Διότι στους δυνάμενους συνδυασμούς του, αναπόκτητου στις πραγματικές του διαστάσεις, κοσμοπολιτισμού του 21ου αιώνα ήταν και αυτό: ο τίτλος του δεύτερου βιβλίου του Charles Bukowski να γίνει το όνομα ενός μουσικού σχήματος από την Ελλάδα, το οποίο δρώντας σιωπηλά ανακαλύφτηκε πριν λίγα χρόνια ως ''εισαγόμενο'' από τις κυκλοφορίες του στα labels των Jonathon Whiskey και Liquefaction Empire.
Να γράψω, απλώς για να είναι εξαρχής στην κουβέντα, πως το προ διετίας ντεμπούτο τους 'What A Long, Strange Journey This Has Been' αποτελεί ορόσημο για την εγχώρια παραγωγή. Σας προτρέπω να το ακούσετε σήμερα που το ώριμο του καιρού επιτρέπει να κατανοηθεί περισσότερο.
Οι 2 By Bukowski έχουν τη στόφα ενός μεγάλου συγκροτήματος. Όταν μαζεύονται στο Wire Nightmare για να συνθέσουν και να ηχογραφήσουν συμβαίνει κάτι άκρως ιδιαίτερο, το οποίο μορφοποιείται με την όσο το δυνατόν πιο αυθόρμητη και πηγαία επικοινωνία μεταξύ των μελών και που μοιάζει να προκαλεί το μεγάλο μουσικό πνεύμα. Και αυτό με τη σειρά του τους ανταπαντά με έναν τρόπο σχεδόν μεταφυσικό και με όσα βγαίνουν στους τίτλους και στις συνθέσεις τους. Λέξεις όπως κατακτημένο - ασφαλές - πεπατημένο - σίγουρο, σβήνονται και αντικαθίστανται στη διάταξη από άλλες τολμηρότερες όπως αναζήτηση - έρευνα - εξερεύνηση - πρόκληση.
Τα forte του καινούργιου "Drink From My Bastard Grail" έχουν μια αβίαστη, εγερτική και πολύ έξυπνη πληρότητα σε δύναμη. Είναι ένα (διαισθητικό;) επόμενο βήμα που μόνον όσοι είχαν στη φαντασία τους μια ενθουσιώδη παράσταση, που άλλοτε είναι και άλλοτε δεν είναι post-rock, γεμάτη από μεταλλικές κιθάρες και ονειρικό πιάνο, μπορούν να την προλογίσουν.
Θέματα όπως τα "The Last Aerie", "I Am Ready For Death In This Dominion", "Sacrament" βγάζουν μια ατμόσφαιρα που αφήνει στον ακροατή το καθήκον να της προσδώσει το ύπουλο που υπαινίσσονται οι τίτλοι τους, ενώ τα ίδια δεν το πατούν ποτέ. Στον αντίποδα οι σκληρές μεταλλικές κιθάρες και οι ογκώδεις ενορχηστρώσεις των "Morley Lights", "Wild Manner", "I Am Continuum" παραπέμπουν ευθέως στο εναλλακτικό metal των Tool, των Sons Of Otis, των Electric Wizard και όσων άλλων έφεραν στους σύγχρονους καιρούς τα επικά doom riffs των Black Sabbath. Και είναι μια συνειδητή, αν και υποκειμενική, επιλογή, την οποία αυτοί οι ανήσυχοι μουσικοί πράττουν με την πρέπουσα σχολαστικότητα, κάνοντάς την όραμα και πιστεύω. Με εργαλείο έναν δεξιοτέχνη drummer, το αποτέλεσμα θα απογειωνόταν. Ίσως είναι μια καλή ιδέα να το επιχειρήσουν κάποτε.
Να αναφέρω επίσης πως το εναρκτήριο "Chopperfuck" είναι και το πρώτο τους κομμάτι με φωνητικά. Η Karine Charff των Amp παίρνει τα ηνία του τραγουδιού μετά από το τρίτο λεπτό και το πηγαίνει βόλτα σε άλλους τόπους. Λεπτομέρεια που χάνεται στον εύφορο και ισχυρότερο χαρακτήρα του υλικού που ακολουθεί.
Εν κατακλείδι ένα κοφτερό, σίγουρα λίγο απρόβλεπτο και θρασύ έργο, το οποίο όπως και όλα τα αντίστοιχα που ήταν μπροστά από την εποχή τους ή μιλούσαν με ένα ανατρεπτικό, συμπλεκτικό ύφος, σήμερα πιθανόν θα διχάσει ή δεν θα κατανοηθεί επακριβώς και επαρκώς. Κανείς όμως δεν θα αμφισβητήσει ποτέ τη σιγουριά του.