Μια φορά κι ένα καιρό θυμάμαι ένα παιδί να χαζεύει στα κλεφτά από τις υποχρεώσεις του σχολείου του ένα τεύχος του Fractal Press που είχε εξώφυλλο τους - τότε hot - BRMC. Ξαφνικά έπεσε πάνω σε μια ολοσέλιδη δισκοκριτική μιας μπάντας που λεγόταν "And you will know us by the trail of dead". Την σελίδα υπέγραφε ένα πρόσωπο που άκουγε πολύ προσεκτικά στο ραδιόφωνο, ο Θανάσης Μήνας. Το κείμενο μίλαγε με μεγάλο ενθουσιασμό και πολλές λεπτομέρειες για έναν εκπληκτικό rock n' roll δίσκο. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία...
Η ιστορία αυτού του άλμπουμ μοιάζει με το μοναχικό μπάσκετ σαν σε προπόνηση που έπαιζα κάποιες φορές όταν ήμουν μικρός. Καθώς έκανα όλες τις πιθανές ασκήσεις με την πορτοκαλί μπάλα έβαζα διάφορα στοιχήματα σερί ευστοχίας με τον εαυτό μου. Μερικές φορές όταν χάλαγε το σερί αντί να αρχίσω από την αρχή χάριζα στον εαυτό μου την επανάληψη. "Επανάληψη, δεν πήγαινε, τώρα θα το βάλω", έλεγα από μέσα μου.
Μετά την μίνι εμπορική αποτυχία του - κάπως αδύναμου για τα δεδομένα τους - "Worlds apart" τα παλικάρια από το Τέξας έστρωσαν τον κώλο τους κάτω ξεκινώντας να δουλεύουν πάνω στο καινούργιο τους EP που έμελλε να εξελιχθεί σε χρόνο dt στο νέο τους long play πόνημα που είχε το βαρύ φορτίο να βάλει τα πράγματα στη θέση τους. Αν στο "Worlds apart" η μπάλα τους στριφογύρισε στη στεφάνη και βγήκε έξω, στο "So divided" έκαναν air ball.
Εδώ δείχνουν μια πρωτοφανή διάθεση να πειραματιστούν με διαφορετικούς ήχους, το πιο ανησυχητικό όμως είναι ότι ο δείκτης καφρίλας έχει πέσει κατακόρυφα. Έτσι, το σπινταριστό "stand in silence" ακούγεται σαν να έχει γραφτεί από μια εφηβική post-punk μπάντα δέκα φορές καλύτερη από τους Panic at the Disco - που ευτυχώς στην Ελλάδα είχε την ατυχία να ακούσει μόνο το κοινό του Πετρίδη - αλλά και πάλι δεν είναι αρκούντως δυνατό ή παθιασμένο. Εν τω μεταξύ, κάνουν μπαμ οι κιθάρες που δε βαράνε αλύπητα ως συνήθως αλλά και τα φωνητικά που είναι κάπως τραβηγμένα στην παραγωγή και δεν ακούγονται καθόλου brutal. Τέλος πάντων. Πάμε παρακάτω. Το "Naked sun" ξεκινάει σαν ψαγμένο blues και καταλήγει σε ένα ορχηστρικό πέρασμα επικών διαστάσεων και στα καπάκια τους έρχεται να αποτίσουν έναν κάπως παράταιρο φόρο τιμής στους Guided by Voices. Τα "So divided" και "Life" φαίνονται παιδαριώδη, στο "Eight day hell" είναι σαν να έχουν ρουφήξει Beach Boys με ολίγη από Beatles σκαρώνοντας ένα ωραιότατο pop τραγουδάκι που θυμίζει New Pornographers - χωρίς πλάκα - ενώ το "Witche's web" ξεθάφτηκε από ένα b-side του 2001.
Όπως ήδη καταλάβατε υπάρχει πλήρης έλλειψη προσανατολισμού. Η μπάντα παίζει σαν να μην ξέρει που πατάει και που βρίσκεται. Δυστυχώς οι Trail of Dead εν έτει 2006 ελάχιστα θυμίζουν εκείνη τη μπάντα που θαύμασα, με πώρωσε όσο λίγες και με έκανε να τους ακούω μέχρι να ματώσουν τα αυτιά μου. Η περίπτωσή τους ίσως να ταίριαζε κουτί στο αφιέρωμα με τους περιττούς δίσκους. Τότε με την άνεση του μετά Χριστόν προφήτη θα θέλαμε να βάλουν τελεία στο εκπληκτικό "Source tags & codes", αν και προσωπικά ποτέ δεν κατάλαβα τι το φοβερό είχε το "Madonna". Στο τέλος της μέρας, δεν νομίζω ότι όσοι έχουν γνωρίσει καλά τους Trail of Dead θα ξενερώσουν τόσο και θα τους ξεγράψουν. Η συνταγή του γιατρού λέει δύο δόσεις του ομώνυμου δισκίου και άλλες δύο του "Source tags & codes" εντός δύο ημερών. Κι από' δω παν' κι άλλοι... Το καφέ μπλουζάκι τους θα το φυλάω για πολλούς και διάφορους λόγους σαν τα μάτια μου, θα συνεχίσω να τους ακούω επιλεκτικά και αν βάλει ο Θεός το χέρι του και μας έρθουν θα χωθώ μπροστά περιμένοντας να σεληνιαστώ από κάτι παλιό κι αγαπημένο. Τι να κάνουμε; Αυτά έχει η ζωή...