Αισθηματική Αγωγή Vol. 1
Τελικά ήταν πολλοί και πολλές αισθηματίες εκείνο το βράδυ. Του Βασίλη Παπαδόπουλου
Ένα άγχος το είχα που δεν πήγα πάλι στον Λεξ. Δεν πειράζει, στο Wembley θα τον δούμε πια. Ετσι κίνησα να πάω στην παρέα του The Boy, στον ναό της Ελληνικής σκηνής, το Gagarin. Από άλλο σημείο έχω αναφέρει τον Boy ως την κυρίαρχη φιγούρα του ελληνικού ροκ της τελευταίας δεκαετίας, και βάλε πλέον. Μπορεί να υπερβάλλω, αλλά το Σάββατο που μας πέρασε επιβεβαίωσε τον τίτλο αυτό.
Sold out το event, αναμενόμενο άλλωστε. Εξάλλου όλοι και όλες οι συμμετέχουσες αποτελούν την αφρόκρεμα της σκηνής του σήμερα, πλην hip hop. Έξω από το Gagarin, ουρά για να μπεις, καλό αυτό, δεν συμβαίνει και συχνά. Νεαρόκοσμος, όμορφες και όμορφοι, τι δουλειά έχει ένας boomer ανάμεσά τους; Αλλά τίποτε δεν πειράζει όταν μπαίνεις στο γνώριμο μέρος υπό τους ήχους του Mazoha.
Τον τύπο δεν τον είχα ξαναδεί, από ατυχία περισσότερο μάλλον. Δεν ξέρω αν το κάνει σε όλα του τα live, αλλά τα τραγούδια του ήταν πειραγμένα, μια δυνατή εκδοχή –κονσέρβα- bass-rythm να παίζει πίσω, κι ο ίδιος να φτύνει, να φωνάζει στίχους, σαν να μην υπάρχει αύριο, μπροστά στη σκηνή με μια κιθάρα σαν ένας τροβαδούρος του χθες, του σήμερα και του ποτέ. Πραγματικότητα Καθημερινότητα Πολυπλοκότητα Τοξικότητα Ανισότητα. Είμαστε όλοι τρελαμένοι (‘τελειωμένοι’ τραγούδαγα εγώ – ότι θέλει ο καθένας ακούει). Συνεπήρε το κοινό που τραγουδούσε μαζί του Είναι ωραία να πεθαίνουμε παρέα, ναι, ναι, ναι. Δυνατός, πολύ δυνατός – μην τον χάσετε/ουμε ξανά. Έκλεισε νωρίς, γύρισε να βγάλει selfie μαζί με το εκπληκτικό κοινό που τον χειροκροτούσε κι εμείς ξανακούμε τα τραγούδια του. Μάλλον όμως στα live απογειώνεται.
Η Δεσποινίς Τρίχρωμη και η Nalyssa Green στη συνέχεια μάλλον δεν είχαν υπολογίσει σωστά το χώρο και το όλο σκηνικό. Η Τρίχρωμη επιεικώς δεν ακουγόταν, ήταν υποτονική, δεν πίστευε στον εαυτό της. Λίγο στο ‘Φυτό’ (ούτε όταν νυχτώνει και ανθίζει και ανθίζει το δικό σου το φυτό) θύμισε τον αιθέριο εαυτό της, αυτόν που μαζί με τη φιλενάδα της, τη Nalyssa, είχαμε θαυμάσει σε εκείνα τα καταθλιπτικά, αλλά ταυτόχρονα σωτήρια για την ψυχή μας, καραντινο-live. Μπροστά της είχε ένα κοινό διψασμένο και θα έπρεπε να πιστέψει ότι ακόμη κι αν τραγουδούσε μόνο για τον εαυτό της, αλλά με τη θέρμη του Κι αν γνωρίστηκαν, κι αν φοβήθηκαν, τι όμορφο κι αν όντως φιλιούνται, θα μας κατακτούσε. Έπρεπε να μας μιλάει πιο πολύ και να την ακούμε, πρώτα απ΄ όλα καθώς τραγουδούσε μέσα από τα δόντια της, όχι ψάχνοντας τον εσώτερο εαυτό της, θα το σεβόμασταν, αλλά από φόβο και δέος μπροστά σε ένα μάλλον μεγάλο για την ίδια κοινό και χώρο.
Η Nalyssa από την άλλη προσπάθησε, έφερε ντραμς, μπάσο, κιθάρα-μπουζούκι, αλλά δεν πρόκοψε κι αυτή. Κρίμα γιατί όλοι θέλαμε να τραγουδήσουμε για τα άσπρα γαμοσμάρτ και τις χαμένες αγάπες, τα μπλε κοράλλια και τη μπλε τροχιά. Ναι μεν αλλά δεν κι η Nalyssa, παρότι ένα μεγάλο μέρος του κοινού είχε έρθει για αυτήν κυρίως, αλλά και την Τρίχρωμη. Γυναικοπαρέες, κορίτσια με στρας, όχι άσχετες, γιατί να σιγοτραγουδάς όλα τα τραγούδια της και όχι μόνο το ‘Κοκτέϊλ’, σημαίνει αγάπη και δόσιμο. Δεν πειράζει, τα κορίτσια τα αγαπάμε, θυμόμαστε το ιντερνετικό live τους χωρίς κοινό στο Νιάρχος πρόπερσι και θα τις συναντήσουμε ξανά, αρκεί να πιστέψουν στον εαυτό τους και να μην φοβούνται τον κόσμο.
Μ΄ αυτά και μ΄ αυτά ήρθε ο Boy στη σκηνή. Έβαλε την κονσόλα του στο κέντρο, δύο τύμπανα στο πλάι, ανέβασε την ένταση του μικροφώνου και ξεκίνησε να πυροβολεί στίχους. Μια απορία την έχω και για τους rap καλλιτέχνες και για τον Boy, πως θυμούνται σεντόνια στίχους. Τους είχε βέβαια δίπλα στα τετράδιά του, αλλά δεν χρειάσθηκε. Το αγαπημένο μέρος στη γη εκείνο το βράδυ για τον Boy ήταν το Gagarin. 1 -2 - 3. Εδώ. Μαζί σου. Και τα πλήκτρα να πονάνε από τα δάκτυλα που τα κτυπούσαν χωρίς έλεος. Κι ο ίδιος να ριμάρει ακατάπαυστα. Είναι rap, είναι παρλάτα, κύριος οίδε. Φοβάται πως είναι τρο-μα-κτι-κή. Και μετά να θυμάται τα παλιά, να βαράει τα τύμπανα για να κρατάει ρυθμό. Να μας κοιτάζει χωρίς να ενδιαφέρεται για εμάς, παρά μόνο για τα πλήκτρα και το τύμπανό του. Δεν σταματούσε για χειροκρότημα, οπότε δεν εκτονωνόσουν, μάζευες οργή, θυμό, για τι, ούτε ο ίδιος δεν ήξερε, γι’ αυτή την άχαρη πόλη που ζούμε. Αθήνα, πολύ Αθήνα, ο καθένας άκουγε τη γειτονιά του μέσα στις ρίμες του, το Παγκράτι, την Κυψέλη, τη Ραφήνα. Και πατούσες το πόδι να κρατήσεις κι εσύ τον ρυθμό, να συμμετέχεις κι εσύ σε αυτό που βίωνε ο ίδιος. Κάποιες δεν άντεξαν, ίσως όσες φόραγαν πολύ στρας και ξεκίνησαν να φεύγουν. Άλλες όμως τρελαινόσουν που τραγουδούσαν από πίσω όλα τα λόγια, που τα θυμόντουσαν; Σου ‘ρχόταν να τις φιλήσεις, αλλά συγκρατιόσουν και πάλι.
Τελείωσε με το ‘Γιατί δεν χορεύετε ρε;’ ως απειλή, και με το ‘Ξαπλώστρες φέρετρα’ - Δεν υπάρχουν ομπρέλες - Είναι πολύ ακριβές για μας μωρό μου σαν μια λύτρωση. Πλήκτρα – τύμπανα – φωνή, τέλος. Πήρε την τσάντα του στον ώμο, είπε ένα βιαστικό γεια και έφυγε όπως ξεκίνησε.
Αισθηματική αγωγή ονόμασαν την παράσταση, δεν ξέρω ποιος, μάλλον όσοι κι όσες αγάπαγαν τον Νίκο Τριανταφυλλίδη που μας χάρισε τον χώρο αυτό, το τέμενος της νεοψυχεδελικής συμπόρευσης κατά το μανιφέστο της βραδιάς από τον Ίκαρο Μπαμπασάκη, για να βλέπουμε τους πιο αγαπημένους μας. Vol 1 ήταν, θα έχει κι άλλο; Μακάρι.