Sax Hysteria vol. 2
24 τραγούδια με το σαξόφωνο να σέρνει το χορό. Συν πληροφορίες για τα συγκροτήματα. Του Μάνου Μπούρα
Ήθελα καιρό τώρα να φτιάξω ένα mixtape με κομμάτια που περιέχουν μέσα τους σαξόφωνο αλλά με πρόλαβε ο αρχι-mic-άρχης Μπάμπης Αργυρίου! Δεν το έβαλα κάτω όμως, το έκανα παρά το γεγονός ότι με πρόλαβε και περιέλαβε κάποια πολύ αγαπημένα μου σχήματα στη δική του και που ασφαλώς δεν έπρεπε να επαναλάβω - με μία εξαίρεση, τον πολυαγαπημένο μου James Chance / White. Όλα τα κομμάτια προέρχονται από τη δεκαετία του '80 και την ευρύτερη περιφέρεια του new wave - με μία εξαίρεση ξανά, τους πολύ φρέσκους Melt Yourself Down, πνευματικά τέκνα της πρώτης εξαίρεσης... Παρακάτω ακολουθούν ορισμένα πρόσθετα στοιχεία γύρω από όσα πρόκειται να ακούσετε. Enjoy!
Ξεκίνημα με τους Medium Medium και την περίφημη σαξο-κραυγή που ανοίγει ένα από τα καλύτερά τους κομμάτια, το Hungry So Angry. Ας μην επαναλάβουμε το πόσο αριστουργηματικό είναι το μοναδικό άλμπουμ που κυκλοφόρησαν, το The Glitterhouse του 1981, να πούμε μόνο ότι η εκτέλεση που έχουμε συμπεριλάβει προέρχεται όχι από εκεί μέσα αλλά από τη συλλογή που έβγαλε η ετικέτα Beggars Banquet με τίτλο Sex Sweat And Blood (The New Dancability) την επόμενη χρονιά.
Οι C Cat Trance που ακολουθούν είναι η φυσική συνέχεια της παραπάνω μπάντας κι ασφαλώς o John Rees Lewis δεν ξέχασε να πάρει και το σαξόφωνό του φεύγοντας. Ήταν περισσότερο παραγωγικοί από την πρότερη φάση της πορείας τουq, κι εδώ τους συναντάμε σ' ένα κομμάτι που δεν περιλήφθηκε σε κανένα από τα τέσσερα άλμπουμ τους. Το She Steals Cars έχει βαρύ, επιβλητικό ρυθμό, στοιχεία από μουσικές που προέρχονται από την αραβική παράδοση (όπως κι ολόκληρο σχεδόν το μουσικό τους βιος), και κάποια πρώτα ψήγματα εκείνου που κάμποσα χρόνια αργότερα θα ονομάζαμε EBM.
Πολύ περισσότερο κοντά στο ύφος αυτό είναι το 4 Hours των Clock DVA από το Sheffield, από ένα σχήμα που στη συνέχεια τελειοποίησε κι έγινε εμβληματικό του στυλ αυτού. Η πιο ποπ στιγμή τους είναι αυτή, όπως τη συναντούσε κανείς στο επίσης αριστουργηματικό δίσκο τους Thirst για τη φοβερή και τρομερή ετικέτα Fetish, από την οποία ξεκίνησε ουσιαστικά την καριέρα του κι ένας από τους περίφημους γραφίστες της ποπ κουλτούρας, ο Neville Brody, που είχε την επιμέλεια των εξωφύλλων της. Το σαξόφωνο αλυχτά από την αρχή μέχρι το τέλος καθορίζοντας τη σύνθεση.
Ο Adi Newton των Clock DVA δεν ήταν και ο πιο συνεννοήσιμος άνθρωπος να συνυπάρξεις μαζί του σε συγκρότημα, γι' αυτό και οι υπόλοιποι του γκρουπ κάποια στιγμή σύντομα, τον εγκατέλειψαν κι έφτιαξαν τους The Box. Όχι ότι κατάφεραν πάρα πολλά, έβγαλαν πάντως κάποιους καλούς δίσκους για να τους θυμόνται που και που κάποιοι σαν τη αφεντιά μου... Ένα από τα κλασικά τους κομμάτια για το χώρο είναι το Old Style Drop Down, με το σαξόφωνο του Charlie Collins να κλέβει ξανά την παράσταση.
Πεταγόμαστε παραδίπλα στο Manchester για να ακούσουμε τους A Certain Ratio από τη μεγάλη της Factory σχολή. Το πιο groovy αδιαμφισβήτητα σχήμα μιας ζοφερής σε ατμόσφαιρα ετικέτας - μέχρι κάποια περίοδο τουλάχιστον - προσφέρει εδώ κοσμοπολίτικο ρυθμό και μια ευφορική διάθεση που δε συνάδει ούτε με την εποχή που ηχογραφήθηκε το εν λόγω κομμάτι, ούτε βέβαια με την πόλη τους. Μα έτσι ήταν πάντοτε οι ACR, υπέροχοι ρομαντικοί που λάτρευαν το funk, όπως δείχνει το Sounds Like Something Dirty, παρμένο από τη συλλογή Audio Visual του περιοδικού Abstract που εξέδιδε ο αδικοχαμένος δημοσιογράφος Rob Deacon.
Επιστροφή στο Sheffield για να ακούσουμε, όχι κάποια χαϊδεμένα παιδιά των Cabaret Voltaire αλλά τους Chakk που λειτουργούσαν στα πλαίσια των FON Studios του δημοσιογράφου της εφημερίδας ΝΜΕ, Amrik Rai. Μετά από κάποιες κυκλοφορίες στην ομώνυμη εταιρία μεταπήδησαν σε πολυεθνική όπου κυκλοφόρησαν ένα απογοητευτικό - λόγω υπεριλλουστρασιόν παραγωγής - άλμπουμ. Το Cut The Dust ακούμε σε demo και μακράν καλύτερη από την κανονική βερσιόν, όπως ακουγόταν στην κασέτα του ΝΜΕ με τίτλο Tape Worm.
Οι 8-Eyed Spy είναι Αμερικανοί, είχαν μάλιστα στις τάξεις τους τόσο τη Lydia Lunch όσο και τον γνωστό μας εσχάτως Jim Sclavunos, το μοναδικό τους άλμπουμ όμως είχαν κυκλοφορήσει κι εκείνοι στην εταιρία Fetish. To Lazy In Love περιέχεται μέσα σ' αυτό κι αποτελεί ένα περίφημο δείγμα του αποδομητικού no wave ύφους που δοξάστηκε στη Νέα Υόρκη, με πινελιές σαξοφώνου παιγμένου από τον κιθαρίστα τους Pat Irwin (που συμμετείχε επίσης στους εξαιρετικούς Raybeats).
Κάνουμε μiα γέφυρα με έναν ακόμη Νεοϋορκέζο θιασώτη του no wave με μία Βρετανική μπάντα που φαίνεται να οφείλει τα μέγιστα σ' αυτόν - το όνομά τους έχουν πάρει από ένα δίσκο του κι είχαν μάλιστα παίξει παρέα προ μηνών στο Λονδίνο απ' όπου και κατάγονται. Οι Melt Yourself Down είναι από τα καλύτερα σχήματα που γέννησε πρόσφατα η Βρετανία, δημιούργημα του σαξοφωνίστα Pete Wareham και με έξι ακόμη μουσικούς πίσω του να δίνουν έναν πληρέστατο ήχο. Το μοναδικό μέχρι στιγμής στούντιο άλμπουμ τους είναι κυκλοφορία του 2013, μια σπάνια μίξη ενός funk ήχου με punk αλλά και πολλά αφρικανικά στοιχεία. Το Fix My Life είναι ενδεικτικό του πόσα είναι ικανοί να καταφέρουν σε διάστημα τεσσάρων λεπτών!
Ο James Chance, που λέγαμε παραπάνω, είναι περιπτωσάρα. Ο ορισμός του παραληρηματικού παιξίματος, νοιώθεις ότι δεν ξέρει που πάνε τα τέσσερα, ότι φυσάει στο γάμο του καραγκιόζη, αλλά η εντρύφηση στο έργο του σε πείθει για το ακριβώς αντίθετο. Το γκρουπ που είχε στο πλάι του έκαιγε πάντοτε, εξ ου και οι δίσκοι που έχει ηχογραφήσει είναι όλοι τους σπουδαία δείγματα λευκής funk με punk αιχμές. Το Don't Stop Till You Get Enough είναι ασφαλώς μια εμπνευσμένη διασκευή στο τραγούδι του Michael Jackson (και το έχει φέρει απολύτως στα μέτρα και το στυλ του), όπως περιέχεται στο ζωντανά ηχογραφημένο στο Παρίσι Live Aux Bains Douches.
Νεοκυματική Μεγάλη Βρετανία για τη συνέχεια, κι ένα από αυτά τα κομμάτια που περιέχονται στις θρυλικές συλλογές των αρχών της δεκαετίας του '80 με συγκροτήματα που έχωσαν κανένα - δύο κομμάτια σε κάποιες απ' αυτές και κατόπιν εξαφανίστηκαν για πάντα... Η συλλογή έχει τίτλο The Class Of '81 (βγήκε παρόλα αυτά το 1980) και την παραγωγή σε όλα τα γκρουπ είχε κάνει ο Bram Tchaikovski. Μέσα εκεί ακουγόταν το new wave / power pop διαμάντι Chita από ένα σχήμα με το όνομα Exeros. Ποιοι ήταν και τι έκαναν αργότερα; Δ-Ε-ν-xeros...Αυτά είναι προφανώς ρητορικά ερωτήματα που δεν πρόκειται να απαντηθούν ποτέ...
Για τους επόμενους πάλι μπορούμε να πούμε δυο - τρία πράγματα: συγκρότημα που ηχογράφησε κυρίως στην ετικέτα Object Music από το Μάντσεστερ, δημιούργημα του εξαιρετικού κιθαρίστα John Bisset - Smith, με φοβερή μελωδική ποπ αίσθηση στα τραγούδια του και jazz πινελιές στο παίξιμό του. Οι Grow Up ηχογράφησαν δύο άλμπουμ, το καλύτερό τους κομμάτι είναι όμως πιθανότατα το Joanne που είχε βγει μόνο σε επτάιντσο.
Εκτός από το δικό του συγκρότημα που διατηρούσε, έπαιζε κιθάρα και στη ναυαρχίδα της εταιρίας, τους Spherical Objects. Εδώ τα κουμάντα έκανε ο Steve Solamar (αληθινό όνομα Steve Scrivener) με μια από τις απωθητικές φωνές στην ιστορία του ροκ αλλά καταπληκτικές μουσικές ιδέες. Το Regular Condition περιέχει ένα σαξόφωνο που θα μπορούσε άνετα να σολάρει σε σάλα ξενοδοχείου στα χέρια του Γιώργου Κατσαρού, αλλά έτσι άνοιγε ο συγκλονιστικός τρίτος δίσκος του γκρουπ Further Ellipses και αυτό είναι ένα μικρό πταίσμα μπροστά σε όλα τα υπόλοιπα στοιχεία που συνθέτουν το κομμάτι. Αργότερα ο Solamar διέλυσε το συγκρότημα, έκανε εγχείρηση αλλαγής φύλου και συνέχισε τη ζωή του στο Λονδίνο.
Από το ντεμπούτο άλμπουμ των Sad Lovers & Giants - που είχε τον τίτλο Epic Garden Music και που είχα πάθει μεγάλη ζημιά ακούγοντάς το εκεί πίσω στις αρχές της δεκαετίας του '80 - το πιο γνωστό τραγούδι είναι το Clint, και λογικά μιας που το γοργό του τέμπο το κάνει ελκυστικό να ακούγεται στα club όπου παίζονται τέτοιου είδους κομμάτια. Το Lope όμως, που έκλεινε την πρώτη πλευρά του δίσκου, ήταν απείρως λυρικότερο, με ένα ριφ στο σαξόφωνο σκέτη ποίηση που οδηγεί ουσιαστικά ολόκληρη τη σύνθεση, εξ ου και επιλέγουμε αυτό να συμπεριλάβουμε στη συλλογή.
Παρακάτω έχουμε μια προσωπική μου αγάπη, ένα γκρουπ από την Πολωνία που γνώρισα κατά λάθος στα '80ς κι αγάπησα από ένα ζωντανά ηχογραφημένο άλμπουμ που είχε βγει από τη Βρετανική ανεξάρτητη εταιρία Fresh. Οι Brygada Kryzys πρόσθεταν στη γοητεία τους από το γεγονός ότι ήταν μια περίπτωση που σου επέτρεπε να κοιτάξεις μέσω εκείνων πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα, να δεις τι συμβαίνει μουσικά εκεί που κανείς δε μπορεί να πάει (όπως τραγουδούσαν οι Marine Girls). Στη σύνθεσή τους είχαν σαξοφωνίστα και στο Centrala νομίζω ότι κάνει εξαιρετικά πράγματα. Αξίζει πάντως να αναζητήσετε το δίσκο αυτό μιας ιστορικής για τη χώρα της μπάντας.
Πεταγόμαστε μέχρι τις Ηνωμένες Πολιτείες ξανά για να ακούσουμε ένα από τα άγνωστα (νομίζω) μα και πιο στοιχειωτικά κομμάτια των πασίγνωστών μας Tuxedomoon. Στο (Special Treatment For The) Family Man το σαξόφωνο του Steven Brown δίνει πραγματικά ρέστα, ξεχωρίζοντας μαζί με τα φωνητικά (από τον Blaine L. Reininger;) μέσα σ' έναν βούρκο από σκοτεινούς ηλεκτρονικούς ήχους. Περιέχεται στο δεύτερο δωδεκάιντσο του συγκροτήματος Scream With A View που κυκλοφόρησε το 1979 σε δική τους εταιρία.
Επιστροφή στα ταραγμένα νεοκυματικά χρόνια της Βρετανίας για να συναντήσουμε τους Golinski Brothers. Ίδια ιστορία - τρία κομμάτια έχουν ηχογραφήσει επίσημα, ένα επτάιντσο κι ένα ακόμη ορφανό κομμάτι, το Too Scared που περιέχεται στην συλλογή Vaultage '79 (βγήκαν τρεις τέτοιες συλλογές σε τρεις διαδοχικές χρονιές με σκοπό να αναδείξουν νέα γκρουπ από το Brighton μα και τον κατάλογο της εταιρίας Attrix). Σπαρακτικό track, ξεχειλίζει συναίσθημα και το σαξόφωνο μοιάζει να σιγοντάρει τον καημό του τραγουδιστή με το παίξιμό του.
Επανερχόμαστε στον κατάλογο της εταιρίας Object για να ψαρέψουμε μέσα από τη συλλογή Waiting Room τους The Mediaters (οι συλλογές της, όπως και όλες οι ανάλογες εκείνης της περιόδου, λειτούργησαν σαν ένα πρώτο βήμα για μικρές μπάντες να κάνουν το ξεκίνημά τους). Και πάλι δεν έχουμε να πούμε πολλά, ούτε για εκείνους ούτε για το Silent Battles, που είναι ένα από τα πέντε κομμάτια που συνεισέφεραν σ' αυτή. Απλά κλείστε τα μάτια κι απολαύστε τη μουσική που γέννησε ο αγνά μολυσμένος αέρας της βιομηχανικής αυτής πόλης!
Απορώ πώς διέφυγε στον Μπάμπη να περιλάβει στο δικό του micloud έναν τόσο αγαπημένο του καλλιτέχνη όπως τον Patrik Fitzgerald. Η αλήθεια είναι ότι δεν τον συνδέεις άμεσα με το σαξόφωνο - punk τροβαδούρος ήταν ο άνθρωπος - αλλά σε ένα κομμάτι όπως το Drifting Towards Violence το συγκεκριμένο όργανο είναι εξίσου σημαντικό με τους στίχους του (λέμε τώρα...). Σε κάθε περίπτωση, τα πέντε λεπτά του κομματιού που έδωσε τον τίτλο σ' ένα ολόκληρο άλμπουμ του καθορίζονται από την εισαγωγή και το σπουδαίο παίξιμο από τον Sam Appleby.
Ούτε και τους Magazine συνδέεις με το σαξόφωνο, αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι θα μπορούσε να λείπει το Feed The Enemy από εδώ! Ένα κομμάτι που η ΕΡΤ συνήθιζε να βάζει σαν μουσικό διάλειμμα ανάμεσα στις τηλεοπτικές της εκπομπές (τι εποχές αλήθεια!), έχει εντυπωθεί στο DNA των εγχώριων μουσικόφιλων από τότε, αν δεν είναι ικανό να το κάνει το σαξόφωνο του επίσης αδικοχαμένου κιθαρίστα τους John McGeoch. Κάλλιστα θα μπορούσαμε να συμπεριλάβουμε το οργανικό The Thin Air από το ίδιο άλμπουμ (Secondhand Daylight του 1979) αλλά και μόνο για το μπάσιμο εκεί στο 4:16 και το συνεπακόλουθο σόλο δεν θα μπορούσα να διαλέξω κάτι άλλο!
Οι Bron Area ήταν φίλοι των Eyeless In Gaza και πρόσφεραν τις πρώτες τους ηχογραφήσεις μέσω της εταιρίας των δεύτερων Ambivalent Scale. Το μοναδικό τους άλμπουμ The Trees And The Villages βγήκε πάντως στην Glass, που πρόσφατα επαναδραστηριοποιήθηκε και σκοπεύει να το επανεκδώσει, οπότε όταν γίνει αυτό δεν πρέπει να το χάσετε με τίποτα αυτή τη φορά. Δεν έχω λόγια για το δίσκο αλλά και το ντουέτο αυτό, απίστευτοι μάστορες στη σύνθεση και μινιμαλιστές στην εκτέλεση, δανείστηκαν το ταλέντο του Steve Biolik στο σαξόφωνο προκειμένου να ολοκληρώσουν το ονειρικό Dancing.
Σε τέτοια πάνω κάτω επίπεδα και υφολογικά στίγματα κινήθηκε και ο David J στη σόλο, μετά τους Bauhaus, καριέρα του. Κατά σύμπτωση, στη Glass κυκλοφόρησε κι εκείνος το Crocodile Tears And The Velvet Cosh άλμπουμ του, με πολλά φλερτ τόσο προς την ποπ όσο και προς τη jazz, έχοντας πάντα την Τέχνη του τραγουδοποιού εικόνισμα. Από το άλμπουμ ακούμε το ομότιτλο κομμάτι, ένα στρωτό δείγμα ψύχραιμης ποπ που μπορεί να δώσει τόσα πολλά κάνοντας τη μίνιμουμ προσπάθεια!
Δεν ήταν λίγοι όσοι στη δεκαετία του '80 θέλησαν να μεταφέρουν το μουσικό κλίμα της εποχής τους ιδωμένο μέσα από ένα jazz - ή στη χειρότερη jazzy - πρίσμα. Οι The Lounge Lizards ήταν από τους πρωτεργάτες αυτής της κίνησης, κι ασφαλώς πρόσθεσαν και μπόλικο art attitude στο όλο μείγμα (τι διάολο, τον John Lurie είχαν μπροστάρη, τον Arto Lindsay και κάμποσες ακόμη σπουδαίες Νεοϋορκέζικες μούρες στις τάξεις τους, τι διαφορετικό θα μπορούσε να περιμένει κανείς;). Από το ντεμπούτο τους άλμπουμ το πιο γνωστό κομμάτι είναι ασφαλώς η διασκευή τους στο στάνταρ Harlem Nocturne, πάντοτε όμως αγαπούσα και την "art funk" του Do The Wrong Thing που το ακολουθούσε στο δίσκο!
Στη Μεγάλη Βρετανία είχαν πάρει τα πράγματα πολύ στα σοβαρότερα. Οι Blue Rondo A La Turk είχαν πέσει με τα μούτρα στην αναπαραγωγή του κλίματος της δοξασμένης jazz εποχής και το έκαναν πιστά και με απόλυτο σεβασμό. Γι' αυτό και το The Method είναι μια τέλεια καταγραφή του τι θα μπορούσε να συμβεί σε ένα καπνισμένο υπόγειο αν τη σκηνή είχαν καταλάβει, όχι μαύροι μουσικοί με προβλήματα με το νόμο και τις ουσίες αλλά λευκοί μαθητές ωδείων που φορούν μπερέδες για να τους μοιάσουν κι αντιγράφουν τις νότες τους με θρησκευτική ευλάβεια! (Για την ιστορία, το σχήμα μετεξελίχθηκε στους πολύ επιτυχημένους Matt Bianco).
Για το τέλος, το κομμάτι που ίσως ενέπνευσε και ολόκληρη την παραπάνω δουλειά. Το σχήμα λέγεται Sphinxter, το κομμάτι Edwyns Sweet Lament και προέρχεται από μια ξεχασμένη συλλογή με τίτλο Walkin' After Midnight που είχε βγει στο Βέλγιο το 1982. Ανάμεσα σε πολλά και διάφορα συγκροτήματα που καλύπτουν ένα μεγάλο φάσμα ηχητικών ειδών, υπήρχε κι αυτό το σχεδόν παρείσακτο κομμάτι, όπου μια μαστούρικη φωνή επαναλάμβανε, μεταξύ άλλων, "just call me" με μία άρρωστη εμμονή, ενώ ένα σαξόφωνο έπαιζε επάνω από μια κιθάρα ένα σαγηνευτικό μονόλογο που σε πήγαινε από εδώ εκεί κι από εκεί πιο κάτω. Δεν μπορώ να φανταστώ πολλά ομορφότερα κομμάτια μουσικής, κι αφού καθόταν κρυμμένο τόσα χρόνια σ' ένα από τα ράφια της δισκοθήκης μου, το ψηφιοποίησα και σας το παραδίδω σχηματίζοντας δύο ντουζίνες μουσικά σαξοφωνικά ταξίδια για ένα καλύτερο ενδεχομένως καλοκαίρι!