Let's go west (Africa)
Λένε για τη Δυτική Αφρική ότι είναι από τις περιοχές με τη μεγαλύτερη μουσική ποικιλία ιδιωμάτων και ρυθμών παγκοσμίως (μέχρι η προέλευση των blues και της reggae ανιχνεύεται εκεί). Και λένε για το Μάλι ειδικότερα ότι έχει βγάλει τους περισσότερους σούπερ σταρ του Τρίτου Κόσμου: Salif Keita, Mory Kante, Oumou Sangare, Ali Farka Toure, Toumani Diabate.
Αυτό τον τελευταίο, τον επονομαζόμενο και "πρίγκιπα του kora", είχαμε τη χαρά και την τιμή να δούμε στις 9 Ιουλίου στο "Σχολείον", έναν από τους χώρους του Φεστιβάλ Αθηνών. Ο Toumani, τελευταίος απόγονος μιας πανάρχαιας γενιάς μουσικών griot, είναι γνωστός για τις συνεργασίες του με μουσικούς κάθε λογής: τον αμερικανό μπλουζίστα Taj Mahal, την Bjork, την ισπανική flamenco-rock μπάντα Ketama με την οποία κυκλοφόρησε τα άλμπουμ Songhai, την 50μελή ιαπωνική-μαλινέζικη Symmetric Orchestra, το συμπατριώτη και μέντορά του, Ali Farka Toure, και πολλούς μπλουζίστες και τζαζίστες. Και μην το θεωρήσετε ως κοινοτοπία, αλλά η βραδιά που μας χάρισε ήταν αληθινά μαγική.
Ο Toumani βγήκε στη σκηνή ντυμένος μ' ένα μανδύα πλουμιστό, σαν πολύχρωμο πουλί, και κάθισε απέναντι από το kora του. (Αμέσως έκανα την ίδια σκέψη που κάνω κάθε φορά στις συναυλίες μουσικών του Τρίτου Κόσμου: με πόσο σεβασμό αντιμετωπίζουν τους θεατές, και με πόσο πάθος παίζουν τη μουσική τους. Ο σεβασμός ξεκινά από τα ρούχα τους: φορούν πάντοτε τα "καλά" τους - σε αντίθεση με τα μέλη των pop/rock/indie κλπ συγκροτημάτων, που ντυμένοι με σινιέ σκισμένα μπλουτζίν και μακό του κιλού, προσποιούνται μια πλαστή "φτώχεια" και μας σνομπάρουν κατάφωρα). Ο Toumani ξεκίνησε με δύο μαγευτικά κομμάτια από το project, Mande Variations, το οποίο, όπως μας εξήγησε, αναφέρεται στην αχανή ομώνυμη αυτοκρατορία που καταλάμβανε κάποτε όλη τη Δυτική Αφρική - πριν 700 χρόνια, ή πριν πατήσουν εκεί οι Άγγλοι/ Γάλλοι/ Πορτογάλοι/ Βέλγοι/ Γερμανοί και καταστρέψουν το γηγενή πολιτισμό. Ακούγοντας το kora, ο κάθε ακροατής διακρίνει τα ηχοχρώματα ενός άλλου μουσικού οργάνου: συνήθως το αποκαλούν "άρπα της Αφρικής", σε άλλους θυμίζει σαντούρι, εμένα μού ακουγόταν σαν μαντολίνο μερικές στιγμές. Το κύριο χαρακτηριστικό του πάντως είναι η γλύκα και η μελωδικότητα της χροιάς του.
Στη συνέχεια, ο Toumani κάλεσε στη σκηνή τη μπάντα του: ένα μπασίστα, έναν κιθαρίστα, έναν περκασιονίστα, τον Ganda Toumkara στο ngoni (την παραδοσιακή πεντάχορδη μαλινέζικη κιθάρα, που αποτελεί πρόδρομο του μπάντζο), τον Fode Lassana Diabate στο balafone (ένα είδος ξυλόφωνου της Δ. Αφρικής, με 21 κλειδιά), και τον τραγουδιστή Kasse Mady Diabate. Ντυμένοι όλοι με πολύχρωμες κελεμπίες με ασορτί παντελόνια και μαύρο σκαρπίνι, μετέτρεψαν τη συναυλία σε λαϊκό πανηγύρι, σαν αυτά που γίνονταν κάποτε στα χωριά της Ηπείρου και στα Ανώγεια της Κρήτης. Ο τραγουδιστής ξεκίνησε επαινώντας τον Toumani (απ' ό,τι συμπεράναμε), και κατόπιν κάλεσε το κοινό να σηκωθεί και να χορέψει. Την αρχή έκανε ένας συμπατριώτης του Toumani, γρήγορα όμως ακολούθησε το παράδειγμά του και το κοινό (το οποίο όπως παρατήρησε ο Σιόντορος, ήταν ένα μείγμα φρικιών και academia): νέοι και λιγότερο νέοι, φρικιά και διανοούμενοι, γυναίκες και άνδρες (πράγμα σπάνιο, ομολογώ), επαγγελματίες χορεύτριες και απλοί γλεντζέδες, έβγαλαν τα παπούτσια τους κι άρχισαν να χορεύουν για ένα μισάωρο σχεδόν επί σκηνής στους ρυθμούς του manding (μέχρι και συντάκτες του Mic εθεάθησαν να χορεύουν εκστασιασμένοι στη σκηνή).
Γνωρίζοντας άριστα πώς μια συναυλία μπορεί να περάσει από τη διονυσιακή σωματική εκτόνωση στον εγκεφαλικό διαλογισμό, ο Toumani συνέχισε μόνος του. Αφού μας εξήγησε τα πάντα για το kora (ότι είναι φτιαγμένο από νεροκολοκύθα και ντυμένο με δέρμα αγελάδας ή αντιλόπης, ότι έχει 21 κλειδιά, πώς κουρδίζεται και πώς παίζεται, ποια δάχτυλα χρησιμοποιεί για τον αυτοσχεδιασμό), έπαιξε άλλα δύο κομμάτια από το Mande Variations. Κατόπιν, η μπάντα επέστρεψε για να ξεσηκώσει ξανά τον κόσμο. Σαν αυθεντικός bandleader, ο Toumani παρουσίασε τον κάθε μουσικό χωριστά, δίνοντάς του την ευκαιρία να αυτοσχεδιάσει (εκεί ακούσαμε και το Take Five παιγμένο με balafone), και έκλεισε μ' ένα χορευτικό ανκόρ.
Βγήκαμε ζαλισμένοι στη ζεστή βραδιά, νιώθοντας ότι αυτή η εμπειρία ήταν μοναδική. Η (σχεδόν) πανσέληνος μας χαμογελούσε από ψηλά, θυμίζοντάς μας ότι μια συναυλία μπορεί ακόμα να μας φτιάξει το καλοκαίρι, να μας απογειώσει και να μας κάνει να υπερβούμε το στενάχωρο δυτικό σώμα μας.
Χίλντα Παπαδημητρίου
* * * * *
Υπάρχουν φορές που συνειδητοποιεί κανείς την δύναμη της μουσικής, όταν αυτή είναι εκεί για τον πραγματικό και τον μόνο ίσως λόγο που θα έπρεπε να είναι, για να ψυχαγωγεί, για να διαμορφώσει την διάθεση, να προβληματίσει αλλά και να κάνει τον καθένας μας πραγματικά χαρούμενο, να δημιουργήσει αυτό το μοναδικό συναίσθημα ευφορίας σαν να είναι όντως το πιο δυνατό ναρκωτικό. Όταν συμβαίνει αυτό λοιπόν, που είναι προφανές ότι δεν γίνεται συχνά, πρέπει να είναι κανείς ευγνώμων που ήταν εκεί και το έζησε.
Μια από αυτές τις φορές λοιπόν, ήταν η ζεστή βραδιά της Πέμπτης στο Σχολείο που μαζευτήκαμε για την συναυλία του Toumani Diabate, του αφρικανού Πρίγκιπα του kora (για το οποία εξαιτίας της Χίλντας δεν θα χρειαστεί να αναφέρω περαιτέρω σχετικές λεπτομέρειες) που κατάφερε με εξαιρετική μαεστρία να ψυχαγωγήσει το κοινό του, όπως το έκαναν κοινό οι αρχαίοι τραγωδοί με τα έργα τους.
Ξεκίνησε μόνος με την συνοδεία του kora με τα δάχτυλα του να μην ακουμπούν στο όργανο αλλά στην ψυχή του καθενός, με λυρισμό και μια πηγαία μελαγχολία σαν αληθινός bluesman, με τους γλυκούς ρυθμούς του να μας κυκλώνουν και να μας παρασύρουν στην καρδιά της μουσικής του, με ήχο λιτό και απλό αλλά σε καμία περίπτωση απλοϊκό. Πέρασε με μεγάλη ευκολία από την απόλυτη εσωτερικότητα στην απόλυτη εξωτερίκευση, αν υποθέσουμε ότι υπάρχει όντως μια αντίθεση και δεν μιλάμε απλά για την άλλη πλευρά του ίδιου νομίσματος, όταν κάλεσε τους μουσικούς του να ανέβουν στην σκηνή και όλο το κλίμα μετατράπηκε μονομιάς σε μια γιορτή. Όπως είπε χαρακτηριστικά ο ίδιος, ο καθένας μπορούσε να συμμετέχει όπως ήθελε, είτε με το να ακούσει απλά, είτε με το να διαλογιστεί, είτε με το να χορέψει και χόρεψε όντως μεγάλο μέρος του κοινό που ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση του.
Συνέχισε λέγοντας ότι στην χώρα του το Μαλί, υπάρχει μουσική για κάθε περίσταση, για την χαρά και για την λύπη, για την διαμαρτυρία και για την οργή, και φυσικά για τον έρωτα και όλα αυτά προσπάθησε να μας τα μεταδώσει με τους εξαιρετικούς μουσικούς τους, τόσο στα παραδοσιακά αφρικάνικα όργανα όπως το balafone και το ngoni, αλλά και στα πιο κλασσικά drums, κιθάρα, μπάσο μαζί με τον τραγουδιστή που θύμιζε λίγο έλληνες τραγουδιστές που αυτοσχεδιάζουν σε παραδοσιακά πανηγύρια. Σαν maestro λοιπόν, σύστησε και επαίνεσε τους συνοδοιπόρους τους σε αυτό το ταξίδι, τους άφησε να αυτοσχεδιάσουν αλλά τους κοίταξε και με αυστηρότητα όταν χρειάστηκε όπως τον ξάδερφο του Fode Lassana Diabate στο balafone όταν αντί για τον αναμενόμενο αυτοσχεδιασμό, έπαιξε για λίγο ένα μικρό μέρος από το "Τake Five". Σαν δάσκαλος εξήγησε πως παίζεται το kora και πως είναι φτιαγμένo, ευχαρίστησε τους πάντες, από τους τεχνικούς (εδώ θα έπρεπε να αναφερθεί πόσο προσέφερε στην ατμόσφαιρα το λιτό πέτρινο θεατράκι του Σχολείου με την πολύ καλή ποιότητα ήχου) μέχρι τους ανθρώπους που τον συνόδεψαν από το αεροδρόμιο και φυσικά τους ανθρώπους από το φεστιβάλ Αθηνών.
Όταν ένας μουσικός αυτούς του μεγέθους και ταλέντου συμπεριφέρεται με τέτοιο υποδειγματικό τρόπο δημιουργεί κατά αρχήν μια μαγική βραδιά και κατά δεύτερον δίνει ένα μάθημα σε μουσικούς και κοινό σχετικά με την πραγματική έννοια της συναυλίας και πως αυτή θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται.
Η συναυλία του Toumani Diabate έκλεισε το δικό μου συναυλιακό καλοκαίρι και ήταν χωρίς αμφιβολία ένα αξέχαστο βράδυ που όσοι το έζησαν θα μιλούν πολύ καιρό για αυτό. And the rest is history με μια μικρή δόση κουτσομπολιού...