Before today
Προϋπόθεση για την καλύτερη κατανόηση της παρούσας δισκοκριτικής είναι η προηγούμενη ανάγνωση, εμπέδωση, ενδεχόμενα και αποσπασματική αποστήθιση της κριτικής του έγκριτου Τάσου Πατώκου, που με αφορμή το αδιάφορο άλμπουμ των Serena- Maneesh ("πριν διαλέξουμε όνομα για συγκρότημα, είχαμε σκεφτεί και ένα για ανταλλακτικά προϊόντων γυμναστικής") πέρασε γενιές σαράντα τέσσερις τα καλόπαιδα που έχουν αναλάβει τα τελευταία χρόνια την διοίκηση της 4AD.
Στο πλαίσιο λοιπόν της καλά περιγραφόμενης από τον Τάσο "κουτοπονηριάς" των νέων διοικούντων της εταιρείας, εντάσσεται προφανώς και η μεταγραφή του Ariel Pink και του τσούρμου του. Καθώς χαρακτηρίζονται εδώ κι εκεί ως οι τύποι που χώσανε το psych στην psych pop αναμφίβολα θα μπορούσαν να χαρίσουν πόντους στην χαμένη αίγλη της πάλαι ποτέ αγαπημένης εταιρείας. Όχι με αυτό το δίσκο όμως. Δυστυχώς και για την 4AD, και για τον Ariel Pink και για το τσούρμο. Και για εμένα που έσπευσα να κάνω και pre order. Τρομάρα μου...
Παρότι έχω αρχίσει να διαφωνώ εντόνως με το δήθεν κίνημα της lo-fi, αυτιστικοπαραπληγικής, εσωτερικοαγαμητικής, πολυσυλλεκτικά μονομανούς indie παραφιλολογίας που σαν να μας τα έχει παραπεί τα γράμματα εσχάτως, στον Ariel Pink και τις κατά καιρούς παρέες του συνέχιζα να δίνω ψήφο εμπιστοσύνης. Καθώς όμως και τούτος βλέπει τελικά την ένταξη του στην 4AD ως ευκαιρία για breakthrough και ροκιά και 80ίλα και guilty pleasure αναμνηστικά που σπας το κεφάλι σου να δεις από πού έρχονται και που πηγαίνουν, παίρνω την ψήφο μου, των ομματιών μου και ότι άλλο είχα τέλος πάντων εναποθέσει πάνω του ως ελπίδα σωτηρίας της pop.
Είτε κοπιάρουν Gary Numan, είτε 10CC, είτε Hall & Oates, το αποτέλεσμα είναι παρομοίως γελοίο, γεμάτο ανακριβείς μουσικές φράσεις, ημιτελείς ιδέες που επαναλαμβάνονται σε βαθμό σαχλαμάρας και ανυπόφορης ελπίδας για κάτι catchy, που θα τους κάτσει τέλος πάντως ως ελπιδοφόρο χιτάκι νεοπαλαιάς κοπής. Και όλα αυτά θα μπορούσα να τα ισχυριστώ ακόμη και αν δεν είχα φτάσει μέχρι το τέλος του δίσκου. Δυστυχώς όμως έφτασα μέχρι το τέλος. Και προκοπή δεν είδα. Παρά μόνο μουσική χωρίς ψυχή, από δημιουργούς για τους οποίους το αποτέλεσμα είναι το πρόσχημα και τίποτε περισσότερο.
Ίσα ίσα που κάπου κατά το τέλος με περίμενε το ευτελώς τιτλοφορημένο Beverly Kills, για να μου υπενθυμίσει ότι τελικά ούτε το να σου αρέσουν τα ντισκοτσιφτετέλια του Φίλιππου Νικολάου ή τα πρόχειρα σεναριακά τραγούδια της Ελένης Φιλίνη σε ταινίες του τύπου 'Η Μαντόνα από τη Δραπετσώνα' έχει απομείνει ως guilty pleasure σε τούτη τη ζωή. Κάτι πρέπει να γίνει. Να μπουν και πάλι τα διαχωριστικά. Να σπάσει κάποιος το ατέρμονο crossover που μας ταλαιπωρεί. Να χωριστούμε και πάλι σε στρατόπεδα. Και να πλακωνόμαστε στους δρόμους οι οπαδοί των Ariel Pink και τα ρέστα με αυτούς των A Place To Bury Strangers. Αν συνεχίσει έτσι η δουλειά δε μας βλέπω καλά...
Χωρίς τούτο να αποτελεί καμία μομφή προς τον κατά τα άλλα εξαίρετο συναγωνιστή μουσικογραφιά και αφού πρώτα ξεκαθαρίσω ότι το αναφέρω ορμώμενος από το ότι κάθε άλλο παρά συμπίπτουν τα μουσικά μας γούστα, προτείνω την εξής μέθοδο για να αποφεύγετε δίσκους σαν και αυτόν, αν τυχόν συντάσσεστε μετ' εμού (αν όχι για το αντίθετο) : googl-άρουμε το όνομα του συγκροτήματος/ καλλιτέχνη έχοντας προηγουμένως επιλέξει αναζήτηση "μόνο από Ελλάδα". Αν τώρα η πρώτη επιλογή που μας βγαίνει προς ανάγνωση προέρχεται από το blog του M. Hulot, προσπερνάμε και πάμε να ακούσουμε κάτι άλλο. Αν μέσα στις δέκα πρώτες, πάνω από εφτά προέρχονται από εκεί, καταστρέφουμε και το δίσκο καλού-κακού!
Απεταξάμην τον Ariel Pink; Απεταξάμην! (Χ3)