Τα Βαλκάνια πάνε Μέγαρο: Esma Redzepova, Ξανθίππη Καραθανάση
Βροχές, συννεφιές, βοριαδάκια... και από τις Μαλακάσες, τους Λυκαβηττούς και τους Βράχους, τσουπ στους τέσσερις τοίχους και -φευ!- στην ακαπνία της χειμερινής σεζόν. Η προσαρμογή από τις θερινές μουσικές -και όχι μόνο- εξορμήσεις στην κανονικότητα του χειμώνα ήταν πάντα κομματάκι δύσκολη, απλά φέτος ήρθε λίγο πιο απότομα χάρη στις εκπληξούλες του καιρού. Κι όμως, σαν κάποιο διορατικό μάτι να είχε προβλέψει τις άνωθεν βουλές και φρόντισε να κάνει το Σεπτέμβρη μας ένα δρόμο στρωμένο από συναυλιακά πέταλα, σαν μια πανηγυρική μουσική πρόποση για να μας μπει καλά ο χειμώνας. Συναυλίες, λοιπόν, φεστιβάλ, θέατρα, κινηματογράφος, χορός και ό,τι τραβάει η ψυχή μας -για το πορτοφόλι μας δεν είμαι σίγουρη. Καλό μας χειμώνα!
Η Esma Redzepova και η Ξανθίππη Καραθανάση είναι κι αυτές δύο απ΄ τα μουσικά τυχερά του συναυλιακού Σεπτέμβρη, που μας έλαχαν την περασμένη Τετάρτη. Οι δυο μεγάλες φωνές των Βαλκανίων συναντήθηκαν στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών για μια μοναδική εμφάνιση που γιορτάζει τη μουσική παράδοση της ευρύτερης περιοχής μας. Η παρουσίαση της βραδιάς αφέθηκε στα έμπειρα χέρια του Σπύρου Παπαδόπουλου, ο οποίος αφού μας καλωσόρισε, έκανε μια σύντομη παρουσίαση της ταυτότητας και του έργου της Ξανθίππης Καραθανάση, πριν καλέσει την ίδια και το συγκρότημά της στη σκηνή.
Την έχουν αποκαλέσει "φωνή της Μακεδονίας", ενώ από ειδικούς αναλυτές και μουσικολόγους θεωρείται η κατεξοχήν δωρική φωνή της Ελλάδας. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Χαλκιδική, σ' ένα περίγυρο όπου ζυμώνονται η τοπική μακεδονίτικη - χαλκιδικιώτικη παράδοση της οικογένειας, με την φρεσκάδα και τον πρόσχαρο χαρακτήρα των μικρασιατών προσφύγων, την διάλεκτο και το τραγούδι τους. Φαίνεται ότι όλα αυτά γαλούχησαν την Ξανθίππη Καραθανάση, που έχει χαράξει μια πορεία πέντε δεκαετιών στη μουσική σκηνή του τόπου μας, στην οποία προστέθηκαν και πολυάριθμες διακρίσεις, όπως η βράβευση από την Ακαδημία Αθηνών, την Ακαδημία Ελληνικής Γλώσσας και Πολιτισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η κατάκτηση του πρώτου βραβείου στο Φεστιβάλ Δημοτικού Τραγουδιού στη Ντιζόν της Γαλλίας. Το ρεπερτόριό της απλώνεται από τα δημοτικά και παραδοσιακά μας τραγούδια μέχρι το έντεχνο μεγαλείο των Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, Κουγιουμτζή, Ξαρχάκου κ.α.
Η πρώτη κυρία, μπήκε στη σκηνή τραγουδώντας ένα πονεμένο μακεδονίτικο της ξενιτιάς. Η φωνή της, μεταλλική και καθάρια, ήρθε σαν ανατρίχιασμα και γέμισε από άκρη σε άκρη την αίθουσα και τις καρδιές μας. Δημιουργήθηκαν συναισθήματα άλλων εποχών, βιωμένα από άλλους ανθρώπους, από παππούδες και προγιαγιάδες. Κι όμως η αυθεντική παρουσία της, η οξεία χροιά της -χαρακτηριστική στην θηλυκή φωνητική παράδοση του τόπου μας- και το πάθος της ερμηνείας της είχαν τη δύναμη να τα μεταδώσουν στο ελληνικό κοινό των '00s. Φορώντας ένα μεσοφόρι κάποιας προγιαγιάς φτιαγμένο διακόσια χρόνια πίσω -όπως μας είπε- συνέχισε με παραδοσιακό ρεπερτόριο από την Ήπειρο, τη Μακεδονία, τη Θράκη και τη Μικρασία, τραγούδια γνωστά που πάντα συγκινούν, όπως τα "Γιάννη μου το μαντίλι σου", "Μήλο μου κόκκινο", "Λιανοχορταρούδια", "Από ξένο τόπο" και αρκετά άλλα.
Μετά από ένα μικρό διάλειμμα συγκρότημα και ερμηνεύτρια επέστρεψαν στη σκηνή, αυτή τη φορά σε άλλο ύφος, με έντεχνο ρεπερτόριο. Ακούσαμε τραγούδια αγαπημένα δικά μας και δικά της, μεταξύ άλλων τα "Ένας κόμπος η χαρά μου", "Όμορφη Πόλη", "Βρέχει στη φτωχογειτονιά", "Ένας ευαίσθητος ληστής".
Αξίζει οπωσδήποτε ξεχωριστή μνεία στο συγκρότημά της, 10μελές, αποτελούμενο κατά κύριο λόγο από νεαρούς εξαιρετικούς μουσικούς του παραδοσιακού, του λαϊκού και του έντεχνου.
Και μια που μπήκαμε στο κλίμα, καιρός να ανέβουμε λίγο πιο βόρεια, να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα, να δούμε τη βασίλισσα των Τσιγγάνων ν' ανθίζει μπροστά στο αθηναϊκό κοινό.
Για την Esma, την "τσιγγάνα από τα Σκόπια" όπως αυτοαποκαλείται, μπορούμε πολλά να πούμε, τόσο για το μουσικό, όσο και για το προσωπικό, ανθρωπιστικό της έργο. Ας μιλήσουμε όμως με αριθμούς: 12 τα χρόνια της όταν πρωτοβγήκε στη σκηνή, 586 δισκογραφικές δουλειές, 15.000 εμφανίσεις σε ολόκληρο τον κόσμο, 2 πλατινένιοι, 8 χρυσοί, 8 ασημένιοι δίσκοι, στα 20 καλύτερα album της World Music συλλογής ο δίσκος της "Queen of Gypsies", 20 οι γλώσσες στις οποίες έχει τραγουδήσει, 2 υποψηφιότητες για Νόμπελ Ειρήνης, 1 βραβείο UNISEF, 47 υιοθετημένα παιδιά, 71 εγγόνια. Η Esma έγινε πρέσβειρα της μουσικής του λαού της, των Ρομά, της χώρας της, της FYROM, αλλά και γενικότερα της μουσικής των Βαλκανίων. Ανατράφηκε καλλιτεχνικά από μια μεγάλη μουσική μορφή της χώρας της, τον Stevo Teodosievski, ο οποίος έγινε και σύντροφος της ζωής της. Το ζευγάρι ταγμένο στην επιβίωση και τη διάδοση της παραδοσιακής μουσικής της FYROM και των τσιγγάνικων μελωδιών, άνοιξε το κινητό του σπίτι δημιουργώντας μια μουσική σχολή, από την οποία έχουν αποφοιτήσει μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα της παραδοσιακής μουσικής σκηνής της χώρας, τα περισσότερα από αυτά παιδιά τους.
Και μετά την Esma σε τίτλους, η Esma στη σκηνή. Όπως την είχαμε φανταστεί, στρογγυλή, πληθωρική, πολύχρωμη μες στις εκτυφλωτικές τσιγγάνικες φορεσιές της, με το βάρος των χρυσών δαχτυλιδιών της να ερμηνεύει από παραδοσιακά μοιρολόγια, μέχρι χαβαλεδιάρικους βαλκανικούς ρυθμούς, όπως τα δημοφιλή "Cae Sucarije" και "Ibraim". Η φωνή της βαθιά, μεστή, άλλοτε σπαραχτικά βραχνή, και άλλοτε παιχνιδιάρικη. Τα κουνήματά της ξεσηκωτικά. Η αμεσότητα και η επικοινωνία της με τον κόσμο κορυφώθηκε με την κάθοδό της από τη σκηνή στην πλατεία, τραγουδώντας ανάμεσα στον κοινό, κοιτώντας μας στα μάτια. Τα χαμόγελα και το ρυθμικό χειροκρότημα του κόσμου ήρθε σαν ελάχιστη ανταπόδοση της εμπειρίας που μας χάρισε. Ομολογώ ότι κάποιοι με το ζόρι κρατήθηκαν στο ύψος των καθωσπρέπει περιστάσεων που επιβάλλει ένα Μέγαρο Μουσικής και δεν σηκώθηκαν να χορέψουν μαζί της. Φαντασμαγορικό περιτύλιγμα το συγκρότημά της, αποτελούμενο ολόκληρο από παιδιά της, δεν σταμάτησε να γελά, να χορεύει, να σολάρει εντυπωσιακά και να κάνει παιχνίδι με την ερμηνεύτρια και το κοινό. Πραγματικά υπέροχοι!
Κι όταν πλησιάζαμε αισίως στο τέλος, ένα "wait, wait! Together...", έφερε και την Καραθανάση στη σκηνή, που μας χάρισε το "Σ'αγαπώ" της, ενώ η Esma τη δική της αγάπη με ένα τελευταίο τραγούδι.
Καλά ξεκίνησε λοιπόν το φετινό φθινόπωρο, με δυνατά ονόματα και ενδιαφέρουσες συμπράξεις. Όσο για τα τυπικά παραπονάκια, ε, επιβάλλονται για να επιβεβαιώνουμε που και που το ρόλο μας. Αρχικά, ομολογώ ότι δεν κατάλαβα ακριβώς την επιλογή του προσώπου της παρουσίασης, το οποίο κατά τ' άλλα εξαιρετικό στο έργο που του ανατέθηκε, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα. Είναι ότι δεν ήταν και πολύ κολακευτική η εντύπωση που πιθανόν σχημάτιζε κανείς, ότι επιλέχθηκε δηλαδή για να προσδώσει κάποιου είδους κύρος (;) σε μια a priori "έγκυρη" εκδήλωση. Όσο για τη δομή της παράστασης, νομίζω ότι βασίστηκε περισσότερο σε μια συναυλιακή συνταγή επιτυχίας, παρά σε ένα δημιουργικό concept μουσικής συνεργασίας επί σκηνής. Είχαμε περισσότερες προσδοκίες από μια παράσταση όπου η κάθε καλλιτέχνιδα έβγαινε και έκανε το πρόγραμμά της. Μάλλον περιμέναμε ένα είδος δημιουργικού μπλεξίματος δύο συγγενών κουλτούρων και μουσικών παραδόσεων. Τέλος, το θέμα ήχος. Πραγματικά κάκιστος από την αρχή ως το τέλος. Τι να πρωτοαναφέρουμε; Τα ελαττωματικά μικρόφωνα; Το ότι ακούγαμε τη φωνή της Καραθανάση περισσότερο από την ηχώ που έκαναν τα μόνιτορ στον τοίχο πίσω απ' τη σκηνή; Ή τις σπινθηροβόλες ματιές και τα νοήματα των μουσικών της Esma στον ηχολήπτη για τα μουγγά τους μόνιτορ; Τα σχόλια δικά σας.
Όμως, αυτό που έχει τελικά σημασία, είναι οι εικόνες και οι ήχοι που συνεχίζουν να μένουν στο νου και στα αυτιά, όταν ακουμπάμε στο μαξιλάρι και όταν ξυπνάμε το πρωί. Κι αυτά έκαναν σίγουρα πολλούς από μας κοιμηθούμε χαμογελαστοί και να πάμε στη δουλειά μας σιγοψιθυρίζοντας αγαπημένους βαλκανικούς σκοπούς.