A Farewell To Reason EP
Δεν κρατάμε πολλά από τον -τελικά όχι τόσο ορεκτικό- δίσκο, κρατάμε από το κείμενο του Χάρη Συμβουλίδη την παρομοίωση μουσικοκριτικών με... παλαιοανθρωπολόγους
Αν βρισκόμασταν μια δεκαετία πίσω, δεν θα ήταν λίγοι όσοι πρόθυμα θα κολλούσαν την αλήστου μνήμης indietronica ετικέτα στη μουσική την οποία φτιάχνει ο Ιρλανδός Jonny Dillon, υπό το καλλιτεχνικό όνομα Automatic Tasty. Τώρα άλλωστε που για το ΕΡ A Farewell To Reason πρόσθεσε για πρώτη φορά και φωνητικά (σε μια πορεία 12 χρόνων), γίνεται ακόμα πιο έκδηλη η indie pop ταυτότητα πίσω από τα ήπια, εξευγενισμένα ηλεκτρονικά της πρόσοψης.
Φυσικά, δεν υπάρχει υπόσταση στον indietronica νεολογισμό, ο οποίος σηματοδότησε μία από τις πιο ανεύθυνες στιγμές του Τύπου στον μέχρι στιγμής 21ο αιώνα. Θύμα πλέον κι αυτός μιας όλο και μεγαλύτερης εντατικοποίησης, συμπεριφέρεται με βιασύνη που θυμίζει τους παλαιοανθρωπολόγους μετά τα 1980s, όσους τρέχουν να ανακηρύξουν νέα είδη προανθρώπων στην Αφρική στη βάση ενός δοντιού ή μισής σιαγόνας (Αυστραλοπίθηκος Ντεϊρεμέντα και δεν συμμαζεύεται). Και τα δύο μέρη αποπειρώνται να τραβήξουν την προσοχή με πυροτεχνήματα, για να εξαργυρώσουν έπειτα τον ντόρο εντός της «βιομηχανίας» τους – με θύματα την επιστήμη, τη μουσική δημοσιογραφία, τελικά και το κοινό.
Αποχαιρετώντας πάντως τη Λογική με ένα χρωματιστό, ποπ και ολίγον τρελελέ εξώφυλλο, ο Dillon κοινωνεί εδώ 6 τραγούδια που φαινομενικά βρίσκονται μες τη χαρά (τη χαζή χαρά, ενίοτε), μα στην πραγματικότητα είναι προϊόντα μιας μάλλον μελαγχολικής ενατένισης στη σύγχρονη ζωή, η οποία φιλτράρεται ασφαλώς μέσω της Δυτικής αστικής καθημερινότητας.
Καλύτερό ανάμεσά τους αναδεικνύεται το "Ballad For A Modern Man", με μια ανέμελη μελωδία –που σου κολλάει εύκολα– να ντύνει ειρωνικούς στίχους περί μοντερνικότητας (αναγκών, συναισθημάτων, συμπεριφορών)· αν και δεν λέει κάτι το φοβερό, κατορθώνει και αποπνέει μοναχικότητα, που τοποθετείται σε όμορφα μουλωχτό κοντράστ με τη μουσική. Ο σαρκασμός παραμένει σε πρώτο πλάνο και στο "A Happy Town" («Happy news on the TV screen/We're all one big happy world it seems»), εμμένοντας ως το φινάλε με το "Onward, Forward", το οποίο διακηρύσσει την επιστροφή «στο μέλλον ενός χρυσού παρελθόντος». Ενδιάμεσα, πάντως, καταγράφονται και πιο στωικά στιγμιότυπα.
Το πρόβλημα είναι ότι, φτάνοντας στο τέλος του ΕΡ μετά από μισή-ώρα-και-κάτι, έχεις μάλλον φτάσει και στα όρια όσων δύναται να προσφέρει ο Automatic Tasty. Κάποιοι ανακαλύπτουν βέβαια απόηχους από New Order ή Pet Shop Boys στις μελωδίες των πλήκτρων, αλλά μια λιγότερο ...ευφάνταστη ακρόαση θα τα βρει να αντανακλούν απλώς το Παράδειγμα του Caribou, με μια ευχέρεια που ναι μεν υπάρχει, όμως εξαντλείται γρήγορα όσον αφορά τις ιδέες. Με ανάλογη ταχύτητα, μάλιστα, εξαντλείται και η δική σου υπομονή απέναντι στην αδυναμία του Dillon να τραγουδήσει· περιορίζεται έτσι στο να μουρμουράει τους στίχους κατά τρόπο λειτουργικό, μα εν τέλει πανομοιότυπο.
Γίνεται επομένως ηλίου φαεινότερον ότι, παρά τις συμπαθητικές αναλαμπές, η υπόθεση Automatic Tasty δεν μπορεί να πάει πέρα από ένα επίπεδο αρκετά στοιχειώδες. Φεύγεις λοιπόν πεπεισμένος ότι άκουσες την πιο αντιπροσωπευτική δουλειά του Ιρλανδού δημιουργού – κι ας έχει ήδη βγάλει καινούριο άλμπουμ, ονόματι You'll Never Work In This Town Again!!.