WOMAD
WOMAD είναι τα αρχικά για το: "World Of Music, Arts and Dance". Περισσότερο "Music" από οτιδήποτε άλλο όπως αποδείχτηκε, κάτι που φυσικά δε μας πείραξε καθόλου.
Φεστιβάλ μουσικών του κόσμου λοιπόν, που φέτος για πρώτη φορά διοργανώθηκε στην Ελλάδα το τριήμερο 22, 23 και 24 Ιουνίου.
Περισσότερες πληροφορίες για το τι είναι το WOMAD, πότε ξεκίνησε (1982), ποιου ιδέα ήταν (Peter Gabriel) και ποιοι έπαιξαν, προφανώς έχετε ήδη διαβάσει στην εφημερίδα που εσείς (ή οι γονείς σας, ή ο διπλανός σας στο λεωφορείο) αγοράζετε, μια και το γεγονός καλύφθηκε και διαφημίστηκε πολύ από τα μέσα ενημέρωσης.
Το κέντρο εκπαίδευσης ιππασίας στο Γουδί ήταν ο καλύτερος χώρος όπου φιλοξενήθηκε ποτέ μεγάλου μεγέθους μουσική εκδήλωση στην Ελλάδα. Η διοργάνωση επίσης η καλύτερη που έχουμε δει στα μέρη μας. Φαίνεται ότι οι άνθρωποι του WOMAD μετέφεραν την εμπειρία που έχουν πλέον αποκτήσει στα πολλά χρόνια που περιφέρεται ο θεσμός.
Περιφερθήκαμε κι εμείς - αρκετές χιλιάδες επισκέπτες - στο χώρο αυτό το τριήμερο. Δυστυχώς ήταν αδύνατο να ακούσω όλους τους καλλιτέχνες που έπαιξαν. Από τη μια γιατί σε κάποιες περιπτώσεις έπαιζαν παράλληλα σε δυο από τις τρεις σκηνές του φεστιβάλ κι από την άλλη γιατί συνήθως ο τελευταίος που εμφανιζόταν ήταν ο χαμένος της υπόθεσης, αφού πολλοί (μεταξύ των οποίων κι εγώ) που είχαν φτάσει από νωρίς ήταν ήδη εξαντλημένοι από την ορθοστασία και το περπάτημα.
Παρασκευή 22 Ιουνίου
Οι Trans-Global Underground ήταν για μένα η πιο ευχάριστη έκπληξη του WOMAD. Ήταν γνωστό ότι από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας προσπαθούν και καταφέρνουν να συνδυάσουν τη δυτική χορευτική μουσική με την αραβική, την αφρικανική και την ασιατική αλλά δε μπορούσα να φανταστώ το πόσο καλά το κάνουν live και την απίστευτη ενέργεια που εκλύουν τόσο με σιτάρ, σίνθι και τέσσερα-πέντε διαφορετικά κρουστά στη σκηνή όσο και με τα hip-hip φωνητικά. Μουσικοί μπαινόβγαιναν συνεχώς στη σκηνή και παρόλο που έπαιζαν σχετικά νωρίς, οι Trans-Global Underground κατάφεραν να εντυπωσιάσουν, να ταρακουνήσουν και τελικά να κάνουν να χορέψει ακόμη και κόσμο που ήταν στην πρώτη μέρα του φεστιβάλ κυρίως για τους Madredeus ή την Αρβανιτάκη.
Στο κλίμα των χαμηλόφωνων και εκλεπτυσμένων ήχων των Madredeus κατάφεραν να μπουν αμέσως μόνον όσοι δε βρισκόταν πριν ελάχιστα λεπτά στη σκηνή όπου έπαιζαν οι Trans-Global Underground. Μας πήρε λίγο παραπάνω να εγκλιματιστούμε αλλά η παράστασή τους, όπου έπαιξαν κυρίως τραγούδια από τον τελευταίο τους δίσκο, ήταν πολύ καλή. Προσωπική μου άποψη είναι ότι σύγχρονη ματιά με την οποία αντιμετωπίζουν οι Madredeus τα πορτογαλικά φάντος, θυμίζει το πώς συμπεριφέρθηκε ο αργεντινός Astor Piazzolla στη λαϊκή μουσική της δικής του χώρας, το tango, παρότι ο Piazzolla ήταν δημιουργός σαφώς μεγαλύτερου διαμετρήματος.
Το μεγάλο όνομα της ημέρας ήταν η ελληνίδα Ελευθερία Αρβανιτάκη, από τις τακτικές παρουσίες στα WOMAD των προηγούμενων ετών. Η φωνή της είναι πλέον καλύτερη από ποτέ ("Practice makes perfect" που έλεγαν και οι Wire), αλλά η συναυλία της ήταν μια μικρή απογοήτευση. Ατολμία στα όρια της δειλίας ή ακόμη χειρότερο της προχειρότητας και της βαρεμάρας και καμιά πρωτοτυπία. Έπαιξε συμβατικά ό,τι θα έπαιζε σε μια οποιαδήποτε συναυλία για το πιστό κοινό της, ακόμη και ο «διάλογος» κλαρίνου και τυμπάνων θύμιζαν περισσότερο πρόγραμμα σε παραλιακή λαϊκή πίστα παρά σοβαρή μουσική πρόταση.
Για τη Yungchen Lhamo από το Θιβέτ δε μπορώ να πω τίποτε πέρα από το ότι τραγούδησε a capella, και παρά την καθαρή και αιθέρια φωνή της το κοινό στεκόταν αμήχανο και ήταν μάλλον δύσκολο να παρακολουθήσει με την απαιτούμενη προσοχή την εσωτερικής δύναμης μουσική της, δεδομένου ότι ήταν πια αργά και πολλοί ήταν ήδη κουρασμένοι (σε ελεύθερη μετάφραση δεν κατάλαβα και πολλά κι έφυγα κι εγώ μετά το δεύτερο τραγούδι).
Σάββατο 23 Ιουνίου
Οι Capercaillie από τη Σκοτία παίζουν κέλτικη μουσική εδώ και δεκαπέντε χρόνια προσθέτοντας μάλιστα κάποια όργανα, όπως πλήκτρα και μπουζούκι, σε όσα παραδοσιακά χρησιμοποιούνται στην κέλτικη μουσική. Η τραγουδίστριά τους Karen Matheson έχει καταπληκτική φωνή και τραγουδάει στην κέλτικη γλώσσα. Τους άκουσα πολύ ευχάριστα. Αν κάποιος Κέλτης να είχε αντιρρήσεις ανάλογες των δικών μου για την Αρβανιτάκη, θα χαρούμε να διαβάσουμε σχόλιά του στο board του MIC.
Οι Sierra Maestra είναι μια μπάντα από την Κούβα που δυστυχώς δεν κατάφερε να με ξεσηκώσει με τις τρομπέτες, τις κιθάρες και τα κρουστά. Αντιθέτως μάλλον βαρετούς τους βρήκα. Ίσως να φταίει και το "Buena vista social club" που συνέβαλε στο να αυξηθούν οι προσδοκίες μας σχετικά με την κουβανέζικη μουσική.
Ο Papa Wemba ήταν πολύ πιο pop από ότι είχα καταλάβει διαβάζοντας τα φυλλάδια με το πρόγραμμα του φεστιβάλ. Τραγούδησε στη μητρική του γλώσσα (είναι από το Ζαΐρ), μιλούσε στο κοινό στα γαλλικά και μας κάλεσε στην Κινσάσα. Ιδιαίτερη εντύπωση έκαναν η ωραία φωνή του, η επικοινωνία με τον κόσμο αλλά και τα συγχρονισμένα «δεξιά-αριστερά πάνω-κάτω τα χεράκια» από τις δυο κοπέλες που βοηθούσαν στα φωνητικά.
Και έφτασε η ώρα για τους Afro-Celt Sound System, το γκρουπ που οι περισσότεροι ανυπομονούσαν να ακούσουν. Οι Afro-Celt Sound System είναι μια συνάντηση μουσικών της Δυτικής Αφρικής και της Ιρλανδίας, κι ένα από τα πιο πετυχημένα παραδείγματα πολιτιστικής ανταλλαγής που έχω ποτέ ακούσει. Το αποτέλεσμα δεν είναι απλώς μουσική της Αφρικής εμπλουτισμένη με κέλτικες μελωδίες, ή το αντίστροφο, αλλά ένας «ολοκληρωτικός» ήχος βασισμένος σε γκάιντες, πίπιζες, κρουστά αφρικάνικης και κέλτικης προέλευσης και samples, που με καθήλωσε όπως πολύ λίγα συγκροτήματα το έχουν καταφέρει σε συναυλία.
Κυριαρχούσε αυθορμητισμός και ζωντάνια, συνεχής αλληλεπίδραση ανάμεσα στους μουσικούς και η απίστευτη ικανότητά τους να διεγείρουν και να ενθουσιάζουν το κοινό.
Πολύ καλό φροντιστήριο για όσους παραδοσιολάγνους μας ζαλίζουν για την καθαρότητα της μουσικής και της φυλής μας γενικότερα και την ανάγκη «διατήρησης» της μοναδικότητάς μας με κάθε τρόπο (και δυστυχώς αυτοί είναι πολύ περισσότεροι από τον Πλεύρη). Ομολογώ ότι πέρα από το ότι με τους Afro-Celt Sound System είχα «χορτάσει» μουσικά, επιπλέον ήμουν αρνητικά προδιατεθειμένος για τη συναυλία του Διονύση Σαββόπουλου που ακολουθούσε, λόγω των τελευταίων κακών δίσκων του αλλά και των υπερφίαλων κι ελαφρώς εθνικιστικών δηλώσεών του δεξιά κι αριστερά. Όμως ο Σαββόπουλος απέδειξε για μια ακόμη φορά ότι είναι έξυπνος (δεν το λέω ειρωνικά αλλά το εννοώ) και θύμισε ότι έχει γράψει στο παρελθόν εξαιρετικά τραγούδια. Η ορχήστρα αποτελούνταν από πολύ καλούς μουσικούς με την προσθήκη πολλών πνευστών στα συνηθισμένα κιθάρα-μπάσο-τύμπανα. Σε αντίθεση με την Αρβανιτάκη, το πρόγραμμα ήταν προσαρμοσμένο στο χαρακτήρα του WOMAD. Αρκεί να αναφέρω ότι ξεκίνησε με το «Μπάλο», τη «Θαλασσογραφία» και τη «Μαύρη Θάλασσα» το τελευταίο βασισμένο σε θρακιώτικο σκοπό, δηλαδή με ότι πιο «έθνικ» έχει στην γκαρνταρόμπα του. Κι ακολούθησαν greatest hits, όλα παιγμένα άψογα και με κέφι. Σε μερικούς από μας δεν πολυάρεσαν κάποιες δηλώσεις και «νύξεις». Για παράδειγμα, σχετικά με την πιο αθώα από αυτές, πιστεύουμε ότι το καλοκαίρι μπορεί να είναι ωραίο και σε άλλα μέρη του κόσμου πέρα από την Ελλάδα, αλλά φτάνει μέχρι εδώ.
Κυριακή 24 Ιουνίου
Ήταν η τρίτη φορά που άκουγα ζωντανά τη Σαβίνα Γιαννάτου μέσα σε μερικούς μήνες και κατάφερε ξανά να με γοητεύσει. Με πρόγραμμα που βασίστηκε σε τραγούδια της Μεσογείου απέδειξε ότι είναι σταθερή αξία στο χώρο και σίγουρα είναι πολύ ευχάριστο που έχει όποια επιτυχία έχει κι έξω από την Ελλάδα. Αφού το άνοιγμα της Άννας Βίσι στις ξένες αγορές δεν φαίνεται να έπιασε, εναποθέτουμε της ελπίδες μας στη Σαβίνα.
Οι Drummers of Burundi μάλλον ως φολκλόρ αντιμετωπίστηκαν από τους περισσότερους (πολύχρωμες στολές, χορός γύρω από τα τύμπανα κλπ). Βέβαια αυτό το μονότονο ντάπα ντούπα ξέρουν, κι αυτό παίζουν εδώ κι αιώνες, τι να κάνουν, να βάλουν συνθεσάιζερ και samples για να τους ακούν ευκολότερα οι δυτικοί μουσικόφιλοι με εθνολογικές ανησυχίες;
Τον Αλκίνοο Ιωαννίδη τον έχασα γιατί αποφάσισα να ακούσω τη συνεργασία «Έλληνες και Ινδοί». Μόνο που στο δρόμο προς τη σκηνή βρήκα το φίλο μου το Νίκο με την κόρη του και προτίμησα να παίξω λίγο με το πιτσιρίκι (θεωρώντας ότι αυτό θα ήταν ακόμη πιο χαλαρωτικό). Από το λίγο που πρόλαβα να ακούσω, ο δεξιοτέχνης του κλαρίνου Πετρολούκας Χαλκιάς φάνηκε να τα βρίσκει μια χαρά με τους Ινδούς μουσικούς, μόνο που το αποτέλεσμα ήταν λίγο περισσότερο παραδοσιακό από το γούστο μου. (Τώρα δε φτάνει που εκφέρω γνώμη για πράγματα που δεν πολυκαταλαβαίνω, το κάνω και έχοντας ακούσει μόνον τα μισά από όσα έπαιξαν).
Ο δεξιοτέχνης της ηλεκτρικής γκάιντας Jose Angel Hevia και το συγκρότημά του από τη Γαλικία (βορειοδυτική Ισπανία) ανέλαβαν να μας προσφέρουν την τελευταία δόση κέλτικης μουσικής που σ' αυτό το φεστιβάλ είχε την τιμητική της. Μεγάλη επιτυχία σε όλη την υφήλιο οι Hevia, μεγάλη επιτυχία και στη σκηνή του WOMAD, αφού όλοι γύρω μου είχαν ξεπατωθεί στο χορό. Επαρκέστατοι μουσικοί και ό,τι πρέπει για πανηγύρι αλλά όχι κάτι το ιδιαίτερο, καμιά σχέση δηλαδή με τον τρόπο που προχώρησαν τη μουσική οι Afro-Celt Sound System που ακούσαμε την προηγούμενη μέρα.
Το πρόγραμμα δεν είχε τελειώσει ακόμη αλλά εδώ αποχώρησα, με τις καλύτερες εντυπώσεις από τη διοργάνωση. Παιδιά, νέοι και γέροι περάσαμε όλοι πραγματικά καλά στο WOMAD, μακάρι να μας ξαναέρθει.