(Σε ανύποπτο χρόνο ο Brian Eno μίλησε και πάλι: «για να κάνεις περιγραφική μουσική πρέπει να έχεις ταξιδέψει. Για να είναι ο ήχος σου εσωτερικός, πρέπει όχι να μην έχεις επαφή με το περιβάλλον, απλά να την έχεις κόψει προσωρινά. Για να γράψεις έναν full instrumental δίσκο έχε πρώτα στο συρτάρι σου πολλούς και καλούς στίχους!»)
Οι 2 by bukowski εύκολα κέρδισαν τον χαρακτηρισμό του πρώτου ελληνικού post rock σχήματος. Άνετα συντονίστηκαν με το ρεύμα του κιθαριστικού ambient που από τον Καναδά έρχεται και όλο τον κόσμο σαρώνει. Με την αξία τους διάβασαν κολακευτικά σχόλια για τη μουσική τους σε σημαντικά έντυπα του πλανήτη. Δικαιολογημένα ένα minimal hype κινήθηκε και εντός συνόρων γύρω από το όνομα τους. Ευτυχώς για αυτούς δεν θα ταλαιπωρηθούν για χρόνια μέχρι να δουν τον πρώτο τους κανονικό δίσκο στα ράφια των δισκοπωλείων, αλλά το 'What a long, strange journey this has been' ήρθε στην κατάλληλα έγκαιρη χρονική στιγμή, ώστε όλα τα παραπάνω να μη φθείρουν την αξία τους. Δηλαδή η εκ Θεσσαλονίκης Poeta Negra κυκλοφορεί το πρώτο ελληνικό post rock full album; Ίσως να είναι κι έτσι. Σημασία έχει να μην κυκλοφορεί και το τελευταίο!
Ο ήχος τους όσο περισσότερο διασφαλίζει την ταυτότητα του σε παροδικά κιθαριστικά ξεσπάσματα, σε τζαζαίστικα μετρήματα των κρουστών και σε πατενταρισμένες ambient συχνότητες, άλλo τόσο εξανθρωπίζεται μένοντας καλωδιωμένος και «ψηφιοποιώντας» προς στιγμήν το αρχικά και τελικά αναλογικό σήμα του. Πατώντας πάνω στη σταθερότητα των ρυθμών που ο κλέφτης-πρωταγωνιστής ντράμερ χαρίζει στους υπόλοιπους, οι τελευταίοι δεν χάνουν την ευκαιρία να εκφράσουν τις ιδέες τους με περισσότερους των ενός τρόπων και με μεθόδους μάλιστα που πολλές φορές ξαφνιάζουν τον ακροατή.
Ο δίσκος ξεκινάει με το δεκαπεντάλεπτο 'Buckle up Scully, I believe is about to take us up on a ride to the abnormal' (τελικά έχω καταλήξει στο ότι όλοι αυτοί οι τύποι αντικαθιστούν τους στίχους με μακροσκελείς τίτλους, δεν εξηγείται αλλιώς!). Η διάρκεια του το αναγκάζει να ακολουθήσει πιστά την προδιαγεγραμμένη (εδώ και αιώνες) πορεία ενός ψιθύρου που μετατρέπεται σε κραυγή και αν πω ότι είναι η πιο αδύναμη στιγμή του δίσκου, ίσως και να φταίνε οι δεκάδες ενστάσεις που έχω πλέον για την τάση των μουσικών να γράφουν νουβέλες και όχι απλά διηγήματα. Τα τελευταία λεπτά πάντως μου ακούγονται σαν μια απολαυστική ανθρωπιστική προσέγγιση στην ηχητική σκέψη των Icebreaker International. Το επόμενο 'It's time to hybermate' είναι που έχει γνησίως Καναδέζικη rhythm section, μια ηδονική συχνότητα να διαπερνά το σώμα του και περήφανα πλαστικά έγχορδα (που έξυπνα αποφεύγουν τον βερμπαλισμό και τις ευ-συγκινήσεις των Sigur Ros-ικών ανάλογων).
Τρέξτε τώρα στο νούμερο έξι μιας και το 'Solution: Sarrus' δεν είναι απλά το «υψηλό φως» (highlight ντε!) του δίσκου, αλλά και από τα καλύτερα κομμάτια που γράφτηκαν προς χάριν του εν λόγου ήχου / φόρμας (όπως στο καλό λέγονται... φτάνει πια!). Όταν κάνεις δεκάλεπτα κομμάτια κάν' τα έτσι. Όταν «κόβεις» από μια μελωδία για να τη χαρακτηρίσεις ελλειπτική, κόψε αυτά που πρέπει. Όταν προγραμματίζεις τους ενισχυτές σου, βρες τη σωστή συχνότητα. Όταν προσθέτεις ήχους και χρώματα, κράτα και ένα μέτρο. Μια μέρα, όλη η πειραματική δισκοθήκη μου θα πάει από εκεί που ήρθε και θα γράψω επιλεγμένα κομμάτια για να έχω να τη θυμάμαι. Το 'Solution:Sarrus' βρήκε ήδη τη θέση του εκεί μέσα.
Στα συν του 'What a long...' το ότι δομείται με τρόπο που δεν το εμποδίζει να μπαίνει συχνά στο στερεοφωνικό σου (ρωτήστε και τον Γιάννη Ασπιώτη περί αυτού του προβλήματος). Γιατί όπως λέει και ένα πολύ παλιό ρητό... «ωραία και άγια η δισκογραφία των Gastr del Sol, σε ποιο ντουλάπι όμως την έχω εναποθέσει;»
Ο αστικός θόρυβος των 80ς έχει εδώ και χρόνια δώσει τη θέση του στην αναζήτηση αστικής ησυχίας, με ψήγματα αναμνήσεων από τις «μέρες του θορύβου». Έτσι τουλάχιστον συμβαίνει στο χώρο της μουσικής. Οι 2 by bukowski συντάσσονται και προτείνουν επιπλέον επαναφορά των συναισθηματικών ουσιών και των γονιδιακών ψυχοτροπικών στο σώμα μιας φαινομενικά ψυχρής και απρόσωπης μουσικής. Βρισκόμενοι στην αρχή δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους. Αυτό άλλωστε έγινε και με τους περισσότερους από τους «δασκάλους» τους, που όμως γρήγορα «έχασαν»¨τον εαυτό τους και έγιναν κουραστικές κόπιες αυτού. Ακούστε τον θείο Brian... φορέστε το μανδύα της συμβατικής μουσικής έστω και πρόσκαιρα, ετοιμάστε ακόμη και στίχους για να υπάρχουν στην καβάντζα. Και ξανά-κόψτε την επαφή με όλα αυτά μόνο όταν εκ νέου θα υπάρχει λόγος. Όπως υπάρχει τώρα!