτυρίες του κόσμου για το γεγονός ότι η προγραμματισμένη ώρα έναρξης τηρήθηκε όσο και η υπόσχεση για καλό ήχο στη διάρκεια του live. Γιατί με δυο λόγια ο ήχος που πάλευαν να βγάλουν εφτά (μετράω καλά;) άτομα πάνω στη σκηνή χανόταν στον άπειρό κενό χώρο της ψηλοτάβανης αποθήκης, το σαξόφωνο ακουγόταν σαν... «όργανο» και μόνο όταν ούρλιαζε η τρομπέτα ένιωθες κάτι να σε διαπερνάει (με λίγα λόγια... «άκουγες»).
Ο Navarre έχει καταφέρει να μαζέψει καλούς και κεφάτους μουσικούς για να υποστηρίξουν τη μουσική του και έδειχνε ιδιαίτερα υπερήφανος για τον περκασιονίστα του, που μετά μανίας αναζητούσε την αποθέωση από το κοινό (και τελικά την έλαβε!). Στις στιγμές που η συναυλία έπαιρνε ξεκάθαρες jazz αποχρώσεις και το ενδιαφέρον επικεντρωνόταν σε διάλογους ανάμεσα στα πνευστά ή ανεπαίσθητες αλλαγές στη ρυθμική βάση των κομματιών, το κοινό μάλλον αδιαφορούσε και το live έπαιρνε τη μορφή κοσμικής εκδήλωσης. Μόλις έμπαινε το βαθύ beat από τα μετόπισθεν, μόλις η salsa μπερδευόταν με το house και τη στιγμή που το afro στοιχείο απέβαλλε τον τζαζαίστικη διανόηση άρχιζε το γλέντι και ο χορός.
To ‘ Rose rouge’ κατάφερε να εντυπωσιάσει και στη ζωντανή απόδοση του, πιστοποιώντας τη θέση του ανάμεσα στα καλύτερα κομμάτια του είδους εδώ και πολλά χρόνια. Είχαμε ακόμη την τύχη να ακούσουμε μια εμπνευσμένη εκτέλεση του ‘So flute’ με το επίμαχο... φλάουτο να αναδεικνύεται από κομπάρσο σε ικανό πρωταγωνιστή.
Ίσως κάποιοι να περίμεναν ένα περισσότερο dance happening. Ίσως οι περισσότεροι από τους παρευρισκομένους να μην άντεχαν μια από την αρχή ως το τέλος ακρόαση των ‘Tourist’ και ‘Boulevard’. Ίσως να ήταν καλύτερα να παίζανε οι St Germain μαζί με δύο-τρία ακόμη ονόματα του χώρου και να μην τα περιμένουμε όλα από αυτούς. Ίσως πριν από μερικά χρόνια να είχα διασκεδάσει περισσότερο στο live των Brand New Heavies.