Ten Years of All Tomorrow's Parties - Day 2
Του Στέφανου Μοναστηρίδη
Η δεύτερη μέρα αποτέλεσε και το κυρίως πιάτο. Καφές και ξύπνημα έπρεπε να γίνουν με συνοπτικές διαδικασίες μιας και στις 3 έπρεπε οπωσδήποτε να παρευρεθώ στην πρωινή λειτουργία των ΟΜ, ενώ λόγω συσσωρευμένης κούρασης έχασα την πρωινή γυμναστική και βίαιο ξύπνημα που πρόσφεραν οι ιαπωνεζούλες Afrirampo.
Οm... Ακούγοντας τους δίσκους τους και ακόμα περισσότερο παρακολουθώντας τους live έχω την εντύπωση ότι παρευρίσκομαι στις μυστικιστικές τελετουργίες κάποιας παράξενης αίρεσης. Ο Al Cisneros με ένα μόνιμο αργό λίκνισμα, γέμιζε χώρο και σώμα με τις μπασογραμμές του, ενώ η χαρακτηριστική φωνή του θα ταίριαζε άνετα σε κάποια εκκλησία. Στιβαρό και απόλυτα ουσιώδες drumming και ένα τρίτο μέλος, με όψη guru, sufi ή κάτι τέτοιο, καθιστό κυρίως, να προσθέτει τα μελωδικά στοιχεία της ιεροτελεστίας, όταν δεν χτυπούσε όρθιος, εκστασιασμένος ένα ντέφι με μανία. Αυτό που ίσως ήταν το πιο εντυπωσιακό ήταν το πώς με ελάχιστες παρεκτροπές από τους χαρακτηριστικά αργούς ρυθμούς τους, το τρίο έφτανε σε στιγμές κορύφωσης, ζενίθ, παρασέρνοντας μαζί και το κοινό στην σεμνή αυτή τελετή, που κράτησε δυστυχώς μονάχα μια ώρα. Ανυπομονώ για την εμφάνιση της μπάντας στην Αθήνα και ελπίζω το ίδιο να κάνετε και εσείς.
Συνέχεια με ακόμη ένα trio αρκετά διαφορετικό από το προηγούμενο. Dirty Three. Ίσως η εμφάνιση για την οποία ανυπομονούσα περισσότερο από όλες. Πρόκειται για μπάντα - απωθημένο, μιας και την μοναδική φορά που γνωρίζω ότι επισκέφθηκαν την πόλη μου, ήμουν 14 και ειλικρινά, δεν πήγα γιατί δεν με άφησε η μαμά μου. Μεγάλωσα όμως επιτέλους και τα κατάφερα και η δικαίωση, ήταν πλήρης. Όσοι γνωρίζουν την μουσική του συγκροτήματος έχουν καταλάβει ήδη για τι πράγμα μιλάω, όσοι όχι, να τρέξουν να τους δουν live με την πρώτη ευκαιρία και ας είναι 14. Πέρα από την μουσική κατάρτιση και την ιστορία των τριών ως Dirty Three αλλά και ως καλλιτέχνες ο καθένας τους ξεχωριστά, πέρα από την σκηνική παρουσία του Warren Ellis, τη μελωδία και το ξέσπασμα, την δυναμική που προσδίδει το βιολί σε ένα rock τρίο και τους μοναδικούς πρόλογους του Ellis πριν από κάθε τραγούδι, σκάει και ένα μειδίαμα εθνικής υπερηφάνειας στις πρώτες νότες του I remember a time when you used to love me, διασκευή του "κάποτε θυμάμαι μ' αγαπούσες" του Σπανού και ένα από τα ομορφότερα και πιο γνωστά κομμάτια της μπάντας. Αν τότε παλιά το έσκαγα από το σπίτι για να τους δω live, τώρα είμαι σίγουρος ότι θα ήταν μια εμπειρία που θα άλλαζε την ζωή μου.
Επόμενη στάση, Porn. Στα drums o Dave Crover των Melvins, για την εμφάνιση αυτή επιστράτευσαν και τον δεύτερο drummer τους. Επί σκηνής βρέθηκε επίσης και ο J Mascis, κιθαρίστας των Dinosaur Jr (ο οποίος εμφανίστηκε την προηγούμενη μέρα και με το προσωπικό του σχήμα, αλλά απουσίασα λόγω κούρασης) και ο μπασίστας των Unsane. Όλοι αυτοί, μία αρκετά fucked up παρέα, αφιέρωσαν την μία ώρα που τους αντιστοιχούσε σε έναν συνεχόμενο αυτοσχεδιασμό θορύβου και παραμόρφωσης. Τα λιγοστά κιθαριστικά riffs που ξεπρόβαλαν κατά διαστήματα θύμιζαν stoner rock, αλλά και αυτά χανόντουσαν στο γενικότερο χάος, πριν προλάβουν να εκφράσουν κάτι ολοκληρωμένο. Όταν τελείωσαν μου άφησαν την εντύπωση ότι απλά έσπαγαν πλάκα εις βάρος μας. Εκ των υστέρων διάβασα στο βιβλιαράκι του φεστιβάλ ότι πρόσφατα κυκλοφόρησε συνεργασία τους με τον Merzbow οπότε και κατάλαβα ότι τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά.
Η ωστική επίθεση των Porn παρόλα αυτά, δεν στάθηκε αρκετή για να με προετοιμάσει για ότι θα έβλεπα στην ίδια σκηνή, αμέσως μετά. Με τα μισά του μέλη ήδη "ζεσταμένα" από την πλάκα με τους Porn, ανέλαβαν οι Melvins. Το γνώριζα στην θεωρία, ότι πρόκειται για την σημαντικότερη μπάντα του "σκληρού ήχου", είχα διαβάσει και ακούσει διάφορα, την μουσική τους όμως ποτέ με την πρέπουσα προσοχή. Στην θεωρία μόνο λοιπόν ήξερα τι να περιμένω. Στην πράξη, οι Melvins πήραν την μορφή ενός οδοστρωτήρα και ισοπέδωσαν τα πάντα. Πολύ περισσότερο βίωμα από απλά μουσική, ο όγκος κατέκλειε και κυρίευε τους πάντες και τα πάντα ανεξαιρέτως μουσικών γούστων και προσανατολισμών. Δεν νομίζω ότι έχω άλλες λέξεις για να περιγράψω την εμφάνιση τους. Θα περάσω κατευθείαν στο καταιγιστικό φινάλε, όταν ο King Buzzo αποχώρησε διακριτικά, ο Jared Warren άφησε το μπάσο και αφιερώθηκε στο να ουρλιάζει λέξεις στο μικρόφωνο και από το πουθενά (σχεδόν στην κυριολεξία) άλλοι δύο drummer, ο καθένας με το kit του, εμφανίστηκαν για να διαλύσουν ότι είχε μείνει όρθιο (αν είχε μείνει κάτι όρθιο). Όσο γινόταν αυτό επί σκηνής, ή μετά, δεν μπορώ να τα ξεχωρίσω χρονικά, ο Jared είχε πηδήξει από την σκηνή και είχε προσγειωθεί στο αποτρελαμένο πια πλήθος... Από το κείμενο στο βιβλιαράκι του festival για τους Melvins, μεταφέρω "anything worth doing, is worth overdoing" και αυτή είναι ίσως από τις λίγες μορφές αμερικανικού πλουραλισμού που με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο αν όχι ενθουσιώδη οπαδό της.
Για να συνέλθω από τους Melvins, χρειάστηκα παραπάνω από τρεις ώρες. Επέστρεψα στις σκηνές του φεστιβάλ τα μεσάνυκτα (οι Melvins τελειώσαν στις 8 και τέταρτο) για τους BEAK>. Οι BEAK>, για όσους δεν τους γνωρίζουν είναι το νέο συγκρότημα του Geoff Barrow, ιδρυτικού μέλους των Portishead. Ο πρώτος δίσκος τους κυκλοφόρησε μέσα στο 2009 και πήρε αρκετά καλές κριτικές. Ο ήχος τους είναι ένα είδους μοντέρνου μινιμαλιστικού post rock, ή τουλάχιστον έτσι μου φαίνεται. Έχουν αυτό το υπνωτιστικό στοιχείο που συναντάται κυρίως στην ηλεκτρονική και σε κάποιες στιγμές μου θύμισαν και Wooden Shjips. Όλα τα παραπάνω σημαίνουν ότι μου άρεσαν αρκετά.
Για το κλείσιμο της δεύτερης ημέρας και το γλυκό καληνύχτα, οι διοργανωτές του φεστιβάλ προσέφεραν μία ώρα και ένα τέταρτο συντροφιά με τους SUNN O))). Οι εμφανίσεις τους κατά την γνώμη μου, είναι κάτι σαν τα θρίλερ που παίζουν αργά στην τηλεόραση, είσαι πιτσιρικάς, ξέρεις ότι θα τρομάξεις πολύ αν κάτσεις να τα παρακολουθήσεις αλλά παρόλα αυτά για κάποιον περίεργο και λίγο μαζοχιστικό λόγο, τα βρίσκεις πολύ ελκυστικά και θέλεις να παρακολουθήσεις. Η ένταση είναι το κύριο συστατικό και χαρακτηριστικό των δύο κουκουλοφόρων περικυκλωμένων από ενισχυτές.
Στην αρχή, ήταν σε φυσιολογικά επίπεδα, γεγονός που με παραξένευε. Πέντε λεπτά αργότερα κατάλαβα ότι αυτό που άκουγα ήταν απλά η εισαγωγή. Όταν η μηχανή SUNN O))) μπήκε σε πλήρη κατάσταση λειτουργίας, ένιωθες ότι μπορείς να αγγίξεις τον ήχο. Αποκτούσε οντότητα, τον ένιωθες να "υπάρχει" δίπλα σου, τον άγγιζες. Έχοντας απογυμνώσει τον ακραίο ήχο από όλα τα βασικά γνωρίσματά του και κρατώντας μόνο την ένταση και την "βία" που τον συνοδεύουν, οι δημιουργίες των SUNN O))) έχουν ξεφύγει από τα πλαίσια του όρου μουσική, όπως ο όρος είναι ευρέως αντιληπτός και πλησιάζουν σε όρους όπως sound art και performance art, με παραλληλισμούς στα πειράματα της musique concrete. To γεγονός αυτό τους έχει κάνει αρκετά δημοφιλείς στους "ακαδημαϊκούς" του ήχου και της μουσικής και αυτοί με την σειρά τους, δημοφιλείς σε ένα ανεξήγητα, συγκριτικά με το δύσπεπτο της μουσικής τους, μεγάλο κοινό. Ίσως έτσι εξηγείται η παράξενη για την περίσταση, ενεργή συμπεριφορά του κόσμου, που ορισμένες στιγμές έφτανε στο σημείο του γελοίου. Από την άλλη μεριά οι ίδιοι έχουν εκμεταλλευτεί όλο αυτό το hype γύρω από την δουλειά τους στο έπακρο, με merchandise που θα ζήλευαν και οι Offspring.
Scroll down για την τρίτη μέρα.