Όλες οι προβλέψεις, οι προσδοκίες και οι απόψεις μου σχετικά με τους Arctic Monkeys και την επέλαση τους στη μουσική βιομηχανία και πραγματικότητα έχουν πέσει έξω/ χλευαστεί, ίσως και δικαίως. Οι Arctic Monkeys ήρθαν και έμειναν, προκάλεσαν και προκαλούν συγκινήσεις τεράστιες και πέρασαν στο πάνθεον των σπουδαίων χωρίς πολλά-πολλά. Όλα αυτά βέβαια δεν έχουν καμία σημασία, όσο η μουσική μπορεί και παραμένει ακόμη μια προσωπική υπόθεση και όχι μία εξαναγκασμένη ενασχόληση μαζικής υστερίας. Αλλά ας μην αρχίσουμε, πάλι τα ίδια. Εδώ έχουμε την καθολική μετοίκηση του τελευταίου γκρουπ- σημαία της Βρετανικής σκηνής στη δικιά του κοντινή Αμερική και αφ' ης στιγμής και ο Alex Turner παραδέχτηκε ότι πρόκειται για το L.A. άλμπουμ της μπάντας, ο δικός μας λόγος ίσως και να περιττεύει. Αλλά θα τον πούμε...
Το rock του L.A. λοιπόν ως καθολικά βεβαιωμένη έννοια είναι μία σαχλαμάρα και μισή και αν προσπαθήσεις να το οριοθετήσεις με προκάτ κριτήρια θα έχεις υποπέσει σε μεγαλύτερη σαχλαμάρα. Υπάρχει όμως από άκρη σε άκρη ένα στοιχείο κατά βάση διακριτό, όσο και κοινό: το rock του L.A. (είτε προέρχεται από γηγενείς, είτε από περαστικούς από την πόλη) είναι ένα rock που κατά βάση περνάει καλά με την πάρτη του (ακόμη και όταν οι φορείς του βασανίζονται, ξεφτιλίζονται ή υποφέρουν) και αυτό το πράγμα εκτός από τα παρασκήνια βγαίνει και στην παράσταση και ο κόσμος το αντιλαμβάνεται, γιατί ποτέ δεν μπορείς να τον κοροϊδέψεις. Το πέμπτο άλμπουμ των Arctic Monkeys - που άπαντες τα έχουν επί του παρόντος μαζέψει τα πράγματα και έφυγαν από το σπίτι για εκεί - είναι ένας κατά βάση feelgood δίσκος, με ορθές ποσότητες αμερικάνικου ηδονισμού, που ελάχιστη σχέση έχει με την αγχωμένη μαλακία, που έδερνε τις πρώτες ημέρες της μπάντας.
Οι Arctic Monkeys έχουν ήδη κυκλοφορήσει περισσότερους δίσκους ως σύνολο και έχουν κάνει περισσότερα πράγματα ως μονάδες, από ότι επιτρέπει η αναλογία ελεύθερου χρόνο/ εργασίας για να περνάς καλά. Καθώς όμως ο ευεργετικός αέρας του Los Angeles τους υποχρεώνει να κόψουν ταχύτητες και να αισθανθούν έστω και ως περιφερειακοί παρίες την ηδονή του rock 'n' roll, ακόμη και μέσα από ψεύτο-πρωτο-αρενμπι σκαλωσιές, που μέχρι και ο Στέλιος Ρόκκος έχει ως αποκούμπι όταν πουλάει credibility στα πρωινάδικα, γράφουν -χωρίς καν να το συνειδητοποιούν- μερικά από τα πιο ουσιαστικά τους τραγούδια. Όπως το Fireside ας πούμε, που κανείς δεν θα εκπλήσσονταν αν το έβλεπε να ηγείται της επόμενης επέλασης των Last Shadow Puppets. Γενικώς εκεί από την μέση του δίσκου και μετά γίνονται διάφορα ενδιαφέροντα πράγματα, διότι όλες οι πολυδιαφημισμένες συμμετοχές των 6-7 πρώτων τραγουδιών πέφτουν μάλλον στο κενό. Με τέτοιο μετρημένο ενδιαφέρον, βέβαια, τον άλλον αγαπημένο μας Alex θα τον είχαν ρίξει όλοι σε ακόμη μεγαλύτερο γκρεμό από αυτόν που ήδη προσπαθούν να τον σπρώξουν, αλλά τέλος πάντων.
Σε σχέση με τους κανόνες του rock 'n' roll είναι όντως παράδοξο μία μπάντα ακολουθώντας τον κανόνα "εξέλιξη/ωρίμανση", που έχει εφευρεθεί για να δικαιολογεί την βαρεμάρα, να φτάνει στα αντίθετα αποτελέσματα και να παραδίδει επιτέλους κάτι άξιο λόγου, μακριά από φθηνά τσιτάτα, στα οποία ήταν βλακωδώς εθισμένη και αυτή, αλλά και οι πιστοί της. Πατάνε πάνω στα κατορθώματα του Brothers των Black Keys (δείτε και τα credits του δίσκου, για να βεβαιωθείτε), αλλά - ομολογώ- με πιο τίμιες προθέσεις, όπως και ικανότητες. Αν το πάνε έτσι, στο δέκατο άλμπουμ της καριέρας τους, πιθανόν να έχουν γράψει το αριστούργημα τους, αλλά ακόμη απέχουν πολύ από κάτι τέτοιο. Εν προκειμένω ανακαλύπτουν μέχρι και το hip hop και ό,τι μαθαίνει κανείς σε αυτή τη ζωή καλό είναι.
Κάνουν όμως το μοιραίο λάθος. Ο Alex Turner δηλαδή. Που μια ωραία ημέρα (λέμε τώρα...) θυμάται ότι κάπου είχε διαβάσει ένα ωραίο ποίημα του John Cooper Clarke και αποφασίζει να το μελοποιήσει και να το απαγγελοτραγουδήσει στο στούντιο. Ό,τι αρχίζει όμως με τις λέξεις "I Wanna Be Your Vacuum Cleaner", τελειώνει με πόνο μόνο αν αυτός που το λέει δεν περνάει τις καλύτερες ημέρες της ζωής του στο Los Angeles, ηχογραφώντας πραγματικούς στίχους σε ένα ψεύτικο περιβάλλον στο οποίο δεν ανήκει. Συνεπώς, την επόμενη φορά ας τους μιλήσει κάποιος για τον Ελύτη.... Ο Clarke αποτελεί όντως πηγή έμπνευσης και στόχο ζωής για τον Turner, αλλά επί του παρόντος ο τελευταίος εκτίθεται ανεπανόρθωτα προσεγγίζοντας τον και σχεδόν αναιρεί οτιδήποτε προηγήθηκε για όποιον ακόμη ακούει τα άλμπουμ ως τέτοια και όχι ως συλλογές εν δυνάμει επιτυχιών.