Live στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης
O Μάνος Μπούρας μπορεί να αναπολεί την εποχή που η φράση "Tindersticks στο Μέγαρο" θα ακουγόταν αδιανόητη, ωστόσο δεν μένει εκεί...
Ήταν Ιούνιος του 1993 όταν βρέθηκα στο Λονδίνο για να παρακολουθήσω ένα φεστιβάλ της εταιρίας 4AD (τελικά από τις 6 ημέρες του είδα τις τρεις – μη ρωτάς το γιατί, είναι μεγάλη ιστορία που πονάει ακόμα…). Εκεί λοιπόν είχα την τύχη να γνωρίσω – μεταξύ άλλων – έναν Έλληνα που ζούσε στην πόλη και είχε πολλούς γνωστούς μουσικούς από μπάντες που ακούγαμε και θαυμάζαμε εδώ πίσω στην πατρίδα. Με πήρε λοιπόν από το χέρι και μου είπε “έλα να σε γνωρίσω σε έναν καλό μου φίλο. Τον λένε Stuart και παίζει σε ένα γκρουπ ονόματι Tindersticks. Δεν τους ξέρεις ακόμα αλλά σύντομα θα τους μάθεις”. Όπως και έγινε. Ανταλλάξαμε δύο αμήχανες κουβέντες με τον Staples κι αυτό ήταν. Πολύ σύντομα όμως είχα στα χέρια μου το ντεμπούτο τους άλμπουμ, μάζευα παρέα με όλους όσους ακόμα το ακούσαμε τα σαγόνια μας από το πάτωμα και τα υπόλοιπα είναι ιστορία…
Fast forward 27 χρόνια αργότερα και βρίσκομαι σε ένα αναπαυτικό κάθισμα μιας χλιδάτης αίθουσας συναυλιών περιμένοντας να τους δω και πάλι ζωντανά, για πολλοστή φορά. Τι νούμερο ακριβώς έχει η φορά αυτή στο ημερολόγιό μου (που δεν κρατάω) ένας Θεός ξέρει. Κάθομαι και σκέφτομαι όμως: 27 χρόνια αργότερα! Απίστευτο! Έχουν διανύσει τόσο δρόμο αυτοί σαν συγκρότημα (κι άλλον τόσο εμείς ως ακροατές), και κοίτα τους σήμερα σε τι χώρους παίζουν. Ταιριάζει ασφαλώς ένα τέτοιο σκηνικό με τη μουσική τους, ίσως και να παρακαλούσε γι’ αυτό εξαρχής εδώ που τα λέμε, αλλά δεν παύω να θυμάμαι ότι επρόκειτο κάποτε για μία ροκ εν ρολ μπάντα, που όσο κι αν αρεσκόταν να εμπλουτίζει με έγχορδα και πλήκτρα τον ήχο της, ο κορμός της μουσικής της ανήκε πάντοτε στο ατίθασο τσίρκο του ευρύτερου ροκ. Μια χαρά ήταν κι όταν τους βλέπαμε όρθιοι και μπορούσαμε να κουνηθούμε στο παραλήρημα ενός ‘Her’ για παράδειγμα. Εκείνο το βράδυ, μόνο να ανεβοκατεβάζουμε το πέλμα του παπουτσιού μας είχαμε τη δυνατότητα να κάνουμε (κι αυτό προσπαθώντας να μη γίνουμε αντιληπτοί), αλλά ας είναι. Και μπορεί να μη θυμάμαι πολλά, θυμάμαι όμως σίγουρα ότι αυτή ήταν η τρίτη φορά που τους έβλεπα σε τέτοιο σκηνικό, κι ακόμη προσπαθούσα να συνηθίσω τη σοβαρότητα της κατάστασης...
Αυτή τη στιγμή, το να βλέπεις τους Tindersticks λάιβ είναι σαν να τους βλέπεις σε dvd: είναι αλάνθαστοι, είναι στατικοί στη σκηνή κι όλα φτάνουν στο αυτί σου με μαθηματική ηχητική ακρίβεια κι ένα πλαστικό πάθος, αν θες να είσαι κακεντρεχής. Αν τους αγαπάς όμως – και είμαι σίγουρος ότι όσοι βρίσκονταν εκείνο το βράδυ στη συγκεκριμένη αίθουσα τους αγαπούσαν, πλην λίγων που πήγαν απλά επειδή ήταν εκδήλωση στο Μέγαρο, πόσο κακή μπορεί να ήταν; - είτε κάνεις τα στραβά μάτια σε μία μετάλλαξη που ίσως και να μην είναι τόσο καλοδεχούμενη τελικά, είτε συνεχίζει να σε απορροφά απαρέγκλιτα η μαγεία της μουσικής τους και ο στόμφος, η θεατρικότητα της ερμηνείας του Staples. Χωρίς να έχω αποφασίσει σε ποια από τις δύο παραπάνω κατηγορίες ανήκω τη στιγμή που μιλάμε (γιατί για το παρελθόν δεν χωράει αμφιβολία ότι υπήρξα οπαδός τους), ήξερα καλά ότι αυτή τη φορά ήθελα πολύ να τους δω για έναν ξεχωριστό λόγο.
Γυρίζω σ’ αυτό που έλεγα παραπάνω για τα 27 χρόνια καριέρας τους για να πω ετούτο: μετά από τόσα χρόνια κι ενώ το γκρουπ έχει φτάσει σε διψήφιο αριθμό δίσκων – χωρίς να υπολογίζουμε τα πολλά σάουντρακ που έχουν γράψει, τις σόλο δουλειές, μέχρι και τη μουσική για εκθέσεις που έχουν συνθέσει – όπως και έχει χάσει μέλη που έχουν αποδείξει ότι μόνο ως βασικά μπορούμε να τα χαρακτηρίσουμε, είμαι περίεργος να μάθω πόσοι ακούν τις νέες τους δουλειές. Κι αυτό δεν αφορά μόνο τους Tindersticks μα και όλους όσους διανύουν μακρινές πορείες όπως εκείνοι. Και είναι απόλυτα φυσιολογικό αυτό, ακόμη κι εγώ το κάνω όταν κάποια στιγμή ένα σχήμα που παρακολουθώ σε βάθος χρόνου με απογοητεύσει κάποια στιγμή, οπότε κάπου εκεί αποφασίζεις να τους εγκαταλείψεις επειδή, στο 12ο για παράδειγμα άλμπουμ του, πόσο μπορεί να σε εκπλήξει ή στη χειρότερη να σε ικανοποιήσει κάποιος καλλιτέχνης; Και ειδικά με τους Tindersticks αυτό μου συνέβη. Κάποια στιγμή τους βαρέθηκα, θεώρησα ότι είχαν πει ότι είχαν να πουν και δεν έκανα δεύτερο πέρασμα από τους δίσκους τους.
Ελλοχεύει λοιπόν ο κίνδυνος να αδικήσει κανείς ένα γκρουπ με τον τρόπο αυτό, εφόσον καταφέρει να φέρει τούμπα αυτό που κάνει και να επιστρέψει στην παλιά του φόρμα, με εκπληκτικές και πάλι συνθέσεις και μια ανανεωμένη ενορχηστρωτική άποψη. Οι τελευταίοι τους δίσκοι πρόδιδαν μια τέτοια κατεύθυνση προς σπουδαία δισκογραφικά επιτεύγματα, αλλά ειδικά ο πιο πρόσφατος ‘No Treasure But Hope’ ηχεί στα αυτιά μου σαν ένα από τα καλύτερα πονήματά τους. Η συνολική λογική της μουσικής και του ήχου τους έχει αλλάξει αλλά σαν ολότητα, πρόκειται για ένα ολοκληρωμένο κι απόλυτα εμπνευσμένο σύνολο κομματιών, με ευφάνταστη ποικιλία στο παίξιμό τους, κάτι που γενικά δε βγήκε στη ζωντανή ενσάρκωση.
Αλλά τι σημασία είχε αυτό; Αρκούσε που τα ακούγαμε μπροστά μας για πρώτη φορά κι ενόσω γίνονταν με τη σειρά τους το μελλοντικό κλασικό υλικό των συναυλιών τους. Γιατί εκτός των άλλων, το γκρουπ αυτό δείχνει να μη μπορεί να σταματήσει μπροστά σε τίποτα, ότι θα συνεχίσει να μας απασχολεί για κάμποσα (για να μην πω πολλά, ας είμαστε μετριοπαθείς) χρόνια ακόμα. Και συναυλιακά, μεταξύ των άλλων, τουλάχιστον όσο υπάρχει το ελληνικό κοινό που τόσο τους έχει στηρίξει μέσα στα χρόνια, από το ξεκίνημά τους μέχρι τις ημέρες μας, που καταφέρνουν κι έρχονται κάθε χρόνο περίπου με μεγάλη επιτυχία προσέλευσης στις συναυλίες. Εκείνοι από τη μεριά τους απλά παραδίδουν καλοδιαλεγμένο πάντοτε ρεπερτόριο, όσο περνούν τα χρόνια όλο και λιγότερα κομμάτια από τα παλιά κι αγαπημένα τους, όπως είναι και το απόλυτα λογικό, μα ικανοποιητικοί κάθε φορά επειδή δεν δοκιμάζουν κάτι διαφορετικό, κατά τη σταθερά ‘if it ain’t broke don’t fix it’. Έτσι, αρκεί να ρίξουν δύο κομμάτια από το ντεμπούτο τους διάσπαρτα μέσα στο χορταστικό σετ των δεκαεννέα για να νοιώσεις και πάλι την ίδια ανατριχίλα όπως παλιά. Όταν μάλιστα το εν εξ αυτών και το ‘Jism’ να επιστρέφει στο setlist μετά από κι εγώ δεν ξέρω πόσα χρόνια, τότε ο ενθουσιασμός αγγίζει νέες κορυφές – από μέσα μας πάντα, ας μην ξεχνάμε ότι δεν επιτρέπεται να εκδηλώνονται (εκ του έκδηλος) σε τέτοιους χώρους τα συναισθήματα του καθένα γιατί ενοχλείται ο διπλανός.
Ανοιγοκλείνεις λοιπόν τα βλέφαρά σου ελπίζοντας ότι δε θα κάνουν κάποιο θόρυβο κι αφήνεσαι να βυθιστείς στον εαυτό σου και σ’ αυτά που νοιώθεις εσύ και μόνο εσύ ακούγοντας αυτή τη μουσική που σημαίνει πολλά για εσένα, αλλά δεν γίνεται κανένα μοίρασμα εκεί μέσα. Όλοι είναι μόνοι τους (‘Alone With Everybody’ που είπε ένας Μεγάλος), κι ότι είναι θα συζητηθεί μετά με τον/την σύντροφό τους, την παρέα τους, όποιον θέλει να ακούσει. Καμία φωτογραφία επίσης, η ταξιθέτρια είναι άγρυπνη και σε σημαδεύει με το λέιζέρ της (και δεν το γράφω επειδή σημάδεψε εμένα). Πρέπει να είμαστε καλά παιδιά σ’ αυτό το λάιβ γιατί έτσι έχει σχεδιαστεί να τρέξει, έτσι μάλλον το θέλει το συγκρότημα κι έτσι θα πορευτούμε κι εμείς. Δεν παραπονιέμαι, δεν έπαθα και τίποτα που δεν κουνήθηκα για σκάρτες δύο ώρες, αλλά αν αυτός ήταν ο σταθερός συναυλιακός μου κόσμος, θα τον παρομοίαζα με κόλαση...
Tι άλλο να πούμε; Πέντε πια οι Tindersticks με έναν ακόμη έκτο κιθαρίστα σαν μπαλαντέρ, δεν κάνουν μία νότα λάθος όταν αυτές μας έρχονται μία μία ολοκάθαρη κρύσταλλο στ’ αυτιά (και κάποιοι σίγουρα χαλιούνται, από εκείνους που δεν βρίσκουν καλό τον ήχο σε όλες τις συναυλίες). Το βασικό μοτίβο της συναυλίας είναι ήπιο, υποτονικό κατ’ άλλους, χωρίς ξεσπάσματα, και τον Staples να ερμηνεύει σχεδόν acapella δύο ή τρία από τα κομμάτια του σετ. Το νέο τους άλμπουμ κερδίζει τη μερίδα του λέοντος στη λίστα, ευτυχώς που είναι τόσο σπουδαία τα κομμάτια αυτά ώστε κανείς δε δυσανασχετεί, και κάποτε φτάνουν και στο ‘See My Girls’ που είναι το tour de force του δίσκου, συν τοις άλλοις επειδή είναι δικό μας, “ελληνικό”, και φουσκώνουμε με υπερηφάνεια με κάτι τέτοια. Αλλά είναι και ωραίο τραγούδι, γιατί να το κρύψουμε άλλωστε;
Κι όπως ανεβαίνουν στη σκηνή, παρόμοια αθόρυβα αποχωρούν αφού έχουν κάνει τη δουλειά τους, μια καλή δουλειά εν γένει, κι όλοι είναι ευχαριστημένοι γιατί δε θα μπορούσαν να μην είναι. Δεν πήγε τίποτε λάθος, ελπίζουμε μόνο ότι πήγαν όλα σωστά, και μετά το λάιβ χρειάζεσαι άλλον τόσο χρόνο για να το συζητήσεις και να αναρωτηθείς αν τελικά σου άρεσε. Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι 27 χρόνια μετά, ακόμη δεν έχουμε κλείσει τους λογαριασμούς μας με τους Tindersticks, κι αυτό μόνο καλό μπορείς να το πεις.
The Amputees
Before You Close Your Eyes
Running Wild
How He Entered
Medicine
Black Night
Trees Fall
Pinky in the Daylight
Her
Carousel
Willow
See My Girls
The Old Man's Gait
Tough Love
Another Night In
Jism
For the Beauty
A Night So Still
Take Care in Your Dreams