Διασκεδάζω ιδιαίτερα μ' ένα πάθημά μου : να απορρίπτω κάποιο καλλιτέχνη που φίλοι ή έμπιστοί μου μουσικοσυντάκτες επιμένουν να προσέξω και μετά να έρχομαι σαν βρεγμένη γάτα και να λέω, σωστά τον εμπιστευτήκατε βρε.
Το έπαθα με το στραβοχυμένο αυτό αγόρι : πέρα απ' τα πολυταλαντούχα χέρια του και την ειλικρινή «αλτέρνατιβ» διάθεσή του δεν βρήκα τίποτα που να με κρατήσει στο ντεπούτο του, το "The Hour Of Bewilderbeast". Που κατά τα άλλα επιλέχθηκε από πολλούς μέσα στους καλύτερους δίσκους του 2000. Τον χάρισα λοιπόν κάπου κι ησύχασα. Πρόσεξα όμως ιδιαίτερα τη μουσική του στο "About a boy", μια ψιλοατυχή κινηματογραφική απόπειρα μεταφοράς του ομώνυμου βιβλίου του Νick Hornby πέρσι, και δη κατά τη διάρκεια της ταινίας (η εκδίκηση των σκόρερς - κυριολεκτικά και μεταφορικά!). Εκεί το σάουντράκ του πέτυχε την πολυπόθητη τριπλέτα : ταίριαζε με τις εικόνες, στεκόταν μόνη του, καλούσε και για παραπάνω ακούσματα.
To δεύτερο / τρίτο λοιπόν lp του δε σηκώνει αμφιβολία. Στέκεται ψηλά, κοιτάζει προκλητικά και περιέχει την ποικιλέστερη ποπ που θα μπορούσε κανείς να βρει από κάποιον οξυδερκή τύπο. Ο Damon Gough μπορεί να τη μια να γράφει τρυφερά αγαποτράγουδα και την άλλη να σκαρώνει πανέξυπνες (έχουν ΙQ τα τραγούδια; Ελευθερία δίνε μας που και που και καμιά απάντηση) φόρμες, σαν τα σπιτικά γλυκά με το πορτοκάλι και την κανέλλα. Θα μπορούσε να γράφει μουσική για jingles και τηλεοπτικά σήματα, όπως κάλλιστα φαίνεται απ' την εισαγωγή. Νομίζω μια ενδιαφέρουσα τρίπλα του BDB είναι ότι ακροβατεί στα μεταίχμια διαφορετικών ειδών που ωραία ενσωματώνει στα ποπ τραγούδια του : lo-fi folk, home producting, μέηνστρημ μπαλλάντες, 60ς power p, 90ς μαεστρία, βαριετέ ποπ που κλείνει το μάτι στον Baby bird, ένα πνεύμα που διαπότιζε τα δισκάκια των Deep Freeze Mice... Κι είμαι σίγουρος πως όλα του βγήκαν αβίαστα, κάθισε κι έγραψε κι όλα ανήλθαν απλά και φυσικά στον αφρό της έμπνευσης.
Έχοντας αυτή την αύρα του ανεξάρτητου ήχου αλλά και τη συνείδηση ενός ρόκερ που απευθύνεται στον πολύ κόσμο και το ξέρει, σκάρωσε τελικά ένα άλμπουμ που τ' ακούς ευχάριστα και ανίανα απ' την αρχή ως το τέλος, ευχαριστώμενος με τις εναλλαγές και τις άγκρινιες εξιστορήσεις των παθημάτων του. Επιτέλους, και κάποιος στον κόσμο της ποπ που δεν παίρνει τον εαυτό στα σοβάρα. Άλλωστε δεν θα ονομαζόταν κι έτσι... Για τίτλο, διάλεξε «την ερώτηση που ακούγεται περισσότερα στα σπίτια» (μάλλον σ' αυτά που ξέρει, θα προσθέσω). Για περιεκτικότητα σταμάτησε, πάντα γαλαντόμος, στο νούμερο 15.